ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ κ. ΣΤΑΜΑΤΗ ΓΙΑΚΟΥΜΗ ΕΦΕΤΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΤΑΜΑΤΗ ΓΙΑΚΟΥΜΗ

1) Γεννήθηκε στις 29-8-1961 στην Αθήνα, αποφοίτησε το 1979 από την Πρότυπο Ευαγγελική Σχολή Νέας Σμύρνης, στις εισαγωγικές εξετάσεις της οποίας είχε εισαχθεί δεύτερος. Το 1983 έλαβε το πτυχίο του από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1985 άδεια ασκήσεως δικηγορικού επαγγέλματος. Είναι έγγαμος με τρία τέκνα ηλικίας 27, 25 και 22 ετών. Γνωρίζει αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά.  

2) Το 1989 έλαβε τον τίτλο του Magister Legum (μάστερ στα νομικά) από το Πανεπιστήμιο Μπίλεφελντ Γερμανίας για την εργασία του «Η σχέση μεταξύ αυτεπάγγελτης έρευνας και απαγόρευσης της  reformatio in peius» στο χώρο του αστικού δικαίου.

3) Το 1994 εισήχθη στο δικαστικό σώμα. Διετέλεσε Πρόεδρος Πρωτοδικών από 2011-2015 και Προϊστάμενος του Διοικητικού Δικαστηρίου Λάρισας από 2012-2015. Από 30-1-2015 υπηρετεί στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών. Ανήκει στην συντακτική ομάδα του περιοδικού «Θεωρία και Πράξη του Διοικ. Δικαίου».  

4) Το έτος 2000 αναγορεύθηκε διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με την εργασία του «Τα ηθικά στάδια στην εγελιανή φιλοσοφία του δικαίου», όπου πραγματεύεται εννοιολογικά, ιστορικά και συγκριτικά οργάνωση και τύπους της δημοσίας διοικήσεως. 

5) Η ενασχόλησή του με τον μεγάλο φιλόσοφο Χέγκελ οδήγησε σε ένα μέγιστο εκδοτικό γεγονός. Σε δική του μετάφραση έχουν εκδοθεί από τη Νομική Βιβλιοθήκη τα πέντε μνημειώδη έργα του Χέγκελ, που είναι:  

1) «Αισθητική», 2009 εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη

2) «Φιλοσοφία της Φύσης» 2011, Ανοικτή Βιβλιοθήκη,

3) «Φιλοσοφία του Δικαίου», 2012, Νομική Βιβλιοθήκη.

4) «Επιστήμη της Λογικής», 2013, Ανοικτή Βιβλιοθήκη,

5) «Ιστορία της Φιλοσοφίας», 2013, Ανοικτή Βιβλιοθήκη,

τα οποία διατίθενται σε όλα τα μεγάλα βιβλιοπωλεία. Επίσης και η «Φιλοσοφία της Θρησκείας» στις εκδόσεις «Ηριδανός». Στα έργα του συγκαταλέγεται και μία συνοπτική «Διαλεκτική», εκδοθείσα το 2022, καθώς και «Ο Άγνωστος Κάρολος Μαρξ» (2021). .

6) Μία σημαντική θεωρητική προσφορά του ήταν η συμμετοχή του στη βαρυσήμαντη και άκρως επίκαιρη μεταφραστική έκδοση της Ακαδημίας Αθηνών «Τι οφείλει η Ευρώπη στους Έλληνες» του Thomas Alexander Szlezak», όπου μετέφρασε τα λήμματα «Η νέα απόχρωση του πρώιμου ελληνικού λυρισμού» και «Τα νέα ερωτήματα των προσωκρατικών φιλοσόφων» σ. 89-156.

7) Είναι μέλος του Κύκλου Ελλήνων Λογοτεχνών Δικαστών. Έχει δημοσιεύσει τη λογοτεχνική σειρά «Χέγκελ, Γραφείο Μεταφυσικών Υποθέσεων», βασισμένη στις θεωρίες του φιλοσόφου, όπου περιλαμβάνονται τα έργα:

α) Χέγκελ, Γραφείο Μεταφυσικών Υποθέσεων, Νο1 Η Φαρμακωμένη, 2017

β) «   «     «     «           «                 «,     Νο 2 Εναντίον Σοπενχάουερ, 2018

γ) «  «     «     «            «                 «,     Νο 3  Χαμένος Ορίζων, 2018

δ) «   «     «    «            «                 «.    Νο 4  Ατλαντίς, 2018

ε) «   «     «                «                   «,     Νο 5, Οι Πόροι του Χρυσού, 2019

στ) «    «    «                «                   «,     Νο  6, Τελευταία Νύχτα, 2019

ζ) «    «    «                «                   «,    Νο 7, Εργάτες της Μοίρας, 2019

η) «    «    «                «                «,    Νο 8, Διονύσιος Σολωμός 2019, όλα σε εκδόσεις Συμπαντικών Διαδρομών.             

   Μη δημοσιευθέντα ακόμη τεύχη της παραπάνω σειράς είναι τα εξής:

θ)  « « «                     «                  « Νο 9 Αναφορά από το Υπερπέραν

ι) «   «    «               «          «Νο 10, Λογικόδενδρον ή Σκακιστικός Γρίφος

ια) «  «     «               «                    « Νο 11 , Οι Αιρέσεις του Τρύπιου Θεού

ιβ) « « «                    «                    « Νο 12, Σχέδιο «Μαραθών».

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΓΙΑΚΟΥΜΗΣ: “Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ”

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΓΙΑΚΟΥΜΗΣ

H ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΣΤΟ INTERNET, TWITTER, FACEBΟΟK, SKYPE, BLΟGG Ή Ό,ΤΙ ΑΝ ΕΙΠΗ ΤΙΣ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ: TALKING HEADS

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ: ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΠΕΦΤΕΙ ΒΑΡΥ, ΤΟΥΣ ΕΝΗΜΕΡΩΝΟΥΜΕ ΟΤΙ ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΕΥΠΕΠΤΑ- ΑΣ ΑΡΧΙΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΑΠΟ ΕΚΕΙ

ΚΥΡΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ: ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ (ΕΓΕΛΙΑΝΟΣ) , ΝΤΟΝΑΛΝΤ (ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ), ΣΕΛΜΑ (ΦΕΜΙΝΙΣΤΡΙΑ), ΑΝΤΡΕΪ (ΜΑΡΞΙΣΤΗΣ), ΚΕΝΣΙ (ΝΙΤΣΕΪΚΟΣ), ΦΡΙΤΣ (ΧΙΤΛΕΡΙΚΟΣ)

ΓΟΥΑΝΓΚ, ΚΙΝΑ : Είχα επίγνωση ότι οι βασιλείς προωθούν την αυθαιρεσία τους ως τ’ ακρότατα όρια κραδαίνοντας το σκήπτρο της ελέω θεού εξουσίας, ότι παγώνουν με εκφοβισμούς και διοκλητιανικούς διωγμούς την αντίσταση των υπηκόων τους και τούς παρασύρουν στην αποχαύνωση, αποκτήνωση και αδράνεια για να εξασφαλίσουν την αδιαμαρτύρητη είσπραξη των φόρων. Δεν είχα αμφιβολία ότι πάντα οι μονάρχες μεταχειρίζονταν τον πιο αδύναμο κι ανήμπορο να χαρεί τις προνομιακές ευχέρειες των ρωμαλέων εντελώς αυτιστικά σαν πράγμα, κουκλί, μαριονέττα και σκεύος ηδονής, ότι έζευαν τον συνάνθρωπο στην πλάστιγγα της δουλείας ώστε να χρησιμεύει ως μέσον ψυχαγωγίας και πειραματόζωο – υδρόχοιρος ή ινδικό χοιρίδιο – πίσω από το τζάμι χειριστηρίου, για την ικανοποίηση των διαστροφικών, διεφθαρμένων, παραδομένων στην απώλεια τάσεών τους. Αλλά όσο μαθημένος κι αν είμαι στην καταπίεση ως γνήσιος Κινέζος, πλήττομαι ανυπόφορα και φεύγω μακριά, όταν βρίσκομαι αντιμέτωπος με τούτο το κυλώνειο άγος, το δύσοσμο ανοσιούργημα, το λοιμικό πνίγος, το αλγεινό βδέλυγμα της θανατώσεως ανθρώπινων όντων με έμφραξη και φίμωση των αναπνευστικών πόρων του δέρματος (γιατί αυτό είναι στην ουσία ο καπιταλισμός της εποχής μας). Αυτός εκμεταλλεύεται τον άνθρωπο, ώσπου να επέλθει η μαρτυρική και βασανιστική ασφυξία όχι των πνευμόνων, αλλά του σώματος ολοκλήρου, που αγκομαχεί, ασθμαίνει και ρογχάζει, καθώς η εφιδρωτική εξάτμιση της αρρωστημένης ζέστης εμποδίζεται και οι σπασμοί του πνίγονται από την επάλειψη του σεσυρμένου χρυσίου. Τέτοια αηδιαστική σκολιότητα δεν θα μπορούσα να φαντασθώ! Δεν είναι σίγουρα περίεργο που οι ηγεμόνες μας δεν αρκούνται στις αρχηγικές τιμές και τη ξεζουμιστική στίψη των πληβείων τους, αλλά ακολουθώντας την ίδια πολιτιστική παράδοση του εφηρμοσμένου σαδισμού θέλουν να τούς αναμορφώσουν, συνεχίζοντας όμως παρά τις αυτο – απονεμημένες διακρίσεις τους να παίζουν με στρατιωτάκια.
ΑΝΤΡΕΙ, ΡΩΣΙΑ: Δεν θέλω να παραστήσω τον αιρετικό του εξεζητημένου ή τον συνήγορο του διαβόλου, αλλά μήπως αυτό δεν είναι το βαθύτερο νόημα και της λεγόμενης αστικής ελευθερίας που απολαμβάνουμε στις σύγχρονες κοινωνίες μας; Η ισότητα απέναντι στη φύση, δηλαδή το δικαίωμα συμμετοχής στους αγώνες παγκρατίου και πάλης που διοργανώνει με τρόπαιο την κατά βούληση λαφυραγωγία ανάλογα με την έκβαση του… ματς, προστάζει να μην παρακωλύεται κατά την πραγμάτωση των επιθυμιών του ο βυζαχτής της Αμάλθειας των εμπειριών, ο κύριος των γερών σαγονιών, της ευέξαπτης σάρκας και της υγιούς – υπερδραστήριας γενετήσιας περιοχής, ο βιρτουόζος του μαστιγιού και ο Φαρνάβαζος του χρήματος. Ο αράθυμος, ο δυνατός, ο όλο ψυχές γιομάτος διατηρεί αναφαίρετο δικαίωμα να εκτονώνει την αδρεναλίνη του, να εξασκεί τους σφριγηλούς μύες του, να γιγαντώνεται και να διατρανώνεται με την κατάκτηση πολλών ανθρώπων.
Αν θέλουμε να σκιτσάρουμε το διάγραμμα της ελευθερίας αυτής, δεν έχουμε παρά να ξεσηκώσουμε από το χημείο την μεγενθυμένη παράσταση της δομής ενός ατόμου. Θα δούμε ότι γύρω από ένα σταθερό άξονα περιφοράς περιστρέφονται τα ταλαίπωρα ηλεκτρόνια, παλινδρομώντας στην άτρακτο της ελλειπτικής και ισορροπώντας στη τεταμένη διελκυστίνδα των αντίρροπων έλξεων κεντρόφυγης και κεντρομόλου. Αυτό δεν ενοχλεί καθόλου τον διπλανό πυρήνα του παραπλεύρως ατόμου, που είναι καθόλα ανεξάρτητος χωρίς να σκοτίζεται για την επεκτατική δραστηριότητα του γειτονικού του πρωτόνιου. Εφόσον διαθέτει κι αυτός τα δικά του παρατρεχάμενα σκλαβάκια, η ευταξία των πραγμάτων και το χρόνιο καθεστώς της φύσης δεν διασαλεύεται. Μόνο μια επανάσταση, δηλαδή στο παράδειγμα μία ροή ηλεκτρονίων ανατρέπει την από καταβολής κόσμου θεσμοθετημένη δουλεία και αναταράσσει τη σιωπηρή συμφωνία των βολεμένων πυρήνων. Η διοχέτευση ρεύματος υψηλής τάσης σημαίνει απελευθέρωση, άρση του φτιαχτού, του δεσμευτικού, του εξαναγκαστικού και μετάβαση στην αφετηρία ενός απλού κι αρχέγονου μηχανιστικού υλισμού, όπου η ισοδυναμία των στοιχείων μέσα στην ιονισμένη θάλασσα της εν εξελίξει Δημιουργίας είναι ευλογοφανής και απαρέγκλιτη. Γι’ αυτό και οι μανάδες λένε στα παιδιά «μη τζιζ». Ο ηλεκτρισμός είναι από τη φύση του εναυσματικός και διεγερτικός, απόδειξη ότι τον φοβόμαστε, όσο κι αν τον έχουμε τιθασεύσει. Γνωρίζουμε ότι διατηρεί πάντα τη δυναμική του, τη μη ευνουχισμένη υπόστασή του κι ότι σε δεδομένη στιγμή μπορεί να εξαπολύσει τη μοιραία εκκένωση της διαμαρτυρίας, της άρνησης, της ανταρσίας και να μάς απανθρακώσει.
ΝΤΟΝΑΛΝΤ , Η. Π. ΑΜΕΡΙΚΗΣ: Ξέρετε ποιο είναι το πρότυπο της σημερινής κοινωνίας; Ο χόμο εκονόμικους ή … βιομηχάνικους εξοπλισμένος με το νέο όργανο του Βάκωνα, ένα χοντρό αναίσθητο πλάσμα που ξεκόβοντας λίγο απ’ την εθνική οδό του πολιτισμού, δρασκελίζοντας το κιγκλίδωμα του ανισόπεδου συγκοινωνιακού κόμβου της αστυφιλίας ίσταται στην είσοδο ενός δάσους και ανακράζει ως ομηρικός Στέντωρ: Να η μητέρα Φύση αναπαυόμενη στα ιδιαίτερά της ενδιαιτήματα, τα θαλλοφόρα δώματα της ζούγκλας. Από τους δικούς της μαστούς γαλουχήθηκα κι αντρώθηκα, απ’ τα δικά της σπλάχνα ξεπήδησα, ώσπου να μεστώσει ο νεανικός ενθουσιασμός κι η παιδική αφέλεια σε αγωνιώδεις απορίες και καίρια ερωτήματα. Έχοντας ξεπεράσει το βρεφικό σύνδρομο της μυστικιστικής ταύτισης ή συμμετοχής ( παρτισιπασιόν μυστίκ), αλλά και το φοιτητικό στάδιο του ψυχρού μηχανιστή, που διενεργεί ιατροδικαστική εξέταση και ανατέμνει σαν τον Αντρέα Βεζάλ το πτώμα ενός νεκρού τοπίου, παρουσιάζομαι ενώπιόν της ως απαλλαγμένος από στατικές θεωρήσεις λειτουργιστής, ώριμος πλέον να εκτιμήσω τη θελκτική σαγήνη της και να εντρυφήσω στην πολύπλοκη οργάνωσή της. Θα αγκαλιάσω τη δαχτυλιδωτή μέση και την ορθοκάπουλη περιφέρεια εμφορούμενος από ζωική ορμή, θα επιδιώξω στενή επαφή τρίτου τύπου τρεκλίζοντας στα δέντρα σαν μεθυσμένος Διόνυσος, θα γνωρίσω την έκσταση κουτουλώντας το κεφάλι μου στους κορμούς και μέσα από την ενόραση, την επιφοίτηση, την αποκάλυψη θα συλλάβω το μεγάλο κρυφό νόημα βαθιά στην τάμπουλα ράζα του εγκεφάλου μου και στα ενισχυμένα τοιχώματα του γυμνασμένου για σφοδρές συγκινήσεις κρανίου μου. Ένα νόημα βασανιστικό μα και ερεθιστικό σαν ερωτική φαντασίωση, αινιγματικό και γοητευτικό σαν ακατέργαστη ανεμοδαρμένη μελωδία. Κοιτώ τη μαγευτική υπολαϊδα, τη χαριτωμένη οπτασία του σκοταδιού να κόβει βόλτες στον νυχτερινό ουρανό, βρίσκοντας το δρόμο της με τη θέση των άστρων. Τα πετούμενα τ’ ουρανού με καλούν στην απεραντωσύνη του διαστήματος, όπου τσουγκρίζουν τα ποτήρια οι ξεχασμένοι κι αμέριμνοι θεοί, ο Οντίν και ο Δίας. Το όνομα της πρώτης έμπνευσης ανακράζει τελετουργικά ότι προορισμός του γένους δεν μπορεί να είναι η ιλυσπώμενη συστροφή, η ερπετική περιέλιξη και η βουστροφηδόν κοχλίωση στη λάσπη της γης αλλά η απογείωση, η ανύψωση και λικνιστική αιώρηση στους εφτά ουρανούς. Κουνώ λοιπόν τα χέρια μου πάνω – κάτω, ζορίζω τους ώμους μου ψάχνοντας για φτερά, μα του κάκου, δεν μπορώ να ξεκολλήσω από την πηχτή μελάσσα της βαρύτητας, καθώς η άμετρη εμπιστοσύνη στις εκτοξευόμενες παρόλες των εθνικών επετείων περί παντοδυναμίας του ανθρώπου δεν αρκεί για να επιφέρει τη μεταμόρφωση. Μα δεν απογοητεύομαι, ανασηκώνω τη λαπάρα μου με περηφάνεια και προχωρώ ίσια μπροστά. Συναντώ το αδηφάγο αλογάκι της Παναγίας που αναποδογυρίζει τα σκαθάρια με δεξιοτεχνία παλαιστή και τα καταβροχθίζει με βουλιμία λύκου. Ά τι απλή και ανομολόγητη απόλαυση να γεμίζει κανείς το άδειο λιγούρικο στομάχι για να κατασιγάσει την πείνα, να μπουκώνει το λαίμαργο στόμα, για να ευχαριστηθεί το γαργάλημα του βλωμού στον οισοφάγο, καθώς υπόκειται τους μυοσπασμούς της κατάποσης κι ύστερα της χώνεψης. Τι απερίγραπτη ευτυχία να λιανίζεις φυτά και κορμιά, να τα αφομοιώνεις σε αιμοσφαίρια, να ποτίζεις και να πλουτίζεις μ’ αυτά τη ξεχειλωμένη σάρκα σου μέχρι να ευφρανθείς με τη πληρότητα της καταστροφής, αφού δεν μπορείς να βιώσεις την ιλαρή παρακέντηση της δημιουργίας. Τι αφοπλιστική ειλικρίνεια να αποδέχεσαι την ωφέλιμη Συντέλεια του Κόσμου, που διενεργείται στο σάκκο της δελφύος σου, και τι αξιέπαινο θάρρος να ξεπερνάς την έλλειψη γαστρονομικής παιδείας με κοιλιόδουλη, γαστριμαργική, λαίμαργη και λουκούλεια επίδοση στη βρώση, εξισορροπώντας και αναπληρώνοντας την παντελή άγνοια μαγειρικής με διπλή και τριπλή αγχολυτική μερίδα. Το φάγωμα είναι πιο εύκολο από το πέταγμα, δεν χρειάζεται Ικάρεια φτερά, μόνο μαχαίρι, πηρούνι, ευαισθησία στις μυρωδιές του έντρομου, ιδρωμένου θηράματος, αναισθησία απέναντι στο θύμα που σπαρταράει. Αμ’ έπος αμ’ έργον λοιπόν. Υπνωτίζω με το πλάνο και μοιραίο βλέμμα μου το ταλαίπωρο ελάφι που κουνιέται πίσω απ’ τις φυλλωσιές, το κομματιάζω με το μπαλντά και χλαπακιάζω τα ώμα, αχνιστά ακόμη απ’ το παλμό της ζωής τεμάχια, ώσπου να πεις κίμινο. Διψώντας για περισσότερο αίμα σαν ακόρεστος καρχαρίας ή βρυκόλακας της Τρανσυλβανίας ορμώ στο επόμενο ζωντανό που βρίσκω μπροστά μου και συνεχίζω τη φιλοσοφημένη κρεωφαγία μου. Βέβαια το δεύτερο πιάτο δεν είναι τόσο νόστιμο όσο το πρώτο, αλλά πώς μπορώ να πάω κόντρα στη φύση, πώς αλλιώς θα ικανοποιήσω τον παράλογο δημιουργό ενός κόσμου γεμάτου αντιφάσεις που αλληλοσπαράσσονται, τον ηδονοβλεψία θεατή της σπασμωδικής σύγκρουσης και της αφάνισης των ίδιων του των έργων; Αντιστρέφοντας λοιπόν το ρητό των Λατίνων και έχοντας σαν αρχή ότι ζούμε για να τρώμε, ρουφώ σαν Χάρυβδη τα χαριτόβρυτα θέλγητρα και τις ομορφιές του τοπίου. Επειδή όμως δεν αντέχω άλλο να δάκνω και να τρωγαλίζω λιχνεύματα και ηδύσματα στο πλαίσιο της… αξιοποίησης του περιβάλλοντος, δεν καταπίνω πια ό,τι αιχμαλωτίζω αλλά το δένω μ’ ένα λουράκι από το χέρι και το σέρνω δώθε – κείθε κατά το κέφι μου, εγώ στο κέντρο κι ολόγυρα τα λογής – λογής ανδράποδα. Κι ύστερα όταν αποκάμω πια να κυνηγώ, να σφάζω και να τσακώνω, ξαπλώνω στα ριζά ενός πλατάνου και με κυριεύει μία ελαφριά μελαγχολία. Δεν υπάρχει λοιπόν τίποτε ικανό να μού αντισταθεί, δεν είναι γραφτό να γνωρίσω επιτέλους το φόβο; Είναι τόσο ανιαρό, μονότονο και κουραστικό να κατακυριεύω τη γη και να άρχω των πετεινών τ’ ουρανού και των ιχθύων της θαλάσσης. Βαραίνει πολύ το ριζικό κι ο κλήρος που μού έλαχε να ‘ναι οι πράξεις μου κινηματογραφικό θέαμα κι η ζωή μου νευρωτική εκτόνωση ενός δίβουλου κι αμφίθυμου θεού, που κόβει κίνηση από κάποια τέταρτη διάσταση. Τι ολοκληρωτικά τραγική μοίρα, τι κατ’ εξοχή θεατρική ειρωνεία να νικάς κατά κράτος και να θριαμβεύεις ως επιφανής και ευκλεής στρατηλάτης ξέροντας πως όλα γίνονται για την ψυχαγωγία κάποιου που παρακολουθεί από τα παρασκήνια. Αλίμονο, συναισθάνομαι το χλευαστικό εμπαιγμό που υποκρύπτει η θέση μου και ένα προσωπείο θλίψης ως έκφραση αγωνίας για το μηδέν και τη ματαιότητα του κόσμου σκιάζει την όψη μου, οπότε ως δια μαγείας γίνομαι Αθηναίος του 4ου αιώνα, απ’ αυτούς τους χαλκέντερους γίγαντες, τους ατάραχους ημίθεους που έφτιαχναν την Ακρόπολη και τα Μακρά Τείχη και ζωγράφιζαν τις σοβαρές μορφές τους στα κεραμιδόχροα αγγεία και τις ζωφόρους των ναών. Πόσο ανούσια είναι η αιώνια επιστροφή για κατάσβεση της ακόρεστης, αλύτρωτης κι αρχέγονης δίψας με ενυδάτωση κι άρδευση από τα ευρωτικά νάματα των ευίσκιων, προπατορικών κρυσταλλοπηγών, πόσο αβάστακτη κι ασήκωτη η εκστασιακή, αποθέωση της δύναμης, πόσο κενό κατά βάθος το οργιαστικό άρμα θέσπιδος του Διονύσου και τι ανικανοποίητη αίσθηση αδέξιας κακοζηλίας αφήνει η υποτιθέμενη σπουδαία και τέλεια μίμηση των πεπραγμένων της φύσεως. Κατ! Μουσική υπόκρουση δυο ρεψίματα και μια πορδή, προκιθάρισμα και προαύλημα για νέο φαγοπότι.
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΕΛΛΑΔΑ: Ναι, είναι η κουλτούρα των… αθωράκιστων οργανισμών, απ’ όπου εκπορεύεται τελευταία μία ενορχηστρωμένη προσπάθεια και συντονισμένη εκστρατεία αμφισβήτησης και υποβάθμισης των κατηγορικών προσταγών της λογικής και των προστατευτικών μηχανισμών της νοημοσύνης, που απέκτησε ο άνθρωπος μετά από αιώνες διαλεκτικού αλληλοεπηρεασμού μεταξύ των σωματικών του αισθητηρίων και των ερεθισμάτων του εξωτερικού κόσμου. Το ευφυές υποκείμενο της ιστορίας καλείται λοιπόν απ’ όσους έχουν αναλάβει αυτόκλητα κι ανεύθυνα να απομυθοποιήσουν τα επιτεύγματά του, εν αγνοία τους ότι συγχρόνως αποικοδομούν και τις προϋποθέσεις ύπαρξής του, να απαρνηθεί το μυαλό, τη κρίση, τον ορθολογισμό και τη μοναδικότητά του, να αποποιηθεί τους καρπούς της κοπιώδους και επίπονης εξελικτικής διαδικασίας, που εκφράζεται από το σχήμα: «ωκεάνεια συνείδηση – αντίληψη της ατομικότητας -εποπτικός νους – θεωρητικό πνεύμα – άμεση γνώση – αναπαραγωγή της παράστασης -συνδυαστική φαντασία – λεκτική μνήμη – πρακτική σκέψη – ελεύθερη βούληση».
Κι όμως χάρη στο πολλαπλώς υποτιμημένο και πανάθλια συκοφαντημένο λογικό έχει ο άνθρωπος τη δυνατότητα να αναλύει καταστάσεις της καθημερινής ζωής και να αρύει πολύτιμα συμπεράσματα για το μέλλον, να εντάσσει συνειδησιακά τον εαυτό του μέσα στο περιβάλλον, να βελτιώνει βαθμιαία τους όρους διαβίωσής του. Η άρνηση της νόησης φράζει το δρόμο στο διαχωρισμό μεταξύ συνειδησιακού ωκεανού και αναδυόμενου υπερεγώ, εμποδίζει την επισήμανση της ατομικής ιδιαιτερότητας εν μέσω της αντανάκλασης του υλικού κόσμου στα εγκεφαλικά κάτοπτρα, αποτρέπει δηλαδή τη μετάβαση από τη φαινομενολογία στη ψυχολογία του πνεύματος κι από το στάδιο της ουσίας στο αντίστοιχο της εννοίας. Είναι φυσιολογικό επομένως, φίλτατοι, να καθορίζουμε τα κίνητρα και τα παραγωγικά αίτια της βούλησής μας με βάση λογοκρατικούς συλλογισμούς κι όχι να εμπιστευόμαστε την έμπνευση, την αποκάλυψη, τον οίστρο ή δεν ξέρω κι εγώ ποιό άλλο ουρανοκατέβατο κάλεσμα. Ο διαλογισμός και ο στοχασμός μας είναι απαραίτητοι, όπως η τροφή και ο ύπνος. Αναλογίζομαι τον πρόγονο μου, το Σωκράτη, που δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να σπάει το κεφάλι του και ν’ αναζητά ανυποχώρητα «τι ευσεβές, τι ασεβές, τι καλόν, τι αισχρόν, τι δίκαιον, τι άδικον, τι σωφροσύνη, τι μανία, τι ανδρεία, τι δειλία, τι πόλις, τι πολιτικός, τι αρχή ανθρώπων, τι αρχικός ανθρώπων». Μία νοητική οδύσσεια χωρίς λύτρωση, τέρμα και έλεος.
ΚΕΝΣΙ, ΙΑΠΩΝΙΑ: Τι πεζή, μικρόλογη, σχολαστική, μανιχαϊστική κι εκτός των άλλων ελάχιστα καλλιτεχνική αντίληψη των πλέον ύψιστων και ευγενών νευρογλοιακών λειτουργιών. Το μυαλό δεν το ‘χουμε για να καλύπτουμε ανασφάλειες και κουσούρια, ούτε για να δίνουμε διέξοδο στο λαβύρινθο των συμπλεγμάτων μας διυλίζοντας τον κώνωπα κι εφευρίσκοντας αυθαίρετες – αστήρικτες ιδέες, εξεζητημένες, αναιμικές κι ουτοπικές αξίες, αλλά για να ζυγιάζουμε και να διακρίνουμε τις λεπτές αποχρώσεις της παντοτινής απόλαυσης και να κανοναρχούμε μαζί με τη ψαλτίδα ηδονή, την αλγεινή μα και γλυκύτατη πεμπτουσία των εμπειριών, περιλούζοντάς την με το ζεματιστό αλλά και αρωματικό καρύκευμα του πνεύματος. Η ζωή είναι ένταξη στη δολιχοδρομία των αντιθέσεων, δράση, έρωτας και νίκη, όχι εικοτολογίες και φιλολογίες. Μα τι σάς συμβαίνει; Ανοίχτε τα μάτια και δείτε τον κόσμο, βγείτε απ’ το μοναστήρι, όπου έχετε βλακωδώς κλειδαμπαρωθεί. Δεν έχετε ούτε ρανίδα ζωυφιακού υγρού στη σπερματοδόχο κύστη σας; Δεν κρύβετε ούτε υποψία μουγκρητού στο ξεπνεμένο σας στέρνο; Δεν νιώθετε τη παραμικρή φαγούρα στα νύχια σας, τη νυγματική και κνισματική πιπεράδα στα ινίδια της όσφρησης, τη γλυκιά ικμάδα στο γευστικό άκρο της γλώσσας; Αν μπορούσατε για μια μόνο στιγμή να αισθανθείτε όπως εγώ! Τούτη δα την ώρα οι φιδίσιες ορμές γλιστρούν πάνω στη σπονδυλική μου στήλη, όπως οι πυροσβέστες γύρω από το στύλο ολισθήσεως σε περίπτωση συναγερμού! Ας προσέχει η γυναίκα που βρίσκεται ανάμεσά μας.
ΣΕΛΜΑ, ΣΟΥΗΔΙΑ: Εμ βέβαια και το απαραίτητο αντριλίκι, λείπει ο Μάης απ’ τη Σαρακοστή; Θα σάς μεταφέρω αυτούσιο ένα απόφθεγμα, όπου κατέληξα μετά από εμπεριστατωμένες παρατηρήσεις ετών. Όπου ακούτε να μιλούν για σπέρματα, στύσεις, χύσεις, λούτσους και σαφρίδια, εκεί παραμονεύει ο φασισμός στην πιο ύπουλη και αηδιαστική μορφή του, την πιο ξετσίπωτη και ευδιάκριτη μεταμφίεσή του. Όλοι οι αυτοαποκαλούμενοι «αληθινοί άνδρες» μετέρχονται τους παραπάνω φαλλικούς όρους για να εκφράσουν συνθηματικά τις αντιλήψεις τους, να κρυπτογραφήσουν μ’ ορισμένη μέθοδο τη νοοτροπία τους. Εξυπακούεται πως ο συμβολισμός δεν γίνεται μόνο για λόγους ιδεολογικής κωδικοποίησης, αλλά προορίζεται εξίσου και για κατανάλωση από τους ολιγόμυαλους πιθηκίζοντες. Από τη μία φαίνεται να τιμά την ανδρεία και να υμνεί την ασυγκράτητη βαρβατίλα της νιότης, από την άλλη δεν ξεκαθαρίζει από την αρχή και υποκρύπτει επιμελώς από τους αμύητους ακόμη συμπορευτές και συνοδοιπόρους τον αλληγορικό του χαρακτήρα – το βαθύτερο νόημά του. Τούτο έγκειται στην επιβολή των βλοσυρών, γραμμωτών μυών επί των εκλεπτυσμένων, ανάγλυφων ελίκων του εγκεφάλου και προ πάντων στην κατάδειξη της υπεροχής των γενετικών καταβολών έναντι των προσαρμογών στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος, ώστε η φιλότιμη εκμάθηση, η τρόχιση κι εξάσκηση των ικανοτήτων, να μη μπορούν να αντικαταστήσουν ποτέ τη γαλαζοαίματη ευγένεια ενός γονιδίου αποσταγμένου σε γαλακτερό εναιώρημα επιβήτορα, παρασιωπώντας ότι εντέλει η προπονημένη σκληραγώγηση είναι το στήριγμα των παραστρατιωτικών οργανώσεων και όχι το ακατέργαστο χρωματόσωμα.
Έτσι τα εκκολαπτόμενα μαγκάκια τσιμπάνε το δόλωμα, εντυπωσιάζονται κι ακολουθούν σαν υπνωτισμένα, χωρίς να διακρίνουν το αδιέξοδο όπου οδηγούνται. Βλέπουν τη μοιραία ανατομική τους διαφορά με τα άτομα του ετέρου φύλου σαν πιστοποιητικό ανωτερότητας και υπόσχεση κυριαρχίας. Με τον καιρό συνηθίζουν να θεωρούν το όργανό τους χρυσοποίκιλτο σκήπτρο για την ελέω θεού διακυβέρνηση του κόσμου, δεν διασκεδάζουν και προσβάλλονται άσχημα, όταν τούς διηγούνται την πιο εύθυμη εκδοχή για την καταγωγή του παλινδρομικού τους εμβόλου, που προτιμώ ως αφάνταστα πιο πειστική: Απλούστατα όταν ο Ύψιστος φιλοτέχνησε το ζευγάρι των πρωτόπλαστων, τού περίσσεψε ένα κομμάτι ευμάλακτης πλαστελίνης, έψαξε τη γυναίκα, αλλά σεμνός καθώς ήταν έκανε πως δεν είδε από πού έλειπε και τελικά το κόλλησε στον άνδρα, δίνοντας άθελά του το έναυσμα για τη γέννηση της φαλλοκρατικής κουλτούρας. Μία ιστορία για παιδιά την έκαναν θέμα, μία αναποδογυρισμένη κάλτσα την έκαναν ποιμαντορική ράβδο, μαστίγιο και κνούτο. Πρώτο θύμα του πολιορκητικού κριού οι γυναίκες, επόμενος στόχος όσοι από τους άνδρες υστερούν στο μήκος ή το χειρισμό του και πάει λέγοντας ώσπου να εξοντωθούν οι λιγότερο προικισμένοι και να ενθρονισθεί εν χορδαίς και οργάνοις ο κύριος Κορδονάς ή ο κύριος Καραβόσχοινος ή ο μίστερ Παλαμάρης, ο αυθεντικός ή νομιζόμενος πρωταθλητής στο φούσκωμα του μπαλονιού. Η καραμέλα των αληθινών ανδρών είναι ο πιο ασφαλής και υποβολιμιαίος τρόπος για να παρασυρθούν τα ανύποπτα, εύπιστα νιάτα στην ιδεολογία της βίας και του αυταρχισμού. Όπως λέει ο Πλάτωνας, όταν οι νέοι φτάνουν στο σημείο να μην ανέχονται την παραμικρή παρατήρηση και ν’ αντιδρούν εριστικά κι επιθετικά, επειδή τούς ζητούν μια στοιχειώδη αυτοσυγκράτηση κι ένα υποτυπώδη σεβασμό για τις πεποιθήσεις και τα συμφέροντα του άλλου, όταν τέλος μέσα στην προπέτεια και την αλαζονεία τους καταλήγουν να περιφρονούν τους νόμους και να αγνοούν κάθε έννοια δικαίου, πόσο μάλλον την αξία της εγκαρτέρησης και της αγάπης, αυτό είναι το αλάθευτο σημάδι ότι βρίσκόμαστε στα πρόθυρα μιας φρικαλέας τερατογένεσης, στα πανηγυρικά αποκαλυπτήρια της τυραννίας και μάλιστα σε κλίμα γενικού ενθουσιασμού, ευφορίας και μανίας. Αλίμονο τότε, γιατί αν οι νέοι δεν αντισταθούν στους επίδοξους δικτάτορες, αλλά αντίθετα με τις πράξεις τους εδραιώσουν και στεριώσουν το άνομο καθεστώς τους, ποιός θα βρεθεί να αποτινάξει το ζυγό του μαρτυρίου;
ΓΙΟΥΡΙ , ΡΩΣΙΑ: Τώρα μού θύμισες τη σκυθρωπή και άφιλη νεολαία του Χίτλερ. Είχα την ευκαιρία να τη καμαρώσω ξενυχτώντας μπροστά στη μεγάλη οθόνη σε κάποιο απ’ τ’ αγαπημένα μου αφιερώματα ή ταινιοράματα που παρακολουθούσα ανελλιπώς ως ένθερμος εραστής της εβδόμης τέχνης από εκείνους τους ασυμβίβαστους σινέφιλους τους καθηλωμένους στις πολυθρόνες των πρώτων σειρών. Όπως ξέρετε, υπάρχουν μερικοί κινηματογράφοι, ιδίως στη Ρωσία, που στην αρχή πριν από τη προβολή του έργου, αντί για κινούμενα σχέδια, δείχνουν ως ισάξιο καθόλα υποκατάστατο πολιτικά επίκαιρα. Άθελά μου λοιπόν αποθαύμασα τα οργισμένα νιάτα της Γερμανίας να παρελαύνουν με βλέμμα τράγου και βάδισμα χήνας. Που και που έριχναν και κανένα φασιστικό χαιρετισμό κι ήταν σαν να σε φασκέλωναν στα μούτρα. Στη θέση του προσώπου είχαν μία ουδέτερη μάσκα, τα μάτια τους ήταν νοτισμένα, υγρά όπως του λαγωνικού. Φαίνεται πως ο βιολογικά πλυμένος εγκέφαλός τους δεν είχε στραγγίσει ακόμη και έσταζε.
ΦΡΙΤΣ, ΓΕΡΜΑΝΙΑ : Τολμάς να κατηγορείς τη γερμανική νεολαία, επειδή διαθέτει εθνική και πολιτική συνείδηση και μάλιστα με τέτοιες άκριτες, απλοϊκές, αβαθείς και κομπογιαννίτικες παρόλες ανασυρμένες από τη μπόχα της ευωχίας και τα κατακάθια των κοπράνων; Δεν εκπλήσσομαι που είσαι ένας ανειδίκευτος αγρότης και αδαής χωρικός , ανήκοντας στην περιθωριακή και αδιάφορη φυλή, που μένει πάντα ανενημέρωτη για τις εξελίξεις των κοινών πραγμάτων. Δεν απορώ που δεν σε άφησαν ούτε καν να διαλαλήσεις τα εμπορεύματά σου σε ζωοπανήγυρη , γιατί μέχρι και η λαϊκή αγορά δεν πρέπει να σκουπίζεται μόνο στο τέλος από τα σάπια λάχανα ,αλλά και στην αρχή με τα σάρωθρα της νομιμοφροσύνης. Ούτε βέβαια σού επέτρεψαν να αναρριχηθείς στα υψηλά κλιμάκια της δημόσιας υπηρεσίας, γιατί κι εκεί θα χρειζόταν να σε διυλίσουν και διηθήσουν με το κόσκινο του ελέγχου φρονημάτων. Είναι λογικό να προωθούνται ανατρεπτικά στοιχεία ως τα ύπατα αξιώματα της κοινωνίας; Η οργανωμένη συμβίωση των ανθρώπων προϋποθέτει κάποια τακτοποίηση, διευθέτηση, ταξινόμηση, συστηματοποίηση και συναρμογή της άμορφης ύλης των λαϊκών στρωμάτων. Μερικά εκατομμύρια κόσμου και κοσμάκη ατάκτως ερριμένα σε μια έκταση δείνα επί τάδε τετραγωνικών δεν συνιστούν κράτος, αλλά μία ασυντόνιστη, ανταριασμένη Χάβρα των Ιουδαίων, που εξαπλώνεται κατά κύματα και αποτραβιέται με τρέμουλο σαν την απειλήσουν οι τέσσερις άνεμοι, όπως απεικονίζονται στο υδραυλικό ρολόι του Ανδρόνικου Κυρρήστου. Για να ελεγχθεί η πλημμυρίδα και η άμπωτη της ανθρωποθάλασσας είναι απαραίτητη μία γεωμετρικά σχεδιασμένη δομή, μία πυραμίδα εξουσίας, που να αφορμάται από τα ύψη των ονείρων του Νεμρώδ και να εξικνείται ως τα κράσπεδα της γης. Ένα κλιμακωτό συντριβάνι, μία κωνική φοντάνα, που αναβλύζει χυμώδες ελιξήριο δύναμης, ζωογόνο νάμα και σφρίγος, εκχύνοντας και περιχέοντας με τ’ αθάνατο τούτο σπέρμα (να ‘το πάλι!) τους περιστρεφόμενους δορυφόρους, τους ακτινωτούς γύρω από στέρεο άξονα τροχούς ποδηλάτου, τους Ηρακλειδείς παραστάτες του τρανού θυρεού με το συμβολικό αετό, τουτέστιν τους ιεραρχικά εξαρτημένους δέκτες εντολών και εγκυκλίων. Να μία γλαφυρή, αλλά ακριβής περιγραφή του κράτους. Και κάθε εξωτερικό σημείο της σκαλωσιάς ή των υποστηριγμάτων τούτου του πανύψηλου πύργου εξορύξεως πετρελαίου, που δέχεται ως μάνα εξ ουρανού το μυρωδικό και ραντιστικό εκχύλισμα της απονομής αρμοδιοτήτων και το ακόρεστο νέκταρ των δημόσιων λειτουργιών κι ευχερειών, είναι το λεγόμενο διοικητικό όργανο, που ενεργεί στα πλαίσια της αρμοδιότητάς του, ο δημόσιος υπάλληλος ανεβασμένος στους κοθόρνους της κρατικής κυριαρχίας. Η δε βάση του γεωμετρικού σχήματος, το βήμα, όπου είναι στερεωμένος γερά ο τρίποδας της κραταιάς πολιτειακής ισχύος, είναι ο εκατόγχειρας λαός, έτοιμος να υπακούσει σε κάθε κλώτσημα, σε κάθε νεύμα της υπερκείμενης κλιμακούμενης δύναμης και να υλοποιήσει με τις ροζιασμένες παλάμες του τους οραματισμούς της μυαλωμένης πυραμίδας που τον κατευθύνει. Ιδού το μεγάλο σχέδιο. Ενώ εσείς θέλετε να ευνουχίσετε τα φωτισμένα πνεύματα, να αποκτηνώσετε τον καλλιτέχνη, τον διανοούμενο, τον εμπνευσμένο δημιουργό, ώστε να ‘ναι ασορτί με τη ζωώδη μάζα των αμόρφωτων χειρώνακτων και το χειρότερο – επαιτώντας και διεκδικώντας για το μισοκάρικο εαυτό σας ένα αποδιαλεγούδι, μισοφαγωμένο μήλο, μία αποφλοιωμένη λωρίδα ή ένα πελεκημένο σχίδακα από το αμφιλαφές και λαβυρινθικό γιουσούρι, έστω ένα ψήγμα σπασμένου μαρμάρου της Υψίστης Αρχής, φθάνετε να επεκτείνετε το δίκαιο, ώσπου να γίνει αυθαίρετη γνωμοδότηση, αφοριστική διάπλαση, ερασιτεχνική ευρεσιτεχνία και ήδικτο του κάθε καφενόβιου σχολιαστή ειδήσεων ή απαίδευτου λαθραναγνώστη εφημερίδας, αντί για κοινοποίηση αυθεντικά ερμηνευόμενης βούλησης του νομοθέτη, χωρίς να αναλογιστείτε ότι στα χέρια αδαών ο νόμος μετατρέπεται σε εύκαμπτο μολύβδινο κανόνα απειρότεχνης οικοδομίας ή αδικοχαμένο δικαίωμα ψήφου περασμένο κορδέλλα στο πλούσιο ντεκολτέ χειραφετημένης αριστοκράτισσας κοκκώνας ή σεισοράδας σουφραζέττας. Αλλά κανείς δεν μπορεί να ισοπεδώσει την ομορφιά με την ασχήμια και τους αλοφροϊσκιωτους αγγέλους με τους χοϊκούς γυμνήτες. Η δικτατορία των κακομοίρηδων και των σακάτηδων δεν θα δουλώσει ποτέ τους υψηλόφρονες προφήτες ενός καινούργιου κόσμου.
ΑΝΤΡΕΙ, ΡΩΣΙΑ: Εγώ γνωρίζω δύο ειδών δικτατορίες, αμφότερες δημιουργήματα της ίδιας συμπαθούς τάξεως, που φυλάττει ως κόρη οφθαλμού και προγονική παρακαταθήκη τη σεπτή κιβωτό του αστικού φιλελευθερισμού. Τούτες οι λίθινες πλάκες της Παλαιάς Διαθήκης έχουν υποστεί πολλαπλή παραγραφή από το 1789, επιζούν όμως χάρη σε μια σειρά ταχυδακτυλουργικών και συνάμα δαιμονιωδών μεταμορφώσεων. Έτσι από θεματοφυλακή ή συλλογή πολιτικών ιδεών έγιναν κατάλογος πισώπλατων χτυπημάτων και συνταγολόγιο κερδοφορίας και κερδοσκοπίας, έπειτα τοιχογραφία εργατικών ατυχημάτων και εγκαυμάτων και λίαν εσχάτως μεταλλάχθηκαν σε πακέτο αξιών, ομολόγων, μετοχών και τοκοχρεωλυσίων συναπαρτίζοντας εγχειρίδιο όχι οικονομίας αλλά χρηματιστικής κατ’ αριστοτελική έννοια. Υποστηρίζουν την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, ανάλογα με τα φυσικά προσόντα και τα επίκτητα εφόδια, που σέρνει μαζί του στο σάγμα του υποζυγίου ο κάθε πραμματευτής, ισορροπώντας στα δυο πλευρά του ζωντανού σάκκο ζωοτροφής και δισάκι αποσκευών. Τουτέστιν και για να συνεννοούμαστε συνιστούν ανεπιφύλακτα ένα ζουγκλοειδές ανελέητο αλληλοκαταβρόχθισμα με μόνο περιορισμό ένα χαλαρό, αμελητέο πλαίσιο άτολμων και υποκριτικών νόμων που χαραχτηρίζεται ως νόμιμο, αρκεί να γίνεται μέσα στο ρινγκ. Αν κατά σύμπτωση οι ιέρακες της ελεύθερης οικονομίας κατορθώσουν να χειραγωγήσουν τις μάζες στην εκλογή μίας κυβέρνησης, που αντί να διοικεί ασχολείται μονάχα με τη κατασκευή παρακαμπτήριων καρόδρομων, τουρκικών λουτρών και σηματοδοτών της τροχαίας, τότε όλα βαίνουν καλώς, ήγουν ο λιμπεραλισμός επενδύεται την τήβεννο της δημοκρατίας και αυτοθαυμάζεται στον καθρέφτη της ιστορίας ως το ιδανικό καθεστώς για τον άνθρωπο. Αν παρ’ ελπίδα οι πεσσοί του αδυσώπητου ζατρικίου ξυπνήσουν και συσπειρωθούν σε μια δική τους πλειοψηφία, μη δεχόμενοι να ‘ναι τα όργανα και τα εξιλαστήρια θύματα στους ανταγωνισμούς των πάντα ευρηματικών και πολυμήχανων αλλά χωρίς δούλους τόσο ανίσχυρων καταπιεστών, τότε το κοινοβουλευτικό πολίτευμα εξαποστέλλεται αυθορεί και παραχρήμα στον κάλαθο των αχρήστων και στη θέση των παροπλισμένων άβουλων βουλευτών φιγουράρει μία φαιδρή συμμορία ανδρεικέλων με μόνο της έργο μια παράλειψη: Να κάνει τα στραβά μάτια στο χοντρό παιχνίδι των Μαικήνων, ώστε να αλληλογρονθοκοπούνται στο υπογάστριο και να κονταροκτυπιούνται στα παρασκήνια μ’ όλη τους την άνεση. Μα για να μη σοκάρω μετερχόμενος όρους από γυμνικούς αγώνες και ιππήλατες κονταρομαχίες, ας παρομοιάσω το κυνήγι των γυπαετών για το χρυσόμαλλο δέρας μ’ ένα επιτραπέζιο παιχνίδι, όπου ο καθένας ξεκινάει την αναμέτρηση με ωρισμένο χρηματικό ποσό και κάμποσα πιονάκια δυνάμενα να κινούνται οριζοντίως και καθέτως, ελίγδην και λοξοειδώς, προχωρώντας και καρκινοβατώντας στα καταστρωμένα τετραγωνίδια για να αυγατίσουν το αρχικό κεφάλαιο, το τυχάρπαστο ποντάρισμα του τζογαδόρου που τα χειρίζεται.
Η επιτυχία της επιδιώξεώς τους εξαρτάται από το κόκκαλο της νυχτερίδας, το λαγοπόδαρο, το τετράφυλλο τριφύλλι, το κάθε λογής γούρι του αφεντικού τους, που ανάλογα με τα κυβικά ή το διαμέτρημά του γέρασε στο τάβλι και στο μπακαρά και μυαλό δεν έβαλε, που δεν απόκαμε να στρίβει τα ζάρια και να μπαρμπουτιάζει, να κυβεύει και να εκσφενδονίζει τα δικτυωτά θήρατρα για ν’ αρπάξει τη διαβατάρικη μα ατυχώς μόνο στα μετωπικά οστά κάρη κομμόωσα Ευκαιρία, που πολλές φορές έπιασε χαρτωσιά, μα ο διάολος σκόρπισε τ’ ανεμομαζώματα και προκοπή δεν είδε.
Αν όλα εξελιχθούν κατ’ ευχήν, ο Μαμμωνάς χαίρεται κι αγαλλιάται, ο δε δαιμόνιος επιχειρηματίας πλουτεί. Πλην όμως οι ογκηροί και πεφυσιωμένοι διθύραμβοι της νίκης δεν έχουν αντίκρυσμα στη μοίρα των αμαξάδων της αγγαρείας και των γέρικων αβασταγών του μόχθου, που ταυροσέρνονται με κόπο στους διατεταγμένους ρόμβους του ανεπτυγμένου αβάκιου, της πινακοειδούς επιφάνειας επιτραπέζιου παιχνιδιού. Αυτοί εξακολουθούν να γίνονται θιέστεια δείπνα των λιμασμένων- γαργαντούων Ατρειδών σαν μικροσκοπικές αθερίνες, να σκάβονται από τις τριβές της πολυχρησίας, να κυνηγιούνται απ’ τις βουκέντρες και τα σουβλερά τρυπάνια των παράλογων απαιτήσεων μέχρι τ’ απώτατα όριά τους. Ωσότου κάποτε η χρήση τους θεωρείται αντιοικονομική, διότι το άνθος του καϊμακωτού γάλακτός τους έχει ολότελα αρμεχτεί, οπότε αντικαθίστανται, πριν προλάβουν να πουν κίμινο από ευτραφέστατα πολύχρωμα πούλια νέου τύπου με τσόχινη επένδυση που διανύουν περισσότερα τετραγωνάκια κι είναι πιο λεία στην αφή, όπως καλή ώρα τρομοκρατούνται κι εκτοπίζονται εν ριπή οφθαλμού οι πεσσοί της πρώτης σειράς στην εμφάνιση της βασίλισσας του σκακιού. Αν πάλι οι κομπίνες του αμετανόητου σκιτζή παίγνιων και στοιχημάτων πάνε στράφι, αν δεν πιάσουν τα κόλπα του μέτριου μα πεισματάρη παπατζή, οι παρίες εκπαραθυρώνονται για να ελαφρώσει η στρατιά του μωροφιλόδοξου ατζαμή, του Ναπολέοντα – ιμιτασιόν, στους οπισθοχωρητικούς ελιγμούς της, ενσωματώνονται στο υποπρολεταριάτο της ανεργίας και κλαίνε τα βάσανά τους στο φως του φεγγαριού σαν κεραμιδόγατοι. Πρόκειται για μία Μονόπολη εξοντωτική και σκληρή όπως όλα τα παιδικά παιχνίδια, όπου υπάρχει μονάχα ο θρίαμβος ή ο όλεθρος, μία κατάσταση εναγής και μυσαρή, που γίνεται ακόμη πιο ανάλγητη, αν την προβάλει κανείς στη διάσταση της πραγματικότητας. Γιατί οι επιτραπέζιες συγκρούσεις των νηπίων έχουν μόνο ψυχολογικό αντίκτυπο, ενώ οι πυριφλεγείς κόντρες των δίτροχων ή τετράτροχων κινητήρων, που ανατρέπονται ως παραναλώματα σε αγώνες «τσίκεν» οργανωμένους από τους αδίσταχτους πυρπολητές του υγρού πυρός, αφορούν στη σωματική ακεραιότητα, την ίδια τη ζωή των αναβατών.
ΚΕΝΣΙ, ΙΑΠΩΝΙΑ : Πράγματι, δεν είναι όλα ρόδινα στις αστικές κοινωνίες. Καμιά φορά συμβαίνει η εμβέλεια της οικονομικής δράσης κάποιου πολίτη να εξαπλώνεται ασεβής και αψήφιστη υπερβαίνοντας τα επιτρεπτά όρια και συρρικνώνοντας κατάφορα το πεδίο δράσης των άλλων. Τότε καθίσταται αναγκαίο να ελεγχθεί η υπερτροφία και ο μαστοδοντισμός του ενός για να αποφευχθεί η απίσχνανση και ο μαρασμός των υπολοίπων. Είναι η στιγμή της γένεσης του κοινωνικού κράτους, όπου ο ίδιος ο λαός βλέποντας την τάξη και την οργάνωση του θεσμικού αξιοκρατικού του πλαισίου να διασαλεύεται από τα τρωκτικά του αθέμιτου ανταγωνισμού και να υπονομεύεται από τους χαλαστές – δολιοφθορείς στο πνεύμα του εβραϊκού άνευ όρων ανταγωνισμού, στο όνομα της ακραιφνούς μισαλλοδοξίας και θρησκευτικής παράνοιας των πάσης φύσεως Σημιτών, τρωγλοδυτών της ερήμου, περιούσιων του Γιαχβέ ή ορκισμένων του Αλλάχ, εκδιώκουν από το στίβο της εξουσίας τους υλακτικούς κύνες -νυχτοφύλακες, τους ανεπαρκείς και ετεροκίνητους εγγυητές του φιλελευθερισμού, αντικαθιστώντας τους με κίονες στυλοβάτες για να βαστάξουν στον τραχηλό τους τη κλυδωνισμένη ευνομία, το ραγισμένο πλαίσιο της ευγενούς άμιλλας. Για να το συνδυάσουμε και με την ιαπωνική φεουδαρχική παράδοση, είναι οι ίδιοι οκτώ κίονες ,που συγκρατούν το Σύμπαν και ενώνονται στη σκέπη της Ιαπωνίας, όπου άρχει ο αυτοκράτορας γιος του ουρανού και η θεά του ανατέλλοντος ηλίου. Το ίδιο το εκλογικό σώμα εξοπλίζει την πολιτεία με τη κραταιά χαλύβδινη χείρα της εν λευκώ λαϊκής συναίνεσης και την επιφορτίζει με το έργο ν’ αποκόψει τα σκιρρώδη τυλώδη σκληρώματα, τα πεφυσιωμένα εξογκωμένα οιδήματα, τα πυώδη δοθιηνικά αποστήματα, τα σηπτικά οζώδη καρκινώματα, τα πρήσκοντα μέλη του αστερία που παρουσιάζουν το ανησυχητικό σύμπτωμα της ελεφαντίασης. Αλλά προς Θεού δεν θα τής δώσει ποτέ την άδεια να εξισώσει σώνει και καλά τους ανθρώπους κοπανίζοντας και γουδίζοντας τη σάρκα τους με αβλυγώνιο ιγδίο ώσπου να λιώσει σε γληνό γλεύκος ή ιξώδη πολτό ή κλαδεύοντας δίκην Προκρούστη τις γονατιαίες αρθρώσεις και χόνδρινες κλειδώσεις που περισσεύουν. Είτε το θέλετε είτε όχι, η πραγματικότητα έχει γρέντζα, τριπτή μορφή, ανάγλυφη – γεωφυσική επιφάνεια, σώμα ακανόνιστο, ανώμαλο, αιχμηρό, ξυστικό και κνησμώδες , όχι λείο, πεπιεσμένο και οδοστρωμένο, δεν είναι μαγληνό όνειρο ολισθηρού λεπτοκρύσταλλου ή ακύμαντης θάλασσας. Η ζωή είναι συστάδα αγκαθιών, λόχμη αιχμηρών βελονονυγμών και μάντρα σκουριασμένων εκβολάδων, που μυρμηγκιάζουν και αγκυλώνουν στην αφή. Τα περί ισότητας περιλαμβάνονται μόνο στα βιβλία Συνταγματικού Δικαίου και εφαρμόζονται στον ωραίο αλλά φανταστικό κόσμο των ειδυλλιακών πανεπιστημιακών παραδόσεων. Και εδώ είναι η τραγική ειρωνεία! Ενώ όλοι εσείς οι μαρξίζοντες κατηγορείτε τους άλλους για ιδεαλισμό,οι ίδιοι φαίνεσθε ανίκανοι να απαλλαγείτε από τις γοητευτικές αυταπάτες των σχολικών αναγνωστικών, τις κατάλληλες μόνο για την καθησύχαση των παιδικών φόβων από το μορμολύκειο των εγκοσμίων βασάνων και την έξαψη της εφηβικής φαντασίας, ώσπου να καρδαμώσει και ν’ ανδρωθεί ο αβροδίαιτος ίουλος σε αγκυλωτικό γένι, ήγουν παρουσιάζεστε αφελέστεροι των νηπίων και ουτοπικότεροι του Πλάτωνα.
ΑΝΤΡΕΙ, ΡΩΣΙΑ: Βλέπω ότι είσαι υπέρ των εξυγιαντικών λύσεων, αλλά μάλλον υπό την έννοια της επιλεκτικής εκκαθάρισης πολιτικών αντιπάλων, πράγμα που θέτει την ειλικρίνεια των θέσεών σου υπό αμφισβήτηση. Θυμήσου ότι ο ιδεαλισμός, ακόμη και ο βολουνταρισμός δεν βρίσκεται στην αναζήτηση και ανάσυρση επιμελώς συγκαλυμμένων αληθειών, αλλά στη μοιρολατρική διαιώνιση και ολική ή μερική αποδοχή ενός κόσμου φτιαχτού, δεν ανιχνεύεται στην κίνηση και την ανατρεπτική ριζοσπαστικότητα, αλλά στην τελμάτωση και τη συντήρηση, δεν παραμονεύει στις παλαίστρες αλλά στα μαυσωλεία, δεν κρύβεται στη φωτιά που καυτηριάζει και το νυστέρι, που αποξέει και αποσυμφορεί τη γάγγραινα του κακοφορμισμένου ποδιού εξαερίζοντας το πνιγηρό τραύμα με ευάερες τομές και ασφαλιστικές δικλείδες, αλλά στον πάγο και το γύψο, που προσκολλάει το πύον πάνω στον υγιή ιστό επιτείνοντας το σφιχταγκάλιασμα της σηψαιμίας. Είναι μια απάτη, που μετακυλίεται και μεταλαμπαδεύεται από γενιά σε γενιά χάρη στην υποκρισία και στενοκεφαλιά των γεννητόρων, που αντί για ανατροφείς παιδιών γίνονται κτηνοτρόφοι θρεμμάτων, υπό την εποπτεία της σωφρονιστικής βέργας, της δαμόκλειου σπάθης, του Σαρδανάπαλου δασκάλου. Ο θεμέλιος λίθος στρώθηκε την ημέρα που ο πρωτόγονος, ο αρχάνθρωπος του εγωισμού βάλθηκε να διαταράξει τη φυσιολογική κατάσταση κοινότητας των αγαθών, καθώς εκμεταλλευόμενος τον ιξώδη λιπαρό όγκο του και τη ρωμαλέα ευεξία του θέλησε να επιβληθεί με πυγμή στους λεπτοφυείς συντρόφους του ήρεμου κοινόβιου. Προσβλήθηκε από την ασθένεια της δύναμης, μία πάθηση που ξεχνούν ν’ απαριθμήσουν οι ψυχολόγοι, όταν με εμπυρευματική εμπάθεια διαπίστωσε πως ο εγγενής και ασυγκράτητος επεκτατισμός του δεν μπορούσε να ‘ναι άπειρος κι ατελεύτητος, διότι σκόνταφτε στην σύμφυτη με την επιβίωση, υπολογίσιμη και δικαιωματική περιχάραξη ζωτικού χώρου από τους άλλους οργανισμούς. Είδε πως στη φύση δεν είναι όλα εγωκεντρισμός και εγωισμός, αλλά ότι υπάρχει το «εσύ» και το «αυτός», το δεύτερο και το τρίτο πρόσωπο στη κλίση των ρημάτων. Μ’ άλλα λόγια ψυλλιάστηκε ότι ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε αποκλειστικά για κείνον, πως η συνοχή και ενότητα των πραγμάτων δεν στηρίζεται στην αχαλίνωτη και ανεμπόδιστη πλημμυρική ροή ενός στοιχείου, αλλά στην εμπνευσμένη συναρμογή, την ψηφιδωτή συμπίληση και σύνθεση ποικίλων αθυρμάτων. Μη θέλοντας να το παραδεχτεί όμως και αποτυγχάνοντας να άρει διαλεκτικά την αντίθεση μεταξύ της ατομικής του ύπαρξης και του συλλογικού υποκειμένου, διοχέτευσε τη συσσωρευμένη ενέργεια των σάρκινων μπαταριών του στους εκτονωτικούς, εκφορητικούς αγωγούς της τυφλής οργής, επιτέθηκε στα κουτουρού για να ικανοποιήσει τις απύθμενες ορμές του. Αντί να κόψει ξύλα όπως οι μεγαλόσωμοι νησιώτες στη γραφική Πάλα του Χάξλεϋ και να παραδώσει τους μύες του στον ανακουφιστικό αφρό της κόπωσης, ξεσπώντας έτσι με τρόπο ανώδυνο και ακίνδυνο για τους τρίτους, χύμηξε και κατάφερε γροθιές στα πρόσωπα συνανθρώπων του. Σαν καρχαρίας στην όψη του αίματος ο κατσέρ της εικόνας μας κυριεύτηκε από την άγρια χαρά, τη σχιζοφρένεια, που οιστρηλατεί τους ισχυρούς κατά την ενάσκηση της δύναμης. Θωρακισμένος πίσω από τη τυχαία ευρωστία του ο θηριώδης σπηλαιόβιος, ο απειρόκαλος νεατερντάλειος παρερμήνευσε το ρόλο του «εγώ» ως χειμαρρώδη κατάκλυση και ροπή προς κατάκτηση, επιδίωξη ή επιθυμία τινός άλλου, κίνηση, φορά και ανυσματική κατεύθυνση, αντί να το θεωρήσει κύκλο αυτοβουλίας και αυτονομίας, αυτάρκειας και αυτοπάθειας, αυτεξουσίου και αυτενέργειας, αυτεπίκλησης και αυτεπιστασίας, ανάδρασης κι αναγωγής, δηλαδή οντότητα καθαυτή και δι’ εαυτή. Μεθυσμένος απ’ την απροσδόκητη ισχύ του ανέτρεψε την ισορροπία της αγέλης. Η συνειδητοποίηση και απόλαυση της δύναμης διέστρεψε την υγιά ορμή προς κοινωνία σε αρρωστημένο ορμέμφυτο προσωπικής ανάδειξης, σε ογκηρή και πεφυσιωμένη αλαζονεία, σε υβριστική, οιηματική ματαιοδοξία. Το βασικό ένστικτο της αυτοσυντήρησης και της ακεραιότητας του ατόμου και των εξαρτημάτων του μεταλλάχθηκε μέσω του μικροβιακού ενζύμου της δύναμης, του τόσο δραστικού και αθεράπευτα βλαβερού στην επαφή του με πρωτόγονους εγκεφάλους, σε χαρυβδική πλεονεξία, που αξιώνει για να κορεσθεί όχι μόνο τα προς το ζην επιτήδεια, αλλά – αλίμονο – περισσότερα απ’ όσα μπορεί να προσφέρει η σκακιέρα με το πολλαπλασιαζόμενο ρύζι. Η ιερή πείνα των αγαθών, που δεν χορταίνει ποτέ, γιατ’ είναι πιο αδηφάγα κι απ’ το πιθάρι των Δαναϊδων, καθορίζει πλέον τις πράξεις του καταβροχθιστικού πλάσματος, ανάγοντας τον καταναλωτισμό του στο τετράγωνο, στο κύβο, στο δεκαδικό λογάριθμο. Και καθώς είναι πανεύκολο να δεσμεύσει τη βούληση των ανυπεράσπιστων υποταγμένων του μετερχόμενος απόλυτη και καταναγκαστική βία (vis absοluta et cοmpulsiva), καταφέρνει τελικά να συγκεντρώνει στο κονάκι του και στα γαμψώνυχα συλληπτήρια όργανά του όσα με κόπο και ιδρώτα μαζεύουν οι λοιποί τροφοσυλλέκτες .
Συν τω χρόνω, σε κάποια άλλη εξελικτική περίοδο, αντάξια συνέχεια της παράδοσης των δουλόκτητων πολιτειών και αυτοκρατοριών της αρχαιότητας, την εποχή της φεουδαρχίας, ο δανδής ευπατρίδης, ο ευάλωτος στη κολακεία γαιοκτήμονας, ο οστρακόδερμος σταυροφόρος με το φολιδωτό θώρακα, ο καταχωρημένος στο λίμπρο ντ’ όρο μαρκήσιος, κόμης, βαρώνος ή κόντες, ο καπακωμένος με το ίδιο του το οικόσημο γυμνοσάλιαγκας δημιουργεί γύρω του ένα κύκλο από ευνούχους, γλειψιματίες και πόρνες πολυτελείας, παρακοιμώμενους, αυλικούς και οδαλίσκες, που τούς απονέμει τίτουλα , πεκούνια και οφφίτσια για να τον υμνούν και δοξολογούν νυχθημερόν ως επουράνιο πατέρα οι μέν, για να τού στήνονται στο κρεββάτι της αηδίας και της πουλημένης σάρκας «αι δε». Πρόκειται για τον άκρως ρομαντικό, παραμυθένιο, ιπποτικό και μεστό υψηλών ιδανικών Μεσαίωνα, όπου οι απανταχού βασιλείς Πλανταγέννητοι, οι απαστράπτοντες πλην παραδόπιστοι κόλακες, οι μεγαλόσχημοι υποκριτές ιερείς και φαρισαίοι και οι αρωματισμένοι, στα μαξιλάρια τεθειμένοι, πλην όμως από την αλόγιστη σπερματοχυσία βρωμώντες και ζεύοντες θηλυκοί πρωκτοί ρυθμίζουν τις τύχες της ανθρωπότητας συντρίβοντας κάτω απ’ το βάρος τους δικαίους και αδίκους. Αργότερα προέκυψε αναπόφευκτα η ανάγκη να περιοριστεί η ακατάσχετη ευωχία και ο προκλητικός συβαριτισμός των μαστρωπών νταβατζήδων της ιστορίας και να οριοθετηθεί η καταναλωτική τους μανία, ώστε να μείνει και κάτι για τους άλλους. Έτσι έρχεται σε πρώτο πλάνο, χωρεί στο προσκήνιο με αξιώσεις πρωταγωνιστικού ρόλου ο θεσμός της ατομικής ιδιοκτησίας, που μέχρι τότε ήταν απλώς μια αντιφώνηση νομής, μια μακρά χειρί επιτήρηση των υπαρχόντων του ηγεμόνα, εμφανίζεται σαν αντίδοτο απέναντι στο ελέω Θεού και ερήμην ανθρώπων σύστημα της απόλυτης εξουσίασης των πάντων από μία ολιγαρχική ηγεσία, σαν αντίθεση στο θλιβερό κατάντημα της παγκυριαρχίας και παγκυριότητας των αριστοκρατών, των θεωρημένων με βούλλα ισπανικού κηρού και επαυξημένων με εξώφυλλο θυρεού. Το ενδιαφέρον μετατοπίζεται από την ευγενή – γαλαζοαίματη καταγωγή στην οικονομική υπόσταση και λειτουργία των ανθρώπων και από την εραλδική κατάταξη στην επιχειρηματική δραστηριότητα.
Η ατομική ιδιοκτησία, που δεν αποκτάται πλέον με εικονικές διεκδικήσεις (in iure cessiο) ή πωλήσεις (mancipatiο), πανηγυρικές ομολογίες (spοnsiο) ή πομπώδεις επερωτήσεις (stipulatiο), αλλά με επιδέξιες διαπραγματεύσεις και νηφάλια κατάρτιση συμβάσεων, είναι το αποτέλεσμα της συνειδησιακής έγερσης των πληβείων και της αργής μα σταθερής ανάπτυξης μίας ελεύθερης πλευράς της προσωπικότητας στο περιθώριο των δεσμευμένων βουλήσεων δουλοπάροικων και κολλήγων, που, για να επιβεβαιώσει την άρτι κατακτημένη ανεξαρτησία της , αξιώνει να τεθεί στη διάθεσή της ένα ποσό συστατικών και παραρτημάτων για ιδιωτική χρήση, να γίνει δηλαδή εξωτερικά αισθητή με την εξουσίαση υλικών αντι-κειμένων, τουτέστιν πραγμάτων και – γιατί όχι – ανθρώπων.
Η ελευθερία του αστού της γαλλικής επανάστασης δεν είναι παρά μια φτηνή απομίμηση ή μάλλον απεικόνιση σε μικρογραφία της αντίστοιχης των βασιλέων. Οι καταπιεστές από ένας ή δύο έγιναν εκατό ή διακόσιοι! Σημειώθηκε οπωσδήποτε πρόοδος, αφού ο αριθμός των ελεύθερων πολιτών αυξήθηκε κατακόρυφα, αλλά η σημασία του χαρμόσυνου αυτού συμβάντος σχετικοποιείται, διότι δεν μειώθηκε ανάλογα η αναρίθμητη, αρίφνητη, ευμεγέθης μάζα των εξαθλιωμένων προλετάριων και καταφρονεμένων απόκληρων, όπως δείχνουν τα ποσοστά συμμετοχής στις εκλογές της πρώτης γαλλικής δημοκρατίας που δεν ξεπερνούσαν το είκοσι τοις εκατό επί του πληθυσμού.
Στην άνιση κατανομή αξιωμάτων και αγαθών σκοτεινό ρόλο παίζει πάντα το κράτος, που παρά τις εξαγγελίες του και τις προβαλλόμενες δικαιολογικές βάσεις υπάρξεώς του είναι παράγοντας ύψιστης αστάθειας, καθόσον υπηρετεί δουλικά ορισμένα συμφέροντα εις βάρος άλλων και τον ένα εξυψώνει παραχωρώντας αποκλειστικές εκμεταλλεύσεις και προνόμια, έτερον όμως καταβαραθρώνει φορολογώντας και δημεύοντας, επιτελώντας μάλιστα το σεπτό τούτο έργο στο πλαίσιο της δημόσιας διοικήσεως. Η κατάσταση αυτή θ’ αλλάξει με την έντονη κοινωνική κινητικότητα, τη διαδοχική αφύπνιση των λαϊκών στρωμάτων και την κατάληψη της εξουσίας από αυτά, ώστε επιτέλους ν’ απαμβλυνθούν οι εισοδηματικές ανισότητες και νά ‘χει ο καθένας το μερίδιο της πίττας που τού αναλογεί στον κόσμο αυτό της στενότητας των αγαθών. Η επιθυμητή μεταρρύθμιση δεν θα επιτευχθεί απλά και μόνο με την άλωση του κρατικού μηχανισμού, διότι την ουσιαστική διακυβέρνηση δεν την ασκούν ποτέ τα νευρόσπαστα των δημόσιων υπηρεσιών, αλλά την υπαγορεύουν εξ αποστάσεως νυν και αεί και εις τον αιώνα εκείνοι που κατέχουν τα μέσα παραγωγής. Η θέση των καίριων αυτών συντελεστών στην υπηρεσία του λαού, όχι βέβαια με αιματηρές επαναστάσεις ή σχηματικές διακηρύξεις περί λαϊκής κυριαρχίας, αλλά με κατάτμηση και μετοχοποίηση του κεφαλαίου, θα σημάνει σταδιακά τη σύμμετρη κατανομή του εθνικού προϊόντος. Μόνη δε η οικονομική άνεση, απαλλαγμένη όμως από την κερδοσκοπική της προέκταση και προοπτική, θα βοηθήσει επιτέλους στη σωστή κατάταξη των διαρκών και αναλωσίμων αγαθών στον πίνακα των ανθρωπίνων αξιών, όχι ως αυτοσκοπών, αλλά ως πολύτιμων μέσων για τη διατήρηση των βιολογικών λειτουργιών. Η εξασφάλιση των προς το ζην επιτηδείων και ενός εύλογου προς το ευ ζην πλεονάσματος, σε συνδυασμό με μία μετριοπαθή αντίληψη για τη χρησιμότητα των υλικών παραρτημάτων, θα καταστήσει με τον καιρό τους ανθρώπους λιγότερο ευαίσθητους σε θέματα ιδιοκτησίας. Έτσι βάσιμα πιστεύω ότι μετά από ελικοειδή – σπειροειδή πορεία η ανθρωπότητα θα επιστρέψει κάποτε στην απλή, αγνή, αμιγή και άδολη κατάσταση της αρμονικής συμβίωσης, συσπειρωμένης αναρχίας και ενωτικής κοινοκτημοσύνης, απ’ όπου ξεκίνησε ως ανύποπτη αγέλη κι απ’ όπου την εξέτρεψε η ακανόνιστη κι απρογραμμάτιστη ανάπτυξη ορισμένων τμημάτων του εγκεφάλου έναντι άλλων. Τότε θα καταδειχθεί περίτρανα ότι οι περιστασιακές παλινδρομήσεις, οι αποσυντονιστικές – απορρυθμιστικές οπισθοδρομήσεις, οι πρόσκαιρες αναστολές στη δόμηση και σύσφιξη των διαπροσωπικών δεσμών π.χ δυσπιστία, καχυποψία, απομόνωση, περιχαράκωση σε κουβούκλια, κουκούλια και πάσης φύσεως ιδιωτικά καταφύγια δεν ήσαν παρά άτυχες διαταραχές, κάποιες περαστικές παρενέργειες κατά την εφαρμογή του κολοσσιαίου θεϊκού σχεδίου για τη μεταμόρφωση της άφιλης ζούγκλας σε νοηματική κοινωνία.
Πώς και με ποια βήματα θα συντελεσθεί η ειρηνική επανάσταση, η μεταμόρφωση της κάμπιας σε χρυσαλλίδα νύμφη πεταλούδας θα σάς εξηγήσω, αναλύοντας και προεκτείνοντας το φαινόμενο εκείνο που λέγεται χρεωκοπία του κοινοβουλευτισμού. Πράγματι ο παρλαμενταρισμός ως σύστημα αντιπροσώπευσης των λαϊκών μαζών παρουσιάζεται μετά από μακροχρόνια φθορά στη πράξη φαλιριμένος και καταδικασμένος να εκλείψει, όπως είχαν προαγγείλει, προφητεύσει, αλλά και παραινέσει ήδη προ διακοσίων ετών πεφωτισμένοι αστοί φιλόσοφοι με πρώτο το Ρουσσώ, επέπρωτο όμως δυστυχώς να ταλαιπωρήσει πολλούς νοικοκύρηδες και νοματαίους μέχρι να εξευτελιστεί εντελώς και να τα κακαρώσει οριστικά. Είτε το θέλουμε είτε όχι οι βουλευτικές εκλογές είναι μία άνευ προηγουμένου κοροϊδία και τα αποτελέσματά τους δεν εκφράζουν ούτε κατά διάνοια τη βούληση των ψηφοφόρων, αλλά μάλλον αποκαλύπτουν το συντριπτικό μέγεθος επηρεασμού τους και τον ελάχιστο βαθμό αντίστασής τους έναντι των ποικίλων μορφών πλύσεως εγκεφάλου. Για φέρετε στο νου σας τους τελευταίους υποψήφιους βουλευτές της περιφερείας σας. Μη μού πείτε ότι είχατε τη παραμικρή ιδέα για το άτομό τους πριν τους δείτε να φιγουράρουν στις εφημερίδες μειδιώντες και χαριτόβρυτοι. Μη διατείνεσθε ότι ξεύρατε τα προσόντα τους προτού τα καμαρώσετε απαριθμούμενα στα φεϊγ βολάν που κατά χιλιάδες προς απόγνωση των οδοκαθαριστών άδειασαν στους δρόμους τα μισθωμένα φορτηγά των ψηφοθήρων. Μην ισχυριστείτε πως δεν παραξενευτήκατε, όταν διαπιστώσατε πως ο διαφημιζόμενος λαϊκός ηγέτης συγκεντρώνει όλα τα χαρίσματα και χαρακτηρολογικά γνωρίσματα, που καταξίωσαν το ανθρώπινο είδος από την εποχή του Αδάμ και της Εύας μέχρι σήμερα. Μακροσκελής ο κατάλογος: τολμηρός – σταθερός – σφριγηλός – στιβαρός – σοβαρός, ηθικός -διορατικός – επιβλητικός – αποφασιστικός (μετά τις καταλήξεις – ρος ή – λος ακολουθούν τα λήγοντα σε – ικος) έμπειρος – ικανός και επιδέξιος, μορφωμένος (επιστημονικά) – καλλιεργημένος (γενικότερα) και δοκιμασμένος ( δωρεοδοχικά και δωροληπτικά ), με πτυχία – διπλώματα – περγαμηνές (αφού απευθύνεται σε πρόβατα επί εκδορά), καλός – ευγενικός -φιλάνθρωπος (αλλά και ζωόφιλος άμα λάχει), στοργικός (ιδιαίτερα με τους οικείους του), συναισθηματικός (κατά βάθος), ακριβής (στη μέτρηση των προϊόντων του εγκλήματος και των υπεξαιρεμένων της κατάχρησης), νέος (τουλάχιστον στη φωτογραφία), ωραίος (όρα επισυναπτόμενη γνωμοδότηση τραγουδίστριας ή καμπαρετζούδας), ρωμαλέος αλλά και συμπονετικός, ιδεολόγος αλλά και ρεαλιστής, παρορμητικός αλλά και πειθαρχημένος, ψηλός αλλά μπορεί και να κοντύνει (αν έτσι σάς αρέσει καλύτερα), με αδρά χαρακτηριστικά – θεληματικό πηγούνι (σαν σταρ του Χόλυγουντ), δυναμική κοψιά (όπου παραλείπεται τεχνηέντως η κυρτωμένη, ξεχειλωμένη κοιλιά, ο ακαλαίσθητος θυλακώδης βατράχειος σκεμπές), για να μη φτάσω στις αρετές του υπογάστριου, όπου πιθανότατα εδρεύει η χαλκέντερη λεκάνη, η ετοιμοπεϊα και μακροπεϊα, προτερήματα που ενθουσιάζουν όσους ψάχνουν ινδάλματα κατ’ εικόνα και ομοίωση των αμαρτημάτων τους ή (κατά θετικότερη διατύπωση για να μη θεωρηθούμε πουριτανοί ή βικτωριανοί) των εμπνευσμένων παρεκτροπών τους. Εντυπωσιασμένοι βέβαια από τη διεξοδικά καταρτισμένη λίστα των κοσμητικών επιθέτων ρίπτετε τη ψήφο σας στη μεριά του άξιου συμπολίτη και λαμπρού μουτζουρωτή των τοίχων, αποζημιώνοντάς τον αν μη τι άλλο για το χρόνο που κατανάλωσε ερευνώντας στο λεξικό για να προσάψει τις κατάλληλες λέξεις στην αφεντιά του. Αλλά μην αρνείστε να παραδεχτείτε πως την ώρα που το χέρι σας αιωρούνταν πάνω απ’ τη σχισμή της κάλπης, εκείνο το απειροελάχιστο διάστημα της χρονικής αξίας ανάμεσα στη διέγερση του νεύρου και τη μυική συστολή, που θα απελευθέρωνε ως βόμβα βυθού το φάκελλο των προτιμήσεών σας, είχατε στα χείλη σας την αλμυρή αίσθηση της πλάνης, ότι καταγράψατε σαν φευγαλέα ανατριχίλα του ηλιακού πλέγματος έναν εγγαστρίμυθο υπαινιγμό, μία βουβή μομφή ακρισίας, που σάς προσάπτει με αυστηρά προτεταμένο δάκτυλο η υποτιμημένη νοημοσύνη σας. Διότι τελικά – αγαπητοί μου – η πικρή αλήθεια είναι ότι ψηφίσατε όχι τον ικανότερο – αυτά είναι παραμύθια της Χαλιμάς -, αλλ’ αυτόν που μίσθωσε περισσότερους φωνασκούντες τηλεβόες, τύπωσε πιο πολλά διαφημιστικά φυλλάδια, κόλλησε στους τοίχους πιότερες αφίσες, έστησε στις πλατείες, άπλωσε και εκτύλιξε μεταξύ των στύλων φρεσκοτυπωμένα πανώ, οργάνωσε τις εντυπωσιακότερες πικετοφορίες, επέδειξε μεγαλύτερη φωτογένεια μπροστά στη κάμερα, φόρεσε πιο γουστόζικα κοστούμια ή εκτέθηκε σε φόντο με παρδαλότερα χρώματα, εκείνον που προκατέλαβε τις προσδοκίες σας, διαχειρίστηκε υποδειγματικά την αφέλειά σας, προαισθάνθηκε και υποπτεύθηκε το πανανθρώπινο αίτημα, την ευνόητη ανάγκη της ψυχής για Μεσσίες κατά πάσας νόσου και μαλακίας, παρεισέφρησε και υπεισήλθε στο ρόλο του γενναίου ιππότη που τού είχατε επιφυλάξει, τέλος πλειοδότησε κι υπερθεμάτισε στην παροχή καθησυχαστικών διαπιστευτηρίων και καθυποβολή θετικών εντυπώσεων (Impressiοn management). Και σάς ερωτώ: Ποιος είναι ο άγνωστος που εμπιστευθήκατε; Πού είναι το κοινωνικό έργο που έχει να παρουσιάσει; Ποιες εγγυήσεις σάς δίνει ότι θα υπηρετήσει τα συμφέροντά σας και σε ποιούς λογοδοτεί, στους ενεργοποιούμενους μια φορά στα τέσσαρα χρόνια εκλογείς, τους ιδρωμένους και ταλαίπωρους ψηφοφόρους του παραβάν ή στους μόνιμα κινητοποιημένους πανίσχυρους πάτρωνες των παρασκηνίων, τους πανούργους και πολυμήχανους υπεύθυνους οργάνωσης του «σταρ – σύστεμ»; Απαντήσεις. Ούτε που σάς έχει συστηθεί , μα κι αν ανταλλάξατε εθιμοτυπική χειραψία νάστε σίγουροι ότι δεν χάρηκε για τη γνωριμία γιατί δεν την πρόσεξε. Όπως εσείς τον σταυρώνετε (ή τον μαυρίζετε) και μετά τον ξεχνάτε, έτσι κι αυτός ψαρεύει το κουκί σας και μετά σάς λησμονεί. Η κοινωφελής προσφορά του ανιχνεύεται μόνο στο διαφημιστικό υλικό και τις μπροσούρες της προεκλογικής του εκστρατείας, οι δε προαιρέσεις, που θα υλοποιήσει και θα υποστηρίξει κατά τη διάρκεια της θητείας του, δεν θα ‘ναι βέβαια δικά σας μελήματα, αλλά ευσεβείς πόθοι και επιθυμίες – διαταγές του απαιτητικού κι ακαταπράυντου οικονομικού παράγοντα, που τον… προπόνησε και τον προώθησε ως τα έδρανα του βουλευτηρίου. Δεν υπάρχουν μόνο Μαικήνες για ταλαντούχους καλλιτέχνες και χρυσοπόδαρους κυνηγούς του ποδοσφαίρου, αλλά – αλίμονο – και για ματαιόδοξους ρέκτες κοινωνικών διακρίσεων. Οι πρώτοι χρηματοδοτούν τους δεύτερους, όχι βέβαια από αβροφροσύνη ή γενναιόδωρη διάθεση, αλλά με την προοπτική να εισπράξουν στο μέλλον διπλά και τρίδιπλα τα δεδουλευμένα υπό μορφή προνομιακών διατάξεων και ευεργετικών νομοθετικών τροποποιήσεων από τους αδέκαστους κατά τα άλλα και αδιάφθορους αντιπρόσωπους του έθνους, οι οποίοι όμως πρώτιστα είναι υπόλογοι, όχι απέναντι στην ανώνυμη μάζα των κοψοχέρηδων που τούς εξέλεξε, αλλά στη διακεκριμένη επιχειρηματική ομάδα που τούς ανέσυρε από την αφάνεια και τούς πλάσαρε στα καλλιστεία της πολιτικής ζωής. Δυστυχώς οι ιμπρεσσάριοι και οι μάνατζερς των καθαρόαιμων στην ιπποδρομιακή αναμέτρηση των αρχαιρεσιών είναι μεγάλος πονοκέφαλος, γιατί οχλούν και περισπούν διαρκώς τους κοινοβουλευτικούς άνδρες από τις σοβαρές ενασχολήσεις και το έντιμό τους λειτούργημα. Τούς υπενθυμίζουν αδιάλειπτα και εκνευριστικά ότι δεν κατέκτησαν το βουλευτιλίκι πατώντας στα δικά τους ποδάρια, αλλά ισορροπώντας σε δεκανίκια άλλων και ζητούν φορτικά την ανταπόδοση των κατά καιρούς εκδουλεύσεων, την εξόφληση κι απότιση των παλαιών χρεών. Να γιατί τα περισσότερα μέλη των Εθνοσυνελεύσεων ανά το δημοκρατικό κόσμο παρουσιάζονται εξίσου διαβλητά στις πιέσεις και βαρήκοα στα παράπονα του πάντα ευκολοπίστευτου και πάντα προδομένου λαού. Και βέβαια αν οι απλοί βουλευτές έχουν καταντήσει τόσο βολικά σαμάρια για το θρόνιασμα της διαφθοράς, της παράνομης συναλλαγής και αθέμιτης συνδιαλλαγής, φανταστείτε τι είναι οι αρχηγοί των κομμάτων. Αυτοί πια είναι οι Μολώχ της απάτης και οι Λεβιάθαν της παραδοπιστίας. Πιο αναίσχυντοι κι ακόρεστοι από τους εγκληματίες, πιο μίσθαρνοι κι απ’ τους δοσίλογους, πιο πορωμένοι κι απ’ τους σωματέμπορους. Αν σάς φαίνονται βαριά όλ’ αυτά, δεν έχετε παρά να κεντρίσετε λίγο τη μνήμη σας και να στοχαστείτε ότι ουκ ολίγες από τις δικτατορίες, που καταδυναστεύουν τον πλανήτη, έχουν κηρυχθεί από ηγέτες πολιτικών παρατάξεων, προέδρους κομμάτων και κινημάτων ου μην αλλά και πρωθυπουργούς χάριν εξυπηρετήσεως «εθνικών» τουτέστιν δύσοσμων και παρασκηνιακών συμφερόντων.
Θ’ αναρωτιέστε πώς επιφυλάσσω για τον εαυτό μου το δικαίωμα ν’ αποστασιοποιούμαι από ένα σύνολο, του οποίου αποτελώ μέρος και να περιγράφω τα πράγματα τόσο εξεζητημένα και αιρετικά αγορεύοντας ως συνήγορος του διαβόλου. Όμως μόνο με την απροκατάληπτη, φρέσκια, απροδιάθετη ματιά κάποιου ανώμαλα προσγειωμένου εξωγήινου, που εμβρόντητος και ενεός από ενόχληση και αηδία παρατηρεί με το βλέμμα κατά το ήμισυ απεστραμμένο τους ανεκδιήγητους θεσμούς του πολιτισμού μας, μπορώ να καταδείξω το γκροτέσκο παιχνίδι των μπαρμπέρηδων πάνω στο κασιδιασμένο μας κεφάλι. Αμφισβητώ λοιπόν μετά λόγου γνώσεως τον πλουραλισμό του πολυκομματικού συστήματος κατηγορώντας τον ως πρόσοψη, ως μια απατηλή και επιπόλαιη επάλειψη ασταριού, προορισμένη να αποξεστεί και να κατατριβεί στην οργίλη επαφή στλεγγίδας όπως το αποτιτανωμένο κονίαμα ή το ξεραμένο, εύθρυπτο ασβέστωμα. Διότι για να αναπτυχθεί στον οργανισμό ένας λειτουργικός μηχανισμός αυτόνομης δράσης κι ένα σχήμα υποδοχής – αξιολόγησης των ερεθισμάτων, απαιτείται αφ’ ενός εσωτερική καλλιέργεια των δυνατοτήτων του νου, δηλαδή χωροχρονικής και αριθμητικής αντιλήψεως, καθώς και των λοιπών ποιοτικών, συσχετιστικών και τροπικών κατηγοριών του Κάντ, αφ’ ετέρου ανεμπόδιστη, ακώλυτη κι απερίσπαστη πρόσληψη εμπειριών, όπου όμως η εσωτερική διαμόρφωση τυποποιημένων δομών και λογικών προτύπων και η λάξευση γνωστικών μητρών αφομοίωσης, ταξινόμησης και μετασχηματισμού των αισθητικών κινητικών εντυπώσεων μέσω σημειωτικής ερμηνείας επιβραδύνεται – αναστέλλεται λόγω ελλιπούς παιδείας και πλημμελούς πνευματικής ασκήσεως, ενώ η έξωθεν τροφοδοσία του νευρικού συστήματος με εισροές – εγγραφές και εν γένει υλικό προς στοιχειοθέτηση και κατάταξη χαλκεύεται και νοθεύεται από τη χορήγηση μασημένων βλωμών, έτοιμων συνταγών, ασυνεχών και αποσπασματικών πληροφοριών, εγκυτιωμένων και έγκλειστων επιλογών. Πράγματι από τη στιγμή, που θα γεννηθεί το βρέφος, είναι ετεροκαθορισμένα τα πλαίσια και προδιαγεγραμμένες οι μεταβλητές, όπου θα κινηθούν οι μετέπειτα αποφάσεις του, πετσοκομμένη η γκάμα και ακρωτηριασμένο το ρεπερτόριο των αυριανών εναλλακτικών λύσεων του. Ήδη με τον ερχομό της ήβης τον καλωσορίζουν οι σειρήνες και οι κεκράχτες της κατήχησης-στρατολόγησης νεοφώτιστων-γενίτσαρων,τον υποδέχονται μετά βαϊων και κλάδων τα αγρευτικά, αρπακτικά συλληπτήρια όργανα, τα αλιευτικά χαμαίστρωτα δίχτυα, τα αγκιστρωτά θήρατρα και παραγάδια των προϋπαρχόντων κομμάτων, που με άνοστο, άγευστο και δύσπεπτο δόλωμα τους αχώνευτους, στυλιζαρισμένους, σταμπαρισμένους και προεκτυπωμένους καταλόγους προγραμμάτων, αρχών, ιδεών και υποψηφίων έχουν εξαμολύσει κυνηγετικό σαφάρι προς… παγάνα και παγίδευση οπαδών.
Φυσικά ο ανδρούμενος ψηφοφόρος υπό τους ήχους των τυμπάνων της προεκλογικής εκστρατείας και εθισμένος στη μονής κατευθύνσεως επικοινωνία της κομματικής ντουντούκας, αντί να μάθει να σκέφτεται ορθολογικά με ετασμό και συνδυασμό των δεδομένων, υποκύπτει στο βόμβο της διαφημιστικής καμπάνιας και στη θέση του υπεύθυνου σχολιασμού υιοθετεί τον κυμβαλιστικό, κροταλιστικό αντίλαλο εκτοξευμένων συνθημάτων το γογγυστικό, ψοφοδεές σούσουρο της συκοφαντικής δυσφήμησης και των προσωπικών αντεγκλήσεων επιπέδου συνοικιακού κουτσομπολιού ή μεταμεσονύχτιας κρεββατομουρμούρας με την ηθική υποστήριξη κάποιου φανατικού καθοδηγητή, φωνακλά ρήτορα ή γοητευτικής προπαγανδίζουσας κυρίας, που περιοδεύει με διαφωτιστική κονκάρδα στη ρόγα του βυζιού, απολεπίζοντας τους οφθαλμούς των ξενέρωτων πειναλέων του σεξ. Μαθαίνει μόνο όσες αποχρώσεις είναι διακριτές στο φάσμα των χρωμάτων, το διαιρεμένο σε αυστηρά διαχωρισμένους τομείς από τη σμίλη… των κομμάτων. Το ερυθρό, το κυανούν, το κρόκινο. Ουδε καν υποψιάζεται την ύπαρξη του μενεξεδιού, του μελιού, του θαλασσιού, του σαξ, του βεραμάν, του εκρού, του μπορντώ, του πορτοκαλιού, του φαιού και – γιατί όχι – του υπέρυθρου και του υπεριώδους, του ακόμη ανείδωτου -ανεξερεύνητου και ως εκ τούτου ελκυστικού. Εντέλει μαντρώνεται σε κάποιο περίφραγμα μαζί με άλλα οξυδερκή και σπινθηροβόλα… βοοειδή γελαδοτόμαρα της φυλής του και ( συμ-) πορεύεται μια ζωή ολάκερη υπό το βλέμμα του Βούδδα μεγάλου αδελφού στο πλαίσιο των παρωπίδων, που ο ίδιος σφυρηλάτησε στα μάγουλά του δίκην σιδηρού προσωπείου. Κι αν τύχει να ξεφύγει από το κοπάδι ως απωλωλός πρόβατο, θα καταλήξει σε κάποια άλλη στάνη με τα βρωμιάρικα χοντροδάκτυλα ξένων ξεζουμιστών να τού πασπατεύουν και να τού σφίγγουν το στήθος για να κατεβάσει γάλα, ώστε να απομυζήσουν ως και την τελευταία στραγγιστή σταγόνα από τον αφριστό ανθό μέχρι τη στερνή απρόθυμη λύμφη σαν δείγμα ούρων αφημένο για ώρες στο παράθυρο του εξεταστηρίου. Στην ουσία πρόκειται για μία ανατριχιαστική πλύση εγκεφάλου, μία εμπλοκή των διανοητικών λειτουργιών σαν αποχαύνωση μετά από πλήσμονα κόρον οχείας, ένα ατελές ξεγάριασμα με ακατάλληλο απορρυπαντικό και ανίσχυρο λευκαντικό, ένα πρόχειρο ξέβγαλμα με ανεπαρκή αποχώρηση του κελαρυστού κλύσματος της μπουγάδας από το θάλαμο του πλυντηρίου λόγω βουλωμένων απ’ τη βρώμα υδρορροών και κλεισιάδων, όπου εντέλει η πάλαι ποτέ πάλλευκη σινδόνα, η τάμπουλα ράζα του εγκεφάλου, όχι απλώς δεν καθαρίζεται από τα ιζήματα, τα κατακάθια και τους λεκέδες των σωρευόμενων συν τω χρόνω προκαταλήψεων της, αλλά με τη χορήγηση της βιολογικά και βιομοριακά αδιάσπαστης σκόνης των αναιτιολόγητων συμπερασμάτων μουλιάζει και λιμνάζει στους λιπώδεις σπίλους και ιχθυαλμικούς γάρους των ιδίων της των κηλίδων, καταλήγοντας στο τέλος τραχιά στην αφή, σκληρόδερμη επιφάνεια με πλείστα όσα τρίμματα γναφάλων. Eίναι ένα θανατηφόρο κάλεσμα υπό τη μορφή άσματος σαγηνευτικών σειρήνων, που διατρυπά τα βύσματα και τις κέρινες ωτασπίδες, μία αθέμιτη προσέλκυση δούλων από μεγάλες – επιχειρήσεις σκλαβοπάζαρα, όπου πίσω από το διάτρητο ένδυμα της συμμετοχής κρύβεται ο χαλκάς της τυφλής υποταγής, το μάντρωμα μες στη στρούγκα , η κατακράτηση και διάθεση της ψυχοσωματικής υπόστασης του ανθρώπου κατά το δοκούν ανάλογα με τα σχέδια των πολιτικών γραφείων, που επιβάλλουν γραμμή αλφαδιασμένη με ακρίβεια, άκαμπτη και σιδηρά σα δόρυ στους εντολοδόχους και πάσης φύσεως… εμπορικούς αντιπροσώπους των τοπικών επιτροπών.
Αυτό θ’ αλλάξει μόνο όταν τα κόμματα πάψουν νάναι πολυπληθή χοιροστάσια, μάντρες προβάτων, στάβλοι ιπποειδών και φάκες ποντικιών, γινόμενα ενώσεις προσώπων, σύνολα σκεπτόμενων ατόμων, που συμπίπτει απλώς να συνομολογούν και να συναποδέχονται κοινές συμφωνίες και στόχους, για τούτο αυθόρμητα συντάσσονται και συμμαχούν για τη σύμφορη συγκρότηση και συμπλήρωση των συνεννοημένων συναλλαγμάτων τους. Αυτό σημαίνει ότι θα μεταβληθεί άρδην το σημερινό τους θεσμικό πλαίσιο και πως στη θέση της σωματειακής, για να μη πω εταιρικής ή ακόμα χειρότερα επιχειρηματικής – κερδοσκοπικής οργάνωσής τους θα παρουσιαστεί μία άτυπη… ακατάστατη (μη γελάτε, χωρίς καταστατικό εννοώ), ανομιμοποίητη (δεν εννοώ παράνομη, αλλά μη ρυθμιζόμενη από δικαιϊκούς κανόνες), ανοργάνωτη (να μας λείπει η ιεραρχία με τα τίτουλα, τα φιρμάνια και τα πειθαρχικά της συμβούλια – τη χαρίζουμε στο στρατό), άναρχη κι ακέφαλη (δεν χρειαζόμαστε αρχηγό στη σκέψη μας) σύμπλευση ομογνωμονούντων και ομοφρονούντων, που διατηρούν τη συνοχή τους χωρίς τυμπανοκρουσίες, εφόσον εξακολουθούν να συνταυτίζονται, και βαράνε διάλυση χωρίς διαγραφές και διαπομπεύσεις, εφόσον διαφωνήσουν. Να λείψουν οι δηλώσεις προσχωρήσεως και άνευ όρων αφοσιώσεως στη παρακρατική μαφία, την αδελφοποιτή οικογένεια του κάθε λογής χαρισματικού… νονού, τα προσκυνήματα κι οι τεμενάδες στους τοποτηρητές και διορισμένους γκαουλάϊτερ της περιφερείας, οι προσφορές γης και ύδατος στους μεγάλους βασιλείς των κομμάτων, οι φαουστικές πωλήσεις ψυχών στους Μεφιστοφελήδες Προέδρους και Γενικούς Γραμματείς. Είθε κάποτε οι άνθρωποι ν’ ανακαλύπτουν πως υπάγονται στο ίδιο πολιτικό σχήμα, όχι κοιτώντας τις καρφιτσωμένες στο πέτο κονκάρδες, αλλά γνωρίζοντας τις θέσεις και τα προβλήματα αλλήλων μέσα από ελεύθερο διάλογο… περιπατητικής σχολής.
Προϋπόθεση για μία τέτοιου είδους χειραφέτηση είναι η βαθμιαία υποχώρηση και υποστολή της μονομερούς επικοινωνίας, όπως αυτή εκφράζεται από τους ποικίλους ιδεολογικούς μηχανισμούς σχηματισμού πεποίθησης, δηλαδή τους κρατικομονοπωλιακούς ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς ή τα κατά ευφημισμόν «ιδιωτικά» μέσα μαζικής ενημέρωσης-κολοσσιαία δίκτυα και συγκροτήματα έγγραφου και ηλεκτρονικού τύπου, μέσω των οποίων κοινοποιούνται διαταγές και παρέχονται οδηγίες των πολυεθνικών οργανισμών, των τραπεζικών ομάδων και επιχειρηματικών ομίλων προς τους αφελείς εκόντες- άκοντες διμοιρίτες. Η διάδοση και διεύρυνση των τηλεπικοινωνιών θα εφοδιάσει σε λίγα χρόνια τον καθένα με φορητή ηλεκτρονική «διέξοδο» σε συσκευασία ωρολογίου χειρός, που θα επιτρέπει όχι μόνο τη διαβίβαση της φωνής αλλά και της εικόνας. Έτσι με τη χρησιμοποίηση φωνο – εικονοληπτικού πομποδέκτη ή – γιατί όχι; τρισδιάστατης κάμερας… με ολογραφικά κανάλια για επίτευξη σωματικής επαφής (ήγουν επαναστατικές συσκευές στη θέση των παρωχημένων κι απηρχαιωμένων τηλεοράσεων και ραδιοφώνων, διάβαζε φερεφώνων της εξουσίας για την καθυπαγόρευση σημάτων, παραπλανητικών ακροαμάτων και χυδαίων θεαμάτων) θα επιτευχθεί η σύνδεση της Γης σε διαπροσωπικό επίπεδο και ταυτόχρονα σε σφαιρική, παγκόσμια κλίμακα, έτσι ώστε επιτέλους να αντικατασταθεί η παλιομοδίτικη κυβερνητική της προπαγάνδας, παραπληροφόρησης και σκοταδιστικής… διαφωτίσεως των πολιτών από τη σύγχρονη αντίληψη του ρόλου της, που κατατείνει στην ελαχιστοποίηση των διαφορών, την εξισορρόπηση και εξομάλυνση αλληλοσυγκρουόμενων τάσεων, τη διευθέτηση και σταθεροποίηση απρόβλεπτων και ανεπιθύμητων διακυμάνσεων, την ακώλυτη κι αμοιβαία ροή πληροφοριών και κατατοπιστικών ειδήσεων, τη μετάγγιση εντυπώσεων, την αναγωγή τοπικών προβλημάτων σε κοινά βιώματα όλης της ανθρωπότητας και εντέλει στη γεφύρωση των χασμάτων!
Η δημοκρατικότητα στην ενημέρωση και η ράδια πρόσβαση, όχι στο μακιγιαρισμένο καλεσμένο της διαφημιστικής εκπομπής, αλλά στο αγόρι ή το κορίτσι της διπλανής πόρτας, τον κοινό συμπολίτη και γείτονα θα καταδείξει ότι η δομή του πολιτεύματος δεν μπορεί να συνίσταται ούτε να αρκείται στην ανάδειξη ενός αντιπροσωπευτικού σώματος τόσο απομακρυσμένου και απλησίαστου, ώστε να μην είναι καν διακριτό στον ορίζοντα από τους ενδιαφερόμενους, αλλά οφείλει να στηρίζεται στην αμεσότητα και να θεμελιώνεται σε λαϊκή ή άλλως ευρεία πληθυσμιακή βάση. Έτσι σε ένα σύστημα κλιμακωτών εκλογικών περιφερειών και όχι υπάλληλων διοικητικών βιλαετίων ο ευγενώς προσφερόμενος για διαχείριση των κοινών πολιτευτής θα πρέπει πρώτα να γίνει διαχειριστής της πολυκατοικίας του, ύστερα μέλος ή πρόεδρος του συνοικιακού συμβουλίου της γειτονιάς του, αμέσως μετά εκλεγμένος προεστώς ή πρόκριτος του αστικού διαμερίσματος της κατοικίας του, έπειτα δήμαρχος ή στέλεχος του δημαρχιακού διευθυντηρίου, κατόπιν εξέχων προύχοντας ή αιρετός άρχοντας κάποιας ανώτερης δευτεροβάθμιας επιτροπής σε επίπεδο επαρχιών ή νομών και μόνο τότε, αφού προηγουμένως έχει δοκιμασθεί κατ’ επανάληψη σε νευραλγικά πόστα ποικίλης σημασίας, θα μπορεί δικαιωματικά να βάζει πλώρη για το ανώτατο, το κυρίαρχο κυβερνών σώμα, ώστε να διαφεντεύει και να ρυθμίζει τις τύχες της χώρας.
Αυτή η βαθμιαία αναρρίχηση προς τη κορυφή μετά από επιτυχία σε αλλεπάλληλες αρχαιρεσίες επιτρέπει στον υποψήφιο αξιωματούχο πρώτον να επιδείξει τα προσόντα και το ήθος του σε διαδοχικούς τομείς κοινωνικής οργανώσεως με κατ’ αριθμητική προόδο αύξουσα σημασία, δεύτερο να φανερώσει την αντοχή του στην αντιμετώπιση ολονέν βαρύτερων ευθυνών, τρίτον ν’ ασκηθεί στην επιμέλεια των οικονομικών και τη σωστή χρήση της εξουσίας αποκτώντας πείρα και γνώσεις, τέταρτο να έλθει σε καθημερινή επαφή και να γίνει ουσιαστικά γνωστός στους ψηφοφόρους του μέσα απ’ το κοινωφελές του έργο, ώστε ν’ αρύεται τη νομιμοποίησή του και κατά συνέπεια να λογοδοτεί σε αυτούς τους ίδιους. Κι όχι επειδή ο κάθε αργόσχολος εισοδηματίας ή υπολογιστής επενδυτής αποφάσισε να μπει στη βουλή, είτε για να διασκεδάσει την ανία του είτε για να διευρύνει το χαρτοφυλάκιο αξιών του κι επεκτείνει το βεληνεκές των κοινοπραξιών του, να ανοίγονται περιπαθώς κι ανεπιφύλακτα οι αγκάλες του νομοθετικού σώματος και να τον δέχονται μετά βαϊων και κλάδων στους κόλπους της εθνικής αντιπροσωπείας! Κάτι τέτοιες στιγμές επιβάλλεται να υψώσει ο άγρυπνος πατριώτης στεντόρεια και γεγωνυία λαλιά και να φωνάξει το παράγγελμα του σκοπού «ΑΛΤ ΤΙΣ ΕΙ» για να πληροφορηθεί τι καπνό φουμάρει κι από πού κρατάει η σκούφια του επήλυδος – αλεξιπτωτιστή. Είναι λογικό να λάβουμε πείρα ορισμένων στοιχειωδών πραγμάτων πριν θέσουμε στη διάθεσή του την καταθλιπτική δύναμη της δημοσίας διοικήσεως, τον αμοραλικό πολύποδα του κρατικού μηχανισμού, του οποίου η μέλλουσα ηθικότητα θα εξαρτηθεί ακριβώς από το ποιόν του κρινόμενου δελφίνου – μνηστήρα της πολιτειακής κυριαρχίας. Η αναγνώριση και ανίχνευση των αγνώστων βουλών του, η βολιδοσκόπηση των προθέσεών του, η επιτήρηση της σκοπιμότητας των πράξεων και της λυσιτέλειας των ενεργειών του μπορεί να διεξαχθεί μόνον, εφόσον ανέρχεται ένα προς ένα τα σκαλοπάτια της πολιτικής ανάδειξης υπό προσεκτικά ελεγχόμενες συνθήκες σαν να τριποδίζει με γυμνασμένο βάδισμα σε καλλιστεία σκύλων. Δέχομαι λοιπόν την αναγκαιότητα μίας χωροταξικής διευθέτησης, δηλαδή μίας διάρθρωσης των δημοσίων καθηκόντων κι αρμοδιοτήτων σε υπάλληλα σύνολα, αλλά η πυραμίδα της εξουσίας πρέπει να εκβλαστάνει απ’ το υπόβαθρο και να οικοδομείται πέτρα- πέτρα προς τον ουρανό για να ‘ναι δημοκρατική, καθόσον μάλιστα κανείς δεν επιχείρησε ποτέ ανέγερση ορμώμενος από… τη σκεπή. Παραφράζοντας τον κύριο Ιάπωνα, τον σαμουράϊ της απολυταρχίας, κι αναποδογυρίζοντας ιερόσυλα το τραπέζι της μακέτας του μαζί με το στερεοσκοπικό μοντέλο πειθαρχημένου κράτους, που τόσο παραστατικά μας παρουσίασε, ανατρέποντας τη κονστρουκτιβιστική συλλογιστική του, όπως ο ποζιτιβιστής Κέλσεν άντλησε το βασικό κανόνα δικαίου επαγωγικά, εκ διαμέτρου αντίθετα με τους βουλησιάρχες, θα ‘λεγα ότι το ευφυέστατο παράδειγμα της πυραμίδας είναι η εναργέστατη μέθοδος συμβολισμού για τη συγκρότηση και οργάνωση της νομοπαρασκευαστικής λειτουργίας. Αντίθετα το νάμα, που εκχύνεται από τη κορυφή και περιβρέχει τις πλαγιές του νοητού οβελίσκου, είναι καταλληλότερο να υπαινίσσεται τη νομοτελεστική – εκτελεστική εξουσία. Κατά τους προλαλήσαντες αυτή εκπορεύεται από την ακίδα, το ζενίθ, το ύπατο σημείο και υπέρτατο ύψος της πολιτικής ιεραρχίας για να ράνει και να διαποτίσει κατά το ρου τα διψασμένα για ανάθεση δημόσιας υπηρεσίας διοικητικά κλιμάκια. Στο δικό μου όμως σχεδίασμα, όπου η πυραμίδα δεν είναι αυθαίρετη δόμηση, ούτε δεκανίκι του οποιουδήποτε ουρανοκατέβατου πεφωτισμένου ηγέτη, του υποχρεωμένου να χτίσει γιγαντιαία πήλινα πόδια για να συνδέσει με τη γη το υπεριπτάμενο σαρκίο του, αλλά είναι αντίθετα κωνικά αρχιτεκτονημένη με αλλεπάλληλες ορθογώνιες παραλληλεπίπεδες διαστρωματώσεις, όπου το κάθε διάζωμα αντιπροσωπεύει κάποιο αιρετό συμβούλιο δείνα βαθμού, το αθάνατο υγρό πυρ της εξουσίας δεν θα εκσφενδονίζεται από τον πυργίσκο του συντριβανιού, αλλά θα εκπηγάζει αναβλύζοντας από αμέτρητες διεξόδους, ίδιες κι απαράλλακτες με σειρές από πολεμίστρες λαξευμένες στο ύψος της αντίστοιχης εστίας νομοθετικού έργου.
Έτσι οι κρατικοί, δημοτικοί, κοινοτικοί υπάλληλοι και γενικά οι εκτελεστικοί βραχίονες των πολιτειακών διαταγών, που στο παράδειγμα μας σκεπάζουν σαν λάχνες καταρχήν εκτεθειμένες στο καυτό ήλιο της απραξίας τον εξωτερικό υμένα της πυραμίδας, περιμένοντας με αγωνία το αποτέλεσμα των σκοτεινών τεκταινομένων στα έσω δώματα του κώνου, θα αντλούν πλέον την εξουσία τους εκ του συστάδην από το προσιτό, το οικείο νομοθετικό σώμα της περιφερείας τους, τουτέστιν θα δέχονται ως μάνα εξ ουρανού το ζωογόνο, το δροσιστικό νέκταρ και ιχώρ της εκάστοτε δέσμης αρμοδιοτήτων από την αμέσως υπερκείμενη σειρά των παρατεταγμένων βρυσών, τη συνδεόμενη απευθείας με την αστείρευτη πηγή του αντίστοιχου ενδοκωνικού κέντρου αποφάσεων. Μόνο με τέτοιου είδους αρθρώσεις και αρμούς μπορεί να συναρτηθεί ένα κράτος, αν θέλει να χαρακτηρίζεται δημοκρατία και όχι κωμική ρεπούμπλικα.
ΚΕΝΣΙ , ΙΑΠΩΝΙΑ: Επειδή, ως φαίνεται, το πρότυπο του φίλου μας, που κατά την άποψή του προσεγγίζει περισσότερο την αριστοτελική έννοια της πολιτείας είναι οι λαοκρατίες σοβιετικού τύπου, οι ήκιστα κατάλληλες να αυτοσυστηθούν ως προπύργια χρηστής διοικήσεως, όντας στην πραγματικότητα κιβωτοί της ανελευθερίας και άντρα της μισαλλοδοξίας, θα τον καρφώσω παραθέτοντας μια ισοπεδωτική σειρά ερωτημάτων, στην οποία ποτέ κανείς ινστρούκτορας, κατηχητής ή προπαγανδιστής της αριστεράς δεν μπόρεσε να δώσει απάντηση. Αν αληθεύει ότι μία από τις σπουδαιότερες εκφάνσεις αυτοδιάθεσης του ανθρώπου είναι η ευχέρεια διαμορφώσεως ιδίας γνώμης ως εγγύηση για τη σφυρηλασία ακλόνητων, στερρών ερεισμάτων και αντιλήψεων, αντί για αξιοθρήνητη υφαρπαγή στραγγισμένων – στιμμένων στοιβαγμάτων πλύσης εγκεφάλου από κάδο πλυντηρίου, δεν είναι απαράδεκτο να περιορίζεται, να χαλκεύεται, ν’ ακρωτηριάζεται και να συρρικνώνεται η έννοια αυτή μόνο στην επιλογή προσώπων – φορέων της εξουσίας χωρίς να επεκτείνεται σε κρίση και ετυμηγορία επί της ουσίας του πολιτικού συστήματος; Διαθέτουν άραγε οι ταπεινοί μουζίκοι του κομμουνισμού ψήφο εναλλακτική και μη ενδοκομματική, που να καθορίζει τις μετέπειτα εξελίξεις και να σηματοδοτεί ενδεχόμενη μεταβατική φάση ή νεωτεριστική καμπή προς το καινούργιο, ώστε να την αντιτάξουν τέλος πάντων στα Σοβιέτ, αν παρ’ ελπίδα βαρεθούν να τα βλέπουν; Είναι τάχα παράλογη απαίτηση να τούς παρασχεθούν δυο – τρεις στήλες μη λογοκρινόμενης εφημερίδας , όχι προς θεού για να διαδηλώσουν την αντίθεσή τους ή να καταγγείλουν τα πεπραγμένα και τις μεθοδεύσεις του καθεστώτος, ( κάτι τέτοιο θα αποτελούσε αδιανόητη πολυτέλεια ), αλλά έστω για να ασκήσουν κριτική στα έργα των κυβερνώντων, να επισημάνουν κάποιο σφάλμα, να διατυπώσουν κάποιο ακίνδυνο παράπονο; Είναι τάχα θανάσιμο αμάρτημα να είναι κανείς νοσταλγός ή θιασώτης των δυτικών «νοσηρών» συμφυρμάτων ή σύμμεικτων τεθλασμένων γεωμετριών, των αποκλινόντων ή μη ταυτιζομένων απόλυτα με την ευθεία γραμμή τηε κεντρικής επιτροπής ή του πολιτικού γραφείου, τιμωρείται λοιπόν δια ροπάλου να παραλλάζει κανείς ένα ιώτα ή μια κεραία από τη θέσφατη διδασκαλία των ιερών τεράτων του κομμουνισμού; Είναι άραγε τόσο πεπεισμένοι οι επιφανείς θεωρητικοί και στρατευμένοι λέκτορες του εφαρμοσμένου επιστημονικού σοσιαλισμού ότι κατέχουν τη λύση στο πρόβλημα του ανθρώπου κι ότι κρατούν τα κλειδιά του χαμένου Παραδείσου, ώστε να χρίουν τις απόψεις τους με το κύρος του ακατάρριπτου αφορισμού και να εμβαπτίζουν ως και τις αθέμιτες ενέργειες τους στο αγίασμα της εκ των προτέρων δικαίωσης σαν να είχαν το αλάθητο του Πάπα;
Μα κι αν ακόμη η περιβόητη και σφόδρα εξεζητημένη κοσμοθεωρία τους δυσχερώς ανατρέπεται σε δογματικό επίπεδο, με ποιο τρόπο ελπίζουν να προσηλυτίσουν τη νεολαία; Μήπως πιστεύουν ότι θα φτιάξουν συνειδητούς κομμουνιστές απομονώνοντας τους νέους στο ερμητικό παραπέτασμα, διαστρεβλώνοντας τις πληροφορίες απ’ τον έξω κόσμο, εμποδίζοντας τη γνωριμία με τον πολιτισμό, τη παράδοση και τα επιτεύγματα των αστών, σερβίροντας τέλος κακόγουστα παραμύθια, ανεδαφικά κι απλησίαστα φαντασιοκοπήματα για κολασμένους της γης, αταξικές κι επαναστατικές κοινωνίες, τυχαίες και τιθασευμένες αναγκαιότητες, Βασίλειο της Δουλειάς και Πανανθρώπινης Φιλιάς κι άλλα κολοκύθια με τη ρίγανη; Ας ανοίξουν τα σύνορα για να ταξιδεύσουν τα νιάτα ελεύθερα σε Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, όπου μπορούν να γευθούν από πρώτο χέρι τον απογορευμένο καρπό και να διαπιστώσουν αυθορεί και παραχρήμα το μέγεθος της απύθμενης μιζέριας τους. Είναι οξύμωρο και τραγελαφικό υπο το πρόσχημα ότι τα κοινοβουλευτικά κόμματα της Ευρώπης παρασέρνουν τον κοσμάκη με τηλεβόες, προκηρύξεις και διαφημιστικά φυλλάδια, να προβαίνουν οι κομμισάριοι εξ ανατολών σε μύρια όσα ανομήματα και τρισχειρότερα κακουργήματα με αποκορύφωμα τον εγκλεισμό των πολιτών στη φυλακή ενός ανεπιθύμητου συστήματος, που θυμίζει εν ψυχρώ εκτέλεση υγιέστατου έφηβου για να αποκλεισθεί… άπαξ δια παντός η πιθανότητα να αρρωστήσει!
Η ευδοκίμηση ενός πολιτικοοικονομικού συστήματος δεν επιτυγχάνεται με δογματικές επικλήσεις, αφοριστικά αναθέματα ή τον εκβιαστικό στραγγαλισμό της πραγματικότητας στα μέτρα μίας θεωρίας, αλλά κρίνεται από την προσαρμοστικότητά του στη πολυείδεια και πολυμορφία της ζωής, την ακριβή του εφαρμογή στις μήτρες και φόρμες της πράξης. Με βάση αυτό το κριτήριο ο σοσιαλισμός έχει να επιδείξει πολύ γλίσχρες κατακτήσεις, ευρίσκοντας απήχηση μόνο στους Ιροκέζους, τους Πουνάλουα, τους Ναμπικβάρους και τις λοιπές φατρίες αγριανθρώπων, που μελέτησαν ο Μόργκαν κι ο Λέβι Στρος. Τα λιγοστά όμως ψιχία κοινοκτημοσύνης και κομμουνιστικής οργάνωσης που με κόπο και εμφανή εκζήτηση ιχνηλάτησαν,εντόπισαν κι ανέσυραν, μπορεί μεν να ικανοποιούν τους ευνοϊκά προκατειλημμένους αναγνώστες του διαλεκτικού υλισμού, ουσιαστικά όμως αποδεικνύουν ότι ο μόνος υπαρκτός χώρος της κοινωνιστικής ιδεολογίας είναι η προεπιστημονική περίοδος από τον άνθρωπο του Κρομανιόν και πέρα.
Οι Ίνκας αίφνης θα μπορούσαν με λίγη προσπάθεια να αποκληθούν σοσιαλιστές, εφόσον παραχωρούσαν τις γεωργικές εκτάσεις σε κοινή καλλιέργεια, αν και είναι προφανές ότι δεν το ‘καναν για επίτευξη υψηλών ρυθμών παραγωγής ή για νομιζόμενα οφέλη ορθολογιστικής οργάνωσης, αλλά μάλλον λόγω αγνοίας βασικών θεσμών της αγροτικής οικονομίας π.χ. γαιομίσθωσης, εγγείου προσόδου, επίμορτης αγροληψίας κ.λπ. Όμως παρά τη κολλεκτιβιστική αροτρίαση και το συνεταιρικό όργωμα των γαιών οι Ίνκας κατά τα άλλα δεν ξέφυγαν από το νόμο του ανταγωνισμού, αλλ’ αντίθετα τον εφάρμοζαν στη πιο δυναμική και ακραία έκδοσή του, ως την πιο απηνή και απεχθή συνέπειά του. Όπως αποδείχθηκε περίτρανα από αρχαιολογικές έρευνες, που δεν αναλίσκονται σε ανούσιες συζητήσεις, οι Ίνκας υπέβαλλαν τους βασιλικούς παίδες στην εξοντωτική διαδικασία της επιχρύσωσης, ώστε ο ακμαιότερος και ευσταλέστερος να ανθέξει το αποπνιχτικό φράξιμο των δερματικών πόρων με ρευστό, χυτό, αναλυτό μάλαμα και να επιζήσει, δαμάζοντας και υπερβαίνοντας τη δύναμη του χρυσού, με βάση την οποία έμελλε αργότερα να κυβερνήσει. Ο μύθος της λίμνης Τιτικάτα περί αποπλύσεως των ψηγμάτων και απολεπίσεως των φολίδων χρυσού του μυθικού Ελντοράντο ήταν η μακάβρια κατάληξη ενός αποτρόπαιου αγωνίσματος, η λυτρωτική επιβράβευση του νικητή ενός θανατηφόρου αθλήματος. Όποιος από τους χρισμένους υπέμενε ως το τέλος χωρίς να ασφυκτήσει το μαρτύριο του παιπαλισμένου χρυσού θεωρούνταν άξιος να τον συγκεντρώσει στο κεφάλι του ως στέμμα ή κορώνα και να τον διαφεντέψει με το σκήπτρο της εξουσίας, αναγορευόταν δηλαδή σε βασιλιά κατ’ αναλογία των σημερινών υποψήφιων γερουσιαστών των ΗΠΑ, που πρώτα χρίζονται δι’ ονοματίσεως κι ύστερα εκλέγονται, μόνο που για τους Ίνκας… το χρίσμα κυριολεκτούσε, διότι ήταν όντως επάλειψη και βαφή.
Εφόσον λοιπόν ούτε αυτοί στάθηκαν υπεράνω των πάγκοινων και εγγενών προσχεδιασμένων υποδειγμάτων συμπεριφοράς, των παρεπόμενων και συμπαρομαρτούντων του χαρακτήρα, των μύχιων ανθρωπίνων πόθων, που άκριτα κι απερίσκεπτα στιγματίζονται ως ατέλειες κι αδυναμίες, όντας τρίποδες, βάθρα κι οκρίβαντες καλλιτεχνικής δημιουργίας, κίνητρα- ωθιστές και ελατήρια πραγματιστικής δράσης, εφόσον, λέγω, κι αυτοί υπέπεσαν στο προσφιλές αμάρτημα της αρχομανίας, παρότι ως πρωτόγονοι δεν είχαν υποστεί την υποτιθέμενη στρεβλωτική επιρροή του πολιτισμού, φαίνεται ότι τελικά η φύση μας ως αναλλοίωτη, άχρονη, αιώνια, αμιγής κι απρόσμικτη συγκεφαλαιώνεται, αλλά και εξαντλείται στις δομές του ασυνείδητου. Και τούτο σε πείσμα υμών των αδιόρθωτων ιστοριστών, που υποστηρίζετε ανερυθρίαστα ότι οι αντιλήψεις διαμορφώνονται και προάγονται μέσα από την αποτίναξη των σχέσεων παραγωγής, ενόσω οι τελευταίες οδηγούν σε αλλοτρίωση κι εμπορευματοποίηση (Μαρξ) ή μέσα από την ελεύθερη πράξη και πηγαία, ρηξικέλευθη έκφραση ως διάπλαση του εαυτού και της ύπαρξης (Σαρτρ). Προτιμώ, όπως έλεγε ο Λέβι–Στρος, να κολυμπώ στο ιστορικό υγρό παραμένοντας αδιάβροχος, παρά να εσωτερικεύω ψευδεπίγραφα τα γεγονότα κατά το συμφέρον μου. Η ιστορία μπορεί να είναι μόνο ρετροσπεκτική παρατήρηση, τεκμηριωμένη, εμπεριστατωμένη μελέτη και διαφωτιστική μέθοδος συλλογής στοιχείων στο μικροσκόπιο του ερευνητή και όχι καταφύγιο ενός υπερβατικού ουμανισμού κομμένου στα μέτρα αυθαίρετου γνωστικού υποκειμένου (προλεταριάτου), μία επιστημονικοφανής προπαγάνδα με ανομολόγητο σκοπό να χάσουν οι άνθρωποι την εμπιστοσύνη τους προς τη στερρότητα του «εγώ» και να ζητιανεύουν μία παραίσθηση και παράκρουση ελευθερίας στη γυναικώδη και θηλυπρεπή ασφάλεια του “εμείς”, την απεχθή, εμετική και μυξιάρικη συσπείρωση των πολλών.
Αυτή η παταγώδης αποτυχία σας στους στίβους της ιστορίας, όπου οι σποραδικοί θριάμβοι του πολιτεύματος που πρεσβεύετε εντοπίζονται σε περιστασιακές και συμπτωματικές εκλάμψεις κατά τη διάρκεια μεταβατικών περιόδων ή σε πρόσκαιρες μεταστροφές κάποιων αγρίων, δεν θα ‘πρεπε να σάς εκπλήσσει, αν αναλογιστείτε πόσα δεινά έχετε επισωρεύσει στον σύγχρονο άνθρωπο: την παρακμή κι επιδειξιομανία εκτελούμενη από τους αλαζονικούς ηγέτες των εργατικών συνδικάτων, την άλωση και τρώση του κύρους των χωρών με σωρεία ανατρεπτικών και εξτρεμιστικών ενεργειών, την υπονόμευση της οικονομίας και των σχέσεων εργασίας με την τακτική των παράλογων αιτημάτων και των κατευθυνόμενων απεργιών, την υποβάθμιση και νόθευση του πολιτικού κλίματος με την εκτόξευση αμετροεπών ύβρεων, προκατασκευασμένων λεκτικών μύδρων, υπερβολικών συνθημάτων και ιδεολογικών μυθευμάτων, την αθλιότητα και μικρότητα μίας άτολμης, συμβατικής ζωής διεπόμενης από αξίες κατ’ όνομα μεν παραδοσιακές κατ’ ουσίαν δε παλαιολιθικές, που από τη μία αμφισβητείτε μετά βδελυγμίας, από την άλλη επανεισάγετε προδοτικά απ’ τη Κεκρόπορτα της ανακολουθίας σας στο κονάκι σας λάθρα και δόλια διαφημίζοντάς τις ως καλές καγαθές όταν βαπτισθούν… σοσιαλιστικές. Αυτές είναι πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια, το γνωστό τρίπτυχο του κονφορμισμού, ο ναναριστικός και κατευναστικός μαγικός στρύχνος και μανδραγόρας, η ηρεμιστική παπαρούνα ή μπελλαντόνα για τους προικισμένους, χαλκέντερους και περήφανους σταυραετούς, τους επιδέξιους -επίφοβους – επιρρεπείς – ευεπίφορους να επικρατήσουν στην επιλεκτική διαδικασία του κοινωνικού δαρβινισμού.
Σαν να μην έφταναν οι αρρωστημένοι ιεροκήρυκες και ιερομόναχοι, οι ευλαβείς και θεοσεβείς Φαρισαίοι κι υποκριτές, οι τρυφηλοί – μαλθακοί μίσθαρνοι κι αργυρώνητοι βολεμένοι κυβερνήτες, που ηθικολογούν ακόμα και για τις σωματικές μας ανάγκες χαρακτηρίζοντάς τις αμαρτίες, που καταδικάζουν την ορμή και το σφρίγος, επικρίνουν τη φιλοδοξία, αιτιώνται την άμιλλα, απαγορεύουν την ηδονή, πετσοκόβουν τον έρωτα κι ευνουχίζουν τον άνθρωπο, έχουμε και σάς να κομπλεξάρετε τους ταλαντούχους συμπολίτες σας μ’ ένα καταιγισμό από «μη». Αίφνης κι η εμπνευσμένη ρήση «η ελευθερία του ενός μπορεί να νοηθεί μόνο σε συνδυασμό με την αυτοδιάθεση όλων» καταλήγει στο αφοπλιστικό και αποστειρωτικό μήνυμα πως δεν πρέπει να κουνάμε ούτε το δακτυλάκι μας χωρίς να συγχρονισθούμε με τους υπόλοιπους, διότι κάθε μεμονωμένη ενέργεια ή ατομιστική εκδήλωση μπορεί να βλάψει το σύνολο. Αλλά αυτή η παρανοϊκή σας άποψη να συναρτάτε την ελευθερία με την αλληλεξάρτηση και να θεωρείτε τη σφαίρα δράσης του καθενός συνυφασμένη κι αλληλένδετη με τα προτάγματα και τα σχέδια έκφρασης των συνανθρώπων του θα καταπέσει στο μέλλον, διότι το αυτεξούσιο σημαίνει επιτέλους μη υπαγωγή – μη αναγωγή – μη ένταξη – μη υπαλληλία!
ΑΝΤΡΕΙ, ΡΩΣΙΑ: Για το αρχικά ανακινημένο θέμα της πολυφωνίας η ετυμηγορία μου δεν διαφέρει από την αυτονόητη απόφανση, που ο κάθε νουνεχής και εχέφρων έχει καθ’ υποφοράν εκφέρει, ότι δηλαδή η πολύηχη, πολύφθογγη και πολύβουη πίπιζα της ελευθερόστομης παρρησίας περιπίπτει σε μονότονο, μονωδικό και μονοδιάστατο όμποε, θαμβώνεται και κουκουλώνεται, όταν είναι αισθητός σε όλα τα επίπεδα ο κάθετος έλεγχος του ενός κόμματος με την καθοδήγηση και τις φράξιες, που με τον εκφοβισμό και την καταπτόηση των διαφωνούντων δυναμιτίζει τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ αρχόντων και διοικουμένων. Συμφωνώ ότι καμμιά οργάνωση ή παράταξη δεν μπορεί να σώσει το άτομο από τη λεόντεια-καταπλεονεκτική κάρπωση, την γκαγκστερική – καταληστευτική απόσπαση της παραγόμενης υπεραξίας, αν δεν θέλει το ίδιο να απαλλαγεί απ’ τους ίδιους με βδέλλες βδελυρούς απομυζητές του. Μία τέτοια παρεμβατική φιλοδοξία των κυβερνώντων θα ‘ταν εξίσου άτοπη με την σύγχρονη εκ διαμέτρου αντίθετη στάση της αποποιήσεως πάσης ευθύνης και απεμπόλησης αρμοδιοτήτων μέχρι παροπλισμού, διαπομπευτικού ευνουχισμού κι εντέλει μαζοχιστικής αχρήστευσης και παραληρηματικής αυτοκαταστροφής του κράτους στο βωμό του άκρατου φιλελευθερισμού. Η βελτίωση των όρων διαβίωσης προϋποθέτει λοιπόν αναντίρρητα δυναμική διεκδίκηση, διαπονηρά διήθηση, δρακτική αρπαγή της ζωής, που με τη σειρά της είναι αδιανόητη χωρίς συνειδησιακή επανάσταση, ψυχική μεταμόρφωση, αγώνα ενάντια στη προκατάληψη. Ο αντικειμενικός παράγοντας της ιστορίας, που επισήμανε ο Μαρξ λειτουργεί μόνο όταν αφυπνισθούν οι υποκειμενικές συνιστώσες που εξήρε ο Μπακούνιν. Η προσδοκώμενη καινή γη δεν ιχνηλατείται προσκοπικά από άκοντες όχλους, αλλά από ορκισμένους άνδρες και αμαζονικές Αντιάνειρες. Αναφορικά τώρα με το τελευταίο πυροτέχνημα περί ελευθερίας ως μη εξάρτησης, που εξαπέλυσες χωρίς να φεισθείς των … οφθαλμών μας (ωχ το μάτι μου), σού εφιστώ την προσοχή ότι το ζητούμενο ακριβώς είναι πώς εννοείς την μη ένταξη και μη υπαλληλία, κοντολογής μία τέτοια αδιευθέτητη ακαθοριστία! Για το Χέγκελ το περιεχόμενο της αυτοτέλειας και αυτονομίας ανάγονταν στον καθαρισμό της βουλήσεως από παρείσακτες και λάθρα εισκομισμένες ενστικτώδεις παρορμήσεις, που θα μπορούσαν να θαμβώσουν την διαυγέστατη λάμψη και αντανάκλασή της στο κάτοπτρο του ίδιου της του εαυτού και να επισκοτίσουν το καθρεφτιζόμενο είδωλο. Έτσι λοιπόν στον κόσμο των αισθημάτων και των παθών της ψυχής, των ζοφερών συγκρούσεων μεταξύ ανυπότακτων μαυροφορεμένων ανταρτών του υποσυνείδητου, της σπιλωμένης από τη μελίγκρα του συμβεβηκότος πρώτης ουσίας του χαρακτήρα, των ενορασιακών εδεσμάτων και αμβροσιακών επιδορπίων του εξευγενισμένου και εκλεπτυσμένου υπερεγώ, που όμως τόσο εμετικά και απωθητικά μαγαρίζονται και νοθεύονται από τα αισθητηριακά λιχνεύματα και βιτριολικά καρυκεύματα, τα χυδαία οψαρτύματα και κορεσμένα ελαιοεκχυλίσματα του ζωικού υποστρώματος με τις αμφικνεφείς και οργιώδεις, λαβυρινθώδεις και λαοκοόντειες αποφύσεις του, δεν μπορεί να νοηθεί ελευθερία, διότι υπάρχει πλήρης ασάφεια ως προς την έκταση και οριοθέτηση των εσωτερικών κι απόκρυφων συναισθηματικών σφαιρών και έριδα ως προς την εμβέλεια και διαπλοκή των τάσεων ή ψυχισμών, ώστε μέσα σ’ αυτό το ανεκδιήγητο καθεστώς της πλήρους αλληλεξάρτησης και των συμπλεκόμενων περικοκλάδων η μόνη διέξοδος να ‘ναι η στωική αταραξία δια ισορροπίας, η συγκινησιακή αποφόρτιση δι’ αυτοσυγκεντρώσεως, να εμφανίζεται όμως αδύνατη η πλήρης αποτίναξη των διαπροσωπικών δεσμών και του πολυδαίλαλου ζυγού της κοινωνικότητας. Επομένως μόνο σε ένα αυστηρά περιχαρακωμένο οικονομικό χώρο, όπου αναπαριστώνται αντιστοιχίες ανθρώπου προς πράγματα, σχέσεις βιολογικού οργανισμού με άψυχα υλικά μπορούμε να μιλήσουμε για δυνατότητες ανεξαρτησίας, εφόσον βάσιμα υπολαμβάνουμε ότι το ενόργανο υποκείμενο θα καθυποτάξει και θα θέσει στην υπηρεσία του το άβιο, άλογο, άβουλο και για αυτό ανίσχυρο κτίσμα της πλάσης , που αν καμμιά φορά μολαταύτα κατορθώνει να κυριαρχήσει στον αφέντη του, αυτό οφείλεται σε παθολογικές διεργασίες στη ψυχή του τυφλού τα τ’ ώτα, τον τε νουν, τα τ’ όμματα άπτερου δίποδου. Πότε λοιπόν το άτομο παρουσιάζεται αύταρκες, αυτοδύναμο και αυτεξούσιο στη μαλστρεμική δίνη των οικονομικών μεγεθών; Μα ακριβώς όταν αναπτύξει γνήσιες μονόδρομες συναρτήσεις προσώπου προς πράγματα και προβεί σε όντως διαχειριστικές του οίκου – οικονομικές -πράξεις, αποφεύγοντας με επιμέλεια διαπροσωπικές εμπλοκές, σχέσεις εκμετάλλευσης μεταξύ εκδιδόμένης ιερόδουλης και νταβαντζή, δηλαδή χρηματιστηριακές (Μακάριοι οι κηπουροί κι οι αυτοκαλλιεργητές κι ας παραδοθούν στο ανάθεμα και τη καταισχύνη οι μεσάζοντες, οι μεσολαβητές, οι έμποροι – μεταπράτες). Αλλά άρρηκτη σύζευξη ανθρώπου προς αντικείμενο υπάρχει μόνο όταν υφίσταται απευθείας σύνδεση μεταξύ τους, χωρίς να παρεμβάλλεται η παρένθετη βούληση κάποιου τρίτου υποκειμένου. Ένας τέτοιος άμεσος κι ακώλυτος σύνδεσμος μεταξύ καταναλωτή κι αναλωσίμων, χρήστη και διαρκών αγαθών προϋποθέτει κοινωνιστική πολιτική καθορισμού τιμών και κατανομής εισοδημάτων. Στις χώρες μας αντίθετα μία απευθείας ανάκυψη μέσα από την εργασία του ίδιου του αντικρύσματος της είναι καθαρή ουτοπία, διότι ανάμεσα στη διαδικασία ειδοποιϊας και το εξαγόμενο προϊόν αυτό -καθαυτό, ήγουν την πάσης φύσεως μισθαποδοσία υπό μορφή φυσικών-πολιτικών καρπών ή ωφελημάτων εμφιλοχωρεί ο εργοδότης, αυτός ο απρόβλεπτος μετασχηματιστής, που μετατρέπει την ευθεία γραμμή μεταξύ παραγόμενου έργου και αντίστοιχων αποδοχών σε θλιβερή, κατιούσα τεθλασμένη, όπως εκείνες που δείχνουν τη πτώση των πωλήσεων στους πίνακες των φαλιριμένων επιχειρήσεων. Ο εργοδότης είναι στην κυριολεξία η λεπτή οπή στη μέση της κλεψύδρας, το ομμάτιον της βελόνης, απ’ όπου περνά η κάμηλος του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος. Από τους πολλούς κόκκους άμμου που συνωθούνται στο πάνω διαμέρισμα αφήνει μονάχα μερικούς να πέσουν στη βάση. Οικειοποιείται δολίως και ασεβώς την ονομαστική και πραγματική αξία της παραγωγής επιβάλλοντας εξοντωτικό, εξαθλιωτικό και φορομπηχτικό χαράτσι και συμπιέζοντας το εισόδημα των κατωτέρων τάξεων με εφαρμογή … αντιστρόφως ανάλογης προοδευτικής κλίμακας, κοντολογής καταβροχθίζει τη ψίχα και εκπτύει από τα βάθη του μηρυκαστικού πρόλοβού του το… σουσάμι της κόρας, τη κρούστα του σημιτίου στα μούτρα των εργατοϋπαλλήλων, πάρτε και σεις πτωχοί, ίσα για να γλυκαθείτε και να προσέρχεστε στο χώρο της εκμετάλευσής σας με μεγαλύτερη προθυμία. Δεν εννοώ βέβαια ότι είναι δυνατό να πατάμε ένα κουμπί μετά από σωματικό ή πνευματικό μόχθο και να μάς πέφτει στο χέρι αυτόματα… το κομπόδεμα ή μασούρι του αντιμισθίου, αλλά έχω τη γνώμη ότι η καταρχήν άνιση σύγκριση και αποθαρρυντική αντιπαραβολή μεταξύ κόπου και απολαυών θα εξελιχθεί σε σταθερή και συμμετρική αναλογία, όταν τεθεί υπό έλεγχο ο μηχανισμός, που ακριβώς αποδίδει «το ίδιον εκάστω». Όταν το οργανωτικό αυτό πλαίσιο εισφοράς – ανταπόδοσης βασίζεται στη βούληση του εργοδότη, τότε υπεισάγουμε στο πρόβλημα μια ασαφή μεταβλητή, που παίρνει αυθαίρετη κι αυτόβουλη τιμή, ούτως ώστε το γινόμενο της εξίσωσης διαρκώς παραλλάζει. Φερ’ ειπείν εργασία αξίας εκατό ποσοστιαίων μονάδων αποδίδει στους απασχολούμενους αμοιβή 98 λογιστικών κλασμάτων, όταν η βούληση του εργοδότη περιορίζεται στο μετριοπαθές ύψος των δύο εκατοστημορίων. Αντίθετα, αν η διάθεση ή πρόθεση του αφεντικού είναι καταπλεονεκτική και ανάγεται σε εκθετική δύναμη π.χ τετραγωνίζεται ή κυβίζεται, τα περιερχόμενα στους μισθωτούς μειώνονται, υποβιβάζονται και κατακρημνίζονται στο ποσόν της αντίστοιχης μαθηματικής ρίζας. Πότε επιτέλους ο αριθμός θα αντιπαρατίθεται στον εαυτό του αντί σε κάποιο συγκυριακό και ευκαιριακό γινόμενο, ώστε η υπό τεχνική έννοια ισχύς του εκμισθωτή εργασίας να ταυτισθεί με το εύρος των αποδοχών του ; Απάντηση: Όταν η κραταιά χείρα, που διαμοιράζει τους καρπούς της ανθρώπινης βασάνου, κρατήσει ως φόρο μονάχα τη δράκα που μπορεί να χουφτώσει, προβεί δηλαδή σε επίσχεση και αποθεματική τοποθέτηση ενός μόνο οβολού αφήνοντας κατά τα άλλα τους πεντακοσιομέδιμνους, τους ιππείς, τους ζευγίτες και τους θήτες να διαχειριστούν απρόσκοπτα το βιός τους, τα πενηντάλιτρα, τις υγρές και ξηρές πίντες τους, εξισωθεί δε εντέλει με τον αριθμό ένα, (1) όντας έτσι υπαρκτή πλην διόλου υπερβολική κι εξογκωμένη, προσγειωμένη στη χαμηλότερη δυνατή τιμή, προπάντων βέβαια σταθερή κι εξισορροπιστική των δύο σκελών της ισότητας, λειτουργική σαν καταλύτης, ταγμένη εξ υπαρχής για τη διατήρηση της ισοκατανομής, απαλλαγμένη από κάθε πρόθεση νόθευσης της αβίαστης διαδικασίας, από κάθε ρυθμιστικό – πρωταγωνιστικό ρόλο στη φυσιολογική διαμόρφωση της ισοσκέλειας. Μία τέτοια θέληση, που να τείνει στην αέναη ισοδυναμία εργασίας – αντιμισθίας, μπορεί να ‘ναι μονάχα αυτή των επαγγελματικών τάξεων – φορέων της απασχόλησης, που εύλογα προβάλλονται ως δικαιωματικοί αποδέκτες των κερδών του ισολογισμού και των αποτελεσμάτων χρήσεως. Οι εργαζόμενοι και μόνο αυτοί, οργανωμένοι σε κράτος, μπορούν να προβούν σε αυτεπιστασία ορθολογικής και έντιμης κατανομής αγαθών με έκδηλη προϋπόθεση ότι η πολιτεία θα εκπροσωπεί γνήσια και θα εγγυάται ανεπιφύλακτα τα συμφέροντά τους, αντί να αποτελεί αποξενωμένο αλλότριο κέντρο αποφάσεων, επιστρατευμένο στην υπηρεσία της ιδιοτέλειας και των ύποπτων επιδιώξεων, όπως ο επιχειρηματικός νους του εργοδότη.
Οι θέσεις αυτές περί σύμμετρης και ορθολογικής ικανοποίησης των ανθρωπίνων αγαθών είναι ο οιωνός του επόμενου εξελικτικού σταδίου της κοινωνίας και θα τις εγκολπωθούν – ενστερνισθούν στο μέλλον, όχι βέβαια οι σκουριασμένοι, σαπροί και κακοφορμισμένοι καρκίνοι της ιστορίας, οι αρεσκόμενοι να δοξάζονται στις συνειδήσεις των άλλων, που προβάλλουν την εγκλωβισμένη, εσωστρεφή, κριψίνοη στάση τους σαν κουλτούρα, αλλά οι σύγχρονοι, εκπολιτισμένοι πρωτοπόροι κι ατρόμητοι ποντοπόροι του γένους, που προτιμούν αντί για τις υποκριτικές γνωριμίες και τις ψυχρές στείρες δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις τις ένθερμες, εγκάρδιες κι ανυστερόβουλες διαπροσωπικές σχέσεις, όπου καταξιώνεται και μεγαλουργεί η κοινωνική λειτουργία, την οποία ούτως ή άλλως ο καθένας μας επιτελεί. Να είστε βέβαιοι ότι κανείς δεν θα δεχθεί να παίξει το ρόλο του θύματος ή του αποδιοπομπαίου τράγου, του αδιαμαρτύρητου σφάγιου, του πόματος και του βρώματος για να κορεσθείτε ή να διασκεδάσετε του λόγου σας οι αυθαίρετοι κι ανομιμοποίητοι επικαρπωτές της ζωής, οι αθέμιστοι σφετεριστές των επίγειων βασιλείων, οι αυτόκλητοι και απρόσκλητοι καταπατητές της Δημιουργίας, οι βαυκαλιζόμενοι ως χειράφετοι, περιούσιοι Μεσσίες, μα στην ουσία υπεξούσιοι της φύσης, όπως κάθε άλλος. Στην ακονισμένη οδοντοστοιχία με τα σκυλόδοντα και τους λιανιστικούς τραπεζίτες, που σεις οι μεγαλοκαρχαρίες θα προτάξετε, θ’ αντιτάξουμε το ακαταμάχητο ρύγχος του αδούλωτου δελφινιού, στο χαλύβδινο μηχανικό αρπαχτικό σας χέρι θ’ απαντήσουμε με το ακατάλυτο διαμάντι του αγανακτισμένου βλέμματος, στη φουσκονεριασμένη και πορφυρή χιονοστιβάδα της πληγωμένης καρδιάς θ’ αντιτείνουμε την κρουστή, επικαλυπτική, προστατευτική θεραπευτική εσχάρα, τη στεγανή κεραμίδα της κακοπαθημένης μα για πολλοστή φορά επιρραμμένης και εξ ιδίων δυνάμεων επιρρωμένης ψυχής. Η αυθυποβολή της υπεροχής, που έχετε καλλιεργήσει στους εαυτούς σας, θα διαρραγεί στη πρώτη αναμέτρηση ως φυσαλλίδα στην επαφή δακτύλου, θα εξατμισθεί ως την ανυπαρξία, όπως όλα τα ψέμματα στην όψη των ακάματων αγωνιστών της επιβίωσης, των εν δικαίω αρνητών της ουραγής μοίρας, της προδιαγεγραμμένης για αυτούς έτσι αβασάνιστα και αναιτιολόγητα από κάποιους υποτιθέμενους μικρούς θεούς μα τω όντι συμπλεγματικούς νάνους κι επίδοξους αδελφοφάδες.
ΚΕΝΣΙ, ΙΑΠΩΝΙΑ: Τα όσα λες περί νέας επαναστάσεως ανάγονται στη σφαίρα και το στερέωμα της ανερμάτιστης, ανήβης και άωρης ιδεοληψίας σου και της παραληρηματικής – παρανοϊκής μανίας καταδιώξεώς σου. Αναβρασμοί κι αναταραχές πυρακτώνονται σε πύραυνο, όταν μέρος του πληθυσμού μίας χώρας φθάσει σε οριακή κατάσταση πείνας ή τρόμου. Αντίθετα, όπου το βιοτικό επίπεδο παρουσιάζει μια ασυμμετρία – ανισομέρεια, ανομοιογένεια, ετερωνυμία – ετερομορφία, εμποδίζεται η συσπείρωση του λαού, εφόσον είναι κατανεμημένος σε αμέτρητες διαβαθμίσεις προνομιούχων, κλάσεις βολεμένων- ημιβολεμένων, αποχρώσες αποχρώσεις ισοτελών – παρίων, μετοίκων και δούλων, όπου δηλαδή δεν είναι όλοι ίσοι απέναντι στην ένδεια, εκεί είναι ουτοπία η εξέγερση, γιατί τα αποκλίνοντα συμφέροντα δεν ευνοούν την ομαδική υστερία, τη μαζική ζηλοφθονία, τη συλλήβδην μετάθεση στους άλλους των ευθυνών για οικείες ελλείψεις. Αλίμονο τέτοιας εκτάσεως κινήματα δεν γίνονται από άκαπνους συζητητές και αεροβατούντες φιλολογίζοντες αλλά από λιμοκτονούντες ξελιγωμένους όχλους. Η μόνη δυνατότητα πολιτικού επηρεασμού, που διαθέτετε σεις οι δημοκράτες του διαλόγου, σεις οι αντάρτες του σαλονιού με το λευκό δερματάκι σαν τη μεμβράνη του πτυχίου σας και τα μαθημένα στο μολύβι αντί στο τσεκούρι κρινοδάκτυλα, είναι να ασκηθείτε στη πολεμική τέχνη και να οργανωθείτε σε στράτευμα, κατανοώντας ότι, αν επιμείνετε στη θεωρητική και άκρως ακαδημαϊκή συγκρότησή σας μέσα σ’ ένα κόσμο κοντόφθαλμο και άμοιρο των δικών σας οραμάτων, όπου ο καθένας κοιτάει τη βολή του, θα ‘στε πάντα μια αξιοπερίεργη μειοψηφία καταδικασμένη σε βιοσυντηρητικές – αμυντικές ενέργειες αντί για αυτάξιες πληρώσεις εμπνευσμένων σχεδίων, αναγκασμένη να πολεμά για την ίδια της την ύπαρξη αντί για τη διάδοση των ιδεών της σε ευρύτερο κύκλο.
Αν όμως… στρατικοποιηθείτε, μοιραία θα απωλέσετε την ακραιφνή δημοκρατικότητά σας, γιατί η «πολυκοιρανίη» είναι ολέθρια σε τυχόν εμπόλεμη κατάσταση, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Όμηρος. Νομοτελειακά θα αποκτήσετε καταστατικό κι οι πολεμιστές σας θα ορκίζονται σε αυτό, θα καθιερώσετε άτεγκτη ιεραρχία και θα τηρείτε ευλαβική υποταγή στους ανωτέρους, γιατί σε μία βίαιη διαμάχη λίγο μετράει η ελευθερία των πνευμάτων και πολύ περισσότερο η πειθαρχία των σωμάτων. Έτσι ο εκχυδαϊσμένος εμβολιασμός και εγκεντρισμός της δημώδους δημοκοπίας, της αγελαίας και λαϊκίστικης οχλαγωγίας, με την οποία αλόγιστα είχατε μπολιάσει την περιπεπλεγμένη περικοκλάδα του στρεβλού οργανισμού σας, θα σάς γίνει φύσημα στη καρδιά, αναφομοίωτη στο αίμα πομφόλυγα μπροστά στο ανυπόκριτο και ανυπόστολο κράτος του πανταχού παρόντα ανταγωνισμού, τις επιτακτικές απαιτήσεις της αναμέτρησης με το περιβάλλον. Κι έτσι θα βαίνουν τα πράγματα «έως αν αυτή η φύσις των ανθρώπων ή», δηλαδή ως κι η πιο λαμπρή ειρηνευτική ιδέα θα τρέπεται στο αντίθετό της, εφόσον χρειάζεται ξίφος για να επιβληθεί, προς δόξαν της απαράλλακτης αμεταβλησίας, αμετακίνητης και δυσανάτρεπτης παγιότητας των προαιώνιων ισορροπιών του ενστίκτου.
ΑΝΤΡΕΙ, ΡΩΣΙΑ: Ας συμβολίσουμε το ιστορικό γίγνεσθαι με ένα αειθαλές αναθρώσκον κυπαρίσσι, που αναπτύσσεται διακλαδίζοντας τις ελπίδες εύτολμων – ευέλπιδων γενεών και ευφάνταστων οραματιστών, πάντα όμως με την αγωνία της ευπρόσβλητης φύσης και θνητότητας, τρωτότητας και περατότητας των ανθρωπίνων εγχειρημάτων, εν αναμονή του εμβόλιμου συμβάντος, που ανατρέπει τα προγραμματισμένα χρονοδιαγράμματα και αίρει ή αναστέλλει την εφαρμογή των μεγαλεπίβολων κοσμοθεωριών. Όπως ο επιμελής κηπουρός περικόπτει τους νεοσσούς κλώνους του πρωτόβγαλτου δενδρυλλίου, έτσι και η προϊούσα φυσική φθορά, ο δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής, η θρυπτική, θρυμματιστική τριβή, η καταλυτική αποσαθρωτική κατακρημνιστική εντροπία κατατρώγει, υποσκάπτει και υπονομεύει ως διαρκές σαράκι τα προχώματα, που με φροντίδα ανεγείρουν οι βροτοί, κοιλαίνοντας και διαβρώνοντας τα σε σπηλαιώδη λαξεύματα και κουφολίθια. Αλλ’ αν οι κόμποι του αιωνόβιου κορμού απογυμνώνονται συχνότατα από τις σταλιστικές, αναψυκτικές και δροσοβόλες κλάρες τους, αν αποστερούνται την πρόσκαιρη ευτυχία που για λίγο εκβλάστησε στα γυμνόστηθα κορμιά με το παιάνισμα των οιστρήλατων πνευστών ενός ξάστερου μέλλοντος κι ύστερα απότομα εκριζώθηκε, όμως το λίπασμα των ονείρων, η αθάνατη σβουνιά των προσδοκιών παραμένει και πεισμώνει, βυζαίνοντας, θρέφοντας, εμπλουτίζοντας, ονθυλεύοντας κι επιδαψιλεύοντας το δεντρί της ιστορίας με κάθε δυναμωτική ουσία, ώστε να ξεπετάξει νέους όζους, κατοπινές τρανότερες γενιές κατακτήσεων. Έτσι λοιπόν κάθε προσπάθεια φιλοδοξεί μεν το τέλειο, κατά την εκδήλωσή της όμως νοθεύεται και μετριάζεται από αντίμαχα στοιχεία, σύμφωνα με τους νόμους της διαλεκτικής. Μετά το διαξιφισμό θέσης και αντίθεσης προβάλλει ένα αποτέλεσμα, που λίγη σχέση έχει με το αρχικά ζητούμενο, όσο απέχει η πιθανολόγηση από την απόδειξη, η αντέγκληση από την απολογία, η προσεγγιστική μέτρηση παραβολικών και ελλειπτικών τροχιών σε σύγκριση με τη διατύπωση ευθύγραμμων ευκλείδειων αιτημάτων. Αλίμονο αν οι άνθρωποι μπορούσαν να υπηρετήσουν άκοπα και ράδια σκοπούς και τάσεις γλιστρώντας σε στιλβωμένο κάτοπτρο ή γυαλισμένη ομαλισμένη πίστα χωρίς το επιβρανδυντικό για την κίνησή τους σύγκαμα και παράτριμμα της ατελεσφορίας και των εγγενών δυσχερειών. Η απέραντη ευκολία θα τούς έκανε βαριεστημένους, κενούς και αδιάφορους, ανίκανους να εκτιμήσουν και να ζυγίσουν τη σημασία του πόθου τους, εφόσον θ’ απουσίαζε η διαφορά δυναμικού ή τάσεως του ρεύματος και δεν θα μεσολαβούσε η ζωτική διαδρομή ανάμεσα στη κυματανάπαλση της ορμής και την επίτευξη του στόχου.
Όπως όλα τα μεγάλα κινδυνεύματα και τολμήματα, ούτω και η σοσιαλιστική κυνηγεσία θα καταναλώσει πολύ χρόνο, ώσπου να συλλάβει το θήραμα του κομμουνισμού. Δεν μάς τρομάζουν όμως τα σκαμπανεβάσματα, ίσα – ίσα είναι απαραίτητα για να χαλυβδωθεί το σκαρί μας και να πλεύσει πεισματικά, ουριόδρομα, σίγουρα κι ακάθεκτα στο απάνεμο λιμάνι χωρίς να εξοκείλει, άμαθο, στα ρηχά. Εκείνο, που πρέπει να προσέξουμε, είναι ν’ αναβαπτίζεται η απαντοχή μας διαρκώς στις πηγές της με το ν’ αντιτάσσουν οι νέοι τη διαύγεια της σκέψης και τη δυναμική της ιδεολογίας στην πώρωση, τον εθισμό και τους συμβιβασμούς των γεροντοτέρων, ώστε να μην απεμπολούνται προσοδοφόρες και γόνιμες θεωρητικές θέσεις για αποκομιδή επιπολαιου, αστόχαστου και γλίσχρου πρακτικού οφέλους, μια και το θυσιαστικό θυμίαμα δεν επιτρέπεται να ‘ναι ακριβότερο από το τίμημα του θεϊκού θαύματος που καλείται να εκμαιεύσει!
ΦΡΙΤΣ, ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Η ισοκατανομή των αγαθών προϋποθέτει κρατικό μηχανισμό, όπου η ηθικότητα ως εσωτερική αποδοχή ξένων συμφερόντων συνυπάρχει αρμονικά και συστεγάζεται με τα αναγνωρισμένα θεσμοθετημένα δικαιώματα των πολιτών ως εξωτερικό ίχνος, γήινη καταβολάδα, ορατή- υλική- αισθητή συμπύκνωση της αεριώδους μάζας και υψιπετούς ιδέας του δικαίου σε μια σύνθεση πνευματικού κράτους υπεύθυνου για την εγγύηση της εξισωτικής και τη διενέργεια της διανεμητικής δικαιοσύνης. Ένας τέτοιος όμως υπερσυνείδητος οργανισμός μπορεί να συγκροτηθεί μόνο μέσω μίας ευρύτατα διαδεδομένης και εξαντλητικής επικοινωνίας μεταξύ των μελών του κοινόβιου, μίας κυκλοφορίας αγαστών ιδεών τόσο απρόσκοπτης, ώστε να προσεγγίζεται η ιδανική κατάσταση της πλήρους νοηματικής κοινωνίας, της γνωριμίας όλων με όλους. Και ερωτώ πώς μπορεί στη σημερινή εποχή των ακαταμέτρητων πληθυσμών, των τεραστίων εκτάσεων και της ελάχιστης σχόλης να έλθει σ’ επαφή το πουλί με το ψάρι, να συντονισθεί ο κάτοικος της Φορταλέζας μ’ αυτόν της Φορμόζας (όπου το μόνο κοινό στοιχείο είναι ότι και τα δύο αρχίζουν από «φ»), να εξομοιωθεί η αιγυπτιακή πυραμίδα με τούρκικο μαστραπά; Κι αν ακόμη δεχθούμε τη σχηματική κρίση ότι το φράγμα της απόστασης, το τείχος των μεσολαβητικών χιλιομέτρων θα αρθεί και θα γεφυρωθεί από την… ηλεκτρονική επανάσταση ως διανομή φτηνών κομπιούτερ χειρός σε συσκευασία μινιατούρας, δεν μπορεί εντούτοις να αγνοηθεί ένα ουσιαστικότατο πρόσκομμα, που θα εξακολουθήσει να τίθεται… εμποδών. Οι υποψήφιοι σύντροφοι διαρθρώνονται σε ποικίλα μορφωτικά, οικονομικά, πολιτιστικά επίπεδα, ζουν σε διαφορετικές εξελικτικές περιόδους, χρόνια διασπασμένοι και κατακερματισμένοι από τη δόλια και στρεψόδικη πολιτική ως τέχνη αποπροσανατολισμού του πολίτη σε προβλήματα που δεν τον αφορούν και χειραγώγησής του σε ανούσια πολυπραγμοσύνη, εγκαταλειμμένοι εκ παραδόσεως στη μονόδρομη ραδιοτηλεοπτική ενημέρωση στη θέση της εποικοδομητικής εριστικής κι αντιλογικής του παρελθόντος. Είναι φανερό λοιπόν ότι ο ηλεκτρονικός διάλογος και η ταξιδιωτική ελευθεροκοινωνία μπορούν να οδηγήσουν στη διεθνοποίηση ωρισμένων προβλημάτων, σε καμιά όμως περίπτωση δεν δύναται να αντικαταστήσουν τη διοίκηση πραγμάτων και ικανοποίηση αναγκών σε τοπική βάση. Τούτο συμβαίνει, διότι η τηλεσυνεννόηση με τη μορφή ανταλλαγής απόψεων είναι τελείως διαφορετική από την ισηγορία. Για να στοιχειοθετηθεί η συνθετότερη αυτή έννοια απαιτούνται τα πρόσθετα διακριτικά γνωρίσματα της συνδρομής κοινού κινδύνου ή συμφέροντος, της κλήτευσης και σύγκλησης της απαρτίας των ενδιαφερομένων, ενεργή παρουσία και συμμετοχή των πληττομένων σε διάσκεψη και απόφαση περί του πρακτέου, συνοδεύεται δε πάντοτε από ισοψηφία και ισομοιρία στον καταμερισμό ευθυνών ή δικαιωμάτων. Στα σύγχρονα κράτη όμως, όπου ουδόλως λειτουργεί η άμεση δημοκρατία , η ισηγορία τραυματίζεται και δηλητηριάζεται από την οχληρή εμβέλεια και καταθλιπτική μονοκρατορία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης με αποτέλεσμα να ακυρώνονται και να ματαιώνονται οι συναφείς συνδιασκέψεις, οι δημόσιες συγκεντρώσεις, οι συγκλήσεις της Απέλλας και της Εκκλησίας του Δήμου, οι αυθόρμητες συνάξεις στην αγορά και την Πνύκα. Αυτή ακριβώς την έλλειψη συνδετικού κρίκου μεταξύ συντοπιτών ομοχώριων και ομοτράπεζων προσπαθεί να θεραπεύσει ο εθνικοσοσιαλισμός με τη προβολή και προώθηση της ιδεολογίας ως ενιαίου τρόπου ερμηνείας και κατανόησεως της πραγματικότητας, τυφλοσούρτη αποκωδικοποιήσεως και εκτελέσεως διαταγών και σημάτων, ρυθμιστικής ευθυγράμμισης ομοιόμορφης και ενωτικής δράσης.
ΑΝΤΡΕΙ, ΡΩΣΙΑ: Αν, κύριε μελανοχίτωνα, τα κράτη σου φαίνονται μεγαλύτερα απ’ ό,τι πρέπει, ας τα μικρύνουμε σε βαθμό, που να μην αρκεί η οπτική παιδεία και η εξάσκηση του βλέμματος, αλλά να χρειάζεται προσεκτικός εστιασμός και επίπονη παρακολούθηση στην κόγχη οφθαλμιατρικού μικροσκόπιου για να τα διακρίνουμε. Ας διαιρέσουμε τη σκακιέρα στα εξηντατέσσερα τετράγωνά της, ας αποξέσουμε τον ξεροψημένο κόθρο της πίττας, ας τεμαχίσουμε τις χώρες μας σε ελαχιστότατες χερσαίες ψηφίδες, τόσο υποπολλαπλάσιες και ολιγοστές, ώστε να μη φαίνονται στους πολιτικούς χάρτες, αυτές τις κωμικοτραγικές χαρτογραφήσεις της ανθρώπινης αυθαιρεσίας, και ας εκδίδονται πλέον μόνο γεωφυσικές απεικονίσεις της Γης, που είναι άλλωστε και οι μόνες πραγματικές, όπως βεβαιώνουν οι αστροναύτες, καθώς κοιτούν τη γενέτειρα της φυλής μας από το φινιστρίνι του διαστημικού λεωφορείου. Αν οι επικράτειες φαντάζουν πελώριες, τόσο που ο υπήκοος χάνεται στις εκτάσεις τους, ας τις πλανίσουμε με τόρνο, όπως οι κεφαλοκυνηγοί κατεργάζονται τα κρανία των αιχμαλώτων, ας τροχίσουμε τις άκρες τους ως το σημείο να καταδυόμαστε δια σχοινισμού στο εσωτερικό τους αντί να εισβαίνουμε σε ευρυγώνια πύλη πολυτελείας, ας περικόψουμε ανελέητα τους σηκούς και τα πλαίσια μέχρι να πετύχουμε την ορθή αναλογία μεταξύ πολιτειακού χώρου και πολιτών.
Μ’ αυτό δεν εννοώ να αντικαταστήσουμε τις εκατόν πενήντα σημαίες της υδρογείου με αμέτρητα τοπαρχεία και κυβερνεία δίκην αρχαιοελληνικών πόλεων ανταγωνιζόμενα και αλληλοσπαρασσόμενα μέχρι τελικής εξόντωσης στην παλαίστρα και το μετερίζι της διεκδικούμενης – φλεγόμενης μεθορίου, των ακοίμητων συνοριακών φρουρών ή των λαύρων ζητωπόλεμων δημοσθένειων ρητόρων. Σε πρώτη φάση, μέχρι δηλαδή να εκλείψουν ή απαμβλυνθούν οι οικονομικές διαφορές βορρά – νότου και εξοβελιστεί η αιτία αυτοκρατούς και σκηπτούχου κυριαρχίας, κανονισμού ορίων και τελωνειακών δασμών, δεν αντιλέγω να διατηρηθεί μία κεντρική εξουσία που να προϊσταται παραδοσιακών πολιτικών περιφερειών υπό μορφή καντονίων και ομοσπονδιών και με απείραχτη την εδαφική τους ακεραιότητα, ώστε να διαφυλαχθούν οι γραφικοί διακριτικοί τίτλοι Βραζιλία, Περού, Ουρουγουάη κλπ, και να μη με πρήζουν οι εθνικόφρονες. Όμως αν οραματιζόμαστε ένα κόσμο, που να αποτελείται από δημοκρατίες κι όχι από κωμικές ρεπούμπλικες ή εκτρωματικές μοναρχίες, πρέπει να συγκατανεύσουμε σε ευρύτατες μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό των καθεστώτων, η σημαντικότερη από τις οποίες θα είναι η νο-μο-θε-τι-κή αποκέντρωση. Όλα τα άλλα διατυμπανιζόμενα και διαθρυλούμενα ως θεμέλια του πολιτεύματος ήτοι Κοινοβούλιο (πασαρέλλα διαφημιζόμενων μοντέλλων και ανερχόμενων αστέρων), Συνδικαλισμός (παρηγοριά στον άρρωστο ώσπου να βγεί η ψυχή του), καπιταλισμός (αυτός σού τηρήσει κεφαλήν και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν), Σύστημα Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ευδόκιμον είδος καμουφλαρισμένης και αισχυντηλά εκσυγχρονισμένης διοικητικής υποδιαίρεσης, για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε … στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής σας), Πολιτικά Κόμματα ( χωρισμένα σε δύο ομίλους, προκρίνονται τέσσερα για τα ημιτελικά, να δούμε ποια θα παίξουν τελικό), Ελευθερία Οικονομικής Δράσεως (καννιβαλισμός με τα σκαλπ κρεμασμένα στο Χρηματιστήριο), Ισότητα Ευκαιριών (ή αλλιώς απέναντι στη φύση, όπου όλοι είναι ίσοι ενώπιον του νόμου… της ζούγκλας ) είναι συλλήβδην εκ του πονηρού.
Το μυστικό για μια κοινωνία με λιγότερα απωθημένα και συνεπώς ήσσονα βαρβαρότητα είναι ν’ αφήσουμε τον καθένα να αποφασίζει ο ίδιος για τα προβλήματα που τον αφορούν. Κάθε προσπάθεια χειραγώγησης, ακόμα κι αν υποτεθεί ότι κατόπιν θείας επιφοίτησης γίνεται για το καλό του, εμφανίζεται καταδικασμένη σε αποτυχία, διότι ο άνθρωπος κλωτσάει σαν ανάγωγο αβασταγό υποζύγιο, όταν νιώθει να τού φοράνε περιαυχένιο, έστω κι αν τον ζεύουν για τον Παράδεισο. Ας παρέξουμε λοιπόν στον απλό πολίτη το θεσμικό πλαίσιο να διαλέγει μόνος του το διάδρομο του μέλλοντος του δίνοντας νέο περιεχόμενο στην ελευθερία, που μέχρι τώρα σήμαινε σύναψη αλλεπάλληλων συμβάσεων προσχωρήσεως στους όρους καταδολιευτικού αντισυμβαλλόμενου υπό την πίεση της ένδειας. Η πραγματική αυτονομία έγκειται στην ευχέρεια λήψεως και επιβολής αποφάσεων σε σχέση με θέματα, που άπτονται αποκλειστικά και ανάγονται στην ιδιωτική σφαίρα των δικών του αντικειμένων και επιρροών, δηλαδή η δυνατότητα πρόκλησης δεδικασμένου και εκτελεστότητας μόνο επί οικείων, άκρως προσωπικών μεριμνημάτων, ουχί επί παρεμπιπτόντων ζητημάτων. Όπου όμως υφίσταται αμφίδρομος επηρεασμός, αμοιβαία διαντίδραση και κοινότητα ενδιαφερόντων μεταξύ περισσοτέρων, όπου οι καταστάσεις της ζωής πλήττουν, θίγουν, εξεγείρουν ή απασχολούν πολλούς, εκεί βέβαια είναι ορθό να έχουν λόγο όλοι οι εμπλεκόμενοι.
Είμαι π.χ ο μόνος αρμόδιος να αποφανθώ αν θα φορέσω μπλέ ή κίτρινες κάλτσες μόλις σηκωθώ απ’ το κρεββάτι. Το αν όμως τα μεταλλικά καλάθια, που φιγουράρουν πάνω στους στύλους του ρεύματος είναι καταλληλότερα …προς πέψη των σκουπιδιών της γειτονιάς από τα υπερμεγέθη δοχεία απορριμάτων που σουλατσάρουν πάνω σε τροχίσκους στα ρείθρα των πεζοδρομίων, αυτό θα το πει η συνοικία, ασφαλώς όχι δια βοής, αλλά μέσω των εκπροσώπων της. Μα ενώ ως εδώ δεν υπάρχει κανείς να αμφισβητεί τη λογική των αμέσως προειρημένων, εντούτοις όλοι θα επαναστατήσουν αν συνεχίσω αμείλικτα, συνεπέστατα και σταθερά την εκτύλιξη του ίδιου αυτού συλλογισμού. Αφού θεωρούμαι ικανός να αποφασίσω αυθεντικότατα για τον καθαρισμό των πλατειών και τη διευθέτηση των λυμάτων της περιφερείας μου, γιατί να μη μπορώ να επηρεάσω π.χ και τη μορφή της αγοράς, όπου ζω κι έχω το κέντρο των βιοτικών μου σχέσεων; Γιατί να μην δύναμαι να εποπτεύσω μέσω μίας τοπικής διοικήσεως πραγμάτων τις επιχειρήσεις που παράγουν, πωλούν και δρούν δίπλα στο σπίτι μου, μια και από την ποσότητα και την ποιότητα των προϊόντων τους κρίνεται η ζωή μου η ίδια; Γιατί να μη μού επιτρέπεται η παρέμβαση στην οργάνωση και λειτουργία τους, σε θέματα διαχειρίσεως των κεφαλαίων, προσλήψεως, μισθοδοσίας και προαγωγής του προσωπικού, προμήθειας υλικών, βιομηχανικού σχεδιασμού, διακινήσεως και διαθέσεως του εμπορεύματος μέσω ενός μικρού νομοθετικού συμβουλίου ενισχυμένου με τεχνοκράτες; Γιατί με λίγα λόγια να μη μπορώ να καθορίζω το πολίτευμα και το οικονομικό σύστημα της γειτονιάς μου; Γιατί εφόσον τα κράτη μάς φαίνονται αχανή και απρόσωπα, δεν τα σμικραίνουμε σε λιλιπούτεια κλίμακα, ώστε ν’ αποκτήσουν έκταση βολική και πληθυσμό ενεργό, επιφορτισμένο με αρμοδιότητες και να πάψει επιτέλους αυτή η καταστροφική διάκριση αρχόντων και αρχομένων με το πέρασμα από την πολιτική στην οικονομία;
Για φανταστείτε να υπήρχαν καπιταλιστικά ή σοσιαλιστικά συνεστημένες συνοικίες, εταιρείες ή κοινότητες γραφείου με σταθεροποιητικό πρόγραμμα λιτότητας και συγκρατήσεως του δημοσιονομικού ελλείματος ή μακρόπνοο – αναπτυξιακό – παράτολμο προϋπολογισμό κοινωνικών δαπανών και δημόσιων επενδύσεων, συντηρητική παράδοση ή ρηξικέλευθο προσανατολισμό, φιλελευθέρη ή διευθυνόμενη οικονομική πολιτική, ατομικιστική – ανθρωποκεντρική ή συλλογική – κολλεκτιβιστική προοπτική, ανταμωμένες και αδελφωμένες σε αγαστή συστέγαση, αρμονική σύνοδο και παράλληλη συμβίωση. Ενιαχού να είναι εγκατεστημένοι επιχειρηματίες ανεξέλεγκτοι νεμόμενοι ελεύθερα το κέρδος της εργασιακής υπεραξίας, αλλαχού να συγκεντρώνονται τα έσοδα των κοινωφελών δραστηριοτήτων, των συνεισφορών και των εράνων, για να διανεμηθούν στους εργαζόμενους μέσω της αρμόδιας διοίκησης πραγμάτων. Έτσι θα είχαμε ενώπιόν μας τη ζωντανή συνύπαρξη και πρακτική συνεφαρμογή ποικίλων μοντέλων διακυβέρνησης, που θα προέκυπτε από τη διάσπαση ου μόνον των κρατών, αλλά και αυτών τούτων των διοικητικά εκσυγχρονιστικά αποκεντρωμένων νομαρχιών και επαρχιών είτε σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης είτε σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ειδικών σκοπών: Η κατάργηση της ιεραρχικής εποπτείας από καθεστώς ριζοσπαστικής αυτονομίας θα μάς παρείχε τη δυνατότητα για εμβριθείς και τεκμηριωμένες συγκρίσεις, καθόσον μάλιστα οι αντιπαραβαλλόμενοι όροι θα εντάσσονταν στο ίδιο περίπου σύστημα αναφοράς και το ανάπτυγμα του περιεχομένου τους θα παρατηρούνταν κάτω από τις ίδιες συνθήκες και στον ίδιο χωρόχρονο. Εδώ θα κοντραριζόταν η χρηματιστηριακή διόγκωση της ιδέας και των αριθμών ως μέσων κάλυψης και βαυκαλισμού της ανθρώπινης παράκρουσης, αυταπάτης και αυθυποβολής με την αριστοτελική οικονομία ικανοποιήσεως βιοτικών αναγκών.
Αλλά μία τέτοια μετάθεση εξουσιών προς τη βάση, που θα μπορούσε να επιφέρει επαναστατική στροφή στη μονότονη και πληκτική πορεία του πλανήτη, βρίσκει βέβαια ριζικά αντίθετους τους μονοπωλητές και μονοψωνητές της πολιτειακής δύναμης. Μία τέτοια διαπίδυση ισχύος από τα σιδηρά περικλείοντα τοιχώματα του δήθεν δικαιϊκού μα στην ουσία αστυνομικού κράτους στο αέναα κοχλάζον μα πάντα αιχμάλωτο μίγμα του λαού θα σήμαινε αυτόματα την εξασθένιση και διάβρωση του καζανιού συν την αντιστρόφως ανάλογη διαπυρωτική διαστολή, εξογκωτική πληθώρα, υπερχειλιστική θέρμανση, ταραχώδη βράση και αρχή αλυσιδωτών αντιδράσεων στο εκρηκτικό υγρό του αλχημιστή, εν τέλει δε την αποσυμφορητική, λυτρωτική, θριαμβευτική και μοιραία έκρηξη και πανηγυρική έκχυση του λαϊκού ρεύματος στα ρείθρα της ελευθερίας. Θα υποβίβαζε τους σημερινούς κοινοβουλευτικούς άνδρες, αλλά και τους κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση δημάρχους και συμβούλους των μεγάλων αστικών κέντρων, ακόμα και τους θρασείς κοινοτάρχες, που ασχημονούν κι αυθαιρετούν οχυρωμένοι πίσω απ’ την αμάθεια των άλλων σε απλούς διευθετητές και διεκπεραιωτές διασυνοικιακών και διαπεριφερειακών ζητημάτων, σε μεσολαβητές – διαπραγματευτές, ίσως και επιδιαιτητές στις διαφορές μεταξύ αντίστοιχων νομοθετικών συμβουλίων, θα τούς αφαιρούσε τα προνόμια και τη γλύκα του οφφίτσιου και σε αντάλλαγμα θα τούς επιφόρτιζε με τη σοβαρότατη και κοπιώδη κοινωνική λειτουργία του συμβιβασμού, του συντονισμού των προγραμμάτων των μικρότερων πολιτειακών ενοτήτων και της εξισορροπήσεως των συμφερόντων μεταξύ των νεότευκτων πόλεων – κρατών. Μία τέτοια λύση δεν μπορεί βέβαια να προωθηθεί μέσω των τυχοδιωκτικών, αρχηγικών, ψηφοθηρικών, ευκαιριακών, καιροσκοπικών κομμάτων με τα ματαιόδοξα και αρχομανή όργανα τους, αλλά μόνο από μάς τους ίδιους, όταν επιτέλους μετά από κολοκτύπημα αιώνων στο κατάστρωμα της ιστορίας καταλάβουμε τι φταίει για τη κακοδαιμονία μας συνειδητοποιήσουμε την απάτη που εκτυλίσσεται σε βάρος μας, κορεστούμε από τον εμπαιγμό των κρατούντων και αποφασίσουμε να επικοινωνήσουμε ο ένας με τον άλλον συζητώντας στα πάρκα, τις πλατείες, τους δρόμους, τις τραπεζαρίες και τα υπόγεια, ακόμα και σε αυτοσχέδιες λέσχες, που θα παραχωρηθούν επί τούτου από διορατικούς και πρόθυμους συμπολίτες μας αντιλαμβανόμενους την ανάγκη επίρρωσης της φιλοσοφίας σε περιόδους κρίσεων. Ας μάς κατηγορήσουν για φιλολογίζοντες οι διηνεκώς πάνω στη πλάτη μας συμφερολογίζοντες, ας μάς χλευάσουν επειδή ψάχνουμε για λύση στα προβλήματά μας οι πρόξενοι και διαιωνιστές των επισωρευμένων δεινών μας. Το παν είναι να ‘ρθουμε σε επαφή μεταξύ μας, «εώντες αυτούς χαίρειν». Κι όταν γνωριστούμε μέσα από τη πιο δύσκολη, χρονοβόρα, εξαντλητική, εύθραυστη και λεπτή, αλλά για τούτο μόνη αποδοτική διαδικασία του διαλόγου, όταν πλέον σφυρηλατήσουμε τις συνειδήσεις μας, ώστε να ‘ναι απρόσβλητες στη παραπειστική διαφήμιση και την παραπλανητική προπαγάνδα, τότε ας κοπιάσουν να μάς σταματήσουν. Τούς προκαλούμε και η σφοδρότητα της αντίδρασης μας θα εξαρτηθεί από τη στάση τους στο κοινωνικό φαινόμενο που δημιουργούμε. Ας συνομωτήσουμε χωρίς δισταγμό εναντίον εκείνων, που βυσσοδομούν σε βάρος μας κάθε μέρα. Ευλογημένοι οι ψίθυροι από αυτί σε αυτί, οι αυθόρμητες συνάξεις -πηγαδάκια (όχι οι εξαγγελμένες συνελεύσεις) των φοιτητών, η αβίαστη συρροή των εργαζόμενων στα διαλείμματα της δουλειάς (όχι οι φτιαχτές συγκεντρώσεις των πατροναρισμένων συνδικάτων), οι συναντήσεις και οι εκδρομές των φίλων ( όχι τα «τέϊα» και οι εκδουλεύσεις προς συγκομιδή ψηφοφόρων «πελατών»), η συζήτηση, οι επιστολές και τα βιβλία (όχι οι τηλεβόες, τα κατά το δοκούν αναιρούμενα, παντοιοτρόπως ανασκευαζόμενα και αναισχύντως παραβιαζόμενα «συμβόλαια με το λαό», οι ανεξαργύρωτες προεκλογικές δεσμεύσεις, πληρωτέες στον κομιστή όσο και μια ακάλυπτη επιταγή, οι μονομερώς κοινοποιούμενες κατευθυντήριες οδηγίες προς ναυτιλομένους και οι επιτακτικά, αυταρχικά, απολυταρχικά, υπεροπτικά, επιγραμματικά κι απειλητικά εξαποστελλόμενες εγκύκλιοι προς τον χύδην όχλο των διοικουμένων). Εμπρός για την συνεταιριστική, κοινοπολιτειακή, κοινωνιστική σύμπτηξη ομάδων, όχι κεντρομόλων και πηνισμένων γύρω από τον πυρήνα ενός «θεόπεμπτου» διευθυντηρίου, αλλά απαλλαγμένων από ελκτικές δυνάμεις, βασισμένων στη συγκατάθεση, επιτέλους ανθρώπινων , για να τεθεί τέρμα στις μαγνητικές προσωπικότητες, τις ενστικτώδεις αγέλες και τα άλλα κατάλοιπα της Φυσικής Πειραματικής και της… Ζωολογίας. Φυσικά στη προσπάθεια αυτή το κράτος κι οι μεγάλες εταιρείες παρεμβάλλουν προσκόμματα, επιδιώκουν το μονοπώλιο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ποντάροντας ασφαλώς στο ότι η τεχνητή άντληση της ομιλούσας αναπνοής, η εξάπλωση και προέκταση της σφαιρικής στοιβάδας σιωπής, που επιτυγχάνεται με εκπομπή βαβελικών βόμβων και εμβόλιμων παρεμβολών, η στρέβλωση του επικοινωνιακού χώρου με στροβιλιστικές περιδινήσεις απατηλών μεγεθών και η νέκρωση των ασύρματων λόγων με αύξηση της έντασης των ντεσιμπέλ και του βεληνεκούς της ρύπανσης σε μέγιστη ακτίνα δράσης γύρω απ’ τις οθόνες ή τα ηχεία θα εγκατασπείρει και θα σκεδάσει τους ανθρώπους σε τοπικές εγκαθείρξεις, στεγανά καταφύγια και κλειδωμένους περίβολους, θα ευθυγραμμίσει και καλουπώσει το πνεύμα μας με καλαπόδι κοινωνικής ορθοπεδικής, θα εξατμίσει ή μονώσει τα έναρθρα φωνήματα του λάρυγγα με αόρατο, πολυμάγναδο πέπλο ή πολυεπίπεδο τείχος σιγής, προορισμένο να εκφυλίσει τη ζώσα έκφραση του θείου μα για πολλούς ενοχλητικού χαρίσματος των λάλων φθόγγων σε ακίνδυνους απόηχους, παρόμοιους σε λειτουργικότητα με το βούισμα της μύγας.
Αλλ’ όχι, εδώ σάς θέλω να επιδείξετε το πατροπαράδοτο γερμανικό σφρίγος, τη δωρική σας σκληρότητα και την άρεια πυγμή σας. Αντισταθείτε κατά της αρχής! Στην οικειοποίηση των ερτζιανών κυμάτων (άκουσον- άκουσον πού φθάνει το έκτρωμα της ιδιοκτησίας) απαντείστε με ραδιοπειρατεία, στην ποδηγέτηση του τύπου μέσω των ψαλίδων της λογοκρισίας και τις έμμεσες απόπειρες ελέγχου της εκτύπωσης, κυκλοφορίας και διανομής με κατάτμηση των αγορών (εφημερίδες συνδρομής, υπαίθριας πώλησης, φυλλάδια ενημερωτικά διαφημιστικά, καταχωρίσεως αγγελιών, περιοδικά μηνιαία και εβδομαδιαία, έντυπα στενής εγχώριας εμβέλειας ή ευρείας διατοπικής κυκλοφορίας, επιμορφωτικά, διακοινωτικά, προκηρυκτικά κ.λ.π ). Στη συναφή θέσπιση πολύπλοκων και εξεζητημένων προϋποθέσεων, απλησίαστων προδιαγραφών και εξοντωτικών προαπαιτούμενων για την ένταξη σε κάποια κατηγορία ή τη μεταπήδηση σε μία άλλη αποκριθείτε με την παράνομη κι ανέγκριτη έκδοση των ιδεών σας, εγκαθιδρύστε το δικό σας Τύπο του τοίχου, της αφίσας, της πικετοφορίας, της πλανόδιας καρρέτας, της εγχείρισης μνημονίων (όχι της τρόικας), δηλώσεων, προσκλήσεων και διαμαρτυριών στους περαστικούς, της διοργάνωσης διαλέξεων και συζητήσεων στρογγυλής τραπέζης, ώσπου να αναγκασθούν να αναγνωρίσουν επίσημα τις απόψεις σας. Προσπαθούν να εμποδίσουν το διαλεκτικό γίγνεσθαι με χίλια – δυο συστήματα ύπνωσης, καθοδήγησης και πλύσης εγκεφάλου, αλλά στο χέρι σας είναι να μη τούς αφήσετε! Σάς χωρίζουν από τις κατώτερες τάξεις , όχι για να σάς προστατεύσουν μη μολυνθείτε, όχι για να σάς βάλουν στη γυάλα της επίδειξης, όπου θα καταξιωθείτε σεις οι αριστοκράτες ακκιζόμενοι ως ωραίο φύλο, αλλά και εφαρμόζοντας τη φιλοσοφία του «διαίρει και βασίλευε». Οι κεφαλαιοκράτες μαρσιποφόροι, οι λεχώνες του πλούτου, αυτοί οι μοντέρνοι καννίβαλοι βλέπουν τους σπουδαγμένους καθηγητές, τους αιώνιους φοιτητές και τους μικροαστούς ακτιβιστές με το ίδιο πρίσμα και πάνω από τον ίδιο αφ’ υψηλού αναβολέα, απ’ όπου αλαζονικά θρονιασμένοι ως ο Ξέρξης στο όρος Αιγάλεω αγναντεύουν τους ρινόσιμους πλακουτσομύτες λαϊκούς. Τηρούν αποστάσεις ασφαλείας κι απεχθάνονται εξίσου την αγραμματοσύνη και τη παιδεία, σάς θεωρούν, εσάς τους μεσαίους χλιαρούς προβληματισμένους, όμοια μιάσματα με τους εργάτες των λιγνιτωρυχείων, διότι η διελκυστίνδα της ζωής δεν είναι για αυτούς η αντιπαράθεση γνώσης και άγνοιας, παιχνίδι έρωτα και θανάτου, ανταγωνισμός τρέλλας και λογικού, αλλά αλίμονο αντιδιαστολή από τη μία πλευρά παχυντικής και σινάμωρης κραιπάλης κι από την άλλη γλίσχρας και λιτοδίαιτης βιοπάλης. Το βέβαιο είναι πως μαγειρεύουν στο ίδιο καζάνι ευγενείς και άξεστους, διανοούμενους και χειρώνακτες, σκαλιστές πόρπες κι ακατέργαστα ζωνάρια, καλυμμαύχια και ασκητικά συναξάρια ή κομποσχοίνια, αστακούς και ακρίδες, χαβιάρι και μέλι άγριον, όπως θα έκανε κάθε καλός σαρκοβόρος τροφοσυλλέκτης, αγρευτικός κυνηγετικός λειοθήρας ή αιμοδιψής ανθρωποφάγος. Μην έχετε λοιπόν αυταπάτες ότι είστε προνομιούχος τάξη ή επίζηλη αφρόκρεμα, αντίθετα τυγχάνετε λαμπρά δείγματα απομυζούμενων κορόϊδων. Η μοναδική εναπομένουσα λύση είναι να στραφείτε, σεις οι ψηλομύτες, προς αυτούς που πάνω απ’ όλα περιφρονείτε, εντούτοις όμως αναγκαστικά ως παθητικοί ομόδικοι και εις ολόκληρον εναγόμενοι σχετίζεστε, υπό την έννοια ότι στην αντίπερα όχθη ορθώνεται, συσπειρώνεται και εναντιώνεται κοινό μέτωπο εκμηδενισμού σας, κυοφορείται, διαπλέκεται και εξυφαίνεται οργανωμένη συνομωτική πλεκτάνη εξόντωσης σας. Το προλεταριάτο της μόρφωσης πατάει στο ίδιο επίπεδο με τη φτωχολογιά και τη λεμπεσουριά της αμάθειας και της ένδειας. Διαγνώστε λοιπόν επιτέλους ότι τα συμφέροντα σας ταυτίζονται, ότι οι ομοιότητες γένους βαραίνουν περισσότερο τη πλάστιγγα από τις ειδοποιές διαφορές και πλησιάστε – προσεγγίστε αλλήλους σε μια ευεργετική σύνοδο, απ’ όπου αμφότεροι έχετε πολλά να κερδίσετε .
ΚΕΝΣΙ, ΙΑΠΩΝΙΑ: Α κι εγώ που νόμιζα ότι είχε βρεθεί επιτέλους ένα κατάλληλο «πα στω» για μάς τους δύο ένας κοινός γεωμετρικός τόπος, όπου πια θα μπορούσαμε ν’ αγγίξουμε ο ένας τον άλλον μετά από τροχιοδρόμηση στους δαιδάλους ενός ατέρμονου λαβύρινθου και εξονυχιστική, εκδορική, ψηκτρική ψαύση ή αγωνιώδη, πυρετική, ψαχουλευτική ψηλάφηση του περίφρακτου αιθαλώδους δεσμωτηρίου μας. Όταν αναφέρθηκες στο αδιέξοδο, όπου υπό την συνοδεία των κομματικών λαμπαδηδρομιών και τον αχό των πολιτικών τυμπανοκρουσιών περιάγονται τα όνειρα των ανίσχυρων ψηφοφόρων, έλεγα πως επιτέλους θα συμφωνήσουμε, αν όχι ως προς τη λύση, τουλάχιστον ως προς τη θέση του προβλήματος , διαπιστώνοντας μια και έξω ότι τα έμπλαστρα, τα γιατροσόφια, τα συναπτικά ράμματα, τα εμβαλωτικά στυπία, οι αγύρτικοι τυχοδιωκτισμοί και τα άστοχα συνερανίσματα τεμαχίων ιδεολογίας η εφηρμοσμένης οικονομικής, που καλύπτουν ανεπαρκώς τις γυμνές σάρκες των ανευθυνολόγων του μπαλκονιού, των πανάθλιων επαγγελματιών της κενόσοφης και κοινότοπης καλλιλογίας, έχουν οριστικά απολέσει την έξωθεν καλή μαρτυρία.
Ήλπιζα ότι η οργή σου κατά των συγχρόνων οργανωμένων παρατάξεων, αυτών των τραγελαφικών μπαλωμάτων του δημοσίου βίου, θα σε οδηγούσε να προτείνεις την κατάργηση και αντικατάστασή τους από μία παλλαϊκή και πανεθνική ενωτική κίνηση διευθυνόμενη από αγέρωχους, χαλκέντερους, σιδεροκέφαλους, αειθαλείς ηγέτες, που προωθήθηκαν στην κορυφή ύστερα από αγώνα και επικύρωση των εμπνευσμένων σχεδίων τους από τη πιο υγιή μερίδα του πληθυσμού (Αλήθεια, όπως και στον άνθρωπο οι τάσεις συγκρούονται και τελικά κυριαρχεί η πιο ισχυρή, έτσι δεν θα ‘πρεπε και στην κοινωνία να υπερισχύει η γνώμη των δυνατοτέρων;). Βλέπω όμως ότι δεν τόλμησες να φθάσεις ως την ακρότατη συνέπεια των σκέψεων σου, δηλαδή την έκφραση δυσπιστίας και μομφής κατά των κομμάτων , αλλά ζητάς τάχα να αναβαπτίσεις την έννοια τους στις αρχαιοελληνικές πηγές ως σύνολα ομογνωμονούντων ομοθυμούντων ανθρώπων κλπ. Τζίφος φίλε μου! Όχι συμπολιτευόμενοι και αντιφρονούντες, αλλά το ζητούμενο είναι μία στερρή αδιάσπαστη ομοούσια αδιαίρετη ένωση προσώπων, μία συνιστάμενη των αναλισκόμενων σε αντιπαλότητες υλακτούντων κυναρίων, μία σφύζουσα οργανική μονάδα υπερχειλίζουσας ορμής, μία νευρώδης συσπασμένη πυγμή με πέντε προτεταγμένους φονικούς κονδύλους.
ΑΝΤΡΕΙ, ΡΩΣΙΑ: Μα εγώ δεν κατηγόρησα τα κόμματα, επειδή αποκρυσταλλώνουν ποικίλα ιδεολογικά ρεύματα και εκπροσωπούν αντίρροπες πολιτικές απόψεις, τόσες που να κουράζουν τους εγκεφαλικούς νευρώνες των δύσκαμπτων διανοητών σαν και του λόγου σου, που σηκώνονται στα πίσω πόδια, όταν κάτι έγχρωμο καταγραφεί στο μαυρόασπρο οπτικό τους πεδίο και ζητούν να αποκόψουν το μέρος του φάσματος, το μη ανταποκρινόμενο στην αχρωματοψία τους. Αντίθετα προσεύχομαι να υπάρχουν πάντα φορείς αντιπαρατιθέμενων ιδεών, ώστε να αναταράσσονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα τα ντεπόζιτα των υδροκέφαλων. Όμως οι πρεσβευτές αυτοί των διαφόρων αντιλήψεων δεν είναι επιτρεπτό να μεταβάλλονται σε ιδιοκτήτες του χρησιδανεισμένου από την παράδοση ιδεολογικού φορτίου, διότι τότε παύουν – αλίμονο – να διαχειρίζονται την εμπιστευτικά δοσμένη σε αυτούς Κιβωτό της Διαθήκης, το ανεκτίμητο αυτό κειμήλιο και κληρονομικό καταπίστευμα με την πρέπουσα ευλάβεια, την αρμόζουσα σε σεπτή παρακαταθήκη, και αρχίζουν να τη διαλαλούν σαν πραμάτεια, ξεκουφαίνοντας και εκνευρίζοντας τους πάντες. Τότε το πρόγραμμα του εκάστοτε κόμματος από εύπεπτος και εύγευστος χυμός ή οπός αιθέριων ελαίων μετατρέπεται σε καθαρτικό φαρμάκι, σε λιοντερίτσινο ή πουργαμέντο της συμφοράς και δεν καταπίνεται με τίποτα, αλλά τουναντίον εκτοξεύεται απ’ όλους με περισσή βδελυγμία στα πτυελοδοχεία. Από τη στιγμή, που ο καμβάς ανοιξιάτικης ζωγραφικής πλασσάρεται με την ίδια ακαλαίσθητη αγένεια και αντιαισθητική προχειρότητα, μέσω της οποίας εκτίθενται και εξεικονίζονται τα ψιλικά μπιχλιμπίδια ορυόμενου γυρολόγου, χάνει την ελκυστικότητα του, μα πάνω απ’ όλα την πειστικότητα, που απορρέει από τη σφραγίδα της γνησιότητας, καθώς το κακόηχο ουρλιαχτό του πραμματευτή απομακρύνει τον κόσμο ως εκεί που δεν διακρίνεται η όψη και η ποιότητα του εμπορεύματος. Το κοινό θέλει να έχει τη δυνατότητα να πλησιάσει τα εκτιθέμενα, να τα ψαχουλεύσει ή να τα δοκιμάσει, χωρίς προηγουμένως να το προδιαθέτουν και να το προϊδεάζουν οι διάφοροι επιτήδειοι αβανταδόροι.
Για τους λόγους αυτούς η πλύση εγκεφάλου, που υιοθετούν τα κόμματα, αποβαίνει καθ’ ολοκληρία σε βάρος τους. Με τη λυσσώδη προπαγάνδα τους απωθούν σκεπτόμενους ανθρώπους και κερδίζουν μιμούμενους πιθήκους, προσελκύουν οπαδούς και απολλύουν υποστηρικτές – στηρίγματα. Με την κοντόφθαλμη υστεροβουλία τους και την κουτοπόνηρη διάθεσή τους να εξαπατήσουν αντί να πείσουν, αηδιάζουν και αποδιώχνουν τους πεπειραμένους αναζητητές της αλήθειας, που τόσα χρόνια εκτεθειμένοι στην επήρρεια των ιδεών, έχουν μάθει να ξεχωρίζουν το φτιασιδωμένο από το γνήσιο και το μασκαρεμένο από το γυμνό, ενώ από την άλλη μεριά γοητεύουν και προσηλυτίζουν τους άπειρους, τους πρωτάρηδες, τους όποιους εύπιστους, που μέχρι τώρα δεν είχαν την ευκαιρία να περιδιαβάσουν στην αγορά των σκέψεων. Αλλά σαγήνη σημαίνει έκκληση στο ένστικτο κι επομένως μεθοδευμένη παράκαμψη της νόησης, που οδηγεί σε απλή άγρα ατόμων άσχετων με τους οραματισμούς και τους στόχους της παράταξης σε αδιάκριτη στρατολόγηση ετερόκλητων νεοσύλλεκτων. Έτσι εισχωρούν και παρεισφρύουν νεοφώτιστοι – επήλυδες, που δεν έχουν καν αναγνώσει, πόσο μάλλον κατανοήσει και εμπεδώσει το καταστατικό, μονο και μόνο επειδή τούς πρόσφεραν μερικά γλυκά ή καραμέλες ή τούς μετάδωσαν ένα πρωτόγονο αίσθημα ασφάλειας ότι κι αυτοί εντάσσονται κάπου, ότι απολαμβάνουν την προστασία της ομάδας, παρέα μ’ άλλα καρδερινάκια σε ένα ζεστό φιλόξενο κλουβί. Αυτοί οι συρρέοντες πελάτες χειροκροτητές συμπτωματικά ανήκουν σε χρηστιανοδημοκρατικές, φιλελεύθερες, εθνικοσοσιαλιστικές ή κομμουνιστικές ενώσεις, θα μπορούσαν κάλλιστα να κόβουν μόνιμο εισιτήριο στη Ρεάλ Μαδρίτης, τη Σάουθχάμπτον, την Πρέστον, την Κρύσταλ Πάλας ή τη Δυναμό Κιέβου ή, μια και έχουμε και Έλληνες στην παρέα μας, στον Ολυμπιακό.
Όντας ευάλωτοι, όπως όλοι οι οπαδοί ποδοσφαιρικών συλλόγων, χάνουν εύκολα τη πίστη τους, ιδιαίτερα αν η ανταγωνίστρια ομάδα πάρει τρία – τέσσαρα πρωταθλήματα στη σειρά, οπότε παύουν πια να ενδιαφέρονται και σταματούν να πηγαίνουν στο γήπεδο. Όταν πάλι πέσουν οι πρώτες φάπες της αστυνομίας, διαλύουν τα γκρουπούσκουλά τους, πετούν τις σημαίες και τα φλάμπουρα και εξαφανίζονται. Ιδού λοιπόν ότι ο μη συνειδητοποιημένος αγώνας είναι από πριν καταδικασμένος, γιατί είναι άχρηστος. Πες φερ’ ειπείν ότι ένα τσούρμο με την ετικέττα «κομμουνιστές» διοργανώνουν κίνημα και ανατρέπουν το κρατούν καθεστώς ή ότι μία ομήγυρις σφετερίζεται τα σφυροδρέπανα και τα λοιπά εμβλήματα της Διεθνούς, ανερχόμενη εκ των υστέρων στην εξουσία. Τι μεταρρυθμίσεις θα σταθεί ικανή να επιφέρει στην οικονομική δομή της κοινωνίας, αν δεν διαρθρώσει και συγκροτήσει σε ενιαίο πειθαρχημένο σύνολο τις αποσπασματικές, ασυστηματοποίητες προτάσεις της και δεν υπαγάγει τις προθέσεις της ή εναρμονίσει τις ενέργειές της με τις γενικές αρχές του κομμουνισμού; Επομένως η κριτική μου αναφορικά με τα κόμματα απέβλεπε στην διάγνωση, επισήμανση και διατύπωση της αδιαφιλονίκητης αλήθειας πώς ο αγώνας ως έκφραση εδραίας, συνεκτικής και κατασταλαγμένης σκέψης είναι καταξιωμένος, ενώ ως απλή εκτόνωση είναι αλυσιτελής. Όσοι δεν ξέρουν για ποιο λόγο κοπιάζουν, κοπιάζουν απλούστατα …χωρίς λόγο! Η αντίληψη πάλι πως αρκεί να καταλαβαίνουν οι ηγέτες το νόημα της οποιασδήποτε κίνησης, ενώ οι άλλοι δεν χρειάζεται να πολυσκοτίζουν το μυαλουδάκι τους, παρά μονάχα να ακολουθούν περιοριζόμενοι στις προαιρετικές διευκρινίσεις των αρχηγών, στέκει θεωρητικά, μόνο αν δεχθούμε ότι σκοπός της πολιτικής είναι η εγκαθίδρυση φασιστικού συστήματος, όπου ο ένας σκέπτεται, ερμηνεύει τις δικές του σοφίες και μεγαλόθυμα εξηγεί, ενώ οι πάροικοι τον περιστοιχίζουν σαν πρόβατα και τον ακούνε.
Αντίθετα, για την εγκατάσταση και το διορισμό δημοκρατικού καθεστώτος στοιχειώδης προϋπόθεση είναι να στοχάζεται ο καθένας και να συλλογάται ελεύθερα και καλά, να αισθάνεται και να αντιλαμβάνεται με αυτοτέλεια και ανεξαρτησία τις παραμέτρους και συνιστώσες του περιβάλλοντος ξέχωρα και διαφορετικά απ’ τους άλλους. Συνεπώς και για να τελειώνουμε, αν τα κοινωνιστικά – συνεταιριστικά – κοινοπολιτειακά κόμματα (δηλαδή όσα ανοίγουν τους κόλπους τους για να δεχθούν ισότιμα μέλη κι όχι μέτοικους βαρβάρους, που ‘ναι κι αυτοί μία κάποια λύση, ώστε να αποκτήσουν οι αρχομανείς πειθήνιους και άβουλους αυλικούς) ενδιαφέρονται να διεκπεραιώσουν και να εκτελέσουν τα στρατηγήματά τους, πρέπει να στηρίζονται σε δραστικούς καταλύτες – φορτισμένους ηλεκτραγωγούς, περίφροντεις διακόνους, ευρηματικούς φροντιστές και επιτήδειους αγορητές, δηλαδή δεινούς θεωρητικούς και ρήτορες, που υιοθετούν τη δείνα ή τάδε γραμμή έπειτα από περισπούδαστη εξαντλητική βάσανο και διαπονηρά διερεύνηση.
Επειδή όμως ο ανταγωνισμός καμιά φορά επιβάλλει την ανάγκη στρατιωτικής οργάνωσης, που παραλύει τη σκέψη και εξοβελίζει κάθε πνευματική ετοιμότητα, είναι απολύτως απαραίτητη η διαρκής εμβάπτιση, αποφρακτική αποφολίδωση και νίψη των κομματικών σχηματισμών στα αναβρύσματα και τους πίδακες των πηγών τους, ώστε να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι. Κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται μόνο με το διάλογο σ’ όλα τα επίπεδα με τους αντιπάλους, τα επίδοξα μέλη και τους ενθουσιώδεις νεοφώτιστους. Μόνο έτσι ακονίζεται και τροχίζεται η οξύτητα και δριμύτητα των ιδεών, καθότι μια παράταξη χρειάζεται περισσότερο κι από μάχιμους οπαδούς να έχει ως αιχμή του δόρατος τα διαυγή και ακατάλυτα φρονήματά της. Μόνο έτσι εξασφαλίζεται ο εμπλουτισμός κι εκσυγχρονισμός των κρίσεων και προτάσεων, ο έλεγχος της αλήθειας των παραγωγικών συλλογισμών και ο εννοιολογικός επαναπροσδιορισμός των ορισμών μιας πολιτικής θεωρίας, καθόσον μάλιστα οι εποχές περνούν και, όσα σεντούκια παραμένουν ερμητικά και για πολύ καιρό ανείδωτα, αραχνιάζουν.
Γι’ αυτό λοιπόν ας έλθουν οι ευλογημένοι νέοι αλλά και οι αμετανόητοι – αγέρωχοι παλίμπαιδες κάθε ηλικίας για να αναστατώσουν και ν’ αμφισβητήσουν τα πάντα, ας επιθέσουν τη δικιά τους απόχρωση στη γκραβούρα των νοημάτων, ας αποφλοιώσουν το κορμό ίσαμε το πυρήνα και γυμνώνοντας τις πιο απόκρυφες σάρκες ας καταβροχθίσουν με βουλιμία το συκώτι του Προμηθέα. Ας κλαδέψουν τους κλώνους, ώστε ν’ αλαφρύνει το δέντρο, ή αν δεν τούς αρέσει, ας το ξεριζώσουν πατόκορφα. Έτσι κι αλλιώς τι επιβιώνει, αν δεν το στηρίξουν, δεν το ενστερνιστούν και δεν το περιβάλλουν με αγάπη τα μειράκια κι οι νεανίσκοι, δεν το ενσωματώσουν στα πρότυπα και υποδείγματα συμπεριφοράς τους από νεογνοί ή νεοσσοί οι εσόμενοι πολλώ κάρονες παίδες; Ή μήπως έχει νόημα να κρυφτεί κανείς από τη νιότη, αφού έτσι παραδέχεται τα ίδια του τα γηρατειά και τον επικείμενο θάνατο;
Ναι, ξέρω ότι ο σοσιαλισμός που ευαγγελίζω δεν είναι εκείνος που εφαρμόστηκε, αποβαίνει πιο δημοκρατικός, γιατί δεν δέχεται πολιτικά καθορισμένες απαρτίες επί συνόλου εγγεγραμένων ή ταμειακώς τακτοποιημένων, αλλά γνήσιες αριθμητικές πλειοψηφίες με βάση τον όγκο του λαού και το ύψος του πληθυσμού, πιο φιλελεύθερος γιατί υποστηρίζει την πολυγνωμία, ισηγορία, ισονομία και ισοπολιτεία, πιο ανθρώπινος γιατί αντί του απέραντου, καταθλιπτικού κράτους πρεσβεύει τη μικρή, νομοθετική και διοικητική περιφέρεια στα μέτρα του πολίτη, ακόμη και πιο …σοσιαλιστικός γιατί τη ψυχρή κρατική πανιδιοκτησία καταμερίζει σε συνοικιακές κοινότητες αγαθών, ώστε ο μέτοχος και κοινωνός να αισθάνεται εγγύτερα στα δικαιώματά του. Και βέβαια πάνω απ’ όλα είναι πολύ πιο δυσχερής στην εφαρμογή, διότι, αντί της συλλογής δυναμικής, ανατρεπτικής, επαναστατικής και άκριτης μειοψηφίας με το βούκινο, προτείνει τη σύμπηξη κατασταλαγμένης και συνειδητής πλειοψηφίας μέσω της επικοινωνίας. Στη θέση της εξέγερσης και της στάσης δίνει στο κατεστημένο μία πολύτιμη ευκαιρία εκφραζόμενη με αμέτρητες προειδοποιήσεις στο πλαίσιο ενός κλιμακούμενου διαλόγου, έτσι ώστε η αντίδραση της βάσης να εξαρτάται από την ανταπόκριση της εξουσίας στα αιτήματά της. Η δική μου κοσμοπλημμύρα και λαοθάλασσα, που ετυμολογείται από τη λέξη «λας» και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω την εκκλησία μου, αυτό το πλήθος τ’ αράθυμο, το δυνατό , τ’ όλο ψυχές γιομάτο, χαλύβδωμένο και σφυρηλατημένο από το μόχθο της εξαρτημένης εργασίας, είναι απειράριθμο, ακαταμέτρητο, αφάνταστα τρανότερο και ισχυρότερο από τους σχοινοτενείς οκτάποδες της εργοδοσίας που προσφέρουν την απασχόληση με το ένα πλοκάμι και τη μαζεύουν με το άλλο. Κι όταν αυτή η διογκούμενη μάζα των μεταρρυθμιστών, προσγειωμένων και ονειροπόλων, διαφωτισθεί, συνασπιστεί, αυξηθεί, πληθυνθεί, αντριωθεί και στερεωθεί εν αρετή, τότε να σάς δω όλους, γεράκια.
ΚΕΝΣΙ, ΙΑΠΩΝΙΑ: Τέτοιες φαρμακερές και δηλητηριώδεις απόψεις καταστρέφουν την ενότητα της εργασίας και εξαρθρώνουν την οργάνωση της οικονομικής μονάδας. Εκεί που οι παραγωγικοί συντελεστές, τα συνδυασμένα εξαρτήματα και παραρτήματα τεχνικού εξοπλισμού, τα ορθολογικά αξιοποιημένα υλικά και μέσα συντονίζονται επιτέλους σε αδιατάραχτη λειτουργία δραστήριας πολύστροφης μηχανής και αναπτύσσουν χωρίς τριβές, παλινδρομήσεις και αρρυθμίες ευεργετικά κερδοφόρα αποτελέσματα, παρεμβαίνουν οι ινστρούχτορες σπέρνοντας καινά δαιμόνια σέ ένα χώρο παρθένο και ευάλωτο στη πονηρία τους, όπως ο όφις απάτησε την Εύα και έφερε στο Παράδεισο διχόνοια, καχυποψία, ανειλικρίνεια και κρυψίνοια . Έτσι η ειρηνική ισορροπία των εργασιακών σχέσεων, που με τόσο κόπο διαμορφώθηκε από την ιστορία, διαταράσσεται ανεπανόρθωτα και επέρχεται η διάβρωση του παράσιτου, που τρωγαλίζει το σπόρο της δημιουργίας πάνω στην ελπιδοφόρα για όλους βλάστησή του. Οι εργάτες ξαστοχούν την ετυμολογία της ονομασίας τους και από εκτελεστές έργου γίνονται φορείς τρόμου, μετατρέπονται σε αιμοδιψείς λυσσαλέους δηκτικούς κύνες, που λιανίζουν με τα καρυοθραυστικά σαγόνια τους το σωλήνα της τροφοδοσίας τους και αποπτύουν με απέραντη αδαημοσύνη και αμάθεια το φύτρο της μελλοντικής ευημερίας τους, την ίδια τη βιοποριστική μέριμνα, ανταλλάσσοντάς την με το υβρίδιο μίας ουτοπιστικής πειναλέας κοινοκτημοσύνης, καταντώντας διαμοιραστές των ιματίων τους και νεκροθάφτες των σαρκίων τους. Γι’αυτό καλά κάνουν στην Ιαπωνία, όπου απεργία σημαίνει απλά να φοράς ένα άσπρο μαντήλι διαμαρτυρίας.
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΕΛΛΑΔΑ: Η πτώση της παραγωγικότητας δεν οφείλεται στην προπαγάνδα των αριστερών κομμάτων, αλλά στη βαθμιαία συνειδητοποίηση της αλήθειας ως επισήμανση του ελλόγιμου στοιχείου, συνεκτικού κέντρου και ακίνητου σημείου, που συγκρατεί με τη βαρύτητά του την περιστρεφόμενη νεφελώδη και αεριώδη πραγματικότητα ως αρμονική στερέωση και συνάρμοση των κομβίων και θηλυκωμάτων ελαττωματικής και άρραφτης ζακέττας ή τέλος ως διάγνωση ότι οι χαρακιές και τα κολλημένα τριχίδια του τοίχου αποτελούν ψευδόποδα γιγαντιαίας έρπουσας αράχνης.
Έστω κι αν παρετυμολογώ ασύστολα, πάντα μού άρεσε να πιστεύω ότι τα δύο συνθετικά της λέξης «αλήθεια» δεν είναι το στερητικό άλφα και η λήθη αλλά το ρήμα «θέω» και το ουσιαστικό «άλως», δηλαδή το γλάκημα, η δρομαία ξέφρενη πορεία προς το φως, που λάμπει τόσο έκπαγλα μέσα στο αγλάϊσμα και την αφθαρσία του, ώστε μόνο οι τυφλοί δεν το θωρούν. Αν όμως βρεθεί κάποιος Ανανίας και ραγίσει ή ξεφλουδίσει τα λέπια της αμάθειας και της συνήθειας από τα μάτια του μπερδεμένου Σαούλ, τότε αυτός συνεγείρεται, αποφολίζεται και αναβλέπει, γενόμενος Παύλος. Το περίλαμπρο, ανέσπερο, εκτυφλωτικό φέγγος, που μόλις και μετά βίας διακρίνεται με σκοπευτική διόπτρα ψυχολόγου μέσα από την κονισαλέα σήτα ενός φραγμένου από ράκη, τρύχη και αναξιοπρεπή αλουσιά του ανθρώπινου υπερεγώ, είναι το ίδιο το διάχυτο πνεύμα, ένας μικρός, ακαταπόνητος, πυρακτωμένος και υπερθερμασμένος φανός μέσα σε σκοτεινό και αόμματο κορμί, που κινεί να κάψει τον περιχυμένο σαν λεπυρώδες όστρακο ή χρωστικό βερνίκι στο στιλπνό υαλοκρύσταλλο του κερατοειδούς καταρράχτη, να διαυγάσει μέσα από τη θολούρα του περιφάκειου, να υποσκελίσει τη ζοφερή αμαύρωση του αποκολλημένου αμφιβληστροειδούς, ώστε να έλθει σε επαφή με τους ομοειδείς, άπλετους και απέραντους αστερισμούς του εξωτερικού κόσμου. Μόνο που καμμιά φορά το σαρκίο μας έχει τόσο σαπίσει, που το ακάματο καντηλέρι βρίσκει αντί ζωογόνο λάδι στυφό δηλητήριο, αργοκίνητο πύον και υδατοδιαλυτή βρωμιά για να σβήσει έτσι οριστικά μα – τι περίεργο – όχι αμετάκλητα. Πάντα υπάρχει ελπίδα να κορώσει και πάλι σαν να αυτοτροφοδοτείται από υποψία ανάφλεξης, από τη ξεχασμένη σπίθα μίας θράκας. Μολονότι ο αλλοτριωμένος οργανισμός τού στερεί κάθε χημική βοήθεια, διακόπτει βάναυσα τη χορήγηση καύσιμης ύλης και την εκπνευστική λειτουργία του φυσερού για να το εξοντώσει, το σκοτεινό διαμάντι διατηρείται στη ζωή σε λανθάνουσα κατάσταση, σε χειμερία νάρκη συντηρούμενο και υποθαλπόμενο από τον αναλογούντα και περιβάλλοντα χώρο, περιμένοντας ευνοϊκότερες συνθήκες για να ερυθροπυρώσει αύθις και να φουντώσει, όπως το αναστάσιμο κερί ριγά στον αέρα και φαίνεται να αποσβέννυται, μα έρχεται η γαλήνια άπνοια, ή απόκοσμη απανεμιά της θείας νύχτας και φλογίζει τις θρυαλλίδες. Πράγματι, όσο υπάρχει έστω κι ένας θύλακας διαστήματος ως χρηματοκιβώτιο- θησαυροφυλάκιο, λικνιστική κοιτίδα, σινδονικό οθόνιο, ιμάτιο, επενδυτικό περιώμιο, περιαυχενικό χιτώνιο του θερμαντικού λύχνου και πυρακτηρίου της ψυχής εξασφαλίζεται η συσπείρωση της βιοενέργειας γύρω από μια κεντρομόλα άτρακτο πηνισμού, ένα σταθερό σημείο συνεκτικής περιστροφής, αδρανούς κινήσεως και αθανασίας υπό την έννοια της αυτόνομης και αυθύπαρκτης υπόστασης, της Λογικής που απαγκιστρώνεται και απεμπλέκεται από τις νοητικές διεργασίες του δημιουργού της και διαγράφει την ανεξάρτητη πορεία του Απόλυτο και Αντικειμενικού Πνεύματος.
Η ψυχή μας, κύριοι,είναι κοιμώμενη, μα όχι νεκρή. Τη ναρκώνει η έλλειψη ερεθισμάτων από το εξωτερικό στερέωμα, η συντριβή του ερεισίνωτου της διαλεκτικής, τη δηλητηριάζει η φθοροποιά ανάλωση σε ασημαντότητες, η άσκοπη απώλεια ουσίας και η άσωτη διασκόρπιση κι απεμπόληση πολύτιμων ταλέντων, τη χαυνώνει ο ναναριστικός βόμβος της κοινωνίας μας, η ύπουλη υπνωτική επίδραση της συνήθειας και εθιμοτυπικής επανάληψης, η επιρροή μιας παιδείας τεχνοκρατικής, εξειδικευμένης, αφόρητα λεπτομερειακής, ελάχιστα εποπτικής, απάνθρωπης, παραπλανητικής και μάταιης. Στη θέση της εντατικής καλλιέργειας ενδιαφερόντων εμφιλοχωρεί ο αυστηρός, παρωπιδικός επαγγελματικός προσανατολισμός. Αντί της δημιουργικής ανάπτυξης πρωτοβουλιών και θαρραλέας ανάληψης ευθυνών ορθώνεται ο αναξιοκρατικός, ατελέσφορος και συσκοτιστικός καταμερισμός εργασίας μέσω αδιαφανών διαδικασιών σε ανεξέλεγκτους ευνοούμενους, που οχυρώνονται πίσω από τα στεγανά και τα οδοφράγματα των δικαιοδοσιών τους ακριβώς για να καλύψουν την πλήρη αναρμοδιότητά τους. Προβαίνει η ευγνωμοσύνη και η εξάρτηση των απρόσοντων διορισμένων και η συναφής προσκόλλησή τους στα θέσφατα των ανωτέρων και τελικά ο ΦΟΒΟΣ ως ύψιστη και μόνη κινητήρια δύναμη της υπηρεσίας ή επιστασίας με άμεση έκφρασή του τη μετάθεση δίκην πίγκ – πογκ ανειλημμένων υποχρεώσεων από τον Άννα στο Καϊάφα, από γραφείο σε γραφείο και εκείθεν εις τις Καλένδες.
Στους αντίποδες της δημοκρατικής επιλογής στόχων και ελαστικής διαμόρφωσης σχέσεων, της πολιτισμένης ισηγορίας και γόνιμης ανταλλαγής γνωμών, της παρρησίας και ελευθεροστομίας στο χώρο της δουλειάς, ώστε ν’ αξιοποιούνται όλες οι προτάσεις και να συμμετέχουν ενεργητικά οι εργαζόμενοι στο αντικείμενο της επιχείρησης, θρονιάζεται και βαυκαλίζεται η απερίγραπτη βλακεία του στιβαρού διευθυντικού δικαιώματος, της ανιαρής ακαταλαβίστικης εγκυκλίου και της χαλύβδινης άκαμπτης και άτεγκτης προσταγής, σαν να μη χρειάζεται κάθε οδηγία ή ορμήνεια προηγούμενη εσωτερίκευση και ερμηνεία και σαν να μην προϋποθέτει η εκτέλεση της τουλάχιστον ένα ποσοστό ενδόμυχης αποδοχής και ενδιάθετης κατάφασης.
Πέραν αυτών ευνουχίζει το πνεύμα η μηχανική υποταγή και η άπειρη δουλικότητα, που εκτείνεται μέχρι και στην ανάπαυση της αργίας και σχόλης. Σαν υποκατάστατο της συζήτησης εφευρέθηκαν τα ραδιοκύματα αναπόφευκτα και αναπόδραστα, μονόδρομα και μονοσήμαντα, που βάλλουν απ’ όλες τις κατευθύνσεις, ρημάζουν τα ωτικά τύμπανα και κωφεύουν ανατριχιαστικά στις κραυγές αντιλογίας ή διαμαρτυρίας. Εικόνες, που τρέχουν ακατάπαυστα στις οθόνες των κινηματογράφων και ερεθίζουν τους βολβούς των ματιών, μουσικές στο διαπασών που ουρλιάζουν εκκωφαντικά στα κέντρα διασκέδασης της νεολαίας, ρεκλάμες που αναβοσβήνουν εκτυφλωτικά σ’ όλη τη διαδρομή ενός απλού περίπατου, κορναρίσματα αυτοκινήτων και σειρήνες μοτοσυκλεττών στη μοναξιά των χιλιομέτρων, όπου ανταγωνίζονται στην επικίνδυνη άγρα κάποιας τεχνητής συγκίνησης οι μελλοντικοί αυτόχειρες, γυμνικοί αγώνες – πυγμαχία και ποδόσφαιρο-, όπου λίγοι παίζουν εξοβελίζοντας τους λοιπούς στο περιθώριο και την παθητικότητα του παραληρούντος κοινού, συνυφαίνουν ένα κενό οπτικοακουστικό αδιέξοδο με κατάληξη το ανήμπορο σώριασμα, την κορεσμένη καθήλωση στην αναπηρική καρέκλα του θεατή – παρατηρητή, όπως βολεύει αυτούς που κινούν τα νήματα του κωμικού θιάσου του καραγκιόζη. Διασκέδαση σημαίνει παρακολούθηση, «μάτι», «μπανιστήρι» και λαθραίος αυνανισμός. Για αυτενέργεια ούτε λόγος, παρά μονάχα σαν έλθουν οι Απόκριες το στοργικό σύστημα μέσα στην άπειρη ευσπλαχνία του παραχωρεί στους φασουλήδες και τους αρλεκίνους την άδεια να παριστάνουν σε «ομιλίες» πίσω από μάσκες όσα δεν μπορούν να κάμουν όλο το χρόνο και να εκτονώνονται στον Καρνάβαλο βγάζοντας στη φόρα όλα τα οψώνια των απωθημένων τους, αθυροστομίες, βωμολοχίες, ύβρεις, βλασφημίες και άλλα γεννήματα εχιδνών.
Έτσι ακριβώς ο ταλαίπωρος Βραζιλιάνος του Ρίο Ιανέϊρο (φερ’ ειπείν) , ο εγκλωβισμένος για αόριστο χρόνο στην ευρύχωρη – εκτάσεως οκτώμισυ εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων – φυλακή του Ζετούλιο Βάργκας παλαιότερα και του Λούλα αργότερα, που παρά την εντυπωσιακή απλωσιά της δεν μπορεί να μεταδώσει στους κρατουμένους τη ψευδαίσθηση της ελευθερίας, ή ο τάλας Έλληνας , ο πάντα ευκολοπίστευτος και πάντα προδομένος, ο εξ ορισμού αδικημένος από τον Παπανδρέου Β’ και Καραμανλή Α’ παλαιότερα και οψέποτε από τον Παπανδρέου Γ’ και Καραμανλή Β’, αυτός ο ανεκδιήγητος και αξιοθρήνητος και φυματώδης ραγιάς και γραικύλος, ο συγκρατούμενος και ηνιοχούμενος από τ’ αόρατα γκέμια της εξουσίας, καθοδηγούμενος από τις παρωπίδες της απαιδευσίας, αμουσίας και καλλιεργούμενης άγνοιας, τρεφόμενος από τα κενά ρήματα και τον κοπανιστό αέρα του εθνικισμού, ασχολούμενος με την ανακύκλωση των ψυχικών του λυμάτων και την εισπνοή των δυσωδών απωθημένων του, βαυκαλιζόμενος με την απόδοση των σφαλμάτων του σε απροσδιόριστους φανταστικούς εχθρούς, κακόβλαστος, κακομούτσουνος και κατσιασμένος μιγάς περιμένει πώς και πώς τη διονυσιακή κατάσταση των αμνοεριφίων (γιδοπροβάτων) του Καρναβαλιού για να χαυνωθεί και να μπολιαστεί με τον ορρό της αποκτήνωσης, να χορέψει σάμπα και ρούμπα ή συρτάκι μέχρι αναισθησίας μετά των ομοφύλων του, να πασαλειφτεί με ζουμιά φαγητών και εκκρίσεις ανθρωπίνων σωμάτων στο όνομα κάποιας υποτιθέμενης διασκέδασης, ο τρόπος, ο χώρος και ο χρόνος της οποίας έχει βέβαια εκ των προτέρων καθοριστεί από άλλους μεγάλαυχους και κομπαστές θεωρητικούς, που επιφυλάσσονται να καταρτίζουν ως και το ημερήσιο πρόγραμμα αφοδεύσεων των πολιτών, χωρίς να συνειδητοποιεί αλίμονο ότι το τόσο αχαλίνωτο, φρενιτιώδες και ακραίο ξέσπασμά του είναι απόρροια της στερητικής και περιοριστικής της ελευθερίας ποινής του, μίας σκλαβιάς τόσο απόλυτης και οργανωμένης, μίας έκτισης και απότισης τόσο αναίσχυντης και ανίερης, ώστε να προβλέπονται από τον κανονισμό της φυλακής τακτές ώρες προσαγωγής – υποβολής των κρατουμένων σε ηλεκτροσόκ ή χρήσεως παραισθησιογόνων. Γιατί τι άλλο είναι τούτες οι θορυβώδεις γιορτές και άφρονες μωρές τελετές, αν όχι τεχνητά μέσα που αποβλέπουν στην οινοφλυγία, έκλυση και παράλυση της βούλησης;
Έτσι λοιπόν οι επαϊοντες, οι έχοντες γνώσιν φύλακες, οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ κατορθώνουν να ελέγχουν μέσω του μηχανισμού των κινητών και ακινήτων εορτών τους , περιχύνοντας με πρωκτικό υγρό τους πόρους της νοσηρής ενδοστρέφειας και απομώρανσης των υπηκόων τους, διοχετεύοντας και φυγαδεύοντας την καταπιεσμένη ενέργειά τους στο κενό μέσα από καλά μελετημένες βαλβίδες ασφαλείας και αποσυμφορητικούς αγωγούς βιαίας εκτόνωσης, για να μην υπάρξουν δυσάρεστα απρόοπτα από το αλυσοδεμένο θυμοειδές των εργαζομένων. Κυρίως αποφεύγεται με επιμέλεια από τους κρατούντες η ισομερής κατανομή εργασίας και σχόλης, η ισορροπία τους σε ημερήσια και εβδομαδιαία βάση και πάνω απ’ όλα η εναλλαγή τους, η διαλεκτική τους αλληλεξάρτηση, η αρμονική συγχώνευση και σφυρηλάτησή τους. Ο προστατευτικός κηδεμονικός και καταθλιπτικός προγραμματισμός των διαδικασιών της απασχόλησης επιφέρει με την πάροδο του χρόνου την τεναγώδη και λυμφατική αυτοματοποίηση του εργαζόμενου και την ένταξη της δραστηριότητάς του σε κατώτατο συνειδησιακό επίπεδο ως μηχανικής ιδεοκινητικής πράξης αρμόζουσας και προσιδιάζουσας σε ρομπότ. Αντιθέτως η συμπόρευση και συντονιστική ευθυγράμμιση της κάθ’ ημέραν ασχολίας με τα τυχόν ενδιαφέροντα ή τις ενδιάθετες κλίσεις και τάσεις των φορέων της, η προσαρμογή της στις ιδιομορφίες της προσωπικότητας, τα γούστα και τις ορέξεις των εργατοϋπαλλήλων, η σύζευξή της με το πνευματικό δυναμικό των εκμισθωτών εργασίας έχει σαν αποτέλεσμα την αντικατάσταση των καταναγκαστικών και ως εκ τούτου καταπονητικών ή σισύφειων έργων από αυτό που συλλήβδην ονομάζουμε «χόμπυ».
Για φαντασθείτε έναν κόσμο, που ο καθένας, αντί να παράγει πανομοιότυπα απρόσωπα τεμάχια, θα σμίλευε αξιοπερίεργα ειδοποιητικά τεχνουργήματα και θα ποριζόταν απ’ αυτό τον άρτο του. Αντί της κουραστικής ρουτίνας θα καταλάμβανε τους πάντες το πάθος της λεπτουργίας, της ευγενούς επεξεργασίας, και καλλιτεχνικής τόρνευσης, το απάνθισμα του εγώ, η διάνοια, θα ξυπνούσε από το λήθαργο και θα ‘ρχιζε να λειτουργεί με πυρετό! Το συγκεντρωτικό κοινόβιο, η ποιμενική στάνη της αγέλης προβάτων με επικεφαλής τον αιπόλο – εντολέα και συντονιστή θα μετατρεπόταν σε αποκεντρωτική κοινωνία σκεπτόμενων, άρα αυτοκαθοριζόμενων, άρα αυτοδύναμων, άρα άναρχων κι ελεύθερων όντων, που δρούν μαζί μόνο με προϋπόθεση την κοινή συναίνεση και τραβούν ξεχωριστό δρόμο, όπου εμφιλοχωρήσει αξεπέραστη διαφωνία.
ΚΕΝΣΙ, ΙΑΠΩΝΙΑ: Με συγχωρείς που γελάω, αλλά είναι φυσικό να εξοκέλλω και να παρεκτρέπομαι σε ιλαρότητα, ευθυμία και χλεύη, όταν ακούω αυτά τα ανεκδιήγητα φληναφήματα και αδόλεσχα μωρολογήματα περί ψυχής. Παραδέξου ότι τούτα τα… κρύσταλλα και τα λαμπόγιαλα, που ονειρεύεσαι σφηνωμένα στο δοξαπατρί του κούτελου, είναι φτηνό υλικό για ώρα του παιδιού ή παραμύθι για νέους σε κατάσταση… ιδιωτείας.
Αντιλαμβάνομαι βέβαια την απόγνωση, που οδηγεί όλους εσάς τους ανθρωπιστές της κακής ώρας στην εφεύρεση τέτοιων εξωφρενικών θεωριών και το σκάρωμα τέτοιων σαθρών παραπηγμάτων. Όσο και να μεγαλοποιήσετε τις επιπτώσεις της περιβαλλοντικής δραστηριότητας πάνω στη διαμόρφωση της προσωπικότητας, δεν μπορείτε να εξηγήσετε τις υφιστάμενες διαφορές μεταξύ των ατόμων, καθόσον μάλιστα αν το πείραμα της αλληλεξαρτώμενης εμπάθειας των μονοζυγωτικών διδύμων καταδείχνει περίτρανα τη σωματική αιτιολογία και επομένως την υποτέλεια και περιττότητα της ψυχής, που στο κάτω – κάτω είναι έννοια αόριστη, αναπόδεικτη και για αυτό ανεπίδεκτη επιστημονικής προσέγγισης, έχουν γίνει και άλλες παρατηρήσεις, όπου άνθρωποι μεγαλωμένοι υπό το φως των ίδιων περιστάσεων και υπό τη σκέπη των ίδιων καιρών αναπτύσουν ανόμοια συμπεριφορά, για να θεμελιωθεί έτσι το ακατάρριπτο πόρισμα ότι ο διαπλαστικός ρόλος του συστήματος αναφοράς, του κειμένου και των συμφραζομένων στη φύση και τη διαγωγή του υποκειμένου σε σύγκριση με την επήρρεια των κληρονομικών, γονιδιακών χαρακτηριστικών θυμίζει την επίδραση, που ασκεί στο παιδί ο δείνα φτωχός συγγενής τρίτου βαθμού εξ αγχιστείας έναντι των καθοριστικών διδαχών και κατευθύνσεων των γεννητόρων.
Έτσι το περιβόητο «σλόγκαν» των μαρξιστών ότι όλοι είναι ίσοι κι όμοιοι τήκεται, διαρρέει και διαχέεται μεγαλοπρεπώς (κάπου χάνει) μαζί με το μύθο ότι η αλλαγή των συνθηκών διαβίωσης συνεπάγεται την αυτόματη ως εκ θαύματος μεταμόρφωση των απανταχού περιπλανώμενων τυχοδιωκτών και λαθροβίωτων βαγαπόντηδων – πλανητών σε κυρίους της καλής κοινωνίας και αριστοκράτες πρώτης διαλογής. Αυτό όμως άγει μοιραία στην παραδοχή ότι οι μίζεροι προλετάριοι έχουν ευθύνη για το κατάντημά τους, καθότι σε τελευταία ανάλυση το επέλεξαν, επειδή αντιλήφθηκαν ότι ως απρόσοντοι, ατάλαντοι και ανεπρόκοποι δεν μπορούσαν να διεκδικήσουν κρείττονα θέση. Προυτίμησαν λοιπόν τη βολική, παρασιτική χαμέρπεια, που αφενός τούς προμηθεύει άκοπα τον επιούσιο άρτο από τα βαλάντια της φιλανθρωπίας και τα ταμεία της κοινωνικής πρόνοιας, αφετέρου τούς απαλλάσσει από τις ποικίλες καταθλιπτικές υποχρεώσεις και τις σύννοες – κατηφείς μέριμνες, που συνεπάγεται η ανάληψη ενός υπεύθυνου και γι’ αυτό περίοπτου αξιώματος, ώστε τελικά να αφήνονται ήσυχοι στην ανακουφιστική τους αδράνεια και ηδονική φυγοπονία και να μην εκτίθενται ανεπανόρθωτα σε πολυπραγμοσύνες υπεράνω των ικανοτήτων τους.
Κι ενώ αβασάνιστα μεταθέτουν ή αναιδώς μετακυλίουν το βάρος τους σε πλάτες άλλων, γαντζωμένοι σαν πτηνά – βαμπίρ στο τραχύ κορμί των σφριγηλών οργανισμών, απορροφώντας το αίμα των υγιών ρωμαλέων σωμάτων, των ιδρωμένων από την πάλη και ακμαίων από την ευεξία, ή μασουλώντας τα θυσιασμένα στην προσπάθεια νεκρά κύτταρα των Κολοσσών, έχουν το θράσος να παραπονιούνται και να ζητούν εξίσωση με τους ξενιστές τους. Όντας μονάχα άχρηστα, βλαβερά κι ανωφελή αγκάθια και τριβόλια, που πνίγουν με ανελέητο σφίξιμο το ωφέλιμο στάρι, βρίσκουν ένα σωρό δικαιολογίες και προφάσεις εν αμαρτίαις ότι τάχα τούς υποσκέλισε ή τούς περιθωριοποίησε το σύστημα και ο καπιταλισμός. Καλύτερα όμως να κάνουν μόκο, γιατί η υπομονή των ακάματων σφυροκόπων σιδηρουργών, των καψαλισμένων κλιβανιστών του οπτόπλινθου, που διαβαίνουν τον πυριφλεγέθοντα ποταμό του αναμμένου κάρβουνου με ακαϊα αναστενάρη, αυτών των σύγχρονων Ατλάντων που κρατάνε τα κεραμίδια της κοινωνίας και την επιστεγάζουν με σοβά και σανίδια, έχει φτάσει στο τέλος της. Ως πότε θ’ ανεχόμαστε τους ψυχωσικούς της στέρησης, τους άθλιους λιλιπούτειους της πείνας να ανεβοκατεβαίνουν στο κορμί μας λαθροδιαιτώμενοι και υπεράγαν παρασιτιζόμενοι και μάλιστα να διαμαρτύρονται ανερυθριάστως ότι δεν… διάγουν καλώς; Δεν ξέρουν λοιπόν ότι η προσκολλητική συμβίωση και απομύζηση των σφριγηλών οργανισμών είναι αναγκαστικά άνευρη, ουδέτερη, παρασυμπαθητική φυτοζωή; Αιδώς Αργείοι! Αν μού ζητούσαν τη γνώμη μου, θα τούς συμβούλευα αντί να προσελκύουν την προσοχή με υστερισμούς και φωνασκίες να τηρούν αιδήμονα σιωπή και να προσπαθούν να διαλανθάνουν τον εντοπισμό και την παρατήρηση με τη μεγίστη δυνατή διακριτικότητα.
Πράγματι αυτή η αλυσίδα απαιτήσεων του άχρηστου όχλου απέναντι στους στυλοβάτες της κοινωνίας πρέπει να σταματήσει. Με ποιό δικαίωμα φερ’ ειπείν επιμένουν οι λαοί, που ουδέν ακούουν από την προσεγγίζουσα μυστική έλευση των μελλουμένων, να τηρούνται ενήμεροι ή να επεμβαίνουν με τους νόμους της ψευτοδημοκρατίας, μα στην ουσία με τα μπακαλόχαρτα της ισοπεδωτικής και χαώδους οχλοκρατίας, σε ό, τι αφορά τις δραστηριότητες και τα έργα των επιστημόνων; Όταν δούλευα στην Οσάκα, είχα στη κυριολεξία απαυδήσει από τις ενοχλητικές και φορτικές παρεμβάσεις των αδαών κι ακάτεχων, είχα εξαντληθεί να διαφωτίζω διαρκώς τους σκοταδιστές και να απαντώ σε καχύποπτες και αυθάδεις ερωτήσεις ασχέτων σχετικά με τις ανακαλύψεις μου. Τα ίδια και χειρότερα αντιμετώπιζαν οι συνάδελφοί μου, που ασχολούνταν με την ιατρική, τη χημεία, τη βιολογία και ανθρωπολογία. Δεν τολμούσαν να εφεύρουν ή να δοκιμάσουν ένα δραστικό, μεθυστικό, κεντριστικό, οργιαστικό, αναζωογονητικό και ελιξηριακό ορρό ή μία ρηξικέλευθη, επαναστατική και βολιδοσκοπική ψυχολογική μέθοδο, διότι άμέσως θα καλούνταν να δώσουν αναφορά για τα πειράματά τους στους καρεκλοπόδαρους της δημοσιοϋπαλληλίας, τους ουρανοκατέβατους εγκάθετους των διοικητικών ελέγχων, τους Κέρβερους των υπουργείων, που ασκούν εποπτεία και διεξάγουν ανακρίσεις και ένορκες εξετάσεις, την επιτροπή ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την εταιρεία προστασίας ζώων και κύριος οίδε σε ποιον άλλο διάβολο. Μα εθελοτυφλούν οι άνθρωποι αυτοί ή καμώνονται πως δεν καταλαβαίνουν πως η γνώση προέρχεται από την ερευνητική δράση, την ενθουσιαστική πράξη, την πειραστική διαπονηρά βάσανο, την εγκάρδια και οικεία εμπειρία, που ψαχουλεύει τα σπλάχνα και τη σπάλα της φύσης ως αρχαία ιεροσκοπία – οιωνοσκοπία και επομένως εμπεριέχει την έννοια της θυσίας; Αν οι αρχαίοι μάντεις κατά τη «μαγική» περίοδο του γένους δεν δίσταζαν να προβούν σε εκατόμβες και τελετουργικές ανθρωποσφαγές στο αφελές αλλά μεγαλόπνοο εγχείρημά τους να προβλέψουν το μέλλον, ώστε να μειώσουν δια κατάλληλης προπαρασκευής τις δυσάρεστες επιπτώσεις του, πόσο μάλλον αξίζει να προβαίνουν σε θυσίες οι διάδοχοι των χρησμηγόρων ή χρησμοδοτών , δηλαδή οι επιστήμονες, που είναι σε θέση όχι απλώς να διαγνώσουν, αλλά και να χαράξουν μία διαχρονική προοπτική με την προαναγγελμένη κατάργηση του τυχαίου και να παρέξουν έτσι τη δυνατότητα επηρεασμού και καταμερισμού του κοινού κινδύνου προς όφελος των μελών της κοινωνίας. Μ’ άλλα λόγια βρισκόμαστε μπροστά σε μια περίπτωση σταθμίσεως ποσοτήτων, συγκρούσεως συμφερόντων. Τι μετράει περισσότερο; Η ζωή μερικών πειραματόζωων ή ινδικών χοιριδίων, ορισμένων άθλιων καταδίκων πανομοιότυπων με τον όχλο που τους ξέβρασε, ή η επιβίωση και ευζωία των «ειδικών», των «ιδιαίτερων» προσωπικοτήτων, που στελεχώνουν τα ανώτατα και πιο ευγενή κοινωνικά στρώματα;
Είναι λοιπόν ολότελα αντίθετο και προς το ατομικό και το συλλογικό συμφέρον να δένει η ανήξερη πλειοψηφία τους επαϊοντες επιστήμονες πισθάγκωνα και χειροπόδαρα με νομοπαρασκευαστικούς και νομοτελεστικούς ερασιτεχνισμούς, σχολαστικά κι ατελέσφορα εκτελεστικά διατάγματα, πολυδαίδαλες και ανιαρές κανονιστικές πράξεις. Αλλά έτσι όπως έχουμε καταντήσει, δεν τολμά κανείς ούτε λιγάκι να ξύσει τη μόστρα της υστερόβουλης, γλοιώδους, δουλικής , κακομοίρικης ηθικής, που γνέθει πισώπλατα τις μηχανορραφικές της συνομωσίες, και χαρακτηρίζεται αυτομάτως «τρελλός επιστήμονας» δίκην Φρανκενστάϊν ή δόκτορας Τζέκυλ. Αλλά μην ανησυχείς γιατί τάχιστα έρχεται το τέλος αυτών των μιαρών σκαθαριών, ερπετών και ζωϋφίων, αυτού του συρφετού και συνοθυλεύματος των καταραμένων σιχαμάτων, τούτης της αυτοκρατορίας της αθλιότητας που εσύ και οι όμοιοί σου πασχίζετε να εδραιώσετε. Ήδη όλες οι θεωρίες σας, που μοχθούν να συνταιριάξουν τα ασυμβίβαστα και να εξισώσουν τα ψωραλέα δίποδα με τους μυθολογικούς Τιτάνες, διαρρηγνύονται και διασκορπίζονται ως πομφόλυγες. Για να πολεμήσετε τις φυλετικές διακρίσεις αποθεώσατε το ρόλο του περιβάλλοντος, της επιφανειακής στοιβάδας του συμβεβηκότος, μεταθέτοντας εκεί το αίτιο της κατάντιας των απανταχού υπανθρώπων. Παραβλέψατε έντεχνα ότι το οικοσύστημα δεν υφίσταται αυθύπαρκτο, αλλά έχουμε όλοι ευθύνη για το σχηματισμό του, αφού καθημερινά αφηγούμαστε με το λόγο τις ερμηνευτικές συντεταγμένες του, ώστε τελικά εμείς είμαστε που συγκροτούμε τη συνοχή του και διαπλάθουμε τη δομή του. Στην εξάντληση των δυνατοτήτων της γλώσσας, στα όρια των μέσων έκφρασης, όπου καραδοκεί το ανείπωτο, το άρρητο, το άφατο, το άδηλο και απρόφερτο, κατακρημνίζονται τα σκηνικά της φύσης και εμφανίζεται ένα απύθμενο χάσκον κενό. Αγνοήσατε συστηματικά ότι, όπως ο γονότυπος προσδιορίζει την εξωτερική μορφή του ανθρώπου, έτσι σμιλεύει και την εσωτερική. Διαδώσατε το ψεύδος της ύπαρξης του συνειδότος και της κοινής διάρθρωσής του σε νόμους λογικής, παραδεχόμενοι μεν ότι ο εγκέφαλος είναι μία χοάνη αναμοχλεύσεως ορμονών, ο συνδυασμός των οποίων είναι ολότελα πρόσκαιρος, αλλά αποδίδοντας στη κωμική τούτη ομελέτα του κιλού, την παραγεμισμένη από καθετηριακά υγρά παραληρημάτων, λυμφατικά αγγεία και κακοήθη καρκινώματα, αυτοτέλεια απέναντι στα συμπτωματικά ερεθίσματα , που εισπορεύονται στον οργανισμό μέσω νευρικών κυττάρων από την επικράτεια του φαινομένου. Παραπέμποντας σε ένα ανεξιχνίαστο και αδιάφορο για μάς εσωτερικό κόσμο, αρνηθήκατε ότι η μεγαλύτερη ανακάλυψη, που έχετε να κάνετε είναι η ίδια σας η επιδερμίδα, ότι ο Τούρκος έχει ίδιο χρώμα με τους συμπατριώτες του όπως και ο Σκανδιναυός με τους δικούς του, και πως, αν ο Σομαλός μετακομίσει στη Σουηδία, ουδέποτε πάντως θ’ αποβάλει τη στιλπνή μελαψή σημιτική χροιά του, για να επαληθευθεί η λαϊκή ρήση ότι τον αράπη κι αν τον σμήχεις, τα πλυστικά και τα καθαριστικά σου χάνεις. Το μαύρο εβένινο τομάρι της πίσσας και του κατραμιού δεν είναι χυμένη τέμπερα ή λαδομπογιά από πινέλο κάποιου άγνωστου ζωγράφου, αλλά η κατοπτρική αντανάκλαση, η γυμνή κρυστάλλινη απεικόνιση της ερεθισμένης και ενισχυμένης μελανίνης, που εκ φύσεως, αναλλοίωτα και αμετάκλητα εμπεριέχεται στο δέρμα των τέκνων της Άγαρ, όπως και ο λόγος δεν είναι προϊόν φυσιολογίας ή ψυχολογίας, αλλά αυτόνομο και αυτοπρογραμματιζόμενο κείμενο, που τεύχει, στοιχειοθετεί, βιβλιοδετεί και εκδίδει τα πολυσέλιδα σενάρια της ζωής, τα ημερολόγια με τις ειδούς και τις καλένδες των αλληλοδιάδοχων ρωμαϊκών μηνών. Πρέπει επιτέλους να εγκολπωθούμε και να εξοικειωθούμε με την ιδέα μιας διαυγούς και σαφούς σημειωτικής παιδείας του αφρού και της επιφάνειας απορρίπτοντας τις άκαρπες ψευτοκουλτουριάρικες σημειολογίες του βάθους, ώστε να αντιληφθούμε το κάθε ιχνηλατικό σημάδι της εξερευνητικής μας πορείας ως έδρα ορατού στερεομετρικού και στερεοσκοπικού συστήματος, όχι ως σύμβολο κύριος οίδε ποιας σκοτεινής και υποχθόνιας οντότητας που κατοικεί σε λαγούμια και υπονόμους.
Υπάρχουν λοιπόν έτσι απλά λαοί θαρραλέοι, εύστροφοι, ανθεκτικοί, οξυδερκείς και άλλοι φυγόπονοι διστακτικοί, αδύναμοι, έθνη προορισμένα ν’ αγωνίζονται και να παράγουν και άλλα σταλμένα από το διάολο για να τροχοπεδούν τη πρόοδο. Και είναι δίδαγμα κοινής πείρας πως, όσο και να βελτιωθούν οι συνθήκες, ο αράπης δεν θα πετάξει ποτέ το πετσί του, ο κίτρινος δεν θα βουλώσει τη σχισμή του ματιού του, ο εβραίος δεν θα αποτάξει στον αιώνα τον άπαντα τη πονηρία του και ο μπολσεβίκος θα ‘ναι πάντα μια αρκούδα σηκωμένη στα δυο της πόδια για να ρουφήξει το ξένο μέλι. Κι επειδή βέβαια μπροστά στην κοινή -κοινότατη λογική, που υπαγορεύουν τα αδιαμφισβήτητα, ατράνταχτα φαινόμενα ως αδιάψευστα τεκμήρια του εμφανούς και του πασίδηλου, τα δικά σας επιστημονικοφανή μα στην ουσία αυθαίρετα, χαοτικά και ισοπεδωτικά επιχειρήματα ωχριούν και καταρρέουν πανηγυρικά, καταφεύγετε στη μεταφυσική και το μυστικισμό για να βρείτε αποκούμπι, ώστε να συνεχίσετε τις αναπόδεικτες, ανυπόστατες κι αθεμελίωτες εικασίες και εικοτολογίες σας. Μέχρι και το Χριστιανισμό επικαλείστε, ως και τον ιδεαλισμό νεκρανασταίνετε, που πάνω απ’ όλα μισείτε, προκειμένου να υπερασπισθείτε τις ψευδολογίες σας. Θυμίζετε τον Λένιν, που ‘λεγε πως θα κοιμηθεί μέχρι και με το διάολο για να σώσει την επανάσταση. Έτσι τώρα μού βρήκατε πως όλοι οι άνθρωποι έχουν ψυχή για να θολώσετε τα νερά εισάγοντας ένα τρίτο νεφελώδη παράγοντα στο ήδη περαιωμένο, στεγασμένο και αύταρκες σύστημα του αποκλειομένου τρίτου. Ανάμεσα στις δεκτικές επιστημονικών μετρήσεων περιβαλλοντικές και γονοτυπικές συνιστώσες, που με μαθηματική ακρίβεια και πιστότητα συναρτησιακής αντιστοιχίας προβαίνουν ως τα δύο ικανά και αναγκαία γενεσιουργά αίτια της ιδιοσυγκρασίας και της διάπλασης του χαρακτήρα, ρίχνετε ένα λεκέ από μελάνι, κατεβάζετε με σχοινί ένα καλάθι απορριμάτων γεμάτο θρησκόληπτα και υποκειμενικοϊδεαλιστικά μπακαλοτέφτερα, τόσο λιγδερά, ώστε να στάζουν από πάνω τους τα σπορέλαια του έμπορα και να σπιλώνουν τη λαμπρή άψογη γραφική παράσταση. Έτσι ισχυρίζεστε ότι οι φυλές είναι εφεύρεση της ιδεολογίας του φασισμού, ανεπίτρεπτη κατάτμηση και αυθαίρετη διάσπαση μίας ωκεάνειας, σαργάσσειας- θαλάσσιας, παγκόσμιας, κοινής και απαράλλακτης για όλους ψυχής και επομένως η κατάταξη ή ταξινόμηση των ανθρώπων σε θηλαστικά και ωοτόκα, σπονδυλωτά και μαλάκια, σε καυκάσειους αγγέλους ή μαύρες Αφροδίτες δεν έχει κανένα νόημα, ενώ ο κάθε απροκατάληπτος μάρτυρας μπορεί να βεβαιώσει ότι η όλη ιστορία αποδεικνύεται συνουσιακή και επιβητορική άθληση, λυσσώδης τεκνοποιϊα και εντατική πανσπερμία σε ρυθμούς … κονικλοπαραγωγής για την πληθυσμιακή αύξηση του γένους και την επίτευξη ευγενούς φυλετικής συγγένειας ως λεπτής ισορροπίας μεταξύ ανίερης αιμομιξίας από τη μία και χυδαίας μιγαδικής επιμιξίας από την άλλη. Μ’ αυτό τον τρόπο, αρνούμενοι τη δυσμενή εγγραφή σας στα μαύρα κατάστιχα ή το περιθώριο του εκτυλισσόμενου κύλινδρου της Μοίρας, το θλιβερό ρόλο σας στο αδυσώπητο σοφόκλειο εκκύκλημα της αέναης διαμάχης των εθνών για επιβίωση και κυριαρχία, κάθε είδους εμπλοκή σας στη στυγνή μίξη στημόνων και καλύκων, γύρης και σεπάλων, φαλλών και αιδοίων, που τόσο σάς φοβίζει, μεταφέρετε τις συγκρούσεις σε ένα τελείως διαφορετικό επίπεδο, όπου αντιτίθενται τουρλού – τουρλού μεμονωμένα άτομα και κοινωνικές ομάδες σ’ ένα άνευ προηγουμένου κομφούζιο, όπου οι προσωπικές ίντριγκες συναγωνίζονται τις ταξικές και τελικά όλα καταλήγουν σ’ ένα απιθάνων διαστάσεων χάος, που τόσο βέβαια σάς ευνοεί, εσάς τους παρασιτικούς καιροσκόπους και καταχθόνιους ανατροπείς των πάντων, για να αποπροσανατολίζετε την κοινή γνώμη από την υποβολιμιαία τυφλοποντική σας δραστηριότητα. Είναι τούτος ο μύθος της ακάθαρτης ρυπαρής ψυχής, αποδιδόμενης κατά προτίμηση στους αντιπάλους, που όμως εξαγνίζεται και προβιβάζεται σε απρόσμικτη, αμιγή κι ανόθευτη, εφόσον καθίσταται ακίνδυνη και παύει να μάς ενοχλεί, η πιο επιδέξια και σίγουρη μέθοδος για να υπονομευθούν και να εξουδετερωθούν τα αδούλωτα ανυπόστολα φρονήματα.
ΝΤΟΝΑΛΝΤ, Η.Π.ΑΜΕΡΙΚΗΣ: Ω φτάνει πια το χορτάσαμε αυτό το χιλιοειπωμένο παραμύθι, που μάς πιπιλίζουν όλοι οι κατα φαντασία γονείς και κηδεμόνες της ανθρωπότητας. Αφού κόψουν με το βλέμμα την αφεντομουτσουνάρα τους στο καθρέφτη, διακρίνουν -και φυσικό είναι- κάποιο χαρακτηριστικό που μόνο αυτοί ή και ωρισμένοι ομογάλακτοι του ιδίου φυράματος διαθέτουν σε αντίθεση με τους άλλους. Τότε ο Άρειος λέει: Κοιτάξτε με που ‘μαι ψηλός σαν κυπαρισσόδεντρο, ξανθός και γαλανός με πράσινα μάτια και… μπλέ βλεφαρίδες. Πρέπει λοιπόν να με υπακούετε και να με υπουργείτε, να κανοναρχείτε και να κρατάτε το ίσο με τη καλλικέλαδη φωνή σας στο δοξαστικό και υμνητικό τροπάριο , που άδω προς βαυκαλισμό του εαυτού μου, ώστε να μπορώ να αποσύρομαι απερίσπαστος και αμέριμνος στο καμαρίνι του καλλιτέχνη και να καμαρώνω στο τραπέζι των αναζωογονητικών, μαλακτικών καλλυντικών χωρίς βιοποριστικές έγνοιες ή οχληρό, πνιγηρό βάρος καλλιέργειας δημοσίων σχέσεων. Απλώνω την αρίδα μου να μού τη ξύσετε κι εγώ αποθαυμάζω το τέλειο και φεγγαρόλουστο προσωπό μου στα νερά της λίμνης, όπως ο Νάρκισσος πριν τον αφομοιώσει και τον απορροφήσει η Σαλμακίδα. Μία δεύτερη κατηγορία, που ίσως υπολείπεται σε ομορφιά αλλά δεν υστερεί σε ξετσιπωσιά, ανασύρει και τονίζει εσωτερικά χαρίσματα, που τής δίνουν τάχα μου το δικαίωμα να κυβερνάει τους υπολοίπους: Ακούγεται φερ’ ειπείν ότι εγώ μπορεί να είμαι άσχημος σαν τον Κουασιμόδο, αλλά έχω ένδοξα γονίδια ή ότι ανήκω στην πιο παλαιά οικογένεια του χωριού. Ο παππούς μου ήταν ο Αϊστάϊν και ο προπάππος μου αυτός ο τύπος που ‘λεγε ότι σκέφτεται, άρα υπάρχει. Άλλοι πάλι εξίσου παλαβοί κουνάνε επιδεικτικά τα μούσκλια τους και μάς λένε: Φουκαράδες Γραικοί κοιτάτε τι χοντρά που ‘ναι τα ποντίκια μας, τι γυμνασμένα και γυαλιστερά, ασήκωτα σαν Συμπληγάδες πέτρες είναι τα μυώδη μας στήθη, έτσι και κάνουμε πλακοβύζι, σάς λιώσαμε. Δεν έχετε ελπίδα απέναντί μας καχεκτικά και μισοκάρικα ανθρωπάκια, χρίστε μας αρχηγούς να γλυτώσετε τις φάπες. Τέλος, μασόνοι και ελευθεροτέκτονες σαν και του λόγου σου, έχετε την αξίωση να μάς εντέλλεσθε, επειδή είστε επιστήμονες, λες και αξίζει να πουλήσουμε τη ζωή μας για να μάς δώσετε κάνα δράμι απ’ τη σοφία σας.
Αυτό το «επειδή είμαι πορτοκαλί με κόκκινα μάτια και πράσινες βούλες στα μάγουλα, δια ταύτα αποφασίζω και διατάσσω» δεν πρόκειται να το δεχτούν οι άνθρωποι ποτέ, ούτε να το στέρξουν. Η διαφορά δεν θα γίνει ποτέ δικαιολογία για κυριαρχία. Κατά την ίδια λογική μπορώ κι εγώ να απαιτήσω την ανάληψη της ηγεσίας, διότι έχω τρεις τραπεζίτες και ένα σκυλόδοντο, ενώ εσείς περισσότερα ή λιγότερα. Πάρτε το χαμπάρι βρέ, μέχρι και τα μογγολικά, οι κρετίνοι και οι τρόφιμοι των τρελλοκομείων θα επαναστατήσουν και θα ζητήσουν ευθύνες, εφόσον δεν τούς παρέχεται κατατοπιστική ενημέρωση σύμφωνα με τους ιατρικούς κανόνες κατά την υποβολή τους σε θεραπεία. Καμιά ολιγαρχία οποιουδήποτε χρώματος – ή χρήματος – δεν θα περάσει.
Μόνο η δημοκρατία ως αναρχία είναι κοντά στη φύση του ανθρώπου, γιατί σέβεται τον καθένα σαν προσωπικότητα και για τούτο εισφέρει την πρόταση και την πειθώ στη θέση της επιβολής και της αδιαμαρτύρητης υπακοής. Προβάλλει δικαιωματικά τόσο στην πολιτική – αστική της μορφή όσο και στην κοινωνική – οικονομική της διάσταση, που δεν έρχεται «καταργήσαι αλλά πληρώσαι» τα ήδη κεκτημένα, ως ο μόνος τρόπος, όχι για να διοικηθεί, αλλά πρώτιστα για να υπάρξει κοινοβιακή διαβίωση και συμβίωση. Αν, κύριοι, οι επιλογές περί του πρακτέου διαμορφώνονται δίχως ομόνοια, ομογνωσύνη ή τουλάχιστον ευρεία συναίνεση, προτιμότερη είναι η επιστροφή στη ζούγκλα. Προκειμένου να μονοπωλεί κάποιος τη πρωτοκαθεδρία, εγώ, που δεν αναγνωρίζω σε κανένα ούτε πρωτοτόκια ούτε πρωτεία, καταγγέλλω το κοινωνικό συμβόλαιο, βγάζω από τη ναφθαλίνη τη κυνηγετική μου σφεντόνα ή μάλλον το «κολτ» του Φαρ Ουέστ και ξαναπαίρνω τον γνώριμο δρόμο για τα βουνά.
Αλίμονο όμως σεις οι τεχνοκράτες του κερατά, οι εξελιγμένοι διάβολοι της τεχνολογίας (ψάχνουμε πάντα για εχθρό) δεν σκαμπάζετε γρυ απ’ όλα αυτά, γιατί δεν έχετε ποτέ διαλογιστεί – ενδοσκοπηθεί – αυτοσυγκεντρωθεί κάποιο ρομαντικό ηλιοβασίλεμα με τριαντάφυλλο και φούξια, παστέλ και φλούο, έχοντας τα μισόκλειστα μάτια στραμμένα στο κέντρο της μύτης, στα μισά του δρόμου του ταό για να καταλάβετε τη συμμετρική και υπέρτατα αρμονική λογική – το λόγο του Ευαγγελιστή – που διέπει τη Δημιουργία. Σάς έχει φάει ο άκρατος εμπειρισμός, αυτό το έκτρωμα ημών των Αγγλοσαξόνων, και οι ξερές ανόητες ανώφελες διαπιστώσεις σας, τις οποίες έχετε το θράσος να αποκαλείτε επιστήμη. Αλλά επιστήμη δεν είναι ένα δεικτικό νεύμα του λιχανού προς το ορατό και το πασίδηλο που όλοι βλέπουν (στραβοί είναι;) ή ένα συναξάρι πανθομολογούμενων κοινοτοπιών, μον’ είναι η εύρεση της αιτίας, που πέραν της παρατήρησης και του πειράματος προσεγγίζεται με την άληστη μνήμη των περασμένων, τη διάγνωση διαδρόμων επικοινωνίας του σήμερα με τον πρότερο και τον ύστερο χρόνο, ουχ ήττον με την οιωνοσκοπική πρόγνωση των μελλουμένων. Την αλήθεια την ανιχνεύει μόνο η σκέψη, γιατί είναι εκλεκτική και συγκεντρώνει τη προσοχή της στα σωστά σημεία της σπαζοκεφαλιάς, ενώ την αποκαλύπτει οριστικά μονάχα η δημοκρατία ως αναρχία, γιατί είναι το άθροισμα και η συνισταμένη όλων των εξίσου σεβαστών και πολύτιμων διανοημάτων, που προέρχονται από το πλήθος των ισάξιων, αναντικατάστατων, υπέροχα διαφορετικών και γι’ αυτό χωρίς εξαίρεση διακεκριμένων κοινωνών της.
Έτσι με τη σύντηξη των γνωμών και την αναγωγή της δόξας και του δοκούντος σε γενικώς παραδεδεγμένο κανόνα, ικανό για μέθεξη στον ωκεανό της αντικειμενικής αλήθειας, μέσω της υποδοχής, εμπέδωσης και επικύρωσης από τους διαμορφωτές, ομολογητές και απολογητές της κοινωνικής πίστης, θεμελιώνεται η επιστήμη χωρίς γνωστικό υποκείμενο, προς την οποία ως νηφάλιοι και πρακτικοί ερευνητές οφείλετε να τείνετε. Αντίθετα, ο τόσο υπερτιμημένος, μνημειακός λόγος, η περίτεχνη ροή του πτερόεντος έπους, που αφηγηματικά συμπυκνώνεται σε σύγγραμμα ή επίγραμμα δεν είναι παρά ένας κώδικας εκφράσεως, ένα μόνο σύστημα σημάτων ανάμεσα σε ποικίλα άλλα, όπως φαίνεται από τη δυνατότητα μετατροπής και μετάφρασής του σε εναλλακτικές λειτουργικά ισοδύναμες γλώσσες αναλόγου ή αυξομειούμενου βεληνεκούς και μεταβλητής εμβέλειας, π.χ σε ζωγραφικά σημάδια πρωτογενούς απεικόνισης ή μαθηματικά σύμβολα μίας πιο έμμεσης και δυσανάγνωστης αναπαράστασης, τα οποία μέσα από τ’ απειροστικούς λογισμούς τους, τις νυοστές δυνάμεις και τις εκθετικές συναρτήσεις τους παραπέμπουν το γραφέα της κιμωλίας και του μαυροπίνακα σε μια παντοδύναμη, αειθαλή παρουσία οχυρωμένη πίσω από τούτα τα ξεκάρφωτα κείμενα που πλανώνται και διασχίζουν το διάστημα. Αυτά τα τελευταία αποδεικνύονται εκφάνσεις ενός ασύλληπτου γιγαντιαίου πολυσυλλεκτικού πανσπερμικού συνειδησιακού αρχείου, ενός κολοσσιαίου πνευματικού δυναμικού, δείκτες του προσωρινού στάτους αυτογνωσίας και εννοιοποίησης του παγκόσμιου «είναι» ή πιο απλά συρτάρια, ράφια, πρωτόκολλα και κονισαλέα βιβλία μεταγραφών ενός αόρατου Υποθηκοφυλακείου, όπου καταχωρούνται θεϊκά σχέδια, προγράμματα, ευρεσιτεχνίες και πατέντες.
Έτσι λοιπόν, μια και ειρωνεύτηκες την ψυχή, ότι δήθεν δεν είναι επιστημονικώς αποδεδειγμένη και επομένως επαρκώς συγκεκριμένη, θα σού την καθορίσω εγώ. Ψυχή είναι αυτό, που δεν γνωρίζετε σεις οι αλαζόνες ειδικοί στον τομέα της βλακείας. Είναι το μέγεθος, που σάς ξεπερνάει, που σάς ταλανίζει και σάς μπερδεύει, που κάποτε σάς ξυπνάει τη νύχτα για να ελέγξει και να επιτιμήσει τις ανοησίες που λέτε και πράττετε. Είναι μία αντίδραση ξένη προς τον ορθολογισμό σας, που εκπλήττει και σάς τους ίδιους, γιατί βλέπετε πως δεν αρμόζει ούτε στις καταβολές ούτε στην εκπαίδευσή σας, ένας πολυσύνθετος, περίπλοκος, αξεδιάλυτος μηχανισμός αφομοίωσης και επεξεργασίας ερεθισμάτων, ένας συναρπαστικός και γριφώδης φαινότυπος, που δεν εξαντλείται στα υποτιθέμενα συστατικά του, ένα κύμα και σχήμα δράσης, όχι ως λειτουργικό ανάλογο της πραγματικότητας ή ιδεοκινητική επανάληψη εργαστηριακά ελεγχόμενης και προβλεπτής διαγωγής, αλλά όντως συμπεριφορά με την ετυμολογική έννοια του όρου, δηλαδή αυτόνομη συνεισφορά στα προδεδομένα της γνωστικής περιφέρειας και του εμπειρικού ορίζοντα, ένας εμπλουτισμός του σημειωτικού κύκλου με νέα στοιχεία.
Τολμάτε να κοκορεύεστε πως ερμηνεύσατε τον άνθρωπο. Προσδιορίσατε αυταρχικά και αφοριστικά πως ο τάδε συνδυασμός χρωματοσωμάτων είναι ανώτερος από ένα άλλον και αναλύσατε με χημικούς τύπους τα συστατικά του. Την ώρα που το μίγμα κόχλαζε και το νερό έβραζε, προσθέσατε και λίγο περιβάλλον και τελειώσατε! Γιατί τότε δεν φτιάχνετε έναν άνθρωπο να μάς τον παρουσιάσετε; Φαντασμένοι ημιμαθείς, που αν σάς δουν τίποτε εξωγήινοι με δεκαπλάσιες γνώσεις απ’ τις δικές σας, θα γελούν μέχρι δακρύων και μέχρι …διαρρήξεως κοιλίας. Μήπως ξεχάσατε να μετρήσετε κάνα γονίδιο; Για ξανακάντε το λογαριασμό.
ΚΕΝΣΙ, ΙΑΠΩΝΙΑ: Ιδού λοιπόν, έρχομαι πάλι αντιμέτωπος με την εκνευριστική ένσταση ότι η επιχειρηματολογία, που επικαλείται τα φαινόμενα, είναι ρηχή ή αβαθής. Συ όμως, ευτυχισμένε θνητέ, που έχεις ξανοιχτεί στο πέλαγος, πες μου τι άλλο γνωρίζεις για το βάθος των σκέψεών σου …εκτός από το ότι δεν πατώνεις; Έχεις τουλάχιστον ηχοβολήσει τις αβυσσαλέες νοητικές περιπλανήσεις σου με συσκευή σόναρ, ώστε να ξέρουμε πόσο πρέπει να βουτήσουμε για να πιάσουμε άμμο; Ή μήπως μόνο σε σένα και τους ομοϊδεάτες σου έχει δοθεί το κλειδί της βασιλείας, το επιφοιτητικό χάρισμα και το αποκλειστικό προνόμιο να διεισδύετε στα άδυτα της ύλης και να διασπάτε τον πυρήνα των ατόμων με βολές ταχυονίων και φωτονίων; Αποτελεί τέλος πάντων συλλογιστική εμβρίθεια να υποστηρίζει κανείς το αντίθετο απ’ αυτό που βλέπει;
Σεις οράτε τους ιχθύες των ωκεανών να αλληλοσπαράσσονται, τους πολύποδες των βυθών να παλεύουν, τους αετούς να αερομαχούν και τ’ αλογάκια της Παναγίας να αλληλοκαταβροχθίζονται και ως συμπέρασμα εξάγετε ότι κατά βάθος τα πλάσματα του θεού αγαπιούνται. Αλλ’ αν κανείς εσκεμμένα εθελοτυφλεί, μπορεί να δει μέχρι και πράσινα άλογα να καλπάζουν στην αφρώδη ράχη της θάλασσας, μόνο που βέβαια όλ’ αυτά τα προβάλλει ο ίδιος στο εσωτερικό των βλεφάρων, στο καλειδοσκόπιο της παραπληρωματικής των πραγματικών γεγονότων φαντασίας του, επειδή ακριβώς φοβάται ν’ ανοίξει τα ματοτσίνουρα, καθώς είναι από γεννησιμιού του μεγάλος χέστης.
Όσο για την αφελή μα κι απεγνωσμένη προσπάθεια σου να συγκεντρώσεις τα πολλά και φοβερά εις την όψιν πλήθη των εχθρών σου, αυτούς τους ηρωικούς ποντοπόρους και πιονιέρους της γνώσης, αντιπροσώπους ποικίλων φιλοσοφικών ρευμάτων, που δεν διστάζουν να αντικρύσουν κατάφατσα την αλήθεια, και να τούς κατατάξεις σε μια κατηγορία, να τούς κολλήσεις μία στάμπα, αποκαλώντας τους «διαβολικούς ή εμπειριστές» ή κι εγώ δεν ξέρω πώς, σαν να ‘θελες έτσι να τούς ξορκίσεις, δεν σε παρεξηγώ γιατί ξέρω την ημιμάθειά σου. Φουκαριάρικο ανθρωπάκι με ξεματιάσματα του τύπου «φτού σου διάβολε» ή «μη με παιδεύεις μάγε – αλχημιστή» ή «ύπαγε οπίσω μου Σατανά» δεν θα μπορέσεις να απαλλαγείς από τους τρομαχτικούς εχθρούς σου. Θα σε καταδιώξουν μέχρι τα πέρατα της γης και θα σε συνθλίψουν με το μικρό τους δακτυλάκι. Παρότι δε καλώς γνωρίζω ότι τα κίνητρα γι’ αυτή την χονδρειδή και αντιεπιστημονική ταξινόμηση που επιχείρησες είναι ψυχολογικά και ανάγονται στο απερίγραπτο ρίγος, που σού λυγίζει τα γόνατα και σού ταράσσει το στέρνο μπροστά στον Καιάδα της Ιστορίας, όπου όλα τα ψοφοδεή βυζανιάρικα σαν και του λόγου σου θα σπάσετε τα παϊδια σας, θα σού κάνω μια μικρή φιλοσοφική ανάλυση της ταυτότητάς μου για να αντιληφθείς το αμέτρητο βάθος όχι των σκέψεών σου, αλλ’ αλίμονο της αγνοίας σου. Εγώ λοιπόν δεν είμαι εμπειριστής, αλλά γνωσιοθεωρητικός ρεαλιστής, ορθολογιστής και εννοιοκράτης. Αντλώ τις πηγές μου από τον Αριστοτέλη, που με την παρατήρηση και τη λογική σκέψη θεμελίωσε τη σύγχρονη νηφάλια επιστήμη. Είμαι σύντροφος στη κοινή πορεία με τον Καρτέσιο, που ταύτιζε την ύπαρξή του με το στοχασμό, την νοητική επεξεργασία των στοιχείων της πραγματικότητας. Με τη διονυσιακή μου κατάδυση στα νάματα της φύσης γνωρίζω την εκστασιακή φρενίτιδα σ’ ένα ξέφρενο οργιαστικό έρωτα με τον κόσμο και αλιεύω εκθαμβωτικές παραστάσεις, που αργότερα με γνώμονα το άπλετο, ψηλαφιστικό, ανακριτικό απολλώνειο φως μορφοποιούνται και σχηματοποιούνται σε έννοιες. Είμαι ιδεολόγος και διάγω βίο θεωρητικό, δεν δηλώνω θετικιστής, ουδέ ένθερμος υπέρμαχος της δογματικής προσκόλλησης και του εγκλωβισμού της επιστήμης στα όρια των δοκιμασμένων μεθόδων και των αυστηρά εξακριβωμένων διδαγμάτων της κοινής πείρας, αλλά αυτό δεν με εμποδίζει να τρέφω σεβασμό κι εκτίμηση προς τους εμπειριστές, όταν δεν εκδίδουν επί χρήμασιν τα πιστεύω τους στους νταβατζήδες του μαρξισμού.
Επειδή όλα τούτα προφανώς σού φαίνονται πολύπλοκα, θα σε εφοδιάσω με μία μαγική, αποκρυπτογραφική και διαφωτιστική κλείδα, που εξηγεί αυτομάτως τις κύριες φιλοσοφικές θεωρίες, ώστε να γίνεται αμέσως αντιληπτό ποιες είναι όντως ειλικρινείς στις διερευνητικές τους προθέσεις και ποιές απλώς και μόνον ρίχνουν στάχτη στα μάτια ή βουλώνουν με βύσματα τ’ αυτιά των ανθρώπων, για να παραχωστεί και να θαφτεί πίσω από αδιαπέραστη μόνωση η σκληρή και ανυπόφορη για πολλούς ηχώ των γεγονότων.
Το εν λόγω κλειδί έχει τρεις εμπρόσθιες και τρεις οπίσθιες εγκοπές, ώστε να μη διακρίνεται ευκρινώς ποιά είναι η λαβή και ποιό το στέλεχος. Οι πρωραίες χαράξεις του εκπορθητικού ρύγχους, της δίκην πολιορκητικού κριού προεξοχής ονομάζονται ανδρεία – γνώση – δύναμη, όπου τα τρία αυτά μεγέθη συνδέονται με αυστηρή συνεπαγωγή. Αν επιχειρήσει κανείς να ανεώξει τη Πύλη του Κόσμου μ’ αυτή τη σωστή πλευρά του κλειδιού, βεβαίως και το κατορθώνει αντικρύζοντας έκθαμβος την ένδοξη μοίρα της ανθρωπότητας. Αν όμως προτείνει κανείς τη βάση ή ουρά του κλειδιού, όπου έχουν εγκολαφθεί λάθρα και κρύφα τα τρία παραπλανητικά κίβδηλα αντιμεγέθη φόβος – σύγχυση – αγάπη, για να ξεκλειδώσει μ’ αυτά τη πόρτα της αλήθειας, δεν θα το μπορέσει που ο κόσμος να χαλάσει, γιατί θα ‘ναι σαν να προσπαθεί ν’ ανοίξει δρόμο στις λόχμες του αιδοίου προωθώντας ανάμεσα στα ιδρωμένα σκέλια ένα νερόβραστο μακαρόνι, αντί για τάκο αντιστήριξης. Όπως βλέπεις λοιπόν απ’ αυτές τις χοντροκομμένες στο επίπεδο του απλοϊκού μυαλού σου αντιστοιχίες, όλα εξαρτώνται από τον βιολογικό παράγοντα της γενναιότητας ή δειλίας. Αν έχεις καρδιά, τότε μπορείς να συχνάζεις σ’ οποιοδήποτε χώρο, από τα καταγώγια του λιμανιού ως τα αυτοποτιζόμενα πρανή, τα κυνηγετικά περίπτερα και τα ιδιωτικά αλσύλλια των πλουσίων, τους κρεμαστούς κήπους των σύγχρονων Βαβυλωνιών, συνεπώς μαθαίνεις και γρήγορα αποκτάς τη δύναμη ν’ ανακαινίσεις και να αναμορφώσεις το περιβάλλον σου.
Στην ευγενή κατηγορία των γενναίων κατατάσσω τους αντικειμενικούς ιδεαλιστές, έστω κι αν απατήθηκαν, γιατί δεν δίστασαν να μεταθέσουν το κέντρο βάρους σ’ ένα άλλο κόσμο, που δεν τούς ανήκε, και να δεχθούν ακόμη πως και οι ίδιοι δεν είναι παρά αιωρούμενα όνειρα στη κοιλάδα των νεκρών σε αντίθεση με τους υποκειμενικούς ιδεαλιστές (αγνωστικιστές, εμπειριοκριτικούς εξελισσόμενους συνήθως… σε ευλαβείς χριστιανούς), που επειδή φοβούνται τον υπαρκτό κόσμο, μπλοκάρουν ηθελημένα τη πρόσβασή τους σ’ αυτόν πριν κατασκευάσουν έναν άλλο στα μέτρα τους. Στην επιφανή ομάδα ανήκουν και οι υποκειμενικοί υλιστές (εμπειριστές), που δεν διστάζουν ν’ αποδεχθούν τη μοναδικότητα του κόσμου τούτου και τη πραγματικότητα του θανάτου, σε αντίθεση με τους αντικειμενικούς (μαρξιστές), που τρέμοντας μέχρι και τον ήσκιο τους κρύβονται πίσω από την ισχύ της μάζας. Στη δική μας παράταξη εντάσσονται οι μεγάλοι Ίωνες της αρχαιότητας με τις γοητευτικές κοσμοθεωρίες τους, αλλά και οι ανατολίτες γκουρού και απανταχού φωτισμένοι δάσκαλοι, που πέρα από συναισθηματισμούς ανίχνευσαν το στίγμα της υπερκόσμιας αλήθειας, σ’ αντίθεση με τους βδελυρούς υπαρξιστές, που μην τολμώντας ν’ ανυψώσουν το βλέμμα τους στο Μεγάκοσμο που τους περιβάλλει και έντρομοι από τον αμοραλισμό που κυριαρχεί στη φύση, επινόησαν τις ανύπαρκτες έννοιες του Καλού και του Κακού και ταύτισαν τη πραγμάτωση του Αγαθού με το νόημα της ζωής διατυπώνοντας μάλιστα – άκουσον, άκουσον – και σχετικούς κανόνες, γιατί βέβαια χρειάζονται αντηρίδες, δεκανίκια, χειρολαβές και αναρτώμενους τελαμώνες για να στηρίξουν τη καρδούλα τους που σπαρταρά, ώστε να κουτσοπορέψουν μέχρι τέλος τη ζωούλα. Πολιτική έκφραση των πρώτων δεν μπορεί παρά να είναι η αριστοκρατία (άσχετα από το θράσος και τη χαιρέκακη εφευρευτικότητα των πολεμίων της, που δεν κουράζονται να την υβρίζουν και να τη συκοφαντούν ως φασισμό, ολιγαρχία, πλουτοκρατία ή ό,τι αν είπη τις), γιατί η γνώση είναι μία και αυθεντική, επομένως σοφία εκμαιευμένη μετά από πολύχρονα ένσημα ασκητικής ή κοσμικής εντρύφησης, προνόμιο των λίγων, που έχουν το κουράγιο να την εξορύξουν και να την ανασύρουν από τη δύσβατη ανεξιχνίαστη Νήσο των θησαυρών. Όταν λοιπόν η έρευνα περατωθεί και ο μαργαρίτης ευρεθεί, αυτονόητα η εκλυόμενη από τη σχάση ή διάσπαση του πυρήνα του δύναμη περιέρχεται στα χέρια των μακαρίων κτητόρων και διανοία κυρίου νομέων της φωσφορίζουσας πέτρας, που είναι οι ελάχιστοι γνώστες μύστες, εκλεκτοί κι επιφανείς επιστήμονες. Για να μεταδώσουν οι τελευταίοι την ισχύ τους στους αδαείς, υποχρεωτικά θα πρέπει να τους μυήσουν στα μυστήρια του Σύμπαντος, πράγμα που εξ ορισμού δεν γίνεται, διότι αυτοί δεν έχουν τα κότσια να προφτάσουν, να παρακολουθήσουν ή να εναρμονιστούν με το ρυθμό της Δημιουργίας, γι’ αυτό άλλωστε παρέμειναν ακάτεχοι, άσχετοι, αστοιχείωτοι κι αγράμματοι.
Πολιτική έκφραση των ανόητων, απληροφόρητων, ακατατόπιστων δειλών είναι η δημοκρατία. Και τούτο γιατί τούς εξασφαλίζει το ζωτικό χάος της αυθαίρετης υποκειμενικής πολυγνωμίας και υπερβολικής αλόγιστης αμετροέπειας, ώστε εγγυημένα να μην αναγνωσθούν ποτέ τα παρεφθαρμένα σβησμένα στοιχεία της αιώνιας Δωδεκαδέλτου, όπου αναρτώνται οι αυτάξιες πληρώσεις ζωής και να λησμονηθούν οι ρήσεις των μεγάλων νομοθετών, των αυταρχικών θρησκευτικών ηγετών και υψηλοφρόνων διδασκάλων της πράξης. Η παραγνώριση των έγκυρων πηγών υπαγόρευσης και ερμηνείας εξασφαλίζει την έλλειψη ταυτότητας, την ανωνυμία, τη γλυκιά τούτη καταφυγή, που ‘ναι ό,τι χρειάζεται για μια ζωή χαμερπή και χαμαιτυπική, χωρίς ευθύνες και επιβαρυντικές απαιτήσεις εκ μέρους των άλλων από …τον μάστερ της νωθρότητας και μαλθακότητας. Και φυσικά η υιοθέτηση του χαώδους αυτού συστήματος οδηγεί μοιραία στην ανακουφιστική για τους συμπλεγματικούς νάνους κατάσταση της αγάπης, που εγώ ορίζω απλά ως αμοιβαίο φόβο και παρακώλυση ανταγωνισμού. Διότι τι ευγενής άμιλλα ν’ αναπτυχθεί τη στιγμή που δεν υπάρχουν σταθερές και αναγνωρισμένες αξίες, για τις οποίες ν’ αγωνιστεί κανείς;
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΕΛΛΑΔΑ: Συγχώρα με, Ζαρατούστρα γελαστή, που για πρώτη φορά θα σε διακόψω και μάλιστα για να μιλήσω εναντίον σου, αλλά κατάγομαι από χώρα ορθόδοξη χριστιανική, γεννήθηκα στην επικράτεια του πάθους και της ανανταπόδοτης καρτερίας και δεν μπορώ να βλέπω να κακοποιείται έτσι η έννοια της αγάπης. Αυτό, που ήθελε να εξάρει ο αναρχικός καουμπόϋ Ντόναλντ, αλλά δεν μπορούσε να το εκφράσει, είναι η αντίθεση ανάμεσα στη δική του ψυχοσύνθεση, που χαρακτηρίζω συγκρότηση του πάθους, και στην εν γένει «δυτική νοοτροπία», που σήμερα κυβερνά το κόσμο. Ο σημερινός πολιτισμός έχει σαν βάση την εδραία σκέψη του Αριστοτέλη ως άρση σε λογικά συμπεράσματα, που όμως ήταν μόνον ένας από τους πολυάριθμους φιλοσόφους της αρχαιότητας και διαπρύσιους κήρυκες της απανταχού… πολυμερισμένης αλήθειας. Στηρίζεται στη παρατήρηση και τον συνδυαστικό στοχασμό πάνω στις ιδιότητες της ύλης. Εμπειριστές και ρασιοναλιστές, μυστικιστές και μηχανιστές, ενώ διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη μέθοδο εκτίμησης των δεδομένων, έχουν πάντως το εξής κοινό: Απλώς βλέπουν αμέτοχοι, καμιά φορά ακούουν κιόλας ή άπτονται ή γεύονται, αλλά χωρίς συγκινησιακά φορτισμένη συμμετοχή του εαυτού τους, δίχως ασυμβίβαστη εμπλοκή της διεισδυτικής ενόρασης και αποκαλυπτικής ενατένισης, άνευ εμπαθούς καταπονητικής φθαρτικής εκπύρωσης ψυχής τε και σώματος, χωρίς ανυστερόβουλη συνεισφορά και οδυνηρή θυσία ανθρώπινης ουσίας, της μόνης που εξασφαλίζει εξωασιθητηριακή πλην αισθητηριακά συνηγμένη και προεκτεταμένη άμεση γνώση. Υποτίθεται ότι με τη ψυχρή επιφυλακτική προσεκτική επαφή του αποστειρωμένου ερευνητή απέκτησαν πείρα του πράγματος ξαστοχώντας αυτό που είπε ο μεγάλος Γκαίτε, ειρωνευόμενος την αλαζονεία τους, ότι δηλαδή Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΙΣΟ ΤΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ.
Αλήθεια, ενώ όλοι αναγνωρίζουν πως ο Φάουστ είναι το αξιολογότερο λογοτεχνικό έργο, που έχει να επιδείξει το δυτικό πνεύμα, έχει άραγε σκεφθεί κανείς το γιατί; Ακριβώς επειδή δεν έχει καμιά σχέση με πανεπιστημιακούς ακαδημαϊκούς σχολαστικισμούς και στείρους αντιδραστικούς φαρισαϊσμούς, αλλά υπενθυμίζει άλλους τρόπους αντιλήψεως των αντικειμένων συνδεδεμένους άρρηκτα και φαινομενολογικά με τον παρατηρητή, που οι Ευρωπαίοι του νεκρού θεωρητισμού και του ψυχρού σενσουαλισμού, πασχίζοντας είτε με τη μικρόλογη λογική τους είτε με τη ψαύση του κρύου χεριού τους να αισθανθούν το φως και τη θέρμη του ενεστώτος απείρου, ξέχασαν στο πλάϊ της ταφόπετρας τους. Υπομιμνήσκει ο Φάουστ ότι στο Σύμπαν των ανεξάντλητων παραλλαγών δεν υπάρχει μία, αλλά αμέτρητες αλήθειες, που δεν μπορεί να εξιχνιάσει ούτε η υποκριτική σοβαροφάνεια ή λογοκρατική αλαζονεία των επιστημών ούτε η σκωπτική αιρετική φλυαρία και άσεμνη αποικοδομητική λεξιμαγεία του Μεφιστοφελή. Απαιτείται κάποιο άλλο όργανο αφάνταστα ευρύτερο και πολυπτυχέστερο, λειτουργικό και συστημικό, ολιστικό και ενορατικό, που να μην αντιλαμβάνεται αποσπασματικά και μεμονωμένα, αλλά να συλλαμβάνει συλλήβδην, μονομιάς και καθολοκληρία τα εμβαδά των ακαταμέτρητων επιφανειών, που να μπορεί να αντιτάσσει σε κάθε διάσταση της πραγματικότητας και διαφορετικό αισθητήριο νεύρο, που να ‘ναι εύπλαστη και εκτατή αμοιβάδα ενώπιον του ολονέν μεταμορφωνόμενου Πρωτέα του Σύμπαντος, που νάναι χαμαιλέοντας απέναντι στο χαμαιλέοντα και Λερναία ΄Υδρα για ν’ αντιμετωπίσει τη Λερναία Ύδρα. Κι αυτό το καινό αισθητικό μέσον, το αλάθητο και ευσταθές νυστέρι ακριβείας απέναντι σε μια καινούρια, άγνωστη ανατομία είναι αυτό που κάτεχε, χωρίς να το ξέρει, η φτωχή κοπελίτσα που ερωτεύτηκε το Φάουστ. Είναι το ίδιο, που κατανόησε στο τέλος και ο δυστυχώς μόνο τεχνητά ξανανιωμένος γέροντας, αλλά τον δέσμευε ήδη η διπλή βλακεία της προηγούμενης ζωής του, είναι το κίνητρο που θα τον ωθούσε σε μια ακόμα νέα αρχή, πλην όμως είναι τόσο δύσκολο για τον άνθρωπο να κάνει ένα τρίτο ξεκίνημα, τη στιγμή που το πεπερασμένο διάστημα του βίου δεν επιτρέπει καν τη πολυτέλεια της δεύτερης ευκαιρίας, αν δεν προσφερθεί κατ’ εξαίρεση και παρά φύσιν από το Διάβολο – Μεφιστοφελή. Ο Φάουστ είχε πλέον ζήσει την αυτοσυγκέντρωση του ορθολογισμού και τη φιληδονία του εμπειρισμού, δεν είχε πια το σθένος ή τα ψυχικά αποθέματα να κινηθεί σ’ ένα άλλο τρίτο άγνωστο σε αυτόν επίπεδο, απ’ όπου επιτέλους θα μπορούσε να διαφεντέψει και να αγναντέψει τον ορίζοντα, που είχε ονειρευθεί: Το επίπεδο της εμπνέουσας Μούσας, του συναισθήματος, της αγάπης, της πλήρους ταυτιστικής γνωριμίας με το αντικείμενο του έρωτα, της καθαρτικής λύτρωσης των παθημάτων της εσταυρωμένης ψυχής. Η αγάπη συγκεντρώνει μέσα της όλες τις λογικές του κόσμου, γι’ αυτό είναι σε θέση ν’ αντέξει όλες τις εμπειρίες του κόσμου. «Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, ου ζηλοί, ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία, πάντα στέργει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει». Είναι ο νέος τρόπος κατανοήσεως της πραγματικότητας και θα επικρατήσει πλήρως ταυτόχρονα με την περάτωση της σπειροειδούς και ελικοειδούς εξελίξεως από την αδούλωτη αυθαιρεσία της ζούγκλας στην πειθαρχημένη ελευθερία της κοινωνίας. Συνοχή και σύμπνοια με τους δικούς, αλληλεγγύη με τους πιο απομακρυσμένους του κύκλου, συναισθηματική εξάρτηση, γενικότερα αγαπητική κοινωνία, ενδοτική – υποχωρητική, σχεδόν παθητική ευαισθησία, που συγκατανεύει, όχι μόνο στην εγγραφή οικείων – προσωπικών επιρροών στη τάμπουλά της, αλλά και την εναπόθεση ανεξίτηλης σφραγίδας από απλά φίλα προσκείμενους ή γνωστούς, είναι εκ των ουκ άνευ όρων για την ευδαιμονία των ανθρώπων, αποτελούν αντίστοιχα το συμπαντικό κέντρο και την κρασπεδική περιφέρεια ή εξωτερική στοιβάδα της αγάπης σαν κύμα, που καταιωνίζει με αναψυκτικές ψεκάδες τα πόδια του εισερχόμενου κολυμβητή, δροσίζοντας όμως με την άκρη του αφρού του και το περιγιάλι. Είναι, όπως λέγει ο Γκαίτε, ο συνδετικός κρίκος, η κολλητική ταινία, ο ενωτικός ιστός, το ζητούμενο συζευκτικό πνεύμα που έλειπε, το απαραίτητο για να γεφυρώσει τα επιμέρους τμήματα που άλλως κείνται άχρηστα κι ασυναρμολόγητα στα χέρια αβοήθητου συνταιριαστή, δηλαδή ο συσπειρωτικός οργανωτικός νους πάντων χρημάτων, η ίδια η ζωή!
ΣΕΛΜΑ, ΣΟΥΗΔΙΑ: Α ναι, τούτο το απλούστατο πράγμα στον κόσμο, δηλαδή τι εστί αγάπη, δεν θα μπορέσει ο φίλος Κένσι ποτέ να διδαχθεί. Τούτος ο περιπαθής χειροπληθιαίος εναγκαλισμός, όχι μόνον του απτού, αναμφίλεκτου και αδιάσειστου επιστητού, αλλά και του αδιάγνωστου, δυσδιάκριτου και αμφιλεγόμενου, η μεσολαβητική πιθανολόγηση ιστάμενη στο διάκενο μεταξύ πλήρους απόδειξης και απλού ισχυρισμού, ανερμάτιστης επιχειρηματολογίας ή ανούσιου τόπου, η ακλόνητη πεποίθηση, που μάς επιτρέπει, όχι μόνο να καταθέτουμε μετά λόγου γνώσεως για το άτομό μας, αλλά και να εγγυώμαστε ανεπιφύλακτα ή να παρέχουμε μαρτυρία για τις πράξεις και τις προθέσεις κάποιου άλλου, ο μίτος, που συνδέει τον πυρήνα της προσωπικότητας με την περιφέρεια του κύκλου των συναναστροφών αίροντας την αντίφαση κι αντίθεση υποκειμένου – αντικειμένου, εξωθεί τη δύσχρηστη, παγιδευμένη, αδιευκόλυντη και αδιέξοδη δύναμη της ανηχοβόλητης, άδυτης και αβυσσαλέας εσωτερικότητας να υπερκεράσει επιτέλους την αλαλία και αφωνία της και να εκφρασθεί αποτυπώνοντας το πέλμα της, ερεθίζοντας με το εναλλασσόμενο ρεύμα της και ταράσσοντας με διεγερτικά σαρκοθλάσματα τον ευέξαπτο, φιλήδονο και πολυψηλάφητο κυκεώνα της αψίκορης , οξύθυμης, αυθαδιάζουσας ή αισχυνόμενης ζωντανής παλλόμενης ύλης. Η περιζήτητη εξίσωση του χάους ως μηχανισμός πρόκρισης της ευρύτερης, περιεκτικότερης και διεξοδικότερης επιλογής από το συνονθύλευμα των δυνατών εκδοχών, που δορυφορούν και σκιάζουν τα γεγονότα, η συνεχής μαγνητοσκόπηση και κινηματογράφηση της γήρανσης ή της ανανέωσης της ακόμη άνηβης, αναποφάσιστης, αμφίρροπης και ανολοκλήρωτης πραγματικότητας, που ξεπερνάει τη στεγνή λήψη αποσπασματικών και στάσιμων στιγμιοτύπων, η εναγώνια και δραματική υστέρηση του Αχιλλέα έναντι του πρόσθετου σαδιστικού βήματος της χελώνας είναι ο γλαυκός εκείνος αιθέρας όλων των συμπυκνωμένων χρωμάτων της ίριδας, το ανήμερο εκείνο στοιχειό της φύσης και της αδήριτης ανάγκης, ο σαρωτικός ασκός του Αιόλου, που γελοιοποιεί τη μόρφωση, υποβαθμίζει τα διπλώματα σε χαρτί υγείας, γονατίζει τη λογική, ειρωνεύεται τη γνώση, συμπαρασύρει τη μελέτη με τα σάρωθρα της αχαλίνωτης δημιουργίας, απολύει και εκσφενδονίζει τις παγιωμένες καθιερωμένες καταστάσεις πέρα από τον καταθλιπτικό νόμο της αδράνειας και αμεταβλησίας που τις δεσμεύει.
Είναι μέσα μας αυτό το χρυσίο εικοσιπέντε καρατίων κι εμείς, αντί να ανασκάψουμε και να το ανασύρουμε, αυτοϊκανοποιούμαστε με τα ταλέντα, που μάς κληροδοτούν τα γονίδια μας, και βαυκαλιζόμαστε με την ανεπαρκή επιδεξιότητα, που με χίλια ζόρια μάς μεταδίδει η άσκηση. Πηγαίνουμε σχολείο και μαθαίνουμε το συνημμένο του Φίλωνα και άλλα συνημμένα, που μάς συνάπτουν τις άκρες της διαφανούς σελλοφάνης της ολόσωμης συσκευασίας μας με τους συνδετήρες της συμβατικότητας, περιχαράκωσης και περίφραξης και μάς πλασάρουν στην αγορά της εκ των ενόντων λανσαρισμένης μόδας και της πρόχειρης προώθησης των προϊόντων, τερρακότες του πηλού τόσο πρωτότυπες και αυθεντικές, όσο χρειάζεται για να κάνουμε παρέα στα άλλα τούβλα μες στο σωρό της μονοτονίας, όπου κείνται λίθοι και πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμένοι, όπου οι λίθοι είναι οι έχοντες ενδεικτικό δημοτικού, οι πλίνθοι οι κατέχοντες απολυτήριο γυμνασίου και οι …κέραμοι οι διαθέτοντες πανεπιστημιακό δίπλωμα, οι μεν πιο επεξεργασμένοι από τους δε, αλλά όλοι το ίδιο άψυχοι και εξίσου αναίσθητοι. Και μαθαίνουμε λόγου χάριν στα δημόσια και ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, που στην ουσία δεν είναι παρά χαλκοτυπικά πιεστήρια μαζικής νομισματοκοπής, πως η τηλεόραση είναι μηχάνημα με στιλπνή γυαλιστερή επιφάνεια καλούμενη οθόνη πλαισιωμένη από τρία κουμπιά για ρύθμιση ήχου, εικόνας και φωτεινότητας, παραγεμισμένη και ονθυλευμένη εσωτερικά από δαιδαλώδη καλώδια, που πηνίζονται μέχρι ασφυξίας ή στραγγγαλισμού στέλνοντας ρεύμα ανάμεσα από ζεματιστές λυχνίες μέχρι να βραχυκυκλωθούν οι ασφάλειες και να εξωπεταχτούν οι συνδέσεις με σπινθηροβολή κινέζικων πυροτεχνημάτων. Ή αν δεν είμαστε εμπειριστές, αλλά ρασιοναλιστές, διατυπώνουμε την άποψη ότι εντέλει η τηλεόραση είναι μορφή μονομερούς επικοινωνίας δίκην πλύσεως εγκεφάλου, διότι ο τάλας θεατής δεν είναι σε θέση να απαντήσει στις ληρώδεις στωμυλίες των τηλεπαρουσιαστών, καθότι δεν εκπέμπει ηλεκτρομαγνητικά κύματα, παρά μονάχα κατακλύζεται από παραστάσεις διεισδυτικής ευκρίνειας, που τρυπώνουν και προσκολλώνται στις κλιτύς του νου, μετατρέποντάς τον σε περίφραξη διαφημιστικών πινακίδων γύρω από αγωνιστικό χώρο γηπέδου. Δηλαδή το άτομο παραμελεί το διάλογό του με τη φύση, που επί αιώνες τον εξέθρεψε και τον γαλούχησε σε κορωνίδα της Κτίσης, προτιμώντας αντ’ αυτού την ανούσια συναναστροφή με τα ασυνέντευκτα και απροσόμιλα δημιουργήματά του, ενώ είναι προφανώς άσκοπη η επαφή με τα ίχνη και τα κατασκευάσματα της ίδιας της παρουσίας μας. Είναι σαν να συνδιαλέγεται κανείς με τον εαυτό του μπροστά σ’ ένα καθρέφτη, όπου η διαλεκτική, τούτος ο αμοιβαίος αποπαλμός μεταξύ «είναι» και «μη είναι» – η αντισφαίριση της ζωής, που περιάγει την άπειρη ποσοτική πρόοδο σε μέτρο, μπλοκάρεται και αναχαιτίζεται, διότι χωρίς πολωτική διένεξη και ζωηρή διαμάχη μεταξύ αντεραστών δεν γίνεται ν’ αφυπνισθεί το φθειριώδες μειράκιο, το νωθρό γιουσουφάκι!
Ακούστε τι μακρήγορη, μακροσκελή κι αδόλεσχη κορδέλλα, τι ανιαρή, δοκησίσοφη και λογιωτατίστικη φιλαστρόκα πρέπει να ξετυλίξει ο ρασιοναλιστής για να στηλιτεύσει και να απορρίψει το παθολογικό δεσμό με μια τηλεόραση! Όμως εγώ, αντίθετα με αυτές τις άψυχες ως κρουόμενα μπακίρια και αλαλάζοντα κύμβαλα αναλύσεις, θα σάς διηγηθώ ένα πολύ πιο εύληπτο και διδακτικό μύθο για τη ρίζα και την εξαρθρωτική σκολίωση των βιοτικών σχέσεων, που έχει ως πυρήνα τη γένεση και τη διαστροφή της αγάπης.
Στην αυγή της Δημιουργίας ο άνθρωπος ήταν ένα κτήνος κυριαρχούμενο από τα ένστικτα της πείνας, της δίψας, του ζευγαρώματος, του κρύου και της ζέστης , επιδιδόμενο σε άγρια ασπαλιεία απόλαυσης και μια ακόρεστη, βασανιστική και αλύτρωτη ηδονοθηρία, όπου η συνεχής ξέση διαδεχόταν τον αδιάκοπο κνησμό και όπου η διαρκής σισύφεια κενωτική διεργασία δεν προλάβαινε να αποσυμφορεί τη συσσωρευμένη υπερφόρτιση της μαρτυρικής πλήρωσης της αισθητηριακής κύλικας με κεράσματα ερεθιστικής σαγήνης από τον φιλόξενο αρχιτρίκλινο – αμφιτρύωνα της φύσης. Όμως η άσκοπη και φθοροποιά απώλεια ουσίας από την άλογη – αδιαρρύθμιστη δράση των μυών και την ανεξέλεγκτη εκκένωση των γεννητικών μορίων κατέστησε επιτακτική την ανάγκη για τελεσφόρα και εύστοχη κατανομή δυνάμεων, που με τη σειρά της συνεπάγεται ευταξία, κανονικότητα, πειθαρχημένο και εγκρατή ρυθμό, περιοδικότητα και ομοιομορφία εκδηλώσεων. Είναι η εποχή της μνήμης, όπου οι εικόνες καρυκεύονται με το υφάλμυρο άρτυμα της γνώριμης νοσταλγίας κι αντί να φθίνουν και να παρέρχονται, επιρρωνύονται, καθιζάνουν και κατασταλάζουν σαν καταπλάσματα, βεντούζες και χαλκομανίες, ταξινομούμενες με το αλφαβητάρι των ενυπνίων και εμπεδούμενες στα διαφωτιστικά και εμπνευστικά διαλείμματα της καθ’ ημέραν ονειροπόλησης. Σκαλίζοντας τις αναμνήσεις του ο πρωτόγονος διαπιστώνει ότι τα φαινόμενα αναφαίνονται και ανατίκτονται με την ανακύκληση της καταλυτικής διασταύρωσης ή ενεργητικής αλληλεπίδρασης των αιτιωδών στοιχείων, την επανάληψη μέσα στη ροή του χρόνου της συνδρομικής συζυγίας των παράγωγων συνθηκών. Όσες φορές έσερνε και έτριβε δυο ξύλα πεύκης μεταξύ τους, εναυσματοδοτούσε και ζωπύρωνε δαδούχα φλόγα, προξενούσε ακαριαία ανάφλεξη ρητινώδους πυρσού και δαυλού. Το ξανακάνει λοιπόν με ασθματική πνευστιώσα αδημονία και άπειρη προσδοκία, παντρεύει μια και δυό άγαρμπα τα κούτσουρα κι ανάβει κόκκινες, τσιριχτές γλώσσες φωτιάς. Κουμαντάρει πλέον και διευθύνει τις πάλαι ποτέ άγνωστες και απειλητικές μηχανές της φύσεως, δεν βιγλίζει πια θορυβημένος και ενεός τα συμβάντα, αλλά πλασσάρεται πίσω απ’ τα παρασκήνια και χειρίζεται τα ηνία. Δεν περιμένει αρωγή εκ θεού αλλά συν Αθηνά κινεί την χείρα. Αποκτά λογική και την επιστρατεύει για τον εξευμενιστικό κατευνασμό των λιμασμένων ορμών του, λεπτουργεί, μαστορεύει και φιλοτεχνεί ποικίλα σκεύη, φοδράρει κι ασταρώνει ρούχα, εκδέρει προβιές, λαξεύει πέτρες και σοβατίζει στέγες, τροχίζει μαχαίρια με ακόνια και σμυριδόχαρτο για την εξυπηρέτηση του χρέους προς τις αισθήσεις του, τον κορεσμό των ορέξεών του. Για πρώτη φορά η μοίρα τού χαμογελά ανταμείβοντάς τον για την οξυδέρκεια και την ευφυία του.
Όμως στην όψη της κάλτσας του Σατανά, της γυναίκας, που πάντα ακολουθεί το πυρ και τη θάλασσα στην απαρίθμηση των τριών κακών, ο πρωτόπλαστος άξεστος αγροίκος σοκάρεται, αιφνιδιάζεται, σκανδαλίζεται! Τι είναι αυτό το θείο δώρο, που τού προσφέρει τέτοια ευδαιμονική ηλεκτρική κυματανάπαλση ηδονιστικών κραδασμών ως απαλό φτερούγισμα εντομικών ελύτρων; Έχει μπροστά του την πλουσιοπάροχη και χαριστική δότειρα της υπέρτατης τέρψης, πιο θελκτική, σαγηνευτική και απολαυστική από το κρέας, που καταβροχθίζει, εστιάται και κτηνωδώς κατασπαράσσει για να γεμίσει το κενό του στομάχου του ή το νερό, που πλαταγίζει προϊδεαστικά και προγευστικά στα χείλη πριν το ρουφήξει αχόρταγα για να ποτίσει τα τρίσβαθα αχνιστά ξηραντικά πεδία του στεγνού κορμιού, ένα σεμνυνόμενο κι αισχυντηλό μυστήριο, όπως η λίμνη Αράλη ή η Κασπία τη νύχτα, που θέλει μονάχα ένα στιβαρό χέρι ν’ αναμερίσει το πέπλο και την αυλαία της προσποιητής αιδούς για να επιδείξει τα κάλλη της στο έκθαμβο φως της ημέρας. Με μία πιο πεζή, νηφάλια εκτίμηση ο σπηλαιάνθρωπος διερωτάται, αν το ον που σέρνει από τα μαλλιά παρουσιάζει και άλλες δυνατότητες αξιοποίησης και κάρπωσης εκτός από τη στάνταρ χρήση του οχευτικού βατευτικού πηδήματος, όπως π.χ το πρόβατο προσφέρεται για άμελξη, κουρά, βορά κι εκδορά, κι αποφασίζει να περιεργασθεί με πιο εταστική ματιά το ενώπιόν του χρηστικό εργαλείο, που συμπίπτει όλως τυχαίως να ‘ναι και το έτερόν του ήμισυ. Όλα αυτά ισχύουν βέβαια και τούμπαλιν, καθότι σε κάθε θηρευτή αντιστοιχεί εκείνος που αφίεται να συλληφθεί, αλλά όπως βλέπετε παρότι θηλυκού γένους δεν είμαι απαλλαγμένη από τη παραδοσιακή αντίληψη του άρρενος ως υποκειμένου της ιστορίας!
Ο άντρας λοιπόν και η γυναίκα αποφασίζουν να υπερφαλαγγίσουν τη στεγανή θωράκιση και τα προστατευτικά αλεξιβρόχια φαινομενικής αναλγησίας και άσπλαχνης απονιάς ως ανοσοποιητικά αντισώματα κατά πάσης δυσάρεστης ψυχικής βλάβης, να διεμβολίσουν τις περιφράξεις, τάφρους κι οχυρώσεις αμοιβαίας δυσπιστίας παρακάμπτοντας με κυκλοτερή ελιγμό τις πυροβολαρχίες και τηλεβολοστοιχίες των ανταγωνιστικών εγωισμών, ώστε να ρινηλατήσουν εκ του σύνεγγυς τις φερομόνες τους. Και βλέπουν ότι βρήκαν θησαυρό, γιατί ο ένας ικανοποιεί τον άλλον όχι μόνο στο σπασμό, σφαδασμό, καύσο κι εφίδρωση της υποδοχής των δεκαεξαβάλβιδων και τετρακύλινδρων ερωτικών κραδασμών ή στον ναματώδη, πολυκύμαντο κρουνό- πίδακα της κενωτικής και εκχυτικής λύτρωσης, αλλά ότι πέραν από τη γενετήσια πράξη και τις συναφείς εκφάνσεις της – μητρική ευτυχία, ευπαιδία και ευτεκνία – η αγάπη παρέχει εύσκηνο και υπήνεμο κατάλυμα στην ως τώρα άστεγη και άσκεπη κοινωνικότητα, συναναστροφή ή συνεννόηση, σύσκιο κι ευάρεστο καταφύγιο προς πλησμονή και κορεσμό της αδήριτης επιτακτικής ανάγκης για νοηματική κοινωνία και πνευματική ένωση, που οι ρίζες της χάνονται στην εποχή της ενστικτώδους συναγέλασης, όπου οι άνθρωποι ζούσαν κοπαδιαστά σαν τα ζώα. H σχέση των δύο φύλων δεν «εισενέγκει» ημάς απλώς στον πειρασμό και την ηδονή της σαρκικής μίξης, αλλά αναβαθμίζεται στο επίπεδο της νοερής επαφής. Το άγγιγμα του προσώπου και το άκουσμα της μιλιάς του πλησίον ανακουφίζει το θυμικό, σκορπίζει τη μοναξιά, αφυλλίζει την άναρθρη κραυγή που ξετρυπώνει από τις άμαθες χορδές υποδηλώνοντας τον ενθουσιασμό μιας συνάντησης. Ιδού λοιπόν ότι εγείρεται το πρώτο συναίσθημα, ο έρως των καννιβάλων, η παλαιολιθική και προκατακλυσμιαία αγάπη του πρώτου Ρωμαίου και της πρώτης Ιουλιέττας, η γνώση των ωφελημάτων της ασύρματης επικοινωνίας, η πολύπλοκη διαντίδραση των βουβών νευμάτων και πολυσήμαντων σαγηνευτικών βλεμμάτων, η απόλαυση της διάδοσης και αναμετάδοσης σειρηνικών και σοναρικών ηχοπαλμών μεταξύ των οργανισμών, η επεξεργασία και ανταλλαγή των αμφίδρομα κυκλοφορούντων μηνυμάτων, η έκθεση στην αύρα ενός ξένου συστήματος, ο πρόδρομος της πλατωνικής φιλίας του μέλλοντος, όπως τόσο ευγενικά προεικονίζεται στο Λύσι, η οριστική κατάστρωση της μαγικής εξίσωσης μεθόδων αντίληψης του ανθρώπου: Ένστικτο συν λογική ίσον συναισθημα! Οι πρώτοι όροι της εξίσωσης είναι ο καθένας τους προϋπόθεση και μέρος του αθροίσματος και όχι μεγέθη ασύμμετρα και ασύμβατα με το εκ δεξιών αποτέλεσμα! Είναι αλήθεια ότι η αποκομμένη από το νου αισθητότητα μάς προσπορίζει ασυνάρτητα και άλογα αποσπάσματα, όπως και ότι οι συνθετικές προτάσεις του καθαρού λόγου, οι συλλαβές των φθόγγων από μόνες τους αποτυγχάνουν να μάς μεταδώσουν ρητά αδιαφιλονίκητα στοιχεία: Τούτο συμβαίνει πάντοτε, όταν αναφερόμενοι την εμπειρία ή τη νόηση, τις νοούμε ως πάθη και όχι ως συνειδητή δράση! Ό συνδυασμός τους, η μετά λόγου αληθής γνώμη τότε μόνον ανάγεται σε αλάθητη και αδιάψευστη επιστήμη, όταν απελευθερώνεται κι απαγκιστρώνεται από την ταυτότητα του εκφραστή της και επεκτείνεται ως σχέση προς έναν άλλο άνθρωπο, όντας έτσι υπέρβαση του υποκειμένου δια της προσφοράς, που γίνεται αισθητή στο περιβάλλον ως πρόσβαση κι εμπλουτισμός της αντικειμενικότητας δια συνεισφοράς. Η προς τα έξω μέριμνα, η προς τον πλησίον ενέργεια, η συνδετική εξάπλωση του δικού μας ιστού, που αίρει τους τεχνητούς χωρισμούς και την απατηλή πολλαπλότητα είναι η μόνη γνώση, η διαλεκτική επίρρωση και περαίωση της επιστήμης κι αυτή είναι προφανώς η λύση στην πειραστική αναζήτηση του Θεαίτητου. Αλλά η σύγχυση ανάμεσα στην ευδαιμονία, που επιδαψιλεύει η παρουσία του αιθέριου συντρόφου και στις διευκολύνσεις αβροδίαιτης και ράθυμης ραστώνης, που εξασφαλίζουν τα ποικίλα τεχνουργήματα, θολώνει την κρίση του επιρρεπούς σε ασάφειες, επισκοτίσεις, σολοικισμούς και ανακριβόλογες μετωνυμίες δίποδου και εγκυμονεί ολέθριες ανεπανόρθωτες παρεξηγήσεις! Το συναίσθημα και η λογική εμπλέκονται, όπως είπα, σε ένα σχήμα υπαλληλης μέθεξης έχοντας σαν κοινό υπόστρωμα και πηγαίο υπόβαθρο τις πολυπλόκαμες σπείρες των ενστίκτων κι έτσι ενίοτε συμβαίνει εκεί που χωράει μόνο η τελευταία να εισβάλει ή να εμφιλοχωρεί απροσκάλεστο και το πρώτο! Ούτω πως ο άνθρωπος γίνεται σκλάβος και δεσμώτης των εργαλείων, που αποβλέπουν στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής του ξαστοχώντας ποιος είναι ο προορισμός όλων αυτών, ερωτευόμενος π.χ το μαχαίρι του, επειδή μπήγεται στο κορμί των ζώων και τού προμηθεύει λουκούλεια κοψίδια.
Τέτοιου είδους διαστροφές και παραχαράξεις της αγάπης ως στοιχείου, που εναρμονίζει και συντονίζει τους κώδικες λόγου – ομιλίας και πράξης και εκτείνει το βεληνεκές της από τα αφηρημένα μαθηματικά σύμβολα στα πιο χυδαία σωματικά νεύματα, οφείλονται στην ηλιθιότητα του ανθρώπου να θέλει να εκλογικεύσει τα αισθήματά του εκκινώντας από την εσφαλμένη παραδοχή ότι η απροδιάθετη, απροκατάληπτη, νηφάλια μα συγκινησιακά αμέτοχη κατόπτευση υπερέχει της διαισθητικής ενόρασης ως γνωστικής αμεσότητας, ευθύγραμμης προσέγγισης και ακαριαίας σύλληψης, ιδανικής ενότητας του ορθολογικού και του αισθητηριακού.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια π.χ η παραδοσιακή συνομολογημένη λογική υπαγόρευε ότι ο εύζωνος και καμαρωτός νυμφίος ήταν καθόλα ιδιοκτήτης της γυναίκας του έχοντας το απεριόριστο και απόλυτο δικαίωμα διάθεσης, κάρπωσης και… ανάλωσής της, όπως σε κάθε άλλη νομή ή κυριότητά του. Χρήση και κατάχρηση πάνω στη συμβία τού αναγνώριζε το δίκαιο, αυτή η κολλητική λοιμώδης αρρώστεια, η μεταδοτική μολυσματική επιδημία (ίνα μη είπω επιζωοτία), που κατά ρήση του Γκαίτε μιαίνει την ευεργεσία και ανοηταίνει το κοινό νου, ενώ ταυτόχρονα απλώνεται ανεξέλεγκτα από τόπο σε τόπο κι από φύλο σε φύλο δια των περιπτύξεων του σώματος και των ακατάσχετων μεταγγίσεων του σπέρματος, ένθα εκκολάπτονται και επωάζονται οι κληρονόμοι, ή δια της ομιλίας, όπου με μία στραβή κουβέντα καταρτίζεται αρραβώνας και προαναγγέλεται ο γάμος, πόσω μάλλον δια της χειραψίας, που μπορεί – προσέξτε – να εκληφθεί σαν σύμβαση, αλλά και με μια κλωτσιά ή μια γροθιά, που γεννά ευθύνη εξ αδικοπραξίας, χωρίς βέβαια να γίνεται λόγος για τις αληθινές ατομικές ελευθερίες, που συμφύονται και συμβλαστάνουν άμα τη αφίξει του νεογνού, πριν αναλάβει καθήκοντα στη μάταιη και άχαρη αγγαρεία της ζωής. Εξουσίαση λοιπόν δια σκηπτούχου χειροθεσίας (συζυγικής και όχι εκκλησιαστικής) παραχωρούσε ο νόμος στον πατέρα – αφέντη και τον επιφόρτιζε παράλληλα με αρμοδιότητα σωφρονισμού του ετέρου ημίσεος, που μπορούσε ανεπιφύλακτα ο πατερφαμίλιας να το κλείσει σε τέσσαρες τοίχους, να το δέσει στο πόδι του κρεββατιού και να τού μετρήσει τεσσαράκοντα παρά μια βουρδουλιές, να το τιμωρήσει με ραβδισμούς και λιθοβολισμούς ως να ‘ναι το ταίρι μάγισσα μεσαιωνική κι εκείνος ιεροεξεταστής μαστιγωτής. Αλλ’ εφόσον παρόμοιες… οικογενειακές φιλοφρονήσεις και συζυγικές τρυφερότητες θεωρούνταν πάγιες και καθιερωμένες, πώς να αρνηθεί κανείς το χαρακτηρισμό της αγάπης στο έκδηλο ενδιαφέρον ενός εκ διαθήκης εγκαταστάτου για τα υλικά εξαρτήματα της πατρώας ουσίας, αφού κι εκεί υφίστανται κατά βάσιν οι νόμιμες ευχέρειες της μεταποίησης, απαλλοτρίωσης και καταστροφής;
Αυτή η εκλογικευμένη και πραγματιστική αντίληψη περί σχέσεων και εξεζητημένη υπολογιστική, σταθμιστική βιοτική στάση μετατρέπει βαθμιαία τον αγνό νεανικό έρωτα σε νομή και διαχείριση υποστατικού κτήματος και την γυναίκα από πρόσωπο, που εμπνέει και ανταποδίδει πηγαία αισθήματα, σε τράπεζα καταθέσεως ή σωλήνα αποχετεύσεως σπέρματος. Εμείς δηώνουμε και συλούμε από μόνοι μας ό,τι ωραίο υπάρχει, κωλύουμε την ενστερνισμένη στα πλευρά του θώρακα αγάπη να εκλυθεί και να εγχυθεί τονίζοντας τα χρώματα της μουντής πραγματικότητας, εμείς την επιστρώνουμε και την επικαλύπτουμε με πρόχειρο λιθόδμητο και εσπευσμένα παρασκευασμένο σκυρόδεμα αχυρόπλεκτου πηλού, όταν παρά την απεγνωσμένη μας αντίσταση καταφέρει να επιπολάσει στην επιφάνεια.
Κι όμως γιατί δεν αφήνουμε τα σαρκία μας στην αχλή και παραζάλη τους; Δεν είναι δύσκολο να αγαπήσει κανείς, αρκεί να επικεντρώσει τη προσοχή του σ΄ ένα οποιοδήποτε αντικείμενο κι ύστερα να χαλαρώσει ωσάν να εγκαταλείπεται στις λικνιστικές θωπείες των κυμάτων της θάλασσας. Αν υπάρχει κάτι στο παρατηρούμενο άξιο να εξαρθεί, η αγάπη θα προβάλει αυτόματα και αυτόκλητα χωρίς εκβιαστικές εντάσεις και πιεστικές για τα μηνίγγια αυτοσυγκεντρώσεις. Αν όχι, τότε σημαίνει πως το πράγμα που μάς απασχόλησε είναι ένα τίποτε δίχως καμμία υπόσταση ή δηλωτικότητα, οπότε δεν αξίζει να σπαταλήσουμε ούτε ένα λεπτό παραπάνω περιεργαζόμενοι τις άγονες και άνυδρες γωνίες του, γιατί βέβαια η εταστική ματιά, η θηρευτική ακοή και η ψυχανεμιστική όσφρηση μάς χρειάζονται για άλλες εμβριθείς ενατενίσεις, μύχιες επισκοπήσεις, μετεωριστικές αιωρήσεις.
Κοιτάξτε λοιπόν μέσα απ’ το τζάμι του παραθύρου σας την πορφυρένια φοινικόχροη φύση του σούρουπου, που εναλλάσσεται στους πολύχρωμους τομείς του δίσκου του Νεύτωνα, αυτή τη μεγάλη περιπέτεια, την αστείρευτη έμπνευση. Κι ύστερα παραβιάστε τη θύρα κι εναποθέστε το πνεύμα στην αγκάλη της αντί της χυδαίας σχινδύλησης του καυλού σε κοιλότητα βράχου, που συνιστούν οι εξουσιαστές, γιατί ήδη ο χιτώνας του ματιού, που παρεμβάλλεται ανάμεσα σε μάς και τον κόσμο είναι αρκετός, δεν χρειαζόμαστε πρόσθετα διαχωριστικά επίπεδα κι ενδιάμεσα πέταυρα ή πετάσματα.
Όποιος επαίρεται, ναρκισσεύεται, βαυκαλίζεται και ακκίζεται μπροστά σε διαμεσολαβητικούς καθρέφτες και στις κατοπτρικές επιφάνειες των λιμνών ταυτίζει ανεπίτρεπτα το εγώ του με το φύτρο ή τη χρυσαλλίδα, όπου εκκολάπτεται η ελλειπτική του γαλαξία προς περίοπτο αγνάντεμα, ή με το στρόφαλο, όπου περιελίσσεται ο ιμάντας του Σύμπαντος χωρίς συνείδηση της εκκεντρότητάς του ως απατηλού ειδώλου και παραπεταμένου παιγνιδιού. Νομίζει ο δυστυχής ότι διαθέτει παλινδρομικά πιστόνια κινητήριου ισχύος και ότι με δεδομένο έναυσμα θα εξαπλώσει τις γαμψώνυχες αρπάγες και ζωγρητικές λαβές του ως τα πέρατα της οικουμένης, σε όσα εν δυνάμει ήδη κατέχει, όντας στην ουσία ένα παρεμπίπτον και εύθραυστο περιστατικό σε ένα σύστημα ευαίσθητων ισορροπιών. Η ψυχοσύνθεσή του βρίσκεται ακόμη στο αρχέγονο στάδιο, όπου δεν μπορεί να ξεχωρίσει τον εαυτό του ως νηκτικό κολυμβητικό γυρίνο από το περίρρυτο στοιχείο της μήτρας που τον περιβάλλει. Τι ωφελεί όμως τον άνθρωπο, αν τον κόσμον όλο κερδίσει και ζημιωθεί την ψυχήν αυτού ως κρίσιμη καμπή και κόγχη έντεχνης μετάβασης ήχου και χρωμάτων, ως ρυθμιστική κλεισιάδα και κανονιστικό υδατοφράκτη της ροής συγκοινωνούντων δοχείων μεταξύ του υποκειμένου και του πεδίου αναφοράς του;
Αν το άτομο μπορούσε να δαμάσει την αντιπαρατιθέμενη ετερότητα, θα είχε ήδη απωλέσει την απειρία της ελευθερίας του ως ανεξάντλητου φάσματος επιλογών, ενώ αντίθετα προβαίνοντας σε δράση, όχι ανεξέλεγκτη ή ορμητική, αλλά συγκρατημένη, περιεσκεμμένη, προστατευτική, φειδωλή, περισωστική, ηθική καθιστά απεριόριστη την αυτονομία της εξωτερικότητας. Η ιδιάζουσα κίνηση κάθε πράξης είναι να καταλήξει στο άγνωστο, να μη μπορεί να λογαριάσει με ακρίβεια τις συνέπειές της, όπως φαίνεται από την οριστικότητα ενός εγκλήματος, τη μη αντιστρεψιμότητα του φόνου. Η αντικειμενικότητα ως εκβολή περίπλοκων αλληλεπιδράσεων αντιστέκεται στην πλήρη γνώση, στο απόλυτο επίστασθαι και επομένως στη βία της άκαμπτης λογικής και του κλειστού συστήματος, δεν φωτίζεται ποτέ άπλετα, υποδηλώνοντας έτσι το άπειρο και το πολυσήμαντο, την πολυσχιδή δηλωτικότητα των έργων, που εισφέρονται σε αυτήν. Έτσι λοιπόν σε μία παλλόμενη, αλλεργική στις υποδιαιρέσεις φύση είναι μάταιος ο εμπηγμός πασσάλων ως οροσήμων, κάθε περιχαράκωση ή περίφραξη είναι καταδικασμένη, τα στεγανά παρουσιάζουν διαρροή, ώσπου να ξεχαρβαλωθούν οι μεντεσέδες και να διαρρηχθούν – εκσφενδονισθούν οι μπουκάπορτες.
Την ιδιοκτησία μου π.χ., που με οίηση καμαρώνω, τη χρησιμοποιούν με εκνευριστική αδιακρισία δεκάδες άνθρωποι κάθε μέρα. Οι δακτυλιές τους μουτζουρώνουν τους τοίχους του δωματίου, τα χνώτα τους και η αρειμάνεια θεριακλίδικη καπνίλα των σιγαρέττων μολύνουν ακόμη περισσότερο την υγιή αζωτούχα κλεισούρα του ξενώνα μου, τα παπούτσια τους λασπώνουν το χαλί της εισόδου, τα χείλη τους καταναλώνουν τα ποτά μου στο πλαίσιο εθιμοτυπικής επίσκεψης, τα παιδιά τους σπάνε τα βάζα μου, τα σκυλιά τους χέζουν στις γωνίες μου. Ώρες – ώρες μού φαίνεται πως και το ίδιο το σώμα μου δεν ανήκει σε μένα, αλλά στον εκάστοτε σεξουαλικά πεινασμένο σύζυγο και μετά το θάνατο στη λιμοκτονική αδηφαγία των σαρκοβόρων σκουληκιών. Τα ρούχα μου τρώει ο σκώρος και τα μαλλιά μου ο άνεμος. Δισεκατομμύρια μικρόβια νέμονται τ’ άντερά μου και ευωχούνται με τους αλλάντες και τα χορδεύματα του συκωτιού μου. Πού είναι η ιδιοκτησία μου, κραυγάζω οπισθοχωρώντας στο έσχατο καταφύγιο του εγκεφάλου μου ; Σε τούτη τη γη κατέχω λιγότερα από τον κλήρο, που αναλογεί στο δόντι του Ιππία, το πεταμένο κάπου στο Μαραθώνα, όπου κανείς τόσους αιώνες δεν το βρήκε. Η λύση είναι όχι να κατακτήσω – τρομάρα μου – την υφήλιο, αλλά να συμβιώσω αρμονικά κοντά της χωρίς ενοχλητικές, πιεστικές απαιτήσεις και κυριαρχικά όνειρα έχοντας χρεία όσο το δυνατόν λιγότερων πραγμάτων, διότι η αυτάρκεια είναι, γνώρισμα θείο και η ολιγάρκεια είναι πλησιέστατο προς το θείο και το μεν θείο είναι άριστο, το δε πλησιέστατο προς το θείο είναι πλησιέστατο προς το άριστο (ξενοφώντειος Σωκράτης).
Αυτή η οικολογική άποψη περί γνώσης δεν είναι η νομιμοποίηση του απόλυτου κράτους και της καταπίεσης μίας σύναξης δημογερόντων, που προβάλλουν ανθρωποκεντρικές αντιλήψεις στη πολλαπλότητα της φύσης, αλλά η υπερχείλιση της περατότητας από ένα παγκόσμιο περιεχόμενο και δεν ανευρίσκεται – αλίμονο – στα δημόσια και ιδιωτικά τουβλοποιεία των φοιτητικών χρόνων, ούτε στα έδρανα των Πανεπιστημίων, όπου βήχουν και ξεμυξίζονται τα καθηγητικά γερόντια, αλλά στην προειρημένη αγαπητική σχέση με το περιβάλλον. Όσα άδυτα κι απόκρυφα, όσα ανάγγιχτα, ανέπαφα, άτρητα κι ατρύγητα, όσα βαθυστόχαστα και περισπούδαστα κι αν αραδιάσεις εμπεδώνοντάς τα σε συνειρμικό ορμαθό, δεν θα γίνεις σοφότερος, αλλά μάλλον τω πνεύματι πτωχότερος, γιατί μαθαίνοντας γνώσεις και όχι γνώση, βάζεις όρια στον εαυτό σου, ακρωτηριάζεις και τεμαχίζεις την έμψυχη, σφυγμώδη μεμβράνη, το αιμοσφαιρικό πλάσμα, το πολυπύρηνο κύτταρο της ζωής σε άπνοες, βαθύφαιες, ορφνές από τη σήψη πληροφορίες, μαστορεύεις, υλουργείς και πλανίζεις τα συρταρωτά διαμερίσματα ταξινόμησης, όπου διατηρείς υπό μορφή κονσέρβας ή ξηράς τροφής τις παρωπιδικές, αραχνιασμένες, κονισαλέες γνώσεις σου, φονεύεις και διαμελίζεις ως ανατόμος, αντί τους νεφρούς και την καρδία σεσηπότος πτώματος ή όζοντος θρασιμιού, τον ενιαίο και αδιαίρετο οργανισμό της φύσης με την αποστήθιση αγοραίων και χυδαίων ημιμαθειών.
Πάψε να είσαι ψωραλέος φιλισταίος και φαρισαίος υποκριτής , γηράσκων μα ποσώς διδασκόμενος μάγιστρος και δόκτορας, κι αντί να αποθησαυρίζεις ατεκμηρίωτα κι ατελεσφόρητα γνωμικά και αποφθέγματα , αναστήλωσε την παροπλισμένη φαντασία σου και πέμψε την να ψαρέψει αλήθειες στο βυθό του επιστητού μ’ ένα αγραλιευτικό και αναγνωριστικό ηχοβολισμό! Όσα βρίσκει ο φαντασιολόγος ολικός μεριμνοσοφιστής , που για μια στιγμή στηρίζει την απαλάμη στο πηγούνι και αλλοιθωρίζει αφηρημένος αγκαλιάζοντας το Όλον του Σύμπαντος, δεν διαβλέπουν εκατό αργόσυρτοι και σιδεροδέσμιοι προφέσσορες μαζί ανοσιουργώντας και διαπράττοντας τις ζοφερές αλχημείες τους στο εργαστήριο με τους κοχλάζοντες κι αναβράζοντες δοκιμαστικούς σωλήνες. Επιστήμονας σημαίνει συχνά λιγούρης με γουρλωμένα μάτια, ο οποίος ερευνά ηδονοβλεπτικά και οφθαλμοπορνικά αυτό που έτερος επινόησε, θαυμαστής – θεατής – θιασώτης, που παρατηρεί έκθαμβος τα στημένα από άλλον σκηνικά. Ο φυσιοδίφης μελετητής παρακολουθεί κάθε μέρα την παράσταση, που θεατρικά ανεβάζει και δραματουργικά διδάσκει ο επιθεωρησιογράφος και χορογράφος Θεός, ο αρχαιολόγος πάλι επεξεργάζεται ευρήματα, κτερίσματα ή κομψοτεχνήματα, που άλλοι αφιέρωσαν ή φιλοτέχνησαν, όπως π.χ οι κριτικοί της μουσικής, γλυπτικής και αρχιτεκτονικής, αυτοί οι εξοστρακισμένοι κι αβροεπείς θηλυδρίες, οι νερόβραστοι και υδαρείς μαλθακοί, που αναδύονται, προεξάρχουν και διαπρέπουν επιδεικνύοντάς μας όσα άλλοι με πιστότητα και γλαφυρότητα απέδωσαν και που δεν εισακούονται, όταν διατάζουν το πεσμένο ως ράθυμο καλαμαράκι πέος τους να ορθοστατήσει και να οριζοντιωθεί ως πέταυρο οικοδομής και πρεμνώδης δοκός, καταντώντας έτσι μικρόλογοι επικριτές και φιλόψογοι τιμητές της ξένης σφριγηλής και λάγνας ακολασίας.
Αλλά επειδή δεν θέλω να εκληφθούν αυτά ως αιχμή υπέρ της κυριαρχίας των καλλιτεχνών και να επωμισθούμε το βάρος ενός ακόμη ολοκληρωτισμού …αισθητικού περιεχομένου αυτή τη φορά, υπενθυμίζω στους αγαπημένους μας αρτίστες να μην επαίρονται, γιατί όσα έφτιαξαν, ήγουν κάποια δείγματα αρμονίας δεν θα είχαν κανένα νόημα, αν δεν ανάθρωσκαν κι δεν ανυψούνταν από ένα πέλαγος παραπληρωματικής δυσαρμονίας. Η δυσαρμονία είναι το περικάρπιο της συγχορδίας και της συνήχησης, η μία δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την άλλη, γι’ αυτό θα τολμήσω να πω ότι είναι ένα και το αυτό πράγμα. Τι θα ήταν ο Μότσαρτ αν δεν υπήρχε ο Σαλιέρι ή ακόμη περισσότερο ο περιπλανώμενος βιολιτζής και ο βάρδος του πανηγυριού ή προπάντων ο ανεπίδεκτος μαθήσεως φάλτσος της παρέας; Οι διακεκριμένες διάνοιες, οι περίβλεπτες και περίοπτες ευφυίες χρειάζονται τις αβελτηρίες και ευήθεις άνοιες ή τις απλές αφυίες ,αλλιώς δεν θα ήταν ιδιοφυίες, αλλά κοινοί ιδιώτες σ’ ένα κόσμο, όπου ο κάθε ανάδοχος εργολαβίας θα παρήγε αριστουργήματα και πλαστουργήματα άρτια όχι μόνο από λειτουργικής, αλλά και από αισθητικής πλευράς, οπότε οι καλλιτέχνες θα έμεναν σπίτια τους άνευ ασχολίας και προορισμού. Τέλος ας έχουν στο νου τους οι συμπαθείς αυτοί μιμητές του θείου, καθότι μικροί δημιουργοί, ότι η κληρονομημένη από τα γονίδια ακάματη ενέργεια ή η χάριτι θεία κορυβαντιούσα έμπνευση ενός Μπάχ, αλλά και η μεμαθημένη μετά από πολυετή άσκηση επιδεξιότητα ενός επαγγελματία βιολιστή, δεν είναι παρά μερικά δείγματα -ψήγματα των ανεξάντλητων, αδάμαστων αλλά αδρανών και προσωρινά άφλεκτων δυνάμεων, των συσσωρευμένων στη θρυαλλίδα του εγκεφάλου μας εν αναμονή της αποκαλυπτικής εκρήξεως που θα τις ελευθερώσει.
Οι φιλόκαλοι εμπειροτέχνες μπόρεσαν να μεγαλουργήσουν, επειδή ακριβώς ηχοβόλισαν τα πλέον απρόσβατα και δυσπρόσιτα κατάντη τους, αποφλοίωσαν τον κυψελώδη, σπογγώδη, κυτταριδικό ιστό της τεναγώδους, τερηδονικής αποτελματικής έξης, τριβέλισαν το κελυφώδες καύκαλο της αποχαυνωτικής συνήθειας και ανασχετικής ήσσονος προσπάθειας, ώσπου συνάντησαν τον σαπφειρώδη πυρήνα των χαρισμάτων τους, το αδαπάνητο τάλαντο της φυσικής τους κλίσης. Με τη σωστή ενδοσκόπηση, θέαση και εξέταση των παρυφών του συνειδησιακού κώνου, των ακόμη αλώβητων και ασάρωτων από τη ψήκτρα του πολιτισμού και της κοινωνικοποίησης, μπορεί να διαγνωσθεί ποια επιτήδευση και σπουδή εκφράζει και απεικονίζει καλύτερα την προσωπικότητα, ενώ η αναδευτική περιδίνηση της ακατάσχετης άνωσης δεν αποκλείεται να συμπαρασύρει και να εκσφενδονίσει δίκην φελλού στην επιφάνεια κάποιο νέο ακόμη ανεφεύρητο και ανεπινόητο τομέα δραστηριότητας, μία νέα τέχνη ίσως, μια και ο αριθμός επτά (άντε εννέα) είναι γελοίος. Στο σύμπαν απαντώνται σίγουρα δισεκατομμύρια λεπτουργικές ειδικότητες, χειρωνακτικές ή πνευματικές δεξιότητες και επεξεργαστικές επιτηδειότητες, μπορεί μεθαύριο να πέσει κάνα πλασματάκι απ’ τον ουρανό και να μάς ανακοινώσει με περηφάνεια: Είμαι σπεσιαλίστας στην πορνογεροντική οφθαλμεκτομή, τη λαπαροτομική εντεροπλεκτική, τη περιτοναιϊκή ή επιδιδυμική διαφανοσκοπία, τη μελέτη μονοχρωματικών ρόζων ή την παραγωγή εγκεφαλικών ιστών. Γιατί όχι;
Μόνο η πολιτική δεν είναι τέχνη και εξίσου δεν πρέπει να συγκαταλέγεται ούτε στην επιστήμη, γιατί έρχεται ως επιστέγασμα και επισφράγιση των δύο αυτών πειραστικών παρεκβάσεων του πνεύματος από την ενδοσκόπηση και αυτοπαρατηρησία του. Ο άνθρωπος στην αμεσότητα της ζωής του αποβλέπει καταρχήν στη μάθηση των νόμων, τη διάκριση ιδιαιτέρων αντικειμένων και διαφοροποιημένων επόψεων, την επίγνωση των μερικεύσεων και την εμπέδωση των επιστημών. Αν και οι επιφανειακοί αυτοί προσδιορισμοί πετυχαίνουν να συγκεκριμενοποιήσουν ως ένα βαθμό την αόριστη κοιναισθησία του, νιώθει πάντως να περιορίζεται απ’ αυτούς στη στάση, τον τρόπο, τη κίνηση και τη διάθεση των μελών του. Η αποσπασματική βιοτική σχέση με ασύνδετα μεταξύ τους και εγκατεσπαρμένα πράγματα δεν μπορεί να εκφράσει την αχανή έκταση του πνεύματός του, την ενότητα των επιμέρους σκοπών και οπτικών γωνιών του κι έτσι αναγκάζεται να προσφύγει στη τέχνη, ώστε να εξιδανικεύσει τη διασπασμένη φύση και να προσδώσει ζωτικότητα στο ενωτικό αυτό ιδανικό, διαμορφώνοντας το σώμα του σε Άργο με αναρίθμητα μάτια, όπου πλέον μέσα από κάθε μορφασμό, χειρονομία ή λόγο φανερώνεται η ελεύθερη ψυχή στην εσωτερική της απεραντοσύνη. Έτσι η τέχνη γίνεται το χαμόγελο της νηφαλιότητας και της ενδόμυχης ωκεάνειας γαλήνης εν μέσω των βασάνων του εγκόσμιου πόνου, της φυσιολογικής φθοράς, της καθημερινής τριβής, όπως ειπώθηκε για την περίδακρυ Σιμέν, την αγαπημένη του Σιντ, πως ήταν ωραία μέσα στο κλάμα της.
Εν συνεχεία η έκφραση της επιφάνειας και η εντύπωση του βάθους βρίσκουν τη συνισταμένη τους στο φαινόμενο της πολιτικής, όπου η άπειρη διαλεκτική αυτονομία από τη μία και η πιεστική καταδυνάστευση του φυσικού περιβάλλοντος αφετέρου αλληλοαναιρούνται και δια μαθηματικής απλοποιήσεως επιστρέφουμε πάλι στη ψυχοσωματική μας ταυτότητα, όντας τέκνα της ανάγκης και ώριμα τέκνα της οργής. Στη φροντίδα και διαχείριση των κοινών πραγμάτων, που είναι το εγχειρίδιο οδηγιών χρήσεως και αυτοδιάθεσης της ύπαρξής μας, ελλείπει το υλικό, που προϋποθέτει κάθε τέχνη, και το γνωστικό αντικείμενο πάσης επιστήμης, ήγουν μάρμαρο για γλυπτική, μπογιά για ζωγραφική, γαλαξίες για την αστρονομία, θυρεοί για την εραλδική, κρόκοι αβγών για τη γαστρονομία, γκάγκστερ που πυροβολούν μέσα απ’ τις τσέπες χαραμίζοντας το σταυρωτό σακκάκι για τον εμπορικό κινηματογράφο. Αν ο άνθρωπος ίσταται στην απόληξη του μεγεθυντικού φακού και τη μαλακωσιά του ανεπεξέργαστου πηλού, ο ίδιος πάλι προβάλλει στη κόγχη του μικροσκόπιου ή τη λαβή της σμίλης, δάσκαλος και μαθητής μαζί, σε μια διαδικασία που δεν είναι πια μίμηση πράξεως σπουδαίας και τελείας ή χειρισμός μαριονέττας στα χέρια άλλων, αλλά η ίδια η ζωή του, ουσία και συνώνυμο της πολιτικής Αντίθετα, η θρησκεία είναι ένα είδος πολιτικής για εσωτερική κατανάλωση, είναι οι ίδιες οι απόψεις μας.
Ωραίο είναι να παρακολουθεί κανείς τον καλλιτέχνη, που αρχιτεκτονεί ή το χειρούργο που ανατέμνει, αρκεί να μη το κάνει στη πλάτη μας. Θα θέλατε φερ’ ειπείν να σας πάω σε μαινόμενο γλύπτη να …σάς γλύψει ή σε απειρότεχνο δόκτορα της υψηλής ραπτικής να συρράψει πέτσες και φέτες του σώματός σας ως νεόκοπος Φρανκενστάιν ή ασυγκράτητη κοπτοραπτού- τιγκελού; Να σάς ακρωτηριάσει δηλαδή το μισό χέρι και το ένα τέταρτο του ποδιού για να σάς κάνει αρμονικότερους με μέθοδο Προκρούστη ή ακόμη καλύτερα να σάς ξεκοιλιάσει στο πλαίσιο αφηρημένης τέχνης και να στοιβάξει τα μέλη σας σε κασετίνα, όπως στον αντιαισθητικό Αμφιτρύωνα του Κλάϊστ; Ή θέλετε να σάς παραδώσω σε μοντέρνο ζωγράφο για να φτιάξει μια νέα Τζοκόντα χρησιμοποιώντας αντί λευκού χρώματος το ασπράδι του ματιού σας, για άλικη βαφή το αίμα σας και αντί φαιής στακτής κόνεως τη δυσώδη γέμιση του εντέρου σας; Ή τέλος επιθυμείτε να σάς υποχρεώσω να κινείστε και να μιλάτε κατά παραγγελία στα άδυτα φρενοκομείου, όντας ανυπεράσπιστα πειραματόζωα στο έλεος των επίφοβων πρωθιερέων και μαινάδων – θεραπαινίδων του Παβλώφ; Κι όμως ανεχόμενοι τους επαγγελματίες πολιτικούς και εγκαταλειπόμενοι στα γαμψώνυχα δάκτυλά τους δέχεστε να είστε αιώνιοι ηθοποιοί σ’ ένα κωμικό μονόπρακτο δίχως τέλος, ανίσχυρες κούκλες στη βιτρίνα καταστήματος, κομπάρσοι άβουλοι κι αξιοθρήνητοι ή ξεκαρδιστικοί κλόουν με σκιστές παρειές και καταρρακωμένη περηφάνεια.
ΑΝΤΡΕΙ, ΡΩΣΙΑ: Κατ’ ακολουθία των εκατέρωθεν λεγομένων μπορώ να συναγάγω χωρίς αμφιταλάντευση ότι η επιστήμη, που κάποτε αντιπροσώπευε την πρόοδο απέναντι στη μωρόσοφη θρησκεία ή τη σκοταδιστική καπηλευτική δεισιδαιμονία των γρυτοπωλών μάγων, παίρνει σήμερα στάση εχθρική προς τον άνθρωπο και θέση κατασταλτικού μηχανισμού εφάμιλλου της εκκλησίας, της αστυνόμευσης και των λοιπών πρακτικών κοινωνικής ορθοπεδικής, παύοντας πλέον να είναι το φόβητρο των αντιδραστικών κύκλων και γενόμενη ίσα-ίσα κτήμα και όπλο τους, ενώ συγχρόνως βλέπουμε τους πάλαι ποτε αξιοσέβαστους θεράποντες της, τους δεινούς και επιδέξιους χειριστές του κούφιου καλάμου να συγκεντρώνουν αφειδώς πτυχία για να πλουτίσουν τη μακάβρια συλλογή του τοίχου τους, όπως οι κυνηγοί αναρτούν κεφαλές ταράνδων κάτω από τη πρεμνώδη δοκό του παταριού ή οι νικητές στήνουν χαρούμενα τρόπαια με περικεφαλαίες και σταχτιά κρανία πολεμίων στα πεδία των μαχών.
Πράγματι ως τώρα θεωρούσαμε συντηρητικούς τους Ελεάτες, που φαντάζονταν το ακίνητο παγκόσμιο πνεύμα να υπερίπταται της οικουμένης, τον Πλάτωνα με το Δεϊστή θεό του και τις κρεμασμένες στο τοίχο ιδέες του, τον Αριστοτέλη με τα λογικά αιτήματα και την εντελέχειά του, τον Βούδα με την απέραντη λύπη και την ενδοσκόπησή του, τους Στωικούς με την αταραξία και εσωστρέφειά τους, το Χριστό με τη μετά θάνατο ζωή του, τον Πυθαγόρα, που κοντά στο ακάθαρτο σύμμεικτο γής, αέρα, νερού και φωτιάς πρόσθετε το σκουλήκι, που κρέμεται από κάποιο ξυλώδες ράφι, κάποιο αραχνοϋφαντο ιστό του καλυμμένου φερέτρου και μονωτικού κουκουλιού εξ υαλοβάμβακος λίγο πριν τη μεταμόρφωση σε χρυσαλλίδα, το άφθαρτο σύμβολο της εξέλιξης που μορφοδοτεί την ύλη, την απλή και αδιαίρετη μονάδα που πυρπολεί ως ανθός αθανασίας τις εσωτερικές κοιλότητες των ζωτικών οργάνων της φύσης, κοντολογής δυσπιστούσαμε προς τους μη θετικιστές διανοητές, που ξεπερνούσαν τον ενεστώτα κόσμο ψάχνοντας για έναν άλλο. Κι αντίθετα ποιους θεωρούσαμε προοδευτικούς; Τον Δημόκριτο με τα …τμητά άτομά του, τον Ηράκλειτο με τα θέρη και τους χειμώνες, τον κόρο και το λιμό του, τους Ίωνες με τους αναίτιους χημισμούς και τη μηχανιστική κίνηση των στοιχείων τους, τον Θουκυδίδη με την αβάστακτη ψυχρότητα και νηφαλιότητά του, τον Λοκ λόγω της συνετής και ασφαλούς προσήλωσης στα φαινόμενα, συνελόντι ειπείν αυτούς, που αφετηριάζονταν ή ακόμη καλύτερα παρέμεναν και αγκυροβολούσαν στις αισθήσεις, που διερευνούσαν με εξασκημένη παρατήρηση τη ριψοκίνδυνη κυβεία, την ανακατεμένη τράπουλα των γεγονότων, τούτο το απρόβλεπτο και απροδίκαστο χαρτοπαίγνιο του συμβεβηκότος και της ενδεχομενικότητας τακτοποιώντας και διευθετώντας ύστερα τις κάρτες ταρώ με την ευταξία του ελεγχόμενου πειράματος: Δηλαδή τους θετικιστικά προσανατολισμένους. Την αντιπαράθεση αυτή κάναμε αποδίδοντας την οξυμέριμνη σχολαστικότητα, ενδοιαστική ακριβολογία και τη συγκεχυμένη, ασαφή σκοτεινή αφήγηση του μεταφυσικού στον καταπιεσμένο εγωισμό του και την ιεροεξεταστική μισαλληλία του, ενώ την δραστική επιτηδειότητα και εφηρμοσμένη πρακτικότητα του επιδέξιου, πολύπειρου, εντριβούς τεχνογνώμονα συνδέουμε με τον συγκινητικό υπερχειλίζοντα ενθουσιασμό του και τη πηγαία ανάγκη του να διελευκάνει τα μυστήρια του Σύμπαντος.
Το κριτήριο αυτό πιθανόν σε άλλες εποχές να επαρκούσε, σήμερα όμως η εκτίμηση της κατάστασης έχει δυσχερανθεί, διότι επαναδραστηριοποιήθηκε η σοφιστική αμφιδεξιότητα και αντιλογική στρεψοδικία της αρχαιότητας, που παρουσίαζε τη χελώνα ταχύτερη του Αχιλλέα με βάση το παράδοξο της χρονικής ασυνέχειας και την απουσία μίας διαφωτιστικής εξίσωσης απειροστικού λογισμού, και μάλιστα μετεξελίχθηκε νοσηρά σε δόλια προβοκάτσια, ιδεολογική παραχάραξη και διασπορά ψευδών ειδήσεων, που συνοψίζεται στην απλή αρχή του Γκαίμπελς ότι ο σπίλος της συκοφαντίας είναι άσβηστος και ανεξίτηλος και ο σπόρος της διαβολής ανθεκτικότερος του ζιζανίου.
Έτσι π.χ η λαϊκή κυριαρχία δυσφημείται ως οχλοκρατία, η εργατική τάξη ως ανατρεπτική οργάνωση, οι συνδικαλιστές ως ταραξίες ή αναρχικοί και επειδή βέβαια την ύπαρξη και την χρησιμότητα των κοπιώντων εκμισθωτών εργασίας δεν μπορεί κανείς να αποσιωπήσει, ώ του θαύματος εμφανίζεται μία άλλη παράταξη, που υποτίθεται ότι τούς αντιπροσωπεύει. Ούτω πως παρατηρείται το φαινόμενο άσωτοι συβαρίτες, τρυφηλοί αβροδίαιτοι και ηδυπαθείς – προγάστορες αστοί να διεκδικούν τη διαπίστευση βουκόρυζων, πλατύρρινων, κονίποδων και αμβλύνοων μεταλλωρύχων, κόμματα αργυραμοιβών, κολλυβιστών και μεταπρατών να παρουσιάζονται πανίσχυρα στις παραγωγικές τάξεις, στα συλλαλητήρια, αντί να διαμαρτύρονται οι εργαζόμενοι, να ζητωκραυγάζουν οι κυβερνητικοί εγκάθετοι και οι επ’ αμοιβή φωνασκούντες διαδηλωτές, να ξεπροβάλλουν οι πρώτοι «αγαθοί» λαοπρόβλητοι ηγέτες ως φυλακτήρια πνεύματα ή πολιούχοι άγιοι, καταρρακωτές κάθε προηγούμενου ρεκόρ δημοτικότητας και εντυπωμένοι στις γυναικείες καρδιές ως ήρωες σινερομάντσου που ‘χουν στο τσεπάκι τους τη συνταγή δια πάσαν νόσον και μαλακίαν και να κάνουν την εμφάνισή τους οι αγωνιστές του σαλονιού, των δεξιώσεων, των εθιμοτυπικών τεϊων και των γευμάτων εργασίας, που ρίχνοντας μια δυσεξάτμιστη και δυσάερη πορδή απ’ το πολύ φαϊ ως φλόμο υπεριπτάμενου μεθανίου ή εκπυρσοκρότηση ελώδους αερίου συνιστούν στο κοινό να μην ανησυχεί, διότι τροχιοδρομούν στο στίβο της πολιτικής επαγγελματίες κατάλληλοι να μεριμνήσουν για τα συμφέροντα του. Κι έτσι ο επονομαζόμενος «λαός» κοιμάται μακαρίως, ενώ οι καλικάντζαροι ανενόχλητοι τραγανίζουν μέρα-νύχτα την κολόνα που βαστάει τα κεραμίδια της κοινωνίας και ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια οι καλαμαράδες, μεγάλαυχοι και κομπορρήμονες «σοσιαλιστές ηγέτες», όπου ο δεύτερος όρος αναιρεί τον πρώτο, μα οι πάντες παραβλέπουν τη κραυγαλέα αντίφαση, για να πάρουν στα στιβαρά τους χέρια τη μοίρα μας και να μάς οδηγήσουν σε ωραία πεπρωμένα σαν να μη μπορούμε από μόνοι να ρυθμίσουμε τη ζωή μας. Αλλά κανείς δεν αντιλαμβάνεται τη μεγάλη απάτη, την αθέμιτη πλεκτάνη και τα μηχανορραφικά τεχνάσματα, διότι η προβοκάτσια είναι εφεύρεση βασισμένη σε εργαστηριακά δεδομένα, ήλθε στην επιφάνεια μετά την έξυπνη στροφή της συντήρησης προς την επιστήμη, διατίθεται στην αγορά ως άριστα ενδεικνυόμενο μέσον αποπροσανατολισμού, σύγχυσης και χαύνωσης των μαζών και διαβιβάζεται μέσω άκρως μεταδοτικών και απηχητικών μεθόδων πληροφόρησης. Η αλήθεια έχει να χτυπήσει κάρτα στο χώρο της ιστορίας απο το 1917, αυτή ήταν η τελευταία της παράσταση επ’ ακροατηρίω. Από τότε παραποιείται, κακοποιείται και παραχαράσσεται επί καθημερινής βάσεως στα γραφεία των τεχνοκρατών, εκεί που οργιάζουν οι πίνακες στατιστικών, που συγκεντρώνονται και μηχανογραφούνται οι καρτέλλες για το «τίς ει» και το «πόθεν έσχες» κάθε πολίτη κι από όπου εκπορεύονται τα διαφημιστικά, καθοδηγητικά μηνύματα αποβλάκωσης.
Παραλλήλως οι πανεπιστημιακές διδασκαλίες είναι στομωμένες και τριμμένες σαν αιμάσσουσα οδοντοστοιχία, αλλά πού να πληροφορηθεί κανείς κάτι καλύτερο από τα κεντριστικά, χαρακτικά γομφώδη σφηνοειδή κολλυβογράμματα για πρέμνα και κούτσουρα ή κηλιδωτά πασαλείμματα για μύωπες και αμβλύνοες, που προξενούν έντονη δυσπεψία και οξυρεγμία, όταν η εξουσία είτε υπό μορφή κρατικού φορέα είτε υπό τον επενδύτη ιδιωτικών επιχειρήσεων νέμεται την εκπαίδευση ως χαρτοκοπτική βιβλίων και κατάστιχων στα μέτρα της προπαγάνδας; Ο όρος «επίστασθαι» μπορεί βέβαια να προσδίδει κύρος στους απόφοιτους Α.Ε.Ι., υπαινίσσεται όμως και παραπέμπει με την παραφουσκωμένη αλαζονεία του στην πρωτόπλαστη γύμνια και την υποσκαπτική, υπονομευτική κιβδηλία, που πλανιέται στα εργαστήρια και τα διδακτήρια, διότι μόνον η λέξη «έρευνα» αποδίδει τη διαδικασία της γνωσιολογικής αναζήτησης.
Από την άλλη, για να είμαστε δίκαιοι, οι εκπρόσωποι τηε ψευτο-προοδευτικής πλευράς μάς εξωθούν να ιδρύσουμε περιπατητικές σχολές ως ιδιογνώμονες, δύσπιστοι, ξεροκέφαλοι και σκληραυχενικοί λαϊκιστές και να κυνηγούμε τις γνώσεις με την αρχαιότατη, αλλά μόνο σε σπαργανώδη, στοιχειώδη, υποτυπώδη σκαριφήματα, σχέδια και περιγράμματα αποτυπωμένη μέθοδο της διαλεκτικής συζήτησης, αλλά τι αναντικατάστατη απώλεια, τι λυπηρή συρρίκνωση της επιστήμης θα ήταν αυτή, αφού θα ακρωτηριαζόταν η κινηματογράφηση, η μαγνητοσκόπηση, η λογιστική, η στατιστική, κοντολογής η καταγραφή και προσκόμιση των δεδομένων, άνευ των οποίων δεν υπάρχει σκέψη.
Σε μία τέτοια εκ θεμελίων εναυσματοδοτική και εμπυρευματική θεώρηση, ο Μαρξ που παλιότερα είχε αποκαλέσει τη θρησκεία όπιο των λαών, αν βρισκόταν μεταξύ μας σήμερα, θα έλεγε πως το κιθάρισμα της αυλητικής και πλανευτικής βαρβίτου παίζει στον καιρό μας η επιστήμη.
Μήπως ο Χριστιανισμός αυτός καθαυτός χωρίς καλυμμαύχι και πετραχήλι, άνευ αρχιμανδριτών και πρωτοσυγκέλλων, θεοφιλέστατων επισκόπων και σεβασμιότατων Μητροπολιτών ήταν κακός, όταν κήρυττε την αγάπη; Έγινε όμως ευτελής, ωμός και εκδικητικός στα χέρια της κοσμικής εξουσίας, που κάθε άλλο παρά στοργική και καλοπροαίρετη ήταν. Έτσι και η επιστήμη διηθημένη και λογοκριμένη, συρραμμένη από καλογυαλισμένα ρετάλια πρόσκαιρης σκηνοθεσίας δίκην τρισδιάστατου ενεργειακού, πλην όμως ανά πάσαν στιγμή αποσυνδεόμενου ολογραφήματος, κατάλληλα επεξεργασμένη και συσκευασμένη από τους γνώστες της ανθρώπινης ψυχολογίας, μίσθαρνους και στρατευμένους στην υπηρεσία συμφερόντων διαμορφωτές της κοινής γνώμης και δηλητηριαστές του ανθρωπίνου γένους, σερβίρεται στην κατανάλωση αλλοιωμένη αποσιωπώντας μέρος της αλήθειας και μετατοπίζοντας το ερευνητικό της ενδιαφέρον σε ακίνδυνους ανιαρούς τομείς και απροσήγορα εξεζητημένα θέματα πόρρω μακράν των ανησυχιών και αναγκών του πολίτη.
Η διαίρεση ανάμεσα στη συντηρητική μεταφυσική και τον προοδευτικό υλισμό είναι ξεπερασμένη στην εποχή μας. Ακούσατε την νέα κατάταξη που έκανε ο οπαδός του «πέραν του καλού και του κακού»; Δεν δίστασε να ταξινομήσει τον εαυτό του στην ίδια κατηγορία με τον Πλάτωνα, γιατί αμφότεροι είναι, λέει, ασυμβίβαστοι στις ιδέες τους. Συμμάχησε με τους εμπειριστές, που βλέπουν το μεγάλο ψάρι να τρώει το μικρό και το μιμούνται σαν πίθηκοι, αλλά απέρριψε αυτούς, που τηρούν κριτική στάση απέναντι στα φαινόμενα και κάνοντας ένα βηματάκι παραπάνω συνδέουν το φόνο του αλιεύματος με την πείνα του αγκιστρευτή, ενυγροθηρευτή και ασπαλιευτή και τις μονομαχίες των κερασφόρων αρσενικών μώνυχων με τον εντυπωσιασμό των εν οργασμώ ευρισκομένων ελαφίνων. Μέχρι και τους ανατολίτες φιλοσόφους προσεταιρίστηκε, εφόσον πιστεύουν πως η γνώση μεταδίδεται αυταρχικά από τον γκουρού στον μαθητευόμενο μάγο, αν και δεν ξέρω πώς συμβιβάζει τη διδασκαλία της αδράνειας, αβλάβειας, ανοχής και ακώλυτης συμπληρώσεως του κύκλου της ζωής, ώστε να επανέλθει στη πρωταρχική κατάσταση ηρεμίας απ’ όπου ξεκίνησε, με την ενεργητική δυτική επέμβαση δια του νυστεριού του Βακώνειου Οργάνου και το στραγγαλισμό της φύσης δια της εκβιομηχανιστικής αποψίλωσης και των ομοβροντιών της κανονιοφόρου. Αντίθετα ανασκολόπισε τους υπαρξιστές, επειδή εφεύραν και κατοχύρωσαν ως ευρεσιτεχνία την ανύπαρκτη κατ’ αυτόν έννοια του καλού, και τους Χριστιανούς, επειδή φοβούνται.
Αυτή η νέα κατάταξη πρέπει να μάς προβληματίσει, γιατί ανατρέπει όλα τα ισχύοντα μέχρι τώρα. Η κοσμοθεωρία δεν αποτελεί πλέον κριτήριο στις σκέψεις του «Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα» για το χωρισμό ή τη διάκριση των ανθρώπων σε πρόβατα και ερίφια, αλλιώς ο ιδεαλιστής Πλάτωνας δεν θα μπορούσε να ‘ναι στην ίδια κατηγορία με το φίλο μας, τον αυτόκλητο φανατικό εμπειριστή. Η ειδοποιός διαφορά είναι άλλη, υποφώσκει δε και προαναγγέλλεται όλο και περισσότερο, καθώς μετά από αιώνες Ιστορίας τα σιδηρά προσωπεία της υποκρισίας και των υποβολιμιαίων χαλκευμάτων πέφτουν. Οι ποικίλες ιδεολογίες αποδεικνύονται περίτρανα προπέτασμα καπνού για να θολώνουν την ακράδαντη και απαρασάλευτη στιλβηδόνα της αλήθειας, τη στιλπνή ως ολισθηρό γλαυκό παγετώνα και καθαρή ως άσπιλη λεύκανση των κεριών. Οι θεωρίες και οι απόψεις είναι καμουφλάζ, μπερές και εκστρατευτική στολή παραλλαγής, παραπλανητική μεταμφίεση καταδρομέων ειδικών δυνάμεων και μασκαρευτικό φούμο ναυτοδυτών. Πίσω όμως από τους υπαινικτικούς εθιμοτυπικούς απορητικούς βήχες ψάλτη, τους άβολα χτισμένους γύψους, τους ψεύτικους επιρραμμένους μιξοπαρθενικούς υμένες από κοτόπουλο, το έωλο πρόχειρα επίστρωτο μουροφίντο της ψευδοπλασίας, τα καλλωπιστικά έμπλαστρα και ψιμύθια, τα τεχνητά βλέφαρα, το μιμούμενο «οίνον» ξυλόπνευμα και τα περιρρέοντα φτιασίδια των παρειών ως και τα δαντελωτά τριχαπτικά σκουφιά των προσποιούμενων λιμοκοντόρων – δανδήδων κρυφοφαίνεται και βγαίνει σιγά- σιγά στην επιφάνεια πάντα ανεπίσημα μα αναπόφευκτα η αδιακόσμητη και ακαλλώπιστη μέσα στη φυλακή της ουσία, σφιχτοδεμένη και στραγγαλισμένη με βρόχο και λαιμαριά ως οικιακός κύων με το λουρί του.
Το θέμα δεν ήταν αν θα επικρατήσει ποτέ ο ιδεαλισμός ή ο υλισμός, ο ρασιοναλισμός ή ο σενσουαλισμός, ο εμπειρισμός ή ο εμπειριοκριτικισμός και συλλήβδην όλοι οι – ισμοί. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα εμφανές στο σύγχρονο κόσμο, όπου οι χαμαιλέοντες της πολιτικής αλλάζουν τις πεποιθήσεις τους στο «πι και φι», ου μην αλλά και μεταγράφονται ως ποδοσφαιριστές σ’ όποιο κόμμα δώσει τα περισσότερα. Το ζήτημα ήταν πάντα και θα είναι εσαεί η διαμάχη μεταξύ δύο κατηγοριών ανθρώπων και συνάμα παραπληρωματικών αδρανειακών συστημάτων, όπου η κίνησή τους ως προς ένα σκοπό δεν μπορεί να μετρηθεί απόλυτα, αλλά μόνο να συσχετισθεί ως απομάκρυνση ή προσέγγιση απ’ αλλήλων, υπό την έννοια ότι οι πράξεις ελευθερίας των μεν ανατρέπουν τους σχεδιασμούς των δε, έτσι ώστε από την κατάφαση της οργανωτικότητας και τον μετριασμό ή την άρνηση της κατεδαφιστικής ή μερικής αποικοδόμησης προωθείται ένα πεπρωμένο μέσα από την υπέρβαση μίας διαρκούς αμφισβήτησής του.
Σύμφωνα με τη παλιά – καλή διαλεκτική είναι η μάχη των αριστοκρατών εναντίον των δημοκρατικών, των εγωκεντρικών κατά των κοινωνιστικών, των συγκεντρωτικών με τους αποκεντρωτικούς, των ηγετών σε αντίθεση με το λαό. Και για να μην μετέρχομαι χαρακτηρισμούς, που αύριο το πρωί πιθανόν να περιβληθούν διαφορετικό νόημα, τούς ανατέμνω και τούς διαμελίζω στα εξ ών συνετέθησαν. Από τη μία μεριά λοιπόν είναι ορθά – κοφτά οι αφορολόγητοι φοροφυγάδες της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, που εκλαμβάνουν τη κοινωνία ως βίαιο αυλόγυρο σχολείου για την εκτόνωση των επιθετικών τους τάσεων, το ξεκαθάρισμα προσωπικών λογαριασμών και τον κορεσμό των παλαιστικών τους φιλοδοξιών ή ως κολυμβητήριο νωχελικής και εγχελοειδούς αναπαύσεως και δροσιστικής αναψύξεως της νηκτικής τους κύστης και επιδερμίδας , που πρέπει επομένως να διαμορφωθεί ανάλογα με τις απαιτήσεις του βιολογικού τους υποστρώματος ή τις επιταγές του αυθαίρετου αισθητηρίου τους, από την άλλη προβαίνουν εκείνοι που βλέπουν τον άνθρωπο να παλινδρομεί, καρκινοβατεί, κενεμβατεί και σχοινοβατεί πάνω στην ευαίσθητη εξισορρόπηση του υπερεγώ και επομένως θεωρούν την επιβίωσή του, αλλά και την ευημερία του, σε έντονη συνάρτηση με τη σύσφιξη των διαπροσωπικών σχέσεων και των κοινωνικών επαφών, την ενδυνάμωση όλων των πίστεων, των πεποιθήσεων και των συναφών ιερών δεσμών.
Το ερώτημα είναι κύριοι: Παραδέχεστε τον εαυτό σας ως τροφοσυλλέκτη ζουγκλόβιο ή ως παραγωγική μονάδα ενταγμένη σε ευρύτερους οργανωτικούς σχηματισμούς; Τον θεωρείτε Χάρυβδη προορισμένη να ρουφάει άπληστα μέχρι να σκάσει, Σκύλλα μ’ έξι αρπακτικά κεφάλια, που μαζεύει αγαθά για να έχει ή Προμηθέα, που συναλλάσσεται, συνδιαλέγεται και μοιράζεται το βιός του με τους κοπιώντες συναγωνιστές του, που εκχωρεί το μυστικό της φωτιάς στη γενιά του για να είναι; Σε τελευταία ανάλυση αντιλαμβάνεστε τον άνθρωπο ως οικονομικό ή ως κοινωνικό ον;
Σ’ όλες τις γλώσσες, σ’ όλες τις εποχές, τα μήκη και τα πλάτη το ηθικό δίλημμα ήταν και παραμένει το ίδιο. Με την απάντηση που κανείς θα δώσει κατατάσσεται αυτομάτως στη μία ή την άλλη κατηγορία και αναγκαστικά συμμετέχει στη μεγάλη αντιπαράθεση. Τούτος ο πόλεμος είναι ο μόνος πόλεμος, αγώνας επιβίωσης για την κοινωνία και συγχρόνως η προσπάθεια της ζούγκλας για μια πανηγυρική ρεβάνς! Ένα λυσσαλέο κονταροκτύπημα ανάμεσα στις ενωτικές και τις διασπαστικές δυνάμεις! Δεν εξετάζω αν ο καθένας έχει τις απόψεις του λόγω γονιδίων, περιβάλλοντος ή ψυχής, αν είναι χριστιανός ή μαρξιστής, Ιρλανδός ή Ιουδαίος, λευκός ή νέγρος, λαγόχειλος ή εξαδάκτυλος, σπαστικός ή καμπούρης, Άρειος ή Μαυριτανός, αν βλέπει στον ύπνο του το «Εν Τούτω Νίκα» ή φαντάσματα να τον κυνηγούν.
Ήδη, ανάλογα με την πεποίθησή του, έχει εμπλακεί σ’ αυτό τον αδυσώπητο, σπαρακτικό αγώνα του όνυχα και του οδόντος, στρατευμένος στο πλευρό είτε της παράταξης των δυσωδών εκκενώσεων και εκκρίσεων του βασικού ενστίκτου είτε του ιερού λόχου της ταρίχευσης του κορμιού και της συγκινητικής παραγέμισης της μούμιας με μυρωδική κασσία, αρωματικό λάβδανο και φυλλώματα μυρσίνης, όπως και της ανάστασής του με νανίτες, οπότε καλόν είναι να αντιληφθεί τη θέση του μέσα στο πεδίο βολής, ώστε να καλυφθεί και να αμυνθεί αντί να περιφέρεται απρονόητα και αστόχαστα σε ύψος που σφυρίζουν οι σφαίρες.
Δημογενείς, κοινογενείς και αγενείς αδελφοί (σ.μ. ταπεινής καταγωγής), όσοι δεν διεκδικείτε τίτλο ευπατρίδη, περγαμηνές αριστοκράτη ή εύσημα προεστού και κυβερνήτη για να ταϊσετε το φτερωτό δαίμονα της υπεροψίας σας κι όσοι πιστεύετε ότι η αναγέννηση ή η παλιγγενεσία μέσα από την οφθαλμική στεφάνη κάποιου άλλου είναι ακαταγώνιστη και ακατάλυτη. Δεν μάς μένει πολύς χρόνος να διακρίνουμε τα κοινά μας σημεία, να συνασπισθούμε και να οργανώσουμε τη δράση μας. Η σοφιστική και πολυμήχανη αντίδραση μάς διασπά εφευρίσκοντας τεχνητές διαφορές και μάς ρίχνει στάχτη στα μάτια για να μη νιώσουμε πως είμαστε στο ίδιο χαράκωμα. Κι όμως αν αφαιρέσουμε το κεφαλομάντηλο , που μάς σκεπάζει το πρόσωπο, θα αντικρύσουμε πλάϊ στον ώμο μας ο ένας τον άλλο, όπως ο γερμανός πεζικάριος το λαιμοτομημένο με συγκλειόμενο μαχαιρίδιο και εγκόλπιο σφαλιχτάρι εχθρό στο μυθιστόρημα του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ.
Κάτω από τον κρυστάλλινο, ηθικό, αρμονικά πλασμένο κόσμο του Κοινοβουλίου και του Πανεπιστημίου, του Προεδρικού Μεγάρου και της Εθνικής Τράπεζας, του Νομισματοκοπείου, του Δημαρχείου και της Αστυνομίας Πόλεων ας υφάνουμε κρυφά και μυστικά την ανθρωπιστική μας συνομωσία, την παθητική μας αντίσταση, εκεί στον αλύμαντο και άθικτο υπόκοσμο, όπου η εξουσία δεν έχει πιάσει τα πόστα. Τέτοιο κακόφημο στέκι ρακένδυτων περιθωριακών έχουν καταντήσει το σπίτι σου μικροαστέ, αφού δεν μπορείς ν’ αποφασίζεις ούτε για τη μόστρα της πρόσοψης, το σπουδαστήριό σου φοιτητή κι η οικοδομή σου εργάτη, αφού όλα αυτά τα «σου» είναι πλασματικά και τίποτε δεν ορίζεις. Αν ενωθούμε όλοι εμείς, οι ανεκτικοί, υπομονετικοί και σιωπηλοί, αρκούμε και με το πλάνταγμα των ψυχών μας μονάχα να κάνουμε τούτη τη κοινωνία ετεροκαθορισμού κοινότητα συμμετοχική, να μετατρέψουμε τη γέενα φασισμού σε κυψέλη «συναποφασισμού».
Ας θυμηθούμε ότι κάποτε, όπως υπάρχουν λυκόσκυλα και σκύλοι πεκινουά ή μικτά τερριέ, αρουραίοι των υπονόμων σε αντίθεση με λευκά ποντικάκια και ευτραφείς υδρόχοιρους με κορδελίτσα συσκευασίας δώρου, που γυμνάζονται λαχανιάζοντας στο εσωτερικό μιας ρόδας, ή τέλος κόνδορες και αετοί σε σύγκριση με καρδερίνες και κολίμπρια, έτσι κάποτε περιδιάβαιναν τη γη δύο πολυάριθμες φυλές, δύο άφιλα, άσπονδα και αδιασταύρωτα γένη ανθρώπων. Από τη μία οι γίγαντες κι από την άλλη οι νάνοι, διαχωρισμένοι από ένα κοινό πλάσμα, για να χρησιμοποιήσουμε μία παραβολή εφάμιλλη των κάποτε πανίσχυρων, ερμαφρόδιτων, αυτερωτικών τετράποδων του Πλάτωνα. Οι Κύκλωπες όμως, επειδή στην καθισιά τους ο λόφος έτριζε και στο σήκωμά τους μπορούσαν να φτάνουν τις κορφές των δέντρων και να μασάνε φύλλα σαν την καμηλοπάρδαλη, επειδή μπορούσαν ν’ αγναντεύουν τον ορίζοντα ίσα- πέρα κι είχαν γενετήσιο όργανο ισομέγεθες ή και πολλαπλάσιο του γαϊδάρου, πήραν ψηλά τον αμανέ (με κόλλησε ο Ντόναλντ και μιλώ διανθισμένα) και ζούσαν χωριστά, ο καθένας για λογαριασμό του. Για αλληλοβοήθεια ούτε λόγος κι οσάκις η μοίρα το ‘φερνε να συναντηθούν, φιλονικούσαν άγρια, πάλευαν και σκοτώνονταν μεταξύ τους. Όταν τα πόδια των Τιτάνων, των Εκατόγχειρων και των Τρεμαντάχειλων ταρακουνούσαν το λιθόστρωτο, οι μικροί το δέμας άνθρωποι ήταν χωμένοι στις σπηλιές, κι αν δεν καταλάγιαζε ο κονιορτός , η αιθάλη και η ασβόλη από τις βαρύγδουπες περπατησιές, ούτε κλεφτή ματιά δεν έριχναν στο ηλιασμένο ξέφωτο πέρα απ’ την αψιδωτή στοά της εξόδου. Μία τέτοια αποφράδα στιγμή, λέει ο μύθος, ένα παιδί κούρνιασε φοβισμένο στο ευτραφές, εύσωμο κι ευμάλακτο στήθος, τον εύξεινο και δροσερό κόλπο, το υπήνεμο και ευλίμενο μάρσιπο , τη σεπτή επίπλοη σκέπη της μητρός του. Και η μάνα αφημένη στο βαυκάλημα, το υπνωτιστικό μαύλισμα, το κάλεσμα σειρήνας ή το όραμα της παραμυθίας – όπου ο καθένας επιλέγει τον προσήκοντα όρο ευθέως ανάλογα της αισιοδοξίας του -έπαψε το ανούσιο σκλήρισμα και προφήτευσε: Μην κλαις, γιατί όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, εμείς θα ζήσουμε στον αιώνα τον άπαντα, ενώ απ’ αυτούς δεν θα μείνει ούτε ίχνος!
Και πράγματι οι γίγαντες δεν πέρασαν το κατώφλι των ιστορικών χρόνων, διατήρησαν σκιώδη λαθραία υπόσταση στη σφαίρα της μυθολογίας και μόνο η γιαγιά καθισμένη στην αυλόθυρα, όπου προϊσταται της συνελεύσεως των… εγγονών, τούς θυμάται αραιά και που. Εξαφανίστηκαν ως αιθερόλαμνες, αιθερόπλαστες οπτασίες. Έτσι και σήμερα οι τυραννόσαυροι οι βροντόσαυροι, πτεροδάκτυλοι και τα λοιπά μεγαθήρια των παιδικών παραμυθιών θα εκλείψουν, γιατί θα τούς προδώσει η ακαλούπωτη και ακαλίγωτη ανθρώπινη φύση τους. Νομίζουν ότι προβλέπουν και προδιαγράφουν τα πάντα, αλλά θα τούς εξοντώσει η αρχή της απροσδιοριστίας, η χαοτική εξίσωση, ο χειμαρρώδης ρους, το ζεφύριο ευνοϊκό και ούριο ρεύμα ανέμου που παρασύρει τα άγανα, ο παραπλανητικός φώλος, το εις το διηνεκές αποφλοιούμενο κρόμμιο του κυκλοτερούς, περίρρυτου και πολυκύμαντου περίπλου της ζωής, ένας διαφορικός ή απειροστικός λογισμός, όπου οι παράγωγοι και τα ολοκληρώματα δεν αναλύονται και δεν συνθέτονται, απειρίζονται ή μηδενίζονται, αλλά υποκύπτουν σε μία ανάδραση έξω από κάθε έλεγχο και σ’ ένα φαύλο κύκλο, που περιελαύνει και περιφέρεται κυνηγώντας… την ουρά του, όπου καμία υπολογίσιμη αναλογία μεταξύ κλάσματος εισροής και πολλαπλάσιας εκροής δεν υπάρχει, όπου η κλίση της εφαπτομένης περιστρέφεται αφηνιασμένα και τα άτομα μόλις που συγκρατούν τη συνοχή των μποζονίων και φερμιονίων τους στην ευαίσθητη ελκτική και απωστική, ελαστική και αποπαλμική διελκυστίνδα μεταξύ ραδιενέργειας και καθαρού φωτός, όπου οι μεταβολές χάνονται στην αχανή σήραγγα των αριθμών και οι μεταβλητές στην απύθμενη χοάνη των υποδιαιρέσεων της μονάδας κι όπου τέλος τα μαθηματικά υπερφαλαγγίζουν κι υπερκεράζουν τα πιο εκτεταμένα τόξα, τα πλέον εξωφρενικά ημίτονα και συνημίτονα του σύμπαντος και αυτοαναιρούνται. Μα κι όσοι δεν παρασυρθούν από τον ιλιγγιώδη χορό του Ζαλόγγου και τους φρενιτιώδεις ρυθμούς της αποσυνθετικής εντροπίας, της ακατάσχετης και αναχαίτιστης ροπής προς αταξία ή δεν ανοίξουν διακριτικά την Κερκόπορτα στην ηθική της ενότητας μέσα απ’ τη διαφορετικότητα, την ακατανίκητη τάση για επιγαμία, επιμιξία, συγκοινωνία, σύγχυση και συγκερασμό των υγρών και χυμών της Δημιουργίας, τη συνδετική δορά του όμαιμου των ανθρώπων, θα δουν τη πύλη τους να γκρεμίζεται από τον πολιορκητικό κριό μας. Θα φάμε τους ηγέτες μας, όπως το αλογάκι της Παναγίας κολατσίζει τον αναβάτη του μαζί με την ιππομάστιγα, το ζωστήρα, το εφίππιο και τα χάμουρα. Είτε λόγω τυχαίας αναγκαιότητας μέσα στο πλαίσιο σολομώντειας ματαιότητας είτε λόγω εντελέχειας – σκοπού σ’ ένα υπεραισιόδοξο σενάριο το συμπέρασμα παραμένει το ίδιο: ο άνθρωπος είναι ζώο πολιτικό κατ’ αμάχητη και ακατάρριπτη αριστοτελική διακήρυξη.
Αυτή την ατράνταχτη, απαρασάλευτη αλήθεια, που προκύπτει από την ίδια τη σύμπηξη των συνοικιών σε ιεραρχικά δομημένες κοινωνίες προσπαθεί η αντίδραση αιώνες τώρα να παραχαράξει. Πώς; Με την αντικατάσταση της ιστορίας ως ουσιώδους πραγματικότητας, που είναι η κατά τεκτονικές πλάκες στολίδωση και ελικοειδής αναρρίχηση κοινωνικών στρωμάτων, από το ελεεινό κουτσομπολιό γύρω από το βίο και την πολιτεία μερικών προσωπικοτήτων του σωρού, που αυθαίρετα ανάγει σε ηγέτες ή ήρωες. Μαθαίνουμε π.χ τη βιογραφία του Λουδοβίκου του 13ου επειδή συμπίπτει να είναι γυιός του Λουδοβίκου του 12ου και αυτού επειδή τού έλαχε να γεννηθεί από τον 11ο και ούτω καθεξής μέχρι εξαντλήσεως ανασκαφής και εκριζώσεως του γενεαλογικού δέντρου. Διατυμπανίζουμε και διαθρυλούμε τους άθλους του Μεγάλου Ναπολέοντα, που κατέσφαξε ως αιμοσταγής και αιμοδιψής μακελλάρης τη μισή Ευρώπη, ενώ θα μπορούσαμε κάλλιστα να ενδιαφερθούμε για το γνήσιο αυθεντικό χασάπη της γειτονιάς μας, που τουλάχιστον προσφέρει κοινωφελές έργο, μια και τα θυμιατιστικά σφάγια του, τα εντερικά συστρέμματα γαρδούμπας και τα αλλαντικά χορδεύματά του θα χρησιμοποιηθούν ως τροφή των ανθρώπων, όχι ως βορά των σκουληκιών. Απομνημονεύουμε ημερομηνίες ή βιογραφικά στοιχεία, ενώ αυτά ούτε συγκινούν κανένα πλην του Ληξίαρχου, ούτε σημαίνουν τίποτε.
Αν υπάρχει κάποιος λόγος να διατηρηθούν… ορισμένες βαφτιστικές ονοματοθεσίες, αυτός είναι μονάχα η νομιναλιστική θέσπιση, δηλαδή η συσχέτισή τους με κάποιο συμβατικό ανάπτυγμα ιδεών ή νοητικό κατασκεύασμα εννοιών χάριν περιληπτικής – περιεκτικής συνεννοήσεως και παραλείψεως περιττών επιμέρους αναλύσεων ή, κατά πραγματοκρατική αντίληψη, η άλλοτε άτονη – χαλαρή άλλοτε άρρηκτη – σθεναρή πρόσδεσή τους σε αντίστοιχο αντικείμενο δίκην καρφιτσωμένης ετικέττας και δη είτε κατά κυριολεξία είτε κατ’ ακυρολεξία σύμφωνα με τη προβληματική του Ευθύδημου.
Πράγματι τον κόσμο δεν ενδιαφέρει ο Αριστοτέλης αλλά η Αριστοτέλεια Λογική, ποσώς ο Τζέφφερσον αλλά τα μάλα το Τζεφφερσώνειο Κράτος, καθόλου ο Μαρξ αλλά παντάπασι και διακαώς ο Μαρξισμός. Αν είναι κάποια ονόματα άξια να παραμείνουν στην ιστορία, ας είναι τούτα μόνον των φιλοσόφων και των επιστημόνων υπό τη μορφή εμπλουτισμού της παλέττας του λόγου, ιδίως αν η αβάπτιστη θεωρία είναι πρωτότυπη, ρηξικέλευθη και ευρεσιτεχνιακή και το γλωσσικό αισθητήριο δεν έχει προνοήσει ήδη για την κάλυψη του νεοεισαγόμενου συνδυασμού της διανόησης.
Κι αν κανείς μάς αντιτάξει πως η ζωή των εκπροσώπων μίας θεωρίας είναι κρίσιμη για να μάθουμε ποιοι υποχόνδριοι και υποδερμικοί αφανείς παράγοντες τούς ενέπνευσαν στη διατύπωση των νεολογικών και πνευματικών καινοτομιών τους, θα συμφωνήσουμε βέβαια και μάλιστα θα υπερθεματίσουμε λέγοντας ότι είναι πρακτικότερο να ερευνηθούν απευθείας οι κοινωνικές συνθήκες της εποχής και να παρακαμφθούν οι ανιαρές λεπτομέρειες του βίου του τάδε ή του δείνα επώνυμου, αυτάρεσκου σκιαμάχου, οξύρυγχου βασιλοκτόνου ή βαγαπόντη απόλιδος, καθόσον μάλιστα ακόμη και τα σημαντικότερα γεγονότα στη ζωή ενός επιφανούς, όπως π.χ ο γάμος ή η τεκνοποιϊα, μια μετακόμιση ή ένα μεγάλο ταξίδι είναι για τους άλλους εξίσου αδιάφορα με το ερώτημα αν ο περί ού άμελγε ή θήλαζε το αριστερό ή το δεξί βυζί της μάνας του ή αν η εν λόγω βοτρυώδης και τιτθώδης ρωγοβυζάχτρα είχε δύο κάνουλες, μία για γάλα και μία για τσάϊ. Οι γυμνώλενοι και γυμνοσκελείς γυμνήτες χρειάζονται ινδάλματα απτά, πραγματικά, που να βρίσκονται δίπλα τους και να εισπνέουν τα χνώτα τους, την αιθάλη του κάρβουνου και τις σκλήθρες της υλοτομίας και όχι κατασκευασμένα , μασκαρεμένα, επιτηδευμένα πλουσιόπαιδα, που μοστράρουν με αύθαδες χαμόγελο αποθρασυμένου μειρακίου στα εξώφυλλα περιοδικών ή σε οθόνες τηλεοράσεων, αφού προηγηθεί το σχετικό μακιγιάζ. Προχωρώντας περισσότερο θα έλεγα ότι η υποτιθέμενη ανεκτίμητη συνεισφορά του Τύπου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην πληροφόρηση και τη διαμόρφωση γνώμης των πολιτών με την προοδευτική μείωση των ενυπόγραφων άρθρων, των επώνυμων πολιτικών αναλύσεων ή των επιστημονικών εμπεριστατωμένων επιφυλλίδων και την ύπουλη υποβολιμιαία ενσωμάτωση του σχολιασμού μέσα στην είδηση δεν είναι παρά μία βιομηχανία κατασκευής ή αναδείξεως ψευδών ινδαλμάτων, χαλκεύσεως και διαδόσεως αγγελιών αμφίβολης υπόστασης, συρραφή άσχετων μεταξύ τους συνερανισμάτων και συμπιλημάτων με ύποπτη διατρητική σακοράφα , για να δοθεί στο πληθυσμό ορισμένων όμορων τόπων η εντύπωση ότι αποτελεί ενιαίο σύνολο.
Έτσι π.χ ο αστός της Μόσχας είναι τάχα αλληλέγγυος με τον εργάτη μεταλλείων του Τσερεπόβετς ή με τον ραδιενεργό ποντικοχαμάλη του Τσερνομπίλ ή, για να συνεχίσουμε με τα BRICS, ο κάτοικος του Ρίο Ιανέϊρο αισθάνεται ότι ανήκει στην ίδια ενότητα με τον άρτι εγκατεστημένο έποικο ή επήλυδα της Φορταλέζας ή ακόμη και με τον παρεπιδημούντα στο εξωτερικό μετανάστη, επειδή η πρωινή εφημερίδα γράφει: «Η οικονομική κατάσταση της Βραζιλίας παρουσιάζει μικρή βελτίωση και δικαιολογεί συγκρατημένη αισιοδοξία» ή «ο πρωθυπουργός θα επισκεφθεί στην επικείμενη περιοδεία του ως και τις πιο απόμακρες περιοχές της επικράτειας» ή «επιτυχία του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος στη διεθνή συνάντηση με την Ουρουγουάη στα πλαίσια του Παγκοσμίου Κυπέλλου». Το κόλπο είναι να διατηρηθεί η επίπλαστη συνοχή μέσα στην αυθαίρετη χάραξη και περίφραξη ενός οριοθετημένου με κανόνα και διαβήτη κράτους, ώστε δια της παροχής ιθαγένειας στο μωσαϊκό των διάσπαρτων φυλών να αποκτήσουν περιφέρεια και έδρα οι… δικαιοδοτούντες κυβερνήτες. Για να μην αναφέρουμε τα λαϊκά φύλλα που υπογραμμίζουν την εθνική ταυτότητα με απείρως γλαφυρότερους και εναργέστερους τίτλους π.χ «Εμείς οι Απανωχωρίτες δεν θα το ανεχθούμε αυτό» ή «Ενωμένο το Κατωχώρι θα συντρίψει τους εχθρούς του» για να καλυφθεί το γεγονός ότι δεν υπάρχει «χώρα», αλλ’ απλώς μία πληθώρα ανθρώπων ατάκτως ερριμένη και εγκατεσπαρμένη γύρω από ακρολιμνιά, ακροποταμιά, ακροκόρυφο ή ακρόκρημνο ακρόλοφο ή άλλο εμφανές γεωφυσικό ίχνος. Αλλά όσο κι αν προσπαθεί απεγνωσμένα η εξουσία (συμπεριλαμβανομένης και της τετάρτης) να συγκρατήσει με προβουλευμένες και προμελετημένες αραχνοειδείς πλεκτάνες τις αποστάσεις μεταξύ του πυρήνα και των μορίων της, δεν θα τα καταφέρει. Στέκεται πολύ ψηλά, και όσο να απλώσει τα πλοκάμια της, είναι αδύνατο να αγκαλιάσει το χώρο που διεκδικεί. Ο λαός θα αντιληφθεί την κουφότητα και την κοιλότητα του σαθρού τειχίσματος, που τον περικλείει και τον μαντρώνει στη στρούγκα του έθνους, το ξέπνεμα της κολλητικής ταινίας που τού φόρεσαν, την τεναγώδη λιμνασία και τη ρυπαντική μίανση του ενοφθαλμίσματος που τού επιχειρήθηκε, ότι δηλαδή η συνοριακή οχύρωση δεν είναι παρά το τεχνητό ετοιμόρροπο παράπηγμα, το χτισμένο στην άμμο έρεισμα των υδροκέφαλων αρχόντων, των γιγάντων με τα πήλινα πόδια.
Η συνειδητοποίηση αυτής της ανθενωτικής αλήθειας θα είναι ακριβώς το μεγαλύτερο ενωτικό βήμα στην ιστορία. Όταν ο καθένας μάθει να ασχολείται και να ενδιαφέρεται για τις δικές του υποθέσεις, αντί να αναλίσκεται και να καταγίνεται με αλλότρια ζητήματα, τότε εντοπίζει αυτομάτως τις αιτίες των προβλημάτων του, λυτρώνεται και απαλλάσσεται από την παρανοϊκή και ψυχωτική τάση για μετάθεση των σφαλμάτων και ευθυνών του στους άλλους, συνασπίζεται και συναθροίζεται αυθόρμητα σε μικροσκοπικά ή …μικρομεσαία γκρουπούσκουλα, πολυάριθμες ή απειράριθμες κοινότητες ή ομάδες συμφερόντων ανάλογα με την έκταση ή τη σοβαρότητα των μεριμνημάτων, που χρήζουν επιμελητείας.
Η υποκειμενική κρίση, όπως την αντιλαμβάνονται οι αριστοτέχνες της εφηρμοσμένης νοησιαρχίας, του ψυχολογικού επηρεασμού και των μηχανισμών διασποράς και κυκλοφορίας των άυλων προϊόντων της διανοίας, των ψευδών ειδήσεων, που φθάνουν στον προορισμό τους γρηγορότερα από την ταχύτητα του φωτός, αλλά δεν έχουν κανένα λόγο να βρίσκονται εκεί, αποσκοπεί να σφραγίσει και να μαρκάρει δίκην αγελάδος την ευμάλακτη πλαστελίνη της οικουμένης με τη μαθηματική τιμή ενός τυχαίου πνευματικού συναρμολογήματος ή συνονθυλεύματος διφορούμενης δηλωτικότητας και σημασίας, που εδρεύει στο μυαλό κάποιου νοσηρού εγκεφάλου. Ο νους τότε, λειτουργώντας με την καθολική αρμοδιότητα που τού επιφύλασσε ο Αναξαγόρας, ίσα – ίσα για να μπερδεύει ακόμη χειρότερα όσους πασχίζουν να ξεμπλέξουν το άπειρο του Αναξίμανδρου από τον αέρα του Αναξιμένη, δεν αρκείται στη σύλληψη και έκφραση μίας ορισμένης κρίσης ως εκδήλωσης νοητικής ενέργειας, αλλά θεωρώντας ότι εντάσσεται επαγωγικά με βάση μία αόρατη και μυστηριώδη μέθεξη σε κάποια ανεξιχνίαστη, μη περαιτέρω αναγώγιμη, υπερφυσική, αυτοκρατή και ασύμμεικτη οντότητα, βλέπει τον κόσμο υποχρεωμένο να μεταλάβει την κοινωνία της, που μπορεί να προκαλέσει και τροφική δηλητηρίαση, να μετουσιωθεί και συμμορφωθεί εκών- άκων προς το περιεχόμενό της.
Βασικό χαρακτηριστικό των εκτοξευτών κάθε λογής αφορισμού είναι ότι ευχαρίστως θα ήθελαν να ταυτίσουν την ιδεατή προσωπική τους αντίληψη και τη πεπερασμένη τους γνώμη με τον εξωτερικό κόσμο. Φυσικά όσο και να λυσσούν, είναι αδύνατο να το καταφέρουν, γιατί ή έκταση και το βάθος της πραγματικότητας, το εύρος της ιδέας, το δίπτυχο της ύλης και ενέργειας ξεπερνάει τον μεμονωμένο ισχυρισμό ως χημική αντίδραση της στιγμής και αστάθμητη ποιοτική κρίση εκφερόμενη σε κάποια καυματώδη, πνιγηρή και πυρετώδη έξαψη των μηνιγγίων ή βίαιη έγχυση και επίχυση της σφαγίτιδας φλέβας, γιατί ο αφορισμός, όσο και να τεντωθεί, δεν μπορεί να εξαπλωθεί πέραν των ορίων του εγκεφάλου. Από την ώρα που σκάει μύτη στο… ατμοσφαιρικό περιβάλλον υποβάλλεται στο νόμο της διαλεκτικής, δηλαδή χάνει κάθε αυθεντικότητα και έχει ίση αξία με την ακριβώς αντίθετη άποψη, πρέπει δε να υπαχθεί στους κανόνες της λογικής για να απαλλαγεί από την αυθαιρεσία και απροσδιοριστία των απλά κατηγορικών, άγονα βεβαιωτικών και αφελώς ταυτιστικών όρων του και να περάσει στην απειρότητα της υπόθεσης, τη βαθιά αντανάκλαση της απόδειξης, στο συλλογισμό της ανάγκης. Κάθε προσπάθεια να διατηρηθεί το απυρόβλητο και η ανέλεγκτη αξιοπιστία της υποκειμενικής κρίσης στη σφαίρα της αντικειμενικότητας είναι καταδικασμένη εκ των προτέρων και ανάγεται στον εγωισμό του φορέα της.
Αντίθετα με τέτοιου είδους πρακτικές οίησης και αλαζονείας, οι υπερβατικοί ιδεαλιστές, μεταξύ των οποίων και οι χριστιανοί, είτε δυσπιστούν προς την πρώτη ύλη των αισθήσεων και τη διηθούν με τη σήτα και τη κρησάρα του εμπειριοκριτικισμού, είτε κάνοντας ένα παραπάνω βήμα παραπέμπουν σε ιδέες, που όμως δεν συγκροτούν οι ίδιοι, αλλά παραχωρούν ιπποτικά τη διατύπωσή τους σε υπέρτερη θεϊκή ή εγκόσμια αυθεντία, δέχονται δηλαδή ως αληθινό κάτι που υπερβαίνει την πιθανή εμβέλεια των πεποιθήσεων, προσκολλώνται καλοπροαίρετα σ’ ένα ξένο, άνωθεν εισαγόμενο δόγμα και αγωνίζονται να προσαρμόσουν τον τρόπο ζωής τους σ’ αυτό.
Επίσης και οι διαλεκτικοί υλιστές, εφόσον ενστερνίζονται τη διάζευξη, αλλά και τη σώρευση της αντίφασης, αποδέχονται εξίσου και ομολογούν την αυτονομία της εξωτερικής στοιβάδας απέναντι στο άτομό τους, που σηματοδοτεί ταυτόχρονα την αναγνώριση του κύρους των συναγορητών και συμπορευτών, επομένως απομάκρυνση πόρρω μακράν των εγωκεντρικών συμπλεγμάτων. Σε τελευταία ανάλυση λοιπόν η παραδοσιακή διάκριση ιδέας και ύλης, που ενόψει της ανταλλαξιμότητας και της εναλλαγής των δύο είναι όλως ξεπερασμένη και ασυζητητί εσφαλμένη, ανάγεται στην αντιπαράθεση εγωισμού και αλτρουισμού. Αυτή είναι κατά βάθος η ουσία της διαφοράς μεταξύ υποκειμενιστών και ορθολογιστών, φιλελεύθερων και σοσιαλιστών, ατομιστών και δημοκρατών, μηδενιστών και ουμανιστών.
Υπό το παραπάνω πρίσμα συνεπώς η ενημέρωση, όπως μάς πλασάρεται από τις εφημερίδες και τα περιοδικά είναι απορριπτέα ως αυτογνώμονη κατά το δοκούν κρίση και αναπόδεικτος ανεξακρίβωτος ισχυρισμός, ως μονόπλευρη κραυγή και απεχθής υλακή της φυσιολογίας μερικών ερεθισμένων εγκεφάλων. Θα ήταν σωστή και διαφωτιστική, μόνο αν στο πίσω μέρος του φύλλου υπήρχε μια αντισελίδα με λευκά γράμματα σε μαύρο φόντο, που να δημοσιεύει την εναντία εκδοχή σε σχέση με τις διακηρύξεις της εμπρόσθιας όψης. Οι ειδήσεις (πολλώ μάλλον τα σχόλια, που ούτως ή άλλως είναι φλου) διεκδικούν το τεκμήριο της αλήθειας, το οποίο όμως δεν έχουν, για τούτο ο αναγνώστης δεν εγγίζεται, δεν φορτίζεται ψυχολογικά ακόμη και στην περιγραφή του πιο φριχτού εγκλήματος, αλλά κουνώντας το κεφάλι και συσπώντας νευρικά τα χείλη αντιπαρέρχεται το ρεπορτάζ του ανταποκριτού της εφημερίδας, αδιαφορώντας για το τι συνέβη σε μια άχρωμη μάζα, σε ένα ψυχρό αριθμό, σ’ ένα τυχαίο όνομα, που θα μπορούσε να ‘ναι και κωδικός φυλακισμένου. Τι αξία έχει ένα περιστατικό, που πλήττει το ασήμαντο κλάσμα ενός απρόσωπου συνόλου, αφού τα μέσα πληροφόρησης, παρότι υπόσχονται συνταρακτικές αποκαλύψεις, δεν είναι σε θέση να μεταλαμπαδεύσουν και να δημοσιοποιήσουν τη μεγάλη πρόκληση της Δημιουργίας, ότι η κάθε μονάδα μπορεί να ξεπεράσει τις αρχικές της ποσοτικές προϋποθέσεις και να μεταπέσει ποιοτικά σε κάτι άλλο, να γίνει υποκείμενο και προσωπικότητα;
Κάθε διαπροσωπική επαφή ή κοινότητα συμφερόντων, που έχει ανάγκη από μια μορφή επικοινωνίας ανάμεσα στα μέλη της, δεν μπορεί να επαφίεται στην είδηση, διαφώτιση ή καθοδήγηση των ινστρουκτόρων και των κομμισαρίων, γιατί τότε μπορεί εύκολα να διασπασθεί και να νικηθεί μέσα από τη διαστρέβλωση της εναρμονιστικής κοινοποίησης ή του χαρμόσυνου ενωτικού μηνύματος, αλλά πρέπει να στηρίζεται μόνο στην αυτοψία, στην εμβριθή και ενδελεχή παρατήρηση του αντικριστού πομποδέκτη, την εις βάθος θέαση και επισκόπηση αλλήλων. Όταν γνωρίσω κάποιον στενά, καταλήγω ότι μπορώ να τον εμπιστεύομαι, άρα συμμερίζομαι την πίστη του, δίνω βάση στα επαινετικά του εγκώμια για τρίτα πρόσωπα και στις διαβεβαιωτικές μαρτυρίες του για την αξιοπιστία και φερεγγυότητά του. Έτσι δημιουργείται μία αλυσίδα συντροφικότητας, συναδελφικότητας και αλληλεγγύης, που είναι η μόνη λύση απέναντι στη προβοκάτσια, την υποβολιμιαία φενακιστική ποιμαντορία της δικτατορίας των ερτζιανών κυμάτων.
Έτσι λοιπόν υπό το πρίσμα της δικής μου ερμηνείας θα συμφωνήσω κατ’ αποτέλεσμα ότι η νέα κινητήριος δύναμη για το αποτέλματωμένο ανθρώπινο γένος μπορεί να είναι μόνο η αγάπη ως διαλεκτικός τρόπος γνωριμίας, γιατί δεν είναι απόλυτη, δεν απαιτεί μόνο αλλά και αποδέχεται συγκαταβατικά, κατά το παράδειγμα του γουρλομάτη, ιλλώπτοντος και ευσεβούς αρραβωνιαστικού, που ανάγει τη σκορδόπιστη σε άσπιλο και αμόλυντο άγγελο, αλλά συγχρόνως τη συγχωρεί που ξάπλωσε στο κρεββάτι με κάποιον αντεραστή. Δεν είναι μία αδήριτη ώθηση προς την αρπαγή ενός αγαθού όπως το ένστικτο, ούτε ένα ζύγισμα δύο ή περισσότερων εσωτερικών τάσεων όπως η λογική, είναι ο συνοπτικός συνδυασμός, η σφαιρική ενόραση όλων των δυνατών – πιθανών διαγωγών, σχέσεων και αναφορών, που μπορούν να υπάρξουν ως προς ένα αντικείμενο, όπως η έννοια παρουσιάζεται ως το σύνολο των διακεκριμένων στιγμών, που εκπορεύονται από τη γενική της φύση και μέσα από τη κυκλική κίνηση της μερικότητας δίνουν στον εαυτό τους ατομικότητα και υλική υπόσταση. Αν μετά από κοπιώδη οπτική περιπλάνηση στις ενορατικές επιφάνειες και τις εισοπτρικές κόγχες του πολύπτυχου καλειδοσκόπιου της αγάπης διαβλέψω την αντανάκλαση ή το συμμετρικό σχήμα ενός συμμέτοχου της μοναξιάς μου, έστω ενός μοναδικού φίλιου και σπλαχνικού συνομιλητή κι αυτός με τη σειρά του εντοπίσει μες στην ομίχλη το παρηγορητικό είδωλο κάποιου άλλου, τότε τους ανθρώπους ενώνει πλέον η αμοιβαία ενθάρρυνση και η οικειότητα, όχι η αγγελία και η εκ του μακρόθεν χειραγώγηση, οπότε η συσπείρωσή τους δεν διασκορπίζεται, γιατί ο διαλεκτικός μηχανισμός της αγαπητικής εμπιστοσύνης και της αμφιμερούς διαπίστευσης έχει ήδη συμπεριλάβει στο ανάπτυγμά του και υπερνικήσει οτιδήποτε μπορεί να διχάσει τα μέλη της αδελφότητας. Αυτή ή λύση είναι κατ’ εξοχήν αργοβάδιστη, βραδύπορη και χρονοβόρα, αλλά η μόνη για να ξεγλιστρήσει ο κοινός πολίτης από το σύμπλεγμα της μοιρολατρείας και απογοήτευσης που τού έχει επιβληθεί, καθώς οι αλλεπάλληλες απόπειρές του για τη κατάκτηση πιο ευβάστακτου κλήρου και τη ζεύξη πιο ευμετακόμιστου φορτίου, ενώ πάντα ξεκινούν με πάλλοντα ενθουσιασμό και ευνοϊκούς οιωνούς, καταλήγουν να προδίδονται από κάποιο Εφιάλτη. Είναι η εναπομείνασα οδός για να επιστρέψει ο άνθρωπος στην ενεργητική στάση του «λέγειν και του τεύχειν», της φαντασιακής θέσμισης των ατομικών και ομαδικών συμφραζομένων και των λοιπών πολιτιστικών παραγώγων, χωρίς συγχρόνως να φοβάται τη προδοσία του οπορτουνισμού, αλλά και για να στρατολογηθούν στο σοσιαλισμό τα εκατομμύρια των χριστιανών, που ως τώρα δεν έχουν συνειδητοποιήσει το κοινωνικό τους ρόλο. Ο δίκαια αποκαλούμενος αγωνιστικός και ανατρεπτικός τρόπος κατανοήσεώς τους, εφόσον ήδη με την εμφάνιση του αντιτάχθηκε στην αναγκαιότητα και τη μοίρα, που ως τότε κυριαρχούσε στους στοχασμούς των σοφών, για να επιφέρει τη ρήξη σε σχέση με την κοσμοαντίληψη περί ελευθερίας ως επίγνωση της ανάγκης – ειμαρμένης, είναι ιδιαίτερα συμβατός και αρμονικά εντάξιμος στη διαφωτιστική, επαναστατική και απελευθερωτική από τις απόλυτες έμμονες ιδέες των βαθύνοων εγκεφάλων, κεφαλαιώδη (αν και μη… κεφαλαιοκρατική) θεωρία του Μαρξισμού.
Δεν είναι ο σκοπός που αγιάζει τα μέσα, όπως ισχυρίζεται η αντίδραση, ώστε μέσα από την προβοκάτσια και τη παραπληροφόρηση να εξιλεωθεί για τα εγκλήματά της, αλλά αντίθετα η μέθοδος προεικονίζει -προκαταλαμβάνει και προδικάζει τα αποτελέσματα, άρα οι αρραγείς συμμαχίες δεν πρέπει να συνάπτονται με βάση το επιδιωκόμενο τέλος, μα με αλάθητο κριτήριο τον σεβασμό και τη τήρηση των διαδικασιών, που ανά πάσα στάση της ιστορίας λειτουργούν ως πρόκριμα της γενικής κρίσεως.
Ας εννοήσουν οι θρησκευόμενοι, αλλά και οι αθεράπευτα πολιτικοποιημένοι, ότι η εντελέχεια του δόγματός τους είναι η αλλοτρίωση της συνείδησής τους, οπότε η μόνη λύτρωση από υπαρξιακές αλγηδόνες, εσχατολογικές κενότητες και ατελέσφορες ματαιότητες είναι η αναίρεση της ετικέττας, ονοματολογίας και ονοματογραφίας τους, μαζί με την απορρόφηση και προσφορά των δυνάμεών τους σε μια συλλογικότητα, όπου ουδείς πλέον θα δηλώνει ιδιότητα πέραν εκείνης του ανθρώπου και ένθα η στιγμή της πίστης ενσωματώνεται σε μια ολιστική αντίληψη παγκοσμιότητας. Ας θυμηθούν οι ένθερμοι ζηλωτές και λαύροι υποστηρικτές των ανεξαργύρωτων, μα και αδαπάνητων ατομικών ελευθεριών ότι «αγαπώ» δεν σημαίνει, όπως στα φτηνά σινερομάντσα, κάνω κάποιον «ευτυχισμένο», αλλά πως τον καθιστώ υπεύθυνο για τη ζωή του, ώστε να μπορεί ο ίδιος να βοηθήσει τον εαυτό του, δεν είναι να τού δίνω ρουφηχτά ή σκαστά γαλλικά φιλάκια ή να τού βάζω πούδρα στην είσοδο του απευθυσμένου και αλοιφή στη ραγάδα του πρωκτού και να τού σκουντάω τη πλάτη, όταν μπαίνει τροφή στον ακατάδεχτο, αντίθετα έχει την έννοια ότι μάχομαι να εξασφαλίσω στους άλλους ένα πλαίσιο επιλογών και ευχερειών, ώστε να αναδειχθούν και να ευδοκιμήσουν οι ικανότητές τους. Αν συνεπώς δεν κατέλθω στο στίβο της πολιτικής, όπου διεξάγεται η ημερίδα «αυτοδιάθεσης και αυτοβουλίας» (κατά το δυνατόν), πώς θα καπαρώσω για τους αθλητές μου το πιο μακρύ και αφράτο σκάμμα, ώστε να εκτελούν… μεγάλα άλματα προόδου;
Τι φοβάται λοιπόν η σιωπηλή πλειοψηφία των ανθρωπιστών και χριστιανών για να αφήσει τη κονφορμιστική της στάση και να στρατευθεί ως μαχητική προφητική παράταξη; Αν πρόκειται για τη βαρβαρότητα που θα υποστούν, αυτοί θα κρίνουν αν την προτιμούν από τον καθημερινό σε κάθε εκδήλωση της ζωής υποκρυπτόμενο βιασμό των αρχόντων (ανεργία, πληθωρισμό και άλλα… οικονομικά μεγέθη). Αν το πρόβλημα είναι η βία, που σε ενδεχόμενη πρόκληση θα ασκήσουν, εφόσον η απουσία κράτους δικαίου δεν αφήνει περιθώρια σωματειακής και συνταγματικής, δηλαδή χρηστοηθούς υπό εγελιανή έννοια δράσης, ας μη λησμονούν ότι η εκδήλωση σφοδρότητας ή δυναμισμού, και αν δεν πρέπει να αξιολογείται σε συσχετισμό με το σκοπό της, πάντως δεν μπορεί να αποκοπεί από τις γενεσιουργές αιτίες και τις δορυφόρες συνοδευτικές συνθήκες, ούτε να διαλάθει την αναγκαστική υπαγωγή στις γεωγραφικές, ιστορικές και πραγματολογικές συντεταγμένες του περιβάλλοντός της, γιατί η άρνηση της τελεολογίας σημαίνει ακριβώς συνυπολογισμό και λήψη υπόψιν του κύρους και του κράτους της νομοτέλειας. Ο επαναστάτης, που τραυμάτισε αστυνομικό στη διαδήλωση, είναι ήρωας και ευεργέτης για τα πλήθη των πεινώντων συναγωνιστών του, αλλά εγκληματίας ως προς το συγκεκριμένο θύμα, ανάλογα με την οπτική γωνία παρατήρησης των στερεοσκοπικών (αν-) ισορροπιών του συστήματος. Ο υπάλληλος πάλι, που καταχράται χρηματικά ποσά στην Εθνική Τράπεζα για να περνάει καλά αυτός και η οικογένεια του, είναι αγαθοεργός ως προς τα πρόσωπα που αγαπά, χρήσιμος ίσως και για την επαλήθευση των στατιστικών πινάκων, που προβλέπουν ποσοστό υπεξαιρέσεως 2% το χρόνο, αλλά ανέντιμος και ένοχος απιστίας απέναντι στον Οργανισμό και τους καταθέτες.
Γι’ αυτό λοιπόν ας μην αποκηρύττουν οι χριστιανοί έτσι απόλυτα και άκριτα κάθε μέσον πίεσης και ας μην επικαλούνται βλάσφημα το Χριστό, που ποτέ δεν μετήλθε φυσική ή εξαναγκαστική βία, γιατί Εκείνος είχε τεράστια αποθέματα αγάπης, ώστε να κλείσει στην πραϋντική και απάνεμη αγκάλη του αφέντες και δούλους, επικυριάρχους και φόρου υποτελείς. Ο κληρικός ή λαϊκός όμως, που ισχυρίζεται ότι ενδιαφέρεται για απαξάπαντες τους ενορίτες και σιωπηλούς αμνούς του ποιμνίου, είναι ψεύτης, γιατί κανείς κοινός θνητός δεν διαθέτει τέτοια χωρητικότητα αγάπης, καθώς το βεληνεκές της αντιλήψεώς του υπό τη διπλή έννοια της κατανόησης και της φροντίδας είναι τουλάχιστον στο σημερινό στάδιο τόσο εκτεταμένο όσο και ο κύκλος των γνωριμιών του. Πέρα από τα ορόσημα της στενής επαφής των τριών τύπων απλώνεται η εκκεντρότητα της ανωνυμίας, η σφαίρα της παγερής παγετώδους αδιαφορίας. Ο Χριστός απαίτησε από τους ανθρώπους ν’ αγαπήσουν ακόμα και τους εχθρούς τους, ανεξάρτητα δηλαδή από τη στάση του πλησίον απέναντι τους, γιατί φιλαλληλία σημαίνει ενδοθωρακική και εμφυσηματική πνοή, βαθιά και ενδοθηλιακή κατάδυση στο υγρό ξένης φλέβας, όχι μπακαλίστικη ανταπόδοση στην προσφορά, αλλά δεν αξίωσε από αυτούς να συμπεριλάβουν όλο τον κόσμο στη θλιβερή , τριμμένη σακκοθήρα τους, τούτο το άλλοτε ξέχειλο, άλλοτε περισφιγμένο σουφροσάκκουλο της καρδιάς, γιατί το αίσθημα δεν είναι ακαδημαϊκή διάλεξη, μα θεώρηση και επισκόπηση ζωντανής ίνας από κάποια γωνία ή πτυχή του ίδιου βιολογικού υποστρώματος ως μετάδοση ηλεκτρικού παλμού ή ερεθιστικού ρίγους στα κύματα συνεχόμενης οργανικής ύλης, κατευθύνεται προς ωρισμένο αντικείμενο με αλάθητη διαίσθηση και κρυστάλλινη διαύγεια αποκαλύπτοντάς μας άγνωστες επικράτειες και αδιάνυτους στίβους, προϋποθέτει τέλος τη παρουσία του εμπλεκομένου, γενόμενη αντιληπτή μέσα από λεπτή διεργασία των αισθήσεων ως ανεπαίσθητη κίνηση τροχού ή μεταλλικού ανεμοδείκτη.
Αντίθετα, τις αόριστες έννοιες που τελειώνουν σε -ότητα κανείς δεν μπορεί να αγαπήσει, προπάντων γιατί όλοι ξέρουν πως η γενικότητα είναι συγκάλυψη της επιδίωξης του συγκεκριμένου, αντιπερισπασμός για να μη φανούν οι αληθινές προθέσεις, ένα προπέτασμα καπνού, μία προσποίηση ή ένα πρόσχημα, που αποδίδει και αξιοποιείται όσο διαρκεί η γοητεία του προβαλλόμενου ιδεολογήματος – βλέπε τους τρομοκράτες ή τους… εγκληματίες συνείδησης, τους ταραξίες ή αναρχικούς, που όταν φτάσουν τα τριάντα γίνονται τρισχειρότερα συντηρητικοί και σκληροπυρηνικοί μπουρζουάδες από εκείνους που πολεμούσαν, κάνοντας και στις δύο φάσεις του περιπετειώδους βίου τους με… μια αβάστακτη ελαφρότητα του «είναι» το μεγαλύτερο κακό στις ιδέες, που είχαν κάποτε ασπασθεί φαινομενικά.
Δεν υπάρχει ον στη γη που να λέγεται ανθρωπότητα, αλλά μόνο πρόσωπο και μάλιστα το συγκεκριμένο, που θα παρουσιαστεί ενώπιος – ενωπίω την οποιαδήποτε στιγμή και θα ενοχλήσει το οπτικό μας πεδίο ως τρίχα γάτας ή ελαφρά τοξοπλάσμωση, αυτός που θα τον αντιληφθούμε πολύ καθαρά, γιατί θα στέκεται απέναντί μας στην ιδανική απόσταση (goldilock), την τομή πρεσβυωπίας και μυωπίας ως ψαχουλευτική κίνηση δακτύλου, που δεν μπορεί να θωπεύσει ούτε τον ουρανό, ούτε τον κοντινό του πήχυ παρά μονάχα τη μεσότητα της ωλένης. Θα αρνηθούμε να τού προσφέρουμε χείρα βοηθείας για να μη θίξουμε το καννάβινο ράμμα της πλαστής ομοιογένειας, που σκεπάζει ένα θεωρητικό σύνολο ως πένθιμο σάβανο, νεκρική οθόνη ή επικήδειο εντάφιο πιστοποιώντας το θάνατό του; Θα αποπέμψουμε το μαραμένο και καχεκτικό είδωλό μας, τον απόηχο της φωνής μας, την κατοπτριζόμενη πλαγγόνα και το εκμαγείο της μορφής μας, όπου το αίμα του ενός είναι το τάμα και η σπονδή του άλλου για να μη πειραχτεί η όποια – ότητα; Θα αγνοήσουμε την υλική ύπαρξη, τη βεβαιωμένη υπόσταση προς χάριν ενός μετέωρου ιδανικού, ενός διάττοντος στο στερέωμα των αφηρημένων εννοιών, που είναι όμως μοιραίο να θαφτεί μαζί με το κεφάλι του γενικολόγου ουμανιστή, που έστησε – αλίμονο- τούτη την πλασματική ευρυχωρία μόνο στη φαντασία του; Τίποτε από αυτά δεν θα κάνουμε, αλλά θα αγωνιστούμε στο πλευρό του ευνοούμενού μας κι εναντίον του αγνώστου, του αλλότριου, του αλλόκοτου, του ξενικού, που τον απειλεί ή τον κακοποιεί. Την δε άμετρη καρτερικότητα του χριστιανού, καθώς και το εφεδρικό μάγουλο στα χαστούκια της άλογης μανίας, ας τα φυλάξουμε μόνο για την περίπτωση που θα αγαπήσουμε κάποιον καταπιεστή. Τότε, αν διαθέτουμε επαρκή υπομονή, ανεκτικότητα και στωική αταραξία, ας τον αφήσουμε να ξεσπάσει πάνω μας μήπως έτσι απαλλάξουμε τους άλλους από το ζυγό της ανεξόρκιστης και ακατεύναστης οργής του, ώστε με την διενέργεια ή επανάληψη παρορμητικών ή εκρηκτικών εκδηλώσεων να εκτονωθεί η ψυχοκινητικότητά του και να δοθεί ευκαιρία για αύξηση του δυναμικού χάσματος μεταξύ ωθητικού κινήτρου και πράξης, δηλαδή χρόνος για πρόγνωση, περίσκεψη, στάθμιση, οργάνωση, προμελέτη και εντέλει βούληση.
Το θέμα είναι πού κείται η αφοσίωσή μας,σε ποιό στρατόπεδο έχουμε ταχθεί! Αν μεθαύριο γεννήσουμε ένα τερατάκι με γαμψά νύχια και δρακουλιάρικα δόντια, τότε εννοείται,θα το χώσουμε στην αγκαλιά μας μέσα σε ένα σεντονόπανο και θα περιτρέχουμε τα στενοσόκκακα,τις πλατείες και τους υπονόμους για να μην το εκτελέσουν οι αστυνομικοί, αν όμως είμαστε γονείς ενός άλλου παιδιού που κινδυνεύει να φαγωθεί,τότε και βέβαια θα αρπάξουμε το σκερπάνι και θα κόψουμε το κεφάλι του μόστροσου ή του προδιγίοσου και μάλιστα στο άψε-σβήσε, διότι το πεπερασμένο της ύπαρξης του ανθρώπου τον υποχρεώνει να μη στέκεται πάνω από τα γεγονότα, αλλά να παίρνει θέση κάθε στιγμή.
ΝΤΟΝΑΛΝΤ , Η.Π.ΑΜΕΡΙΚΗΣ: Τα όσα λέει ο φίλος μου ο Αντρέι μού θυμίζουν μία ονειροφαντασία που είχα κάποτε. Σαν από θαύμα κι ενώ η λιτή οπτασία ενός ομιλητή είχε ακινητοποιηθεί εξωτερικά ως διαφάνεια σε αίθουσα διαλέξεως (δηλαδή είχα αποκοιμηθεί), άρχισαν να προβάλλονται στην ενδοστραμμένη όραση του νου μου εικόνες ασυσχέτιστες, παραστάσεις ασυστηματοποίητες και ασύνδετες συνοδευόμενες από εξίσου ασυνάρτητους ήχους. Διαδοχικά και εν σειρά παρήλαυναν στην κυλιόμενη ταινία ένα κοπάδι πιθήκων σκαρφαλωμένοι στα κλαδιά σαν καλλικάντζαροι, μία καρδάρα γεμάτη με γάλα στο βάθος γναφαλοστρωμένης σπηλιάς, μία πόλη κατεστραμμένη από βομβαρδισμό, ένας βοσκός που έπαιζε φλάουτο στα θεμέλια ενός κυκλώπειου τείχους, μία κάλτσα κρεμασμένη στο τζάκι δίπλα στο χριστουγεννιάτικο έλατο, ένα πρόσωπο που έκλαιγε με μορφασμούς και συσπάσεις, ένα τεράστιο ελικόπτερο κατά την προσγείωση, ένας ηθοποιός εν ώρα χειροκροτημάτων σε κατάμεστο θέατρο, ένας κίτρινος φάκελλος με ξεσμένο βουλοκέρι και όλα τούτα με ρυθμική υπόκρουση περίεργων λέξεων. Σε κλάσματα δευτερολέπτου τούτοι οι σκόρπιοι αφορισμοί, αυτές οι βεβαιωτικές μαρτυρικές κρίσεις, που δεν είχαν εισέλθει ακόμη στο στάδιο της υπόθεσης και απόδειξης, δρομολόγησαν τη στοίχισή τους κατά ομάδες, διέτρεξαν το ανήσυχο κέρας της παρατάξεώς τους με συνεκτικό παράγγελμα και εναυσματοδότησαν το μηχανισμό του συλλογισμού δια κυκλικής κινήσεως των επιμέρους στιγμών του και την αλληλουχία της σκέψης. Έχουμε εδώ την εμμεσοποιημένη έννοια ως συντελούμενο, δημιουργούμενο θεό ,όπως θα έλεγε ο Αντρέι , ή τον άμεσο, σκέτο Θεό του Τεξας,που δεν έχει κανένα πρόβλημα να μιλάει από ψηλά.
«Όντα, που περιέρχεσθε ασκόπως το γαλαξία και μολαταύτα δεν έχετε μεγαλύτερη νοημοσύνη από τα απλώς αυτοσυντηρούμενα και χαύνα πεταλίδια τα προσκολλημένα στους βράχους, σάς είχα προορίσει για σημαντικά έργα και δυσεκπλήρωτες αποστολές κι αντ’ αυτού δεν βλέπω στα βιβλία σας παρά ανεκτέλεστες παραγγελίες, αναπόσβεστες πληρωμές και ανεκμετάλλευτες ευκαιρίες. Αντί να διαμορφώνετε συνειδητά την ιστορία σας, διευθετώντας επιμελώς και προγραμματίζοντας εν επιγνώσει τη σπάνιδα του χρόνου και του χώρου, διαχειριζόμενοι με οικολογική φειδώ τα απομεινάρια της αυξανόμενης εντροπίας, αφήνετε τους εαυτούς σας να παρασύρονται στη σαδομαζοχιστική παλινδρόμηση και υπαναχώρηση της αδρανούς αφασίας, την ακατέργαστη , άτακτη, ασταθή και γι’ αυτό ανέλεγκτα και αλύτρωτα επαναλαμβανόμενη ροή της καθημερινότητας, όπου οι ντε φάκτο εξελίξεις της τυφλής δύναμης αντικαθιστούν τις ρυθμιστικές αποφάσεις της οξυδερκούς βουλήσεως. Εξαιτίας σας τα ανιαρά και τα ανόητα υπερισχύουν του λόγου και του σκοπού.
Σάς άνοιξα αιολικό ασκί με όλους τους ανέμους, τραμουντάνα να σάς μαστιγώνει το πρόσωπο και να σάς εξεγείρει σε ακάματες δραστηριότητες και βαρυσήμαντα έργα, όστρια να σάς περιβάλλει με την προστατευτική θαλπωρή της την ώρα της αυτοσυγκέντρωσης, σιρόκο ευνοϊκό για την αναπέταση και την αναπτέρωση των ιστίων σας και γραιγολεβάντε άγριο κι αδυσώπητο για να παριστάνει και να ζωντανεύει με την ορμή του τις οριακές ακραίες καταστάσεις της έμπνευσής σας. Σάς κέρασα όλα τα είδη του διεγερτικού καφέ, ειδικά ψημένα στην άμμο από επιδέξιο ταμπή με αυξομειούμενες αναλογίες ζάχαρης, και σάς έρριξα άφθονη ακονισμένη πέτρα κάτω από τις φτέρνες για να πληγιάζετε τα νύχια και να μαθαίνετε την προσοχή και την αγρύπνια, σάς υπέβαλα τέλος σε επιτακτική πείνα και δίψα για να νιώσετε το κορμί σας μέσα από τον αντιπερισπασμό της στέρησης. Μα σεις αντί να εκθέσετε τα επιθήλια στα ποικιλώνυμα ερεθίσματα, προτιμάτε τον ύπνο του δικαίου και τη βολική αποχαύνωση, παρεξηγώντας το νόμο της ήσσονος προσπαθείας, που διέπει τις λειτουργίες σας ως δικαιολογητική βάση μίας καθιστικής νωθρότητας αντί σαν κίνητρο για εφευρέσεις και αίτιο για υπέρβαση των ορίων σας. Καθεύδετε ανόητοι ολημερίς κι ολονυχτίς, παρότι σας χαλάω κάθε φορά τη νάρκη με εφιαλτικά όνειρα, για να διαχύσω με ατμούς και να χαράξω με ακτίνες την εύπλαστη ζελατίνη του νου σας, και με άλλα σκόπιμα και κατευθυντήρια ενύπνια, για να σάς φέρω σε επαφή με τις επιθυμίες, που ήρτηνται στους ακροδέκτες των εγκεφαλικών κυκλωμάτων σας, ώστε να ερμηνεύσετε εκείνα τα άδηλα, των οποίων την κατασκευή δεν γνωρίζετε. Κι όσο εσείς κοιμόσασταν, εκτινάχθηκε το πώμα του ασκού και ξεχύθηκαν άμετρα πλέον κι απεριόριστα ως τα πέρατα της οικουμένης όλοι οι άνεμοι και τούτος ο κόσμος μεταβλήθηκε μονομιάς από θυλάκιο δυνατοτήτων σε περικοκλάδα δαιδαλωδών συμπτώσεων. Ανεπέρειστα κι αδιαφώτιστα γεγονότα σάς κυβερνούν και εύλογα, αφού δεν προβάλλετε αντίσταση. Η λίγη ή περισσότερη αδρεναλίνη στους μυς ενός πιθήκου ρυθμίζει την οργάνωση και προσδιορίζει τις σχέσεις εξουσίας στα πρωτόγονα κοινόβια σας, η χρυσοποίκιλτη μάσκα κάποιου πυγμαίου νάνου εκκολάπτει τα κατά καιρούς ηγεμονικά καθεστώτα σας, τα μαγικά τεχνάσματα ή τα ποιμενικά παραγγέλματα των τσαρλατάνων της πολιτικής συγκαλούν και διοικούν τις αγελαίες κοινωνίες σας. Κι αφού κατ’ απαίτηση ενίων μεγαλόσχημων σκηπτούχων κι εστεμμένων και κατ’ αποδοχή προσβολών, που δεν καθαγιάζονται με την παροχή συναίνεσης, οκλαδόν χαμαί κατακλίνεστε στα χωράφια, ώσπου να λογγιάσει ο καλλιεργήσιμος κάμπος σας, ενώ αντίθετα και κατά παράβαση κάθε αρχής ορθής αντιστοιχίας αφοδεύετε με λιπαντικά κόπρανα και εξατμίσεις δυσωδών καυσαερίων πάνω στα καθαρά σεντόνια του λίκνου σας, διαπιστώνετε ξαφνικά μία εσώτερη ανάγκη για προστασία από το χάος, που οι ίδιοι με τη βλακώδη ανεκτικότητα απέναντι στην εκφυλιστική, στρεβλή σκολίωση των συλλογικών φαινομένων και την ανεξέλεγκτη πυκνότητα του ασφυκτικού υπερπληθυσμού σας δημιουργήσατε! Κι αναζητάτε τότε στα τρύχη και τα ξέφτια του καταρρέοντος συστήματος ένα από τα λίγα σπίτια της μεταμοντέρνας εποχής, που κατά τύχη δεν συμπαρασύρθηκε από τη χειμαρρώδη ανατροπή των πάντων, ορκιζόμενοι αιώνια πίστη στον μακάριο κατέχοντα ιδιοκτήτη για ένα κομμάτι ψωμί και την ταπεινή στέγη του σταύλου του, με τη θερμή παράκληση να σάς απονείμει ένα στρώμα άχυρου και τον άκρως τιμητικό τίτλο του δουλοπάροικου και την υπόσχεση ότι θα τον ξεπληρώσετε με ανελέητα πλήγματα σκαπάνης σε βράχο, όπου, αντί να ανασκαλευτεί η σβουνιά της παραγωγής και της καλλιέργειας, αναβλύζει πετρέλαιο αμαυρωτικό για τη λευκότητα του ριζιού.
Είστε κουρδισμένοι να βλέπετε τον ευτελισμό σαν τρόπο ζωής και φαντάζεστε πως έχετε τόσο χοντρή πέτσα , ώστε μπορείτε χωρίς συνέπειες να πλαντάζετε, να αφρίζετε και ματώνετε στα καρφιά, ή ότι είστε αλώβητοι και άτρωτοι, επειδή έχουν καυτηριασθεί ή νεκρωθεί οι νευρικές σας απολήξεις και δεν αισθάνεσθε πόνο. Νομίζετε ότι είστε αθάνατοι κι αιώνιοι, επειδή έχετε τόσο εύκαμπτη μέση, ώστε να σάς λυγίζουν σαν πέταλα αλόγου, να δένουν θηλειά ή να λιώνουν το κορμί σας στο πατητήρι του μούστου πριν το χύσουν στο πεζοδρόμιο, αλλά στο σημείο αυτό υπερτιμάτε την αντοχή σας.
Σάς λέγω ότι μέσα στη Σκύλλα του οφθαλμοπόρνου κινηματογράφου και στη Χάρυβδη του υποκριτικού θεάτρου, μέσα από το διάβασμα παραπειστικών βιβλίων, άλλων προσηλυτιστικών και γι’ αυτό ψευδόλογων, άλλων υπομνηματισμένων κατά παραχάραξη και διαστροφή της εμπειρίας, άλλων μεστών τεχνοκρατικής ορολογίας, ήγουν εξειδικευμένης βλακείας, άλλων έμπλεων με ξεδιαντροπιές και αναισχυντίες ποικίλης ύλης υπό την πρόφαση καλλιτεχνικής δημοσιογραφίας, μέσα από τα χλαμπατζίπανα και τα αλαλάζοντα κύμβαλα της σύγχρονης μουσικής, όπου πλέον έκλεισαν ερμητικά τα άδοντα στόματα, αφού μέχρι και το ανώδυνο κι αθώο δικαίωμα ενός τραγουδιού μεταβιβάσατε σε άψυχα κουτιά, που όμως σάς εκδικούνται με τους ασίγαστους δαιμονισμένους ήχους τους, ακόμη και μέσα στη συζυγική ή ερωτική κλίνη, όπου τα επίθετα τούτα τίθενται εντός παρενθέσεως, γιατί τίποτα το συντροφικό ή αγαπητικό δεν υπάρχει στη κτηνώδη μίξη, την παρορμητική συνουσία των πειραματόζωων, τους βάρβαρους ωθισμούς του βιαστή και τους ηδονικούς στεναγμούς της μαζοχίστριας, παρά μονάχα η επαφή χωρίς αίσθημα και η εξακολουθητική πορνεία των σωμάτων, ώ ανάμεσα στο αλλοτριωτικό ξεσκάτισμα των παιδιών και το βιαστικό χλαπάκιασμα του μεσημεριανού σας φαγητού χάσατε την ύπαρξή σας!
Εν μέσω θεαμάτων απωλέσατε την ενδοσκόπηση, στη δίνη της ανακυκλούμενης περιοδικότητας ενός ανιαρού προγράμματος απεμπολήσατε τον έλεγχο των βημάτων σας. Εν μέσω της «απόλαυσης της ζωής», λησμονήσατε πως πάνω απ’ όλα είστε τέχνη, αποκυήματα της ιδέας, αναστήματα της δημιουργίας. Ιδέτε το Χριστό: Δεν χρειάσθηκε πινέλο και μουσαμά, ούτε πέτρα και σμίλη, ούτε χαρτί και καλαμάρι αλλά μεγαλούργησε πάνω σ’ ανθρώπινο κρέας και αίμα. Καλλιτέχνημά του ήταν ο εαυτός Του! Μα εσείς δεν μπορείτε να φιλοκαλήσετε μετ’ ευτελείας μονάχα με την παρουσία όπως Εκείνος, γιατί δεν έχετε καμμιά εξουσία πάνω στο σαρκίο σας και πια πορεύεστε όπου έχετε συνηθίσει να κατευθύνεστε, στη φορά αλλόκοτων κι απατηλών διανυσμάτων, χωρίς να διακρίνετε ότι η διεύθυνση κι η απόσταση είναι πάντα η ίδια.
Ξέρω πως οι συνθήκες που σάς περιβάλλουν φαίνονται ολότελα καθοριστικές για το μέλλον σας, πιεσατικές και απειλητικές σαν συμπληγάδες ή καυδιανά δίκρανα, έτσι που να νομίζετε πως τίποτε δεν μπορεί να τις μεταβάλλει. Τόσες χιλιάδες χρόνια παραιτείστε από τη διοίκηση του εαυτού σας και μεταβιβάζετε το αυτεξούσιον σε ποικιλώνυμα είδωλα, που με τη φαντασία ανάγετε σε κεντρομόλες, χαρισματικές, ηγετικές προσωπικότητες. Είναι βολικό αυτό, αλλά όχι εξίσου λογικό! Καμώνεστε τους άθεους, τους αμφισβητίες τους σκεπτικιστές κι όμως ανεγείρατε μονάχοι ιερά και ξόανα αγνώστων θεών, που τούς λατρεύετε τόσο, ώστε τούς προσφέρατε ικμάδα απ’ τη ζωή σας και θυμίαμα από το πνεύμα σας για να τούς μεταδώσετε έμβια πνοή και να κυβερνάσθε απ’ αυτούς, όπως τα πετεινά του ουρανού, τα ερπετά της γης και οι ιχθύες της θαλάσσης. Συντήξατε τα σώματά σας μέσα από πρέσες και κυλίνδρους στεγνοκαθαριστηρίου για να αποστάξετε μύρο, ώστε να αλείφουν μ’ αυτό τα μπρούτζινα στιβαρά τους μπράτσα οι βασανιστές. Αφού μόνοι σας σηκώσατε ολόγυρα τοίχους φυλακής, φωνάζετε έπειτα και χτυπιέστε για ν’ απαλλαγείτε απ’ τα δεσμά σας, ενώ οι περιοριστικοί ιμάντες της εξοντωτικής ομηρίας δεν είναι παρά οι ίνες του εγκεφάλου σας, σκιάχτρα και λάμιες που αναβλάστησε η αρρωστημένη φαντασία σας.
Αν φοβάστε ν’ αγωνιστείτε, γιατί οι περιστάσεις τρεφόμενες από την αδιαφορία αιώνων έχουν θεριέψει, κρυφτείτε πίσω από το ταμπούρι και να ‘στε περήφανοι για τη δειλία σας. Δεν υπάρχουν επαγγελματίες ήρωες, αλλά άνθρωποι, που σε κάποιο σημείο αφουγκράζονται το σφυγμό της ψυχής τους κι απ’ αυτήν αντλούν δύναμη για να παλέψουν στα πλαίσια των πεπερασμένων δυνατοτήτων τους, έχοντας επίγνωση ότι κάποιο από τα τυχαία γεγονότα, που οι άλλοι επισπεύδουν ή απεργάζονται μπορεί να αποβεί υπέρ τους, ότι οι πόλεμοι, που οι «μεγάλοι» διεξάγουν για να διατηρήσουν τη συμπτωματική κυριαρχία τους, συχνά γίνονται μπούμεραγκ και συντρίβουν τους ίδιους, τα δε πυρρίχια ορχήματα πολύ εύκολα μεταλλάσσονται σε θνησιγενείς, πεισιθάνατες ακολουθίες των αιμοχαρών χορευτών, σε επιθανάτιες δαγκωματιές Κυνέγειρου πάνω σε μεταλλικό ρύγχος τριήρους.
Αν δεν μπορείτε να χτυπήσετε, μιλήστε, κι αν δεν καταφέρετε άχνα ν’ αρθρώσετε, τραυλίστε, κεκεδίστε, αλλά ποτέ μη πείτε: Οι αρχικές προϋποθέσεις είναι πανίσχυρες, αξιώματα ατράνταχτα που την κρηπίδα τους δεν δύναμαι να πλήξω. Θυμηθείτε ότι δεν είναι παρά τα δεδομένα του προβλήματος κι οι όροι της ασκήσεως, που καλείστε να λύσετε! Αν εγκαταλείψετε τη μέριμνα για τις θεμελιώδεις βάσεις της ύπαρξης, μοιάζει σαν να αμελείτε να διαγνώσετε μια ασθένεια, που εμφωλεύει στο τράχηλο της μήτρας σας, υποτασσόμενοι στη φροϋδική ορμή προς θάνατον. Αντίθετα, κάθε μέρα να ζήτε με την προσδοκία του καλύτερου, να συζητάτε με τους συνανθρώπους σας για να δώσετε μορφή στην αοριστία της ελπίδας, να κυνηγάτε πάντα το μέγεθος που σάς ξεπερνάει, την ίδια τη ψυχή σας που περιμένει το φίλημα του βασιλόπουλου για να ζωντανέψει.
Φευ ο Μαμμωνάς σαλεύει το νου και περιορίζει το βεληνεκές της όρασης ως το πέρας της μύτης. Αλλά οι υπόλοιποι, οι όσοι απρόσβλητοι από το μικρόβιο θ’ αφήσετε τον κόσμο να χαθεί στον όλεθρο της παραφροσύνης;
Είναι τόσο δύσκολο να ξύσετε λίγο το λεπρό κορμί, ώστε ν’ απαλλαγείτε από τα λέπια και τα λέπυρα της παχυδερμίας και να αντικρύσετε τη φαεινή και έκλαμπρη λαμπηδόνα της μύχιας ουσίας; Υπάρχει, ξέρετε, κάπου ανάμεσα στα κύματα των ορμονών του μυαλού ένα μικροσκοπικό, ακατάλυτο, απρόσμεικτο κι ασύμφυρτο διαμάντι, που δεν οξειδώνεται από τα… οξέα της τεστοστερόνης ή των οιστρογόνων και δεν προσβάλλεται από την υπνωτική χλιδή της εξωτερικότητας, τη σκληρή διέγερση της άλογης παραφοράς των αισθημάτων, την απατηλή παραίσθηση ή τη θριαμβική πυρά της μάταιης διασημότητας, η οποία τόσο απρόσκοπτα επιβάλλεται στο τυφλό έντερο και το ναρκωμένο διάφανο δέρμα. Αυτός ο κρύσταλλος εκλύει φωτοστέφανο αθανασίας και επιπόρφυρη εκπομπή άρρηκτα συνδεδεμένης με το χώρο ενέργειας, που δεν μπορούν να την αποξέσουν απ’ τη μήτρα ούτε οι αιχμές της ύλης, ούτε η επιμονή των εποχών και το όλο σύνολο είναι απρόσβλητο και αδιατάρακτο όσο και η ακίνητη διάταξη ενός κοιμώμενου φακίρη, υπεριπτάμενου πάνω από τα στιλπνά κάρφη μίας αφιλόξενης κοίτης. Σάς το διαμήνυσα, σάς το εξάγγειλα, αλλά το μέταλλο της φωνής μου δεν μπόρεσε να διαπεράσει το πηχτό βύσμα που καλύπτει τ’ αυτιά σας. Ευτυχώς όμως, βαθιά στο κενό παντός περιεχομένου κρανίο σας έχω εγκαταστήσει για ώρα ανάγκης ένα αυτόματο σήμαντρο που καλεί σε επαγρύπνηση, συνεγείρει σε προσοχή, υπομιμνήσκοντας την έλλειψη του χρόνου και οχλώντας σας να συντονιστείτε με το παλμό του.
Θυμηθείτε την παραβολή με τους τρείς δούλους και τα δηνάρια. Ο καθένας έχει μέσα του ένα κωνσταντινάτο φλουρί απ’ αυτά που χρυσώνουν τα νεογέννητα. Μην το κρύβετε στο χώμα, όπως ο κουτοπόνηρος κολλήγος, αλλά αντίθετα σκάψτε να το βρείτε και εστιάστε το σε συγκεντρωτικό φακό, για να φωτίσει με την απαράμιλλη αίγλη του τη δική σας ατραπό και των άλλων, ένα δρόμο ευθύνης προς τη διαμόρφωση του αλάξευτου χάους και καθοριστικής επίδρασης πάνω στην αλλοπρόσαλη αστάθεια του περιβάλλοντος, σε μια λεπτή στέρεη λωρίδα εν μέσω των ταραγμένων ρευμάτων της σύμπτωσης.
Αν ακολουθήσετε τούτη τη συμβουλή, σύντομα βλέπω μια δέσμη αχτίνων να τεμαχίζει ως περιστρεφόμενος κοχλίας μηχανής του κιμά τις αμφιλεγόμενες μύρτους και τα θλιβερά ράκη των «γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων» κι από τον εύπλαστο αυτό βλωμό ενζύμων να οικοδομείται κάτι το νέο! Κι αν οι τύραννοι, που σάς τρώγουν το προμηθεϊκό συκώτι πριν καν αναπλασθεί, φαίνονται ακατανίκητοι, θυμηθείτε ότι στη διάρκεια της ιστορίας όλοι οι δυνάστες φάνταζαν ακλόνητοι και ακαταγώνιστοι, αλλά τελικά άνευ εξαιρέσεως έγιναν στάχτη και μπούρμπερη, για ν’ αναδειχθούν απρόσμενα νικητές οι απλοί συνήθεις άνθρωποι, που επέζησαν παρά τη καταστροφική εφαρμογή στο δύστηνο και κακόπαθο πετσί τους σωρού ολέθριων εμπνευσμένων σχεδίων των κατά καιρούς «χαρισματικών προσωπικοτήτων» και λοιπών μπαρμπέρηδων στου κασίδη το κεφάλι. Και πάρτε ακόμη θάρρος με την επίγνωση ότι ο πόλεμος μεταξύ του ανθρωπίνου γένους και των απανταχού «ηγετών» – επαγγελματιών ολετήρων του βρίσκεται περί το τέλος, διότι πάντα υπήρξαν ορισμένοι που δεν απογοητεύθηκαν εν μέσω του τυχαίου Μέλστρεμ των γεγονότων, αλλά προσπάθησαν να αντλήσουν πλεονεκτήματα από το πρωθύστερο και το παράλογο. Η σκυταλοδρομία διανύει το τελευταίο γύρο της, η δε εξουσία καταμερίζεται – αποκεντρώνεται και δι’ ανακυκλήσεως επιστρέφει στους φυσικούς κατόχους της, καθώς τα πάλαι ποτέ ηχηρά σύμβολά της γελοιοποιούνται κι από σκήπτρα, σκυθρωποί θυρεοί κι εμβλήματα εκφυλίζονται σε μερισματαποδείξεις και ομόλογα διεπόμενα από ατέλειωτες διατάξεις νόμων και ελεγχόμενα από βλοσυρούς αναπόδραστους μηχανισμούς διάλληλης εποπτείας. Στον καθένα σας αντιστοιχεί ένα μερίδιο ελευθερίας – αποφασιστικής αρμοδιότητας κατά θεία παραχώρηση, που αποτελεί κατά μοντέρνα έκφραση γονική παροχή ή δωρεά υπό τρόπον στην αφετηρία της σταδιοδρομίας σας, αντιστάθμισμα ή επιδότηση ενόψει της δυσχερούς αποστολής σας, συνιστάμενης στη σύνθεση απόλαυσης και νοήματος. Αν δεν απαιτήσετε την αναγκαία επιχορήγηση και συνεισφορά προς εκτέλεση του έργου που έχετε αναλάβει, αμελείς μηχανικοί αναδεικνύεστε, κατάλληλοι όχι για υποστήριξη στοών ή τοποθέτηση σιδηροδοκών, αλλά μονάχα για πρόχειρες τσιμεντενέσεις ετοιμόρροπων κτιρίων.
Ανόητοι, απλωθήκατε μέχρι τα πέρατα του Σύμπαντος με μία κενή επιδίωξη χωρίς όνομα και μορφή, αγνοώντας ότι η ανάσταση, η αλήθεια και η ζωή δεν είναι προνόμιο κάποιου πλανήτη, αλλά διασκορπισμένη ακριβοδίκαια σε κάθε μεμονωμένη διάταξη ύλης, όπου «ο ζητών ευρήσεται». Αντί να ονειρεύεστε διαστημόπλοια, ώστε να οδεύσετε προς τη ματαιότητα, κάντε καλύτερα μια κοντινή βόλτα στο πλησιέστερο δάσος ή στις κούνιες της γειτονικής πλατείας. Εκεί θα διαπιστώσετε ότι αδικαιολόγητα στοχεύετε τις εσχατιές της αστρικής μεθορίου, διότι αυτό, που ψάχνετε συμπυκνωμένο στη χώρα του άπειρου διαστήματος, ήταν αχώριστος σύντροφός σας για ολόκληρες χιλιετηρίδες: Η φύση πολύπτυχη, αναλυμένη σε πλήρες φάσμα, έστω και με τους γρίφους ή τα μυστικά της, συγκαταβατική πονόψυχη και σπλαχνική αφέντρα, τόσο διακριτική και αβρή στους χειρισμούς της σαν εκδυόμενη και αναδυόμενη εύθραυστη Αφροδίτη!
Παρατηρείστε το αρχέγονο σύστημα πανίδας και χλωρίδας, κι αν μέσ’ τους απερίβλεπτους κόλπους και την ασύνοπτη ποικιλία του βρείτε έστω και ένα ον που δεν αποφασίζει για τον εαυτό του, τότε μη πιστεύετε λέξη από όσα λέω κι αφεθείτε χωρίς περαιτέρω ανησυχίες στα μυσαρά λασπόλουτρα των συγκυριών. Αν όμως, όπως είναι και το αναμενόμενο, αισθανθείτε μοναδική παραφωνία σ’ ένα μακρόκοσμο απέραντης ελευθερίας, τότε σκεφθείτε: Σε τι υστερεί ο άνθρωπος από το χαμερπές σκουλήκι της γης, για να ‘ναι αυτό αδιαφιλονίκητος αυθέντης των βημάτων του και να ‘ναι εκείνος σκλάβος των ανεξέλεγκτων -άναρχων δυνάμεων που άσκοπα συνωθούνται και των ανεστίαστων -ανεκπλήρωτων ονείρων που δεν υλοποιούνται, των άγλωσσων, βουβών νευμάτων ή των αστόχευτων απλανών βλεμμάτων που δεν επικεντρώνονται, των ευμετάβολων διαθέσεων και των άμετρων επιθυμιών που δεν ελέγχονται, των ολιγωριών και των επιφυλάξεων που δεν υπερβαίνονται, του αυτοματισμού των πραγμάτων και του απρόβλεπτου παράγοντα των προγραμμάτων, που παραδόξως νομιμοποιούνται και ως νίκη του αυθορμητισμού εορτάζονται! Κι ύστερα σφίγγοντας θεληματικά τα χείλια κοιτάξτε την οπή του Σπηλαίου των Νυμφών υψώνοντας ανάστημα νεόκοπου Οδυσσέα και βεβαιώστε πανηγυρικά: Όσες ρουκέτες ή ατομικές βόμβες κι αν φτιάξουν, δεν θα μπορέσουν να τα αφανίσουν όλα, γιατί η Δημιουργία είναι εξ ορισμού ισχυρότερη και ευρύτερη από την καταστροφή. Είμαι με το μέρος της Γέννησης και της Ζωής , δεν θέλω ν’ ανήκω σ’ ένα σαπρό σώμα που πεθαίνει αλλά να ανασυνταχθώ και να επιβιώσω, όπως ζουν και βομβούν ακαταμέτρητοι οργανισμοί στις πιο απόμακρες χώρες των συννέφων και των αιθέρων. Για τούτο θα καταπολεμήσω τον παραλογισμό, που οδηγεί στο θάνατο, και θα εξουδετερώσω χημικά το κύριο συστατικό της παραφροσύνης, την ατιθάσευτη αυτογνωμοσύνη, την ανένταχτη ισχυρογνωμοσύνη, θα σπάσω τον ογκόλιθο του εγωισμού, που μπαίνει μπροστά μου και με τυφλώνει. Και τι σημαίνει άραγε εγωιστική αυθαιρεσία; Μη συντεταγμένη εξουσία. Και πού οφείλεται εντέλει η δεσποτεία; Στη δική μου παραίτηση από την ελευθερία. Δεν εγκαταλείπω και δεν απεμπολώ πια τα δικαιώματά μου, αλλά θ’ αγωνιστώ για να φτάσει κάποτε ο άνθρωπος στο επίπεδο της τόσο εξελιγμένης ιγκουάνας και σαλαμάνδρας, να είναι δηλαδή αρμόδιος για τον εαυτό του και να μην αφήνει κάποιους άλλους να κυβερνούν κι αυτός από κάτω να διαμαρτύρεται».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΘΕΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

Πράξη Πρώτη: Χερουβείμ Σεραφείμ Σκουπιδιάρηδες
Πράξη Δεύτερη: Εξουσίαι -Αρχαί Ανακριτές
Πράξη Τρίτη: Κυριότητες- Δυνάμεις Δημοσιογράφοι
Πράξη Τέταρτη: Αρχάγγελι -Θρόνοι Σύμβουλοι
Πράξη Πέμπτη: Διάσπαση του Συνεχούς

ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ: ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑΡΗΔΕΣ

Α’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Γουάνγκ, άδειαζε μονάχα τους κάδους και μη μαζεύεις ό, τι πέφτει έξω. Δεν βγαίνει τίποτε μ’ αυτό που κάνεις, τα σκουπίδια σωρεύονται πάλι.

ΓΟΥΑΝΓΚ: Κι όμως ό, τι περισσεύει θα μπορούσε κι αυτό να ανακυκλωθεί προς όφελος όλων μας.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Άσε τη βουδιστική –οικολογική προπαγάνδα. Καλύτερα πιάστε και οι δύο απ’ όπου βρείτε και γυρίστε τον κάδο ανάποδα. Εμπρός βιαστείτε, να φύγουμε επιτέλους. Γυρίστε τον κάδο ανάποδα. Τι κάνετε εκεί; Είστε αδέξιοι , με λερώσατε! Και φταις εσύ Γουάνγκ, γιατί προσφέρεσαι να βοηθήσεις, ενώ δεν έχεις πείρα από σκουπίδια. Ο θεός να μάς φυλάει από πρόθυμους πολίτες, που είναι άσχετοι!

ΓΟΥΑΝΓΚ: Ντόναλντ, είναι σπασμένος ο μεντεσές που κρατάει το κάλυμμα του κάδου. Ξέρεις τι εννοώ, ο κρίκος που ανοιγοκλείνει το καπάκι, η κλείδωση εμ…

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Σταμάτα Τίγρη- Τανάκα, γιατί θα φωνάξω τον Τζέιμς Μποντ. Αν ήσουν λογοτέχνης , δεν θα κατέληγες να συνδράμεις τα απορριματοφόρα.

ΑΝΤΡΕΪ: Λοιπόν για να διασκεδάσω λίγο την βαριά ατμόσφαιρα, ακούστε μια ιστορία. Ήταν κάποτε πατέρας και γιος , που καθάριζαν αποχετεύσεις, ο πρώτος πεπειραμένος βοθρατζής , ο δεύτερος μαθητευόμενος , με βοηθητικά προς το παρόν καθήκοντα. Σε κάποια φάση, ο πατέρας ήταν μέσα στο βόθρο, γέμιζε τον κουβά μ’ αυτό που ξέρετε και τον πάσαρε στο γιο από πάνω. Κάνει μία αδέξια κίνηση ο γιος και περιλούζει τον γεννήτορα με εύοσμες εκκρίσεις. Λέει ο μπαμπάς γεμάτος απογοήτευση : «Κοκορόμυαλε , αχαϊρευτε. Δεν πρόκειται να κάνεις τίποτα στη ζωή σου , με τέτοια μυαλά. Κανείς δεν θα σ’ εμπιστεύεται να μπαίνεις στο βόθρο».

ΓΟΥΑΝΓΚ: Δεν μπορούμε να βάλουμε όλα τα περιττώματα στην ίδια μοίρα. Στην επαρχία Σιχουάν, όπου ζούσα, ήταν αρκετά ακριβά, τα χρησιμοποιούσαν για ψήσιμο και τηγάνισμα, αντί για κάρβουνο. Πέντε γουάν ο κουβάς, γιατί η παραγωγή μας ήταν από ανειδίκευτους αφεδρώνες. Αντίθετα, στο Γιανγκ- Ξι, που συνεισέφεραν στην κοπριά και οι καθηγητές, ο κουβάς κόστιζε γύρω στα οκτώ γουάν.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Τι είμαι υποχρεωμένος να ακούω. Δεν μ’ ενδιαφέρουν αυτά, στην Αμερική δεν γίνονται συναλλαγές με σκατά. Γουάνγκ, μας καθυστερείς με τη σχολαστικότητά σου. Καταρχήν , δεν είναι δουλειά του θυρωρού να βοηθάει τους οδοκαθαριστές. Κοίταξε καλύτερα να υποδεχτείς αυτή την καινούρια ένοικο με τις λευκές γάμπες, που τη συνοδεύει αυτός ο κολλημένος μπάτσος , ο Κένσι.

ΚΕΝΣΙ: Χαιρετώ τους οδοκαθαριστές. Γουάνγκ, σού φέρνω μια καινούρια, ελπίζω να έχετε χώρο στα ωραία σας διαμερίσματα. Λέγεται Σέλμα Νάγκελ κι έρχεται απ’ τη Σουηδία. Είναι έξυπνο κορίτσι, άμα της δώσεις το κλειδί, θα βρει μόνη της το δρόμο. Αν είναι να τη συνοδεύσεις, θυμήσου, όταν ανεβαίνεις τις σκάλες, να είσαι μπροστά κι όχι πίσω της για να κοιτάς τις γάμπες παλιομπερμπάντη.

(Ο Γουάνγκ δίνει το κλειδί, η Σέλμα Νάγκελ ανεβαίνει).

ΚΕΝΣΙ: Δεν μου λες, Ντόναλντ, τι χάλια απορριματοφόρο είναι αυτό; Το δεξί φως είναι καμένο. Δεν τη φροντίζεις τη δημόσια περιουσία. Και μη μου πεις ότι έτσι το παρέλαβες . Ξέρω όλες τις δικαιολογίες των υπαλλήλων και των δημοσίων υπολόγων. Έχω περάσει από όλα τα πόστα χάρη στην εκ περιτροπής ανακύκλωση των θέσεων εργασίας.Κάποτε ήμουν σε ελεγκτικό συνέδριο και ενέκρινα κονδύλια. Και πιο παλιά ήμουν ελεγκτής προϊόντων σε μεταλλουργείο και πιο πριν σε οικονομική υπηρεσία δήμου και πιο πριν ήμουν στο ταμείο του Αυτοκράτορα (αυτό πριν έλθω εδώ), ακόμα νωρίτερα ήμουν…

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Ωχ , άσε μας να φύγουμε. Να πιάνεις εγκληματίες, όχι οδηγούς. Εδώ πέρα, κάθε μέρα κείτονται άνθρωποι νεκροί στο δρόμο και δεν δίνετε διάρα εσείς οι γαλονάδες. Αντρέι, έμπα μέσα Ρώσε κωλόβλαχε, να μη βλέπω άλλο τη φάτσα αυτού του Σαμουράι.

ΚΕΝΣΙ: Α μάλιστα, θα μάς κάνει μάθημα ο κύριος σκουπιδιάρης. Τώρα, τώρα (Τόρα-Τόρα) θα πάω στο Τμήμα και θα πω ότι τα φώτα κυκλοφορίας σου είναι χαλασμένα. Δεν φτάνει που διακινδυνεύω τη ζωή μου, μού κάνεις και κριτική από πάνω. Πώς θα αντιμετωπίσω τα αποβράσματα της κοινωνίας χωρίς όπλο; Εγώ φταίω που ο τελαμώνας μου, αντί για σφαίρες, έχει σφαιρίδια συμπυκνωμένου χρώματος;

(Ξεκινάνε με το όχημα).

ΑΝΤΡΕΪ: Ντόναλντ, αν μού επιτρέπεις, τον τελευταίο καιρό διακρίνω έναν εκνευρισμό στη συμπεριφορά σου. Ίσως είναι μεγάλη κουβέντα να πω ότι είμαστε φίλοι, όμως συνάδελφοι είμαστε. Πρέπει να έχουμε επικοινωνία μεταξύ μας, αλλιώς τι νόημα έχει αυτή η ζωή;

(Σιωπή).

ΑΝΤΡΕΪ: Ξέρεις τι με απασχολεί; Εσύ ήσουν κάποτε κοινωνιολόγος κι ίσως μπορείς να μού απαντήσεις. Έχει γεμίσει η πόλη με βιαστές, ληστές, δολοφόνους, καταχραστές, παραχαράκτες, χώρια οι μπαμπουίνοι, ας μη μιλήσουμε γι’ αυτούς. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί οι νεστορο-μέντορες επέτρεψαν σ’ αυτό το συρφετό να εγκατασταθεί ανάμεσά μας. Έχεις καμιά ιδέα εσύ;

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Εγώ δεν είμαι μέσα στο κεφάλι των πειραματιστών. Για τον ίδιο λόγο που βρεθήκαμε όλοι σ’ αυτό τον τόπο της κόλασης. Για τον ίδιο λόγο, που πρέπει όλα τα σκουπιδιάρικα να σταθούν στην ουρά και να περιμένουν δέκα ώρες, μέχρι να μαυρίσουμε όλοι απ’ την ταλαιπωρία. Για τον ίδιο λόγο, που όταν ξεφορτώνουμε το πολύτιμο φορτίο μας γίνεται καταμέτρηση. Ισολογισμός, απολογισμός, αποτελέσματα χρήσεως για τα σκουπίδια. Τόσα σκουπίδια και τόσα σκατά παραπάνω αυτή τη διαχειριστική περίοδο σε σχέση με την προηγούμενη. Ορίστε, άρχισε ήδη το μποτιλιάρισμα, αυτό το κερατένιο στριμωξίδι. Μακάρι να είχα την αφέλεια του μέσου ανθρώπου και να μην αναρωτιέμαι για όλα αυτά. Να είμαι προσαρμοσμένος, πειθήνιος σαν το Γουάνγκ ή σαν το γείτονά μας, τον Ισοκράτη Κατσόρχι, το θεωρητικό του συμβιβασμού, του συμψηφισμού και του στρογγυλέματος των πάντων.

(Εκείνη την ώρα ακούγονται διαπεραστικές κραυγές, κονσερβοκούτια που αναπηδούν στις οροφές των αυτοκινήτων, γδούποι από πηδήματα πάνω σε μέταλλο).

ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ: Διάβολοι, σατανάδες! Μάς έχουν κυκλώσει από παντού ! Ο σώζων εαυτόν σωθήτω.

ΑΝΤΡΕΪ: Κερκοπίθηκοι, μπαμπουίνοι ! Πάλι τα ίδια, ζήτω η τρέλα! Δεν μπορώ να καταλάβω, υποπίπτουν καθημερινά στην ΑΙΣΘΗΣΗ μας πράγματα που δεν μπορούμε να εξηγήσουμε. Μία χαώδης, ασύνοπτη ΠΟΙΚΙΛΙΑ επιβαρύνει αφόρητα και καταπονεί την ΑΝΤΙΛΗΨΗ μας. Δεν πιστεύω πια αυτά που βλέπω γιατί η ΠΙΣΤΗ μου πρέπει να είναι τουλάχιστον ΠΙΘΑΝΗ, ενώ όσα συμβαίνουν μού φαίνονται απίθανα!

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Άσε την ανάλυση Ρώσε διανοητή! Μείνε καλύτερα στα νόστιμα πελμένι σου με την εμβαπτισμένη σε ζωμό πίτα, τον αγνό κιμά και τα καρυκεύματα από την τούνδρα. Εγώ δεν είμαι πολιτικό γραφείο των Σοβιέτ για να βγάζω ψηφίσματα και διακηρύξεις. Έχω μέσα μου το πνεύμα των πιονιέρων του Φαρ- Ουέστ και σού ανακοινώνω ότι θα πολεμήσω. Αρκετά πια με την απραξία και την ανοχή! Κι αν δεν έχουν όπλα οι μπάτσοι, οι παράνομοι έχουν.

(Ψαχουλεύει το πίσω κάθισμα, ανασύρει πιστόλι. Γενικό πανδαιμόνιο ανάμεσα στα σκουπιδιάρικα).

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Κάνε στη μπάντα. Πυροβολώ!

(μπαμ, μπουμ! Κάποιος παβιάνος πέφτει νεκρός).

ΑΝΤΡΕΪ: Για όνομα του θεού, Ντον, πού βρήκες το όπλο;

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Μη με λες Ντον, δεν είμαι ο «ήρεμος Δον».

ΑΝΤΡΕΪ: Άκουσέ με κύριε Ντόναλντ Ντακ. Φεύγουμε από ‘δω και πάμε γραμμή στο Διοικητήριο να παραδώσεις το όπλο.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Σταμάτα να κλαψουρίζεις σαν γυναικούλα. Δώσ’ μου καλύτερα ένα τσιγάρο.

ΑΝΤΡΕΪ: Ντον , μην υποβαθμίζεις το περιστατικό. Το ‘πες και μόνος σου ότι μόνο οι παράνομοι έχουν όπλα σ’ αυτή την πόλη. Δεν θέλω να υπαινιχθώ κάτι, αλλά καλύτερα να ηρεμήσουμε και να πάμε πίσω στην κεντρική πλατεία. Εκεί το καλό που σου θέλω, θα δώσεις στους αρμόδιους τις απαραίτητες εξηγήσεις, αλλιώς θα μπλέξουμε άσχημα.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Δεν μού λες, έχεις καταλάβει ότι οι πίθηκοι θα φτάσουν εκεί πριν από μας; Σε λίγη ώρα , οι αγαπημένοι σου αρμόδιοι, που είναι αξιωματούχοι της πλάκας, θα έχουν τόσα προβλήματα, που το δικό μου το πιστολάκι θα είναι η πιο ασήμαντη έγνοιά τους.

Β’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

(Χάος στο Δημαρχείο. Ο λαός, εξαγριωμένος, έχει παραβιάσει την πόρτα και απωθεί έναν αναμαλλιασμένο υπάλληλο).

ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΜΕΝΩΝ: Δώστε όπλα στο λαό!

ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ: Ακούστε , μη το κάνουμε θέμα , μερικοί πίθηκοι χοροπηδάνε στην κεντρική πλατεία και τι έγινε; Να διατηρήσουμε τη ψυχραιμία μας , αν θέλετε όπλα, να πάτε στην Αστυνομία.

ΧΟΡΟΣ: Ας τ’ αυτά, ξέρουμε ότι εδώ τα φυλάτε, η αστυνομία έχει μόνο χρωματιστές μπίλιες. Δεν θέλουμε να τούς πιτσιλίσουμε , αλλά να τούς σκοτώσουμε, μάς αρπάζουν τις γυναίκες και τις πασπατεύουν! Ξυπνήστε το χοντροκόλη το Δήμαρχο, αυτό το τσανακογλείφτη! Κάτω οι νεστορο- μέντορες , να πα να γαμηθεί το πείραμά σας! Δώστε όπλα στην αστυνομία ! Δώστε όπλα στην αστυνομία!

ΠΟΛΙΤΗΣ: Δώστε όπλα πριν είναι αργά! Αυτοί οι πίθηκοι δεν έχουν μόνο από πίσω ουρά. Ξέρω πολύ καλά τι λέω.

ΑΛΛΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ: Τι εννοείς;

ΠΟΛΙΤΗΣ: Εννοώ ότι έχουν και μπροστά ένα κινητό ουραίο και το κουνάνε πέρα δώθε. Κι έχουν τις γυναίκες μας και τις χουφτώνουν τα χτήνη ! Τι άλλο πρέπει να γίνει δηλαδή, έχουμε φτάσει στο απροχώρητο, έχουμε κατοχή. Αυτή είναι η έννοια της κατοχής, ότι βάζουν χέρι και κατάσχουν τα ακατάσχετα.

(Ο Αντρέι ξεφεύγει από το γενικό χαμό, εισχωρεί στο Δημαρχείο, σε κάποιο δωμάτιο έχει την τύχη να συναντήσει ένα νεστορο- μέντορα με τα πόδια διπλωμένα πάνω σ’ ένα τραπέζι).

ΑΝΤΡΕΪ: Κύριε, υπάρχει έξω μεγάλη κρίση! Αυτοί οι αναθεματισμένοι παβιάνοι λαθρομετανάστες έχουν συλλάβει γυναίκες και παιδιά. Εμείς ήμασταν στη χωματερή, όπου παραδίναμε σκουπίδια μαζί με τον Ντόναλντ Κούπερ, όταν αντιληφθήκαμε την επίθεσή τους. Χρειαζόμαστε όπλα ν’ αμυνθούμε. Α ναι, να σάς πω και το άλλο! Ο Ντόναλντ έχει όπλο, πού το βρήκε ; Μήπως πρέπει να τιμωρηθεί;

ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Λοιπόν, ως προς το τελευταίο ζήτημα που μού θέσατε, δεν χρειάζεται ν’ ανησυχείτε. Μήπως νομίζετε ότι ο Ντόναλντ είναι μαζί με κάποιο ασφαλίτη και ομολογεί τα εγκλήματά του κάτω από ανακριτική λάμπα; Αν έτσι πιστεύετε, μάς έχετε παρεξηγήσει, δεν είμαστε απάνθρωποι. Ηρεμήστε, ο Ντόναλντ απέκτησε το όπλο στη μαύρη αγορά, σε αντάλλαγμα ενός ρολογιού με εκκρεμές. Μάλιστα, τώρα οργανώνει ένα απόσπασμα εθελοντών, για να αποκρούσει αυτή την αποτρόπαια, θρασύτατη επίθεση. Θεωρούμε ιδιαίτερα θετικό και επικροτούμε απερίφραστα το να ενεργοποιούνται οι πολίτες για να καλύπτουν και να αναπληρώνουν ενδεχόμενα κενά του συστήματος.

ΑΝΤΡΕΪ: Ναι, κύριε, αλλά εδώ εγείρονται εύλογες απορίες. Από πού έρχονται οι παβιάνοι και τι επιδιώκουν; Γιατί επιτρέπετε να συμβαίνουν τέτοια πράγματα;

ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Αντρέι, είστε από εκείνους τους λίγους που θέτουν συνέχεια ερωτήσεις, στις οποίες δυστυχώς δεν είμαι σε θέση ν’ απαντήσω. Γιατί κάνουν επιδρομή οι παβιάνοι, γιατί το νερό μεταμορφώνεται σε χολή, πού οφείλεται η προϊούσα διάβρωση των κτιρίων, πώς εξηγείται το μυστήριο του ιπτάμενου σπιτιού, που προσγειώνεται ξαφνικά και απάγει ανθρώπους; Θυμηθείτε πόσο είχατε εκπλαγεί που άτομα διαφορετικών εθνικοτήτων βρέθηκαν να μιλούν την ίδια γλώσσα. Θυμάστε άραγε με τι επιμονή προσπαθούσατε να πείσετε τον Κένσι ότι μιλάει ρώσικα, ενώ αυτός επιχειρούσε απελπισμένα να σάς δώσει να καταλάβετε ότι μιλάτε γιαπωνέζικα; Εν τω μεταξύ όμως έπαψαν να σάς απασχολούν τέτοια ερωτήματα. Επιτρέψτε μου, να σάς θέσω εγώ με τη σειρά μου κάποιες ερωτήσεις. Ερώτημα πρώτο: Μήπως έχουν και οι παβιάνοι παρόμοια ή ίσα δικαιώματα με εμάς; Ερώτημα δεύτερο: Είναι σωστό να αντιμετωπίζουμε τη ζωή διατυπώνοντας απορίες και εκφράζοντας φιλοσοφικό θαυμασμό; Μήπως είναι καλύτερα να παραδεχτούμε απλά ότι βρισκόμαστε μέσα σε μία κατάσταση, που είναι κάπως δύσκολη, που απαιτεί δράση, και πρέπει ο καθένας να κάνει ό,τι μπορεί;

(Ο Αντρέι αποσύρεται άπρακτος, βγαίνει έξω στην πλατεία, όπου διεξάγεται αδυσώπητη μάχη ανάμεσα στους κερκοπίθηκους και το λαό, που έχει οργανωθεί σε πολιτοφυλακή υπό τις οδηγίες του λοχαγού Φριτς Γιέγκερ.

ΦΡΙΤΣ: Διατηρήστε το σχηματισμό, συγκροτήστε αλυσίδα. Αλυσίδα είπα, όχι μπουλούκι! Αξιοποιήστε τα στυλιάρια σας. Μη τούς σπρώχνετε, μη τούς τσιμπάτε, αλλά χτυπάτε τους στην πλάτη, στο κεφάλι , στ’ αχαμνά. Απωθήστε τους απ’ την πλατεία. Η οπισθοφυλακή, φτιάξτε οδοφράγματα να κατοχυρώσουμε τις θέσεις μας. Τι χαλαρός συρφετός είστε σεις; Λίγο νεύρο χρειάζεται, πειθαρχία, αυτοσυγκέντρωση. Άντρες είστε ή πατσαβούρες; Εδώ αγωνίζεστε υπέρ βωμών και εστιών. Ε εσύ έλα ‘δω , Ρούσκι, σλαβόφωνε μουζίκε, πώς σε λένε, εδώ δεν είμαστε αναρχοαυτόνομοι, ούτε ανεξάρτητοι- μεμονωμένοι, πολεμάμε ενταγμένοι στις τάξεις μιας ομάδας.

ΑΝΤΡΕΪ: Εντάξει. Βορονίν εις τας διαταγάς σας, τι πρέπει να κάνουμε;

ΦΡΙΤΣ: Μακάρι να ‘ξερα.

ΑΝΤΡΕΪ: Μία λύση είναι να ξεριζώσουμε και να τούς πετάξουμε κεραμίδια.

ΦΡΙΤΣ: Όχι, άσε καλύτερα, γιατί με τα κεραμίδια θα σπάσουμε όλα τα τζάμια των παραθύρων, οπότε οι κερκοπίθηκοι θα βρουν καταφύγιο , απ’ όπου θα μάς πετάνε τα κεραμίδια πίσω. Χρειαζόμαστε κάποιο είδος πυροτεχνικής. Χειροβομβίδες, ρουκέτες, βόμβες μολότωφ, για να τούς τρομάξουμε στ’ αλήθεια. Αχ και να είχαμε ένα φλογοβόλο, θα τους τσιτσιρίζαμε.

ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΠΟ ΚΙΟΣΚΙ: Ε τι στέκεστε σαν ξόανα. Δεν βλέπετε ότι λεηλατούν το κιόσκι; Άνδρες, κάντε επιτέλους κάτι να βοηθήσετε τις γυναίκες. Εσύ ξανθέ τι κοιτάς σα χάνος , είσαι αρχηγός σ’ αυτό το συνονθύλευμα ή δεν είσαι; Θεέ μου, εδώ τα παιδιά κλαίνε, ένας χαμός γίνεται. Τι άνδρες είστε σεις που φοβάστε τους πιθήκους;

ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ: Ίσως πρέπει να φωνάξουμε την πυροσβεστική, να τούς απωθήσουν με τη μάνικα.

ΑΛΛΟΣ ΑΝΔΡΑΣ: Κοίτα, είμαι βέβαιος ότι, όπως πήραν τα όπλα απ’ τους αστυνομικούς, έτσι έχουν αφήσει και την πυροσβεστική χωρίς νερό.

ΤΡΙΤΟΣ ΑΝΔΡΑΣ: Πάντως κάτι πρέπει να κάνουμε. Στην ουσία, οι δικές μας γυναίκες είναι εκεί απέναντι, γιατί κι αν δεν είναι δικές μας, είναι σίγουρα κάποιων άλλων από μας. Δηλαδή εννοώ…

ΤΕΤΑΡΤΟΣ: Ν’ ανέβουμε στις στέγες , να τούς χτυπήσουμε από ψηλά.

ΠΕΜΠΤΟΣ: Πώς ρε φίλε; Θα πετάμε τα ρόπαλα από μακριά;

ΕΚΤΟΣ: Ρε σεις, τι σκοτίζεστε για τις γυναίκες; Δεν βλέπετε ότι μάς κοιτάνε απ’ τα παράθυρα ειρωνικά, μ’ ένα κερκοπίθηκο από πίσω;

ΕΒΔΟΜΟΣ: Να πάρει ο διάολος. Τα καταραμένα ζώα μάς πετάνε πατάτες και, κυρίως, αγγούρια. Λέτε να υπονοούν κάτι;

(Μέσα στην αναταραχή εμφανίζεται ένας σωματώδης αγρότης μ’ ένα τεράστιο πυροβόλο, στυλ Ράμπο , σαν κανόνι).

ΑΓΡΟΤΗΣ: Τι σκηνοθεσία είναι πάλι τούτη με τα πιθήκια ; Καλά , εσείς οι διανοούμενοι δεν έχετε το θεό σας, ευτυχώς που υπάρχει και η τάξη της γης και του μόχθου για να σάς βοηθήσει. Τυχεροί είστε που ήλθα να πουλήσω τα προϊόντα μου στη λαϊκή. Το ένστικτο της ιδιοκτησίας δρομολογεί κάθε κοινωνική εξέλιξη. Κάθε προσπάθεια κατάργησής του αφαιρεί το κίνητρο της ύπαρξης. Βλέπετε αυτόν τον αρχιπαβιάνο με το μαύρο κατσαρό τρίχωμα; Κοιτάξτε πώς θα τον κατεβάσω.
(Πυροβολεί, ο παβιάνος πέφτει στο οδόστρωμα, με μια πελώρια τρύπα στην κοιλιά).

ΑΓΡΟΤΗΣ: Αυτή τη γλώσσα καταλαβαίνουν τα αγρίμια με τους …λούτσους.

ΦΡΙΤΣ: Παύσε πυρ , αυθορεί και παραχρήμα. Είσαι κάτοχος απαγορευμένου αντικειμένου. Πού βρήκες το όπλο ; Κατέβασέ το παρά πόδα , στο ύψος των μηρών και δείξε μου τα χαρτιά σου αμέσως.

ΑΓΡΟΤΗΣ: Μυξιάρη, τα χαρτιά μου θέλεις να δεις ; Μήπως σ’ ενδιαφέρει αυτό περισσότερο , σιταρόψειρα; (Χειρονομεί με το δάκτυλο τεντωμένο). Αφού η διοίκηση θεωρεί ότι πρέπει να έχουμε κάποια αγαθά, γιατί να μην είναι όπλα; Να σού πω, καλά κάνανε και καταργήσανε το κληρονομικίο δίκαιο, για να μη συσσωρεύονται οι περιουσίες, όμως η δημιουργική-παραγωγική ιδιωτική πρωτοβουλία πρέπει, όχι μόνο να ενθαρρύνεται, αλλά και να διαιωνίζεται. Κρατικοποίηση των καταναλωτικών αγαθών, ιδιωτικοποίηση των παραγωγικών μέσων!

ΦΡΙΤΣ: Μισό λεπτό, το θέμα είναι σοβαρό. Σάς διατάσσω για μία ακόμη φορά να επιδείξετε τα έγγραφά σας.

ΑΓΡΟΤΗΣ: Να σού επιδείξω τα οπίσθια μου, να δεις εάν κινούνται. Δεν χρειάζεται κάθε κίνηση να καταγράφεται, να συστήνεται ή να αποδεικνύεται με έγγραφο, αλλά μόνο οι μόνιμες και διαρκείς. Εγώ απλά κατέβηκα σε μία σύναξη, σε μία διαδήλωση. Πρέπει να συντάξω έγγραφο;

ΦΡΙΤΣ: Φρουρά, ανασυνταχθείτε. Βορονίν, σε διατάσσω να συλλάβεις αυτό το άτομο.

ΑΝΤΡΕΪ: Ρωτάς αν μπορώ αφεντικό; Κοίτα, σύντροφε αγρότη, μη δημιουργείς προβλήματα. Είμαστε κυβερνητικοί, εκπροσωπούμε την Κεντρική Διοίκηση. Συ δε πρέπει να μάθεις, αντί να στηρίζεις τον αγώνα διαφόρων γκαρίζοντας στις διαδηλώσεις, καλύτερα να συμμετέχεις στο σύστημα μέσω των θεσμών.

ΑΓΡΟΤΗΣ: Η Κεντρική Διοίκηση να μού τραβάει φωτογραφίες εκ του μακρόθεν και να ‘μαστε μακριά κι αγαπημένοι. Δεν επιτρέπεται να εμπλακεί στις συναλλαγές της καθημερινής ζωής, αλλά να παίζει το ρόλο που παίζει ο σκύλος μου στη στάνη (κύων-νυκτοφύλαξ).

ΦΡΙΤΣ: Γνωρίζετε πολύ καλά ότι απαγορεύεται η χρήση όπλων σε αστική περιοχή. Και το δικό σας δεν είναι απλώς όπλο, είναι ένα θηριώδες πυροβόλο μπαζούκα. Αν διαθέτετε άδεια της αρμόδιας αρχής, παρακαλώ να την επιδείξετε.

ΑΓΡΟΤΗΣ: Ποιοι είστε εσείς που μού κάνετε έλεγχο; Δεν είστε καν αστυνομία. Αν κρίνω από τη φάτσα σου ξεπλυμένε, μάλλον για κάποια παραλλαγή της Γκεστάπο θα πρόκειται. Εδώ πέρα κυκλοφορείτε όλοι με στολές κάθε είδους. Δεν μπορούμε να βγάλουμε καμία άκρη. Αν είστε πολιτοφυλακή, φυλαχτείτε! Αν είστε πολιτική Άμυνα, αμυνθείτε! Ποιος σάς εμποδίζει;

ΑΝΤΡΕΪ: Είμαστε καταγραμμένοι εθελοντές της πολιτοφυλακής. Μπορεί να μη φοράμε στολές ίδιου χρώματος λόγω συσσώρευσης επειγόντων περιστατικών, αλλά ο διορισμός μας χρονολογείται προ αμνημονεύτων χρόνων και η νομιμότητά μας δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Αντίθετα, εσύ, σύντροφε, είσαι παράνομος γιατί δεν έχεις άδεια οπλοφορίας και οπλοχρησίας.

ΑΓΡΟΤΗΣ: Δεν χρειάζομαι άδεια από σάς, ρε παράσιτα, αφού εγώ σάς τρέφω! Όταν εγώ είμαι υποχρεωμένος να σάς παραδώσω το ένα τέταρτο της ωραίας μου σοδειάς, είναι καλά έ; Γιατί να αντικατασταθούν οι παραδοσιακές συμβάσεις με υποχρεωτικές παροχές; Το ελάχιστο, που μού οφείλει η πολιτεία, είναι η δυνατότητα άμυνας.

ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ: Για να λέμε του στραβού το δίκιο, οι αγρότες δικαιούνται να έχουν όπλο. Εξασφαλίζουν την τροφοδοσία της πόλης, αντιμέτωποι μ’ ένα σωρό κινδύνους. Εδώ, μέσα στην πόλη είμαστε και μάς κρατάνε όμηρους ο οίστρος και η σεξουαλική φρενίτιδα των ζώων. Φανταστείτε τι γίνεται στην εξοχή!

ΑΛΛΟΣ ΑΝΔΡΑΣ: Έτσι είναι παιδάκια. Αντί να ασχολούμαστε με τους μπαμπουίνους , παριστάνουμε την αστυνομία.

ΤΡΙΤΟΣ: Αν μού επιτρέπετε, επειδή είμαι βιολόγος, υπάρχουν κάποιες διαφορές ανάμεσα σε παβιάνους, μπαμπουίνους και κερκοπίθηκους. Μη τα ισοπεδώνουμε όλα!

ΑΓΡΟΤΗΣ: Ελάτε τώρα. Οι μπαμπουίνοι είναι αρνάκια για τους καλομαθημένους πρωτευουσιάνους με χεράκια ροζ, αλλά χωρίς ρόζους. Πού να δείτε τους κροκοδείλους, αυτοί είναι πραγματικά αδίσταχτοι, κόβουν με τα δόντια τους ολόκληρες γωνίες από σπίτια και τις γυναίκες τις τρώνε, αντί να κάνουν το άλλο που ξέρετε.

ΦΡΙΤΣ: Τέλος πάντων, εν τω μεταξύ βλέπω ότι η ένταση έχει υποχωρήσει και οι πολίτες αρχίζουν να συνηθίζουν τους παβιάνους. Να, μερικά μαγαζιά ανοίγουν τα ρολά. Οι γυναίκες σουλατσάρουν σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Η ζωή ξαναπαίρνει τον κανονικό της ρυθμό. Διαλυθείτε ησύχως και πάμε σπίτια μας.

ΑΝΤΡΕΪ: Εντάξει, λύθηκε η παρεξήγηση. Εσύ φίλε πρέπει να είσαι Ρώσος, αν κρίνω από τη φυσιογνωμία σου ή μάλλον την ευσταλή κατατομή σου.

ΑΓΡΟΤΗΣ: Λέγομαι Γιούρι Κονσταντίνοβιτς Νταβίντοφ. Δεν με θυμάσαι ,είχαμε κάποτε επικοινωνία στο Twitter. Είμαι από το Τσερεπόβετς, που φτιάχνουν το μεταλλουργικό εργοστάσιο. Ήλθα χτες το βράδυ, λίγο πριν σβήσουν τον ήλιο. Βρήκα κάτι τύπους, τούς έδωσα χοιρομέρι και λίγη βότκα δικής μου απόσταξης και μού έδωσαν το πυροβόλο. Μετά πήγαμε σ’ ένα κέντρο και διασκεδάσαμε , καταναλώσαμε επί τόπου όλη τη βότκα, μια και ισχύει ποτοαπαγόρευση. Κι ύστερα, συντροφιάσαμε με γυναίκες, ωραία περίπτωση φίλε. Εκεί στο χωριό, υπάρχει μόνο μια χήρα για όλους, αλλά το χουσμέτι το πληρώνεις ακριβά. Πρέπει να επισκευάσεις τον τόρνο, το τρακτέρ, τη θεριζοαλωνιστική μηχανή και ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς. Καλά αυτή την κολόφατσα, το Γερμανό, πού τον βρήκατε;

ΑΝΤΡΕΪ: Θα τού άξιζε να είναι επιλοχίας κάπου, κάπως, κάποτε, σε κάποιο πόλεμο. Κατάγεται από το Κένιγκσμπεργκ, την πατρίδα του Καντ και είναι εξίσου τακτικός στις συνήθειές του, όπως ο μεγάλος του πρόγονος. Πάντως είναι καλός τύπος, ευσυνείδητος, ενεργητικός, χρήσιμος για το Πείραμα, έστω κι αν καμιά φορά τα παίρνει λίγο στο κρανίο.

ΓΙΟΥΡΙ: Μη μού μιλάς γι’ αυτούς, τους πειραματιστές και τα τσιράκια τους, έρχονται κάθε τόσο στην επαρχία και μάς κάνουν ελέγχους και κατήχηση. Να βελτιώσουμε , λέει, την παραγωγικότητα. Κορόιδα είμαστε, να μάς βάζουν περισσότερο φόρο ;

ΑΝΤΡΕΪ: Φίλε Γιούρι, ευκαιρία ν’ ανταλλάξουμε πληροφορίες. Πότε έφυγες από τη Ρωσία; Εγώ λείπω καιρό και έκτοτε δεν έχω καθόλου ειδήσεις.

ΓΙΟΥΡΙ: Κι εγώ ήλθα από κάπου εκεί , από του ανέμελου Twitter την εποχή. Να σού πω , ως τότε καλά πήγαινε η χώρα, ήμασταν σε τροχιά ανάπτυξης (της Μαφίας), εργοστάσια (ναρκωτικών) χτίζονταν, ο Πούτιν έκανε σκι, η παραγωγή αυξανόταν, όλα τα σχετικά. Ο καπιταλισμός είχε αρχίσει να αποδίδει , επιτέλους το χρήμα είχε δικαιωθεί, από γυναίκες έρημες και μόνες άλλο τίποτε. Δεν χρειαζόταν καν να παντρευτώ, ήμουν ο κόκορας του χωριού. Είχα προοπτικές, αλλά ξαφνικά με άρπαξαν για το αναθεματισμένο Πείραμα και πήγαν όλα στο βρόντο.

ΑΝΤΡΕΪ: Κοίτα, διακρίνω μία πολύ αρνητική διάθεση στη συμπεριφορά σου. Εγώ τα βλέπω λίγο πιο υπεύθυνα τα πράγματα. Το Πείραμα μπορεί να παρουσιάζει κάποιες αναποδιές , κάποιες δυσκολίες, αλλά τελικά θα ολοκληρωθεί και είμαι αισιόδοξος ότι θα βγουν συμπεράσματα.

ΓΙΟΥΡΙ: Θα σε χαρακτήριζα ουρανοβάμονα ή αιθεροβάμονα, παρότι τώρα μάλλον ξέπεσες και ασχολείσαι με τα σκατά, αν κρίνω από τους λεκέδες της εργατικής φόρμας. Δεν μού λες, τι επαγγελλόσουν στην προηγούμενη ζωή, δεν είχα προλάβει να σε ρωτήσω.

AΝΤΡΕΪ: Αστρονόμος, ξέρω τα πάντα για το ηλιακό σύστημα, μπορώ να σού απαριθμήσω όλους τους δορυφόρους των πλανητών κατά σειρά μεγέθους από το Γανυμήδη και τον Τιτάνα ως το Δείμο και τη Λήδα.

ΓΙΟΥΡΙ: Ε, λοιπόν ένα σαν κι εσένα γύρευα! Για διαφώτισέ μας, αλήθεια, πού διάολο βρισκόμαστε; Σε πλανήτη, αστεροειδή, μετεωρίτη; Μήπως είμαστε σ’ ένα περιβαλλοντικό θύλακα στο μέσο ενός σβησμένου άστρου ή μήπως σ’ ένα ενυδρείο προστατευόμενων ειδών στη Γη ; Εκεί στο χωριό, φιλονικούμε συνέχεια γι’ αυτό, καθώς πίνουμε τις ρακές μας.

ΑΝΤΡΕΪ: Από επιστημονική σκοπιά, η απάντηση δεν είναι εύκολη. Δεν πρέπει να είμαστε σε άλλο πλανήτη. Μάλλον, το περιβάλλον γύρω μας είναι τεχνητό σκηνικό και δεν έχει καμία σχέση με αστρονομία. Είναι φανερό ότι ο ήλιος είναι λάμπα, ένας γλόμπος και μάλιστα φτηνός, που αναβοσβήνουν οι μέντορες. Το πιο ανεξήγητο είναι αυτός ο κίτρινος τοίχος που υψώνεται μόνο απ’ τη μία πλευρά και φτάνει στα ουράνια. Είναι, άραγε, άπειρος προς τα πάνω; Αλλά και τα όρια της μη περιφραγμένης γης ως πού εκτείνονται; Ως πού φθάνουν του κόσμου τα σύνορα; Πού αγγιζουν του κόσμου τα κράσπεδα;

ΓΙΟΥΡΙ: Μάλιστα, οι επιστήμονες δεν έχουν τελικά απαντήσεις. Αλήθεια , φίλε, μια και είμαστε πατριώτες , έχεις μέρος να διανυκτερεύσω απόψε;

ΑΝΤΡΕΪ: Έχω μπόλικο χώρο , να σού δώσω τη διεύθυνσή μου. Αποκλείεται να το χάσεις το σπίτι, γιατί τριγύρω υπάρχουν οι περισσότεροι κάδοι σκουπιδιών, τα πλακάκια κολλάνε και βρωμάει σκυλίσια σαν ιδρωμένη κάλτσα. Σημασία έχει η λειτουργικότητα, όχι η άνεση. Αλήθεια, ούτε που θυμάμαι πού άφησα το όχημα, όταν έκαναν τη φασαρία οι παβιάνοι. Είμαι, όμως, βέβαιος ότι οι νεστορο- μέντορες θα βρήκαν τον τρόπο να μού το επιστρέψουν. Σε ορισμένα θέματα είναι πολύ σχολαστικοί. Λοιπόν, στο επανιδείν, αδερφέ!

Γ’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΣΕΛΜΑ: (Στο κατώφλι). Γείτονα, μήπως σού βρίσκεται κανένα τσιγάρο;

ΑΝΤΡΕΪ: (Κοιτώντας τις γάμπες αμήχανα). Εσύ πρέπει να είσαι η Σέλμα Νάγκελ απ’ τη Σουηδία…

ΣΕΛΜΑ: Μάλιστα γείτονα, έκανες διάνα , φαίνεται γούρλωνες τα μάτια στις φωτογραφίες του Twitter. Γιατί δεν λειτουργεί το ραδιόφωνό μου; Όλο παράσιτα και βουητό. Και να μην υπάρχει ούτε μία τηλεόραση! Τι είδους υπνωτήριο είναι τούτο ‘δω; Και δεν βλέπω ούτε κινηματογράφο εδώ κοντά. Θα πεθάνουμε απ’ τη πλήξη. Μήπως έχεις κασετόφωνο, γείτονα;

ΑΝΤΡΕΪ: Τι με πέρασες, ραδιοφωνικό σταθμό; Έχω ένα γραμμόφωνο κι ακούω δίσκους. Και για την ενημέρωσή σου , με λένε Αντρέι.

ΣΕΛΜΑ: Φαίνεσαι παράξενος τύπος, λίγο πρωτόγονος, λίγο άξεστος, μ’ άλλα λόγια σωστός Ρώσος. Ακούς γραμμόφωνο, πίνεις βότκα, τι άλλο κάνεις; Έχεις μοτοσικλέτα ή ζητάω πολλά και να πω καλύτερα ποδήλατο;

ΑΝΤΡΕΪ: Εξυπνάδες. Δεν ήλθα εδώ να κάνω ποδήλατο , αλλά να δουλέψω. Εσύ να μάς πεις γιατί ήλθες!

ΣΕΛΜΑ: Μη θυμώνεις. Απευθύνομαι σε σένα, με το θάρρος του γείτονα, γιατί είμαι σε δύσκολη θέση. Δεν ξέρω ποιος διεστραμμένος ζούσε πριν στο δωμάτιό μου. Είναι σωστό αχούρι, παντού πορνοφωτογραφίες, χρησιμοποιημένα προφυλακτικά και στο ντουλάπι συλλογή από μακριές γυναικείες κάλτσες, ζαρτιέρες και τέτοια. Φετιχιστής θα ‘ταν ο άνθρωπος! Σίγουρα πενηντάρης, η ηλικία που οι άντρες τα παίζουν. Το θέμα είναι ότι σιχαίνομαι να συγυρίσω. Υπάρχει καθαρίστρια εδώ;

ΑΝΤΡΕΪ: Ονειρεύεσαι, μού φαίνεται. Εδώ, δεν είμαστε επιδέξιοι κώλοι με μεταξωτά βρακιά, εκπληρώνουμε μια αποστολή. Κυριαρχεί αταξία, αναστάτωση, αδιαφορία για το συνάνθρωπο, κανείς έντιμος άνθρωπος δεν περισσεύει. Όμως, με κοινή προσπάθεια, ο αγώνας μας θα δικαιωθεί. Οφείλεις και συ να αναλάβεις τις ευθύνες σου και να κάνεις ό,τι μπορείς. Μαζί μπορούμε , Σέλμα, μαζί θα προχωρήσουμε.

ΣΕΛΜΑ: Δεν μού λες, ανώμαλος είσαι; Τι άγνωστες λέξεις είναι αυτές που χρησιμοποιείς; Εγώ ξέρω νορμάλ λέξεις, όπως μπαρ, ποτά, καλοπέραση, σεξ, εκδρομές, ταξίδια, βουνό και θάλασσα. Αμάν, τι εκνευρισμός είναι αυτός που έχεις, νευρόσπαστο είσαι; Τέτοιο σφίξιμο και ένταση δεν έχω ξαναδεί.

ΑΝΤΡΕΪ: (Μετά από σιωπή). Μη νομίζεις ότι έχω τίποτε εναντίον σου, Σέλμα. Κακίζω ίσως μόνο εκείνους που σε έφεραν σ’ αυτό το σημείο. Απλά , δεν έχεις καμία ηθική διαπαιδαγώγηση κι έτσι χωλαίνεις σ’ αυτόν τον τομέα. Μην ανησυχείς, όμως. Εμείς θα σε στηρίξουμε με τη συναδελφική μας συμπεριφορά και σε λίγο θα είσαι μία από μας. Πόσοι νέοι ήλθαν στο πρόγραμμα ανοργάνωτοι, απείθαρχοι, αντιδραστικοί. Σήμερα είναι οι πιο φιλότιμοι βιομηχανικοί εργάτες. Α η δουλειά, η δουλειά εξημερώνει και εξανθρωπίζει μέχρι και πιθήκους.

ΣΕΛΜΑ: Μια και μιλάς για πιθήκους, είναι συνηθισμένο φαινόμενο να γυρνάνε οι πίθηκοι τους δρόμους; Μήπως έχετε σκοπό να τούς κάνετε ανθρώπους;

ΑΝΤΡΕΪ: Όλα είναι πιθανά, φίλη μου. Το εύρος του Πειράματος είναι τόσο μεγάλο, όση και η φιλοδοξία του. Άκου τι θα κάνεις. Αύριο το πρωί θα σε συνοδεύσω στο Δημαρχείο να υποβάλεις μια αίτηση. Οι αρμόδιοι θα σού βρουν την κατάλληλη δραστηριότητα και σε λίγο δεν θα βλέπεις την κατάσταση απ’ έξω, αλλά θα ενταχθείς στο σύστημα, θα γίνεις πολίτης, θα νιώσεις να κρατάς στα χέρια σου τη δύναμη για αλλαγές!

(Εκείνη τη στιγμή μπαίνει ο συγκάτοικος του Αντρέι Ισοκράτης Κατσόρχις).

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Καλά το φαντάστηκα ότι θα ήσουν με γυναίκα απόψε, γι’ αυτό και, διακριτικά φερόμενος, σού άδειασα τη γωνιά !

ΑΝΤΡΕΪ: Ισοκράτη, δεν είναι αυτό που νομίζεις, η Σέλμα Νάγκελ, εκ Σουηδίας ορμώμενη, είναι η νέα γειτόνισσα…

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Ξέρω,ξέρω , παλιά γνωριμία από το Twitter. Λοιπόν, άκουσες τι λύση βρέθηκε στο πρόβλημα των παβιάνων; Θα καταγραφούν, θα εφοδιαστούν με μεταλλικές ταυτότητες και θα διατεθούν στον πληθυσμό προς… υιοθεσία! Ήδη ο Δήμαρχος αποφάσισε να υιοθετήσει τρία ζωάκια. Εσύ, Αντρέι, πόσα πιθηκάκια θέλεις; Είσαι να πάρεις ένα θηλυκό κι εγώ ένα αρσενικό και να φτιάξουμε μία αποικία πιθηκοειδών ή, όπως προσφυώς λέγονται, πρωτευόντων θηλαστικών; Μπορούμε να τα εκπαιδεύσουμε, ώστε να δίνουμε και παραστάσεις, όπως άλλοι διατηρούν τσίρκο … ψύλλων! Γενικά, Αντρέι, είναι καλή λύση να παίρνεις στη φύλαξή σου θηλυκό, ανεξαρτήτως είδους . Πάντα κάτι θα σού αποφέρει, αν είναι σκύλα, σκυλάκια κι αν είναι κουνέλα, κουνελάκια, αρκεί να μη τα καταβροχθίσει σε κάποια στιγμή αδυναμίας.

ΑΝΤΡΕΪ: Ισοκράτη, φοβάμαι ότι τα λόγια σου αναδίδουν ένα μηδενισμό και ωχαδελφισμό, που επηρεάζει αρνητικά τους νεοφερμένους, τούς προκαλεί δυσπιστία προς τη διοίκηση και μία φιλοσκώμμονα διάθεση , που δεν είναι καθόλου εποικοδομητική. Εγώ βέβαια ξέρω ότι ασκείς κριτική από τη σκοπιά ενός αντικειμενικού ιδεαλισμού ή τέλος πάντων διαλεκτικού υλισμού, οι άλλοι όμως παρεξηγούν τη συμπεριφορά σου…

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Κάνεις λάθος, δεν είμαι διόλου ειρωνικός, ίσα- ίσα εξαίρω την απλότητα και την αισθητική κομψότητα της λύσης, που επέλεξε η διοίκηση. Το προτεινόμενο μέτρο είναι ιδιοφυές , ακριβώς λόγω της βαθυστόχαστης απλότητάς του. Αντί να βλέπουμε τους παβιάνους ως αντιπάλους, τούς ενσωματώνουμε στην κοινωνία μας. Προσδίδουμε στο χάος ισχύ νόμου κι έτσι το καθιστούμε αναπόσπαστο τμήμα της έννομης τάξης. Αντί για συμμορίες, που λυμαίνονται, επαιτούν και κοπρίζουν, αποκτάμε αγαπησιάρικα κατοικίδια! Όλοι οι μεγάλοι της ιστορίας , χωρίς να τούς αξιολογώ ηθικά, από τη βασίλισσα Βικτωρία και το Δαρβίνο, έως και τον Μπερίσα, αγαπούσαν τα ζώα , ειδικά σε κατάσταση εγκλωβισμού.

(Μπαίνουν στο δωμάτιο ο λοχαγός Φριτς Γιέγκερ , η ορντινάντσα του Όττο Φρις, ο Κένσι και ο Γιούρι Κονσταντίνοβιτς).

ΑΝΤΡΕΪ: Τώρα μάλιστα. Σαν πολλοί δεν γίναμε;

ΟΤΤΟ: Παριστάνεις τον οικοδεσπότη, που αποπέμπει κυριαρχικά τους αυτόκλητους καλεσμένους, αλλά δεν έχεις τα προσόντα για κάτι τέτοιο. Αν ήσουν σε θέση να προσφέρεις μια βανίλια- υποβρύχιο, ένα ξηρό δαμάσκηνο ή γλυκό του κουταλιού, ακόμα κι αν ήταν σιροπιαστή μπάμια , τότε θα μπορούσες και να μάς το στερήσεις , διώχνοντάς μας επιδεικτικά. Όταν όμως οι καλεσμένοι φέρνουν το φαγητό, καλύτερα να καταπιείς τον εγωισμό σου, μήπως και λιγδώσει λίγο το άντερό σου. Κοίταξε τι σού έχω εδώ, φρέσκα καρότα, κρεμμύδια, σκόρδα, μπόλικο σέλινο και μαϊντανό.

ΑΝΤΡΕΪ: Απ’ ό,τι βλέπω, περισσότερο είναι το χαρτί περιτυλίγματος παρά το περιεχόμενο. Έχεις στουμπώσει τη τσάντα με νόμους, διατάγματα, κανονισμούς κι αναφορές, απ’ αυτά που περισσεύουν στους προϊσταμένους σου, αλλά από φαγώσιμα λίγα πράματα.

ΓΙΟΥΡΙ: Φίλε Αντρέϊ, κάποιου τού δίνανε γάιδαρο κι αυτός τον κοίταζε στα δόντια. Άστ’ αυτά και ψάξε τα αρμάρια σου μήπως βρεις κάτι που να πίνεται, ακόμη κι αν είναι φωτιστικό οινόπνευμα. Ά εσείς οι πρωτευουσιάνοι τίποτε δεν έχετε. Να σάς πάω στο χωριό, στο καζάνι, να πιείτε αυθεντικό τσίπουρο και γάλα με αφρό που γίνεται πέτσα, απευθείας απ’ τα βυζιά της αγελάδας. Εδώ, δεν έχετε τίποτε χειροπιαστό, που να ψαύεται ή να χουφτώνεται , παρά μόνο τις πολυλογίες για τους σκοπούς του πειράματος.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Κι όμως, σύντροφε Κονσταντίνοβιτς παράτησες την ωραία σου επαρχία και μάς κουβαλήθηκες στα κεντρικά, ζητώντας κάτι διαφορετικό. Μη μυθοποιείς την εξοχή, ξέρω ότι με τα λιπάσματα που χρησιμοποιείτε, ο καρκίνος θερίζει. Το θέμα δεν είναι να θεοποιήσουμε έναν τρόπο ζωής σε βάρος κάποιου άλλου, αλλά να βρούμε ένα κοινό στοιχείο, ενωτικό, που να συνδέει αγρότες και αστούς κι αυτό είναι η εμπορία. Σεις μάς στέλνετε υλικά, εμείς σάς αμείβουμε με θεωρία και διατάξεις.

ΑΝΤΡΕΪ: Εγώ δεν υποτιμώ τα υλικά αγαθά, αλλά πρέπει να κερδίζονται με τίμια εργασία ως αντίκρισμα του μόχθου. Στο σημείο αυτό, θέλω να τονίσω την ηθική διάσταση του θέματος και να καταγγείλω ότι αυτά τα τρόφιμα είναι προϊόν απάτης και εκμετάλλευσης της αδυναμίας και κουφότητας του συνανθρώπου. Δεν περίμενα από σάς , δύο εκ πεποιθήσεως στρατιώτες, να πασπατεύετε την κόρη του παντοπώλη ή να τον ενδυναμώνετε στη ναζιστική του πίστη ή ακόμη και να ξαφρίζετε το μαγαζί του στη ψύχρα, προκειμένου να αποσπάσετε τα προς το ζην. Δεν αρμόζει στο ήθος του Γερμανού αξιωματικού να αποκομίζει οφέλη από ένα καψερό πατέρα και μια μοναχική θυγατέρα, όταν οι υπόλοιποι συμπολίτες μας διατρέφονται με δελτίο. Ξέρετε πολύ καλά ότι ο γερο-Χοφστάτερ είναι πειραγμένος στο μυαλό, ενώ η κόρη του, που κάποτε ήταν ξανθό μπουμπούκι, προοδευτικά έχει γίνει τόφαλος από την αναμονή.

ΓΙΟΥΡΙ: Μα αυτές είναι οι αγελάδες των πόλεων, ας εκμεταλλευτούμε τους ιδιοκτήτες αστικών ακινήτων. Πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα ζωηρά κι ανοιχτόμυαλα χωρίς προκαταλήψεις, ευρέως, χωρίς να είμαστε Εβραίοι. Βρυσούλες να υπάρχουν, απ’ όπου να μπορεί κάποιος να τρυγά , ν’ απομυζά, ν’ απορροφά. Χωράφια θηλυκά και γόνιμα να οργώνει και να σπέρνει. Κι όταν στερέψει η μια βρυσούλα , να ανοίγει η επόμενη. Κρουνούς χρειαζόμαστε να μάς λούζουν από πάνω, καρδάρες να μάς περιχύνουν, σπαργωμένα στήθη να μάς περιζώνουν, ζωικούς χυμούς και νέκταρ των θεών να μάς μπουκώνουν, να μάς λιγώνουν…

ΣΕΛΜΑ: Εντάξει, φτάνει, μπήκαμε στο νόημα. Από τη μία μεριά έχουμε τον κύριο Ντόναλντ που ζώνεται τ’ άρματα με νοσοκομειακές γάζες, για να απωθήσει τους πιθήκους, από την άλλη τον κύριο Γιούρι που, κραδαίνοντας το μπαζούκα του, μιλάει για λουσίματα με χυμούς και πλυσίματα με οπούς. Εκ τρίτου έρχονται οι γνήσιοι ένστολοι Ναζήδες, ο ένας αξιωματικός, ο άλλος υπασπιστής , κι απ’ το τελευταίο σημείο του ορίζοντα που έχει απομείνει, προβαίνει ο Κένσι ο αστυνομικός με τα πολεμικά τραύματα, τα παράσημα της ανδρείας, τις πληγές και τις ουλές.

ΚΕΝΣΙ: Ξιπασμένη , δεν έχεις ιερό και όσιο. Εμένα με δάγκωσε ο παβιάνος ως το κόκαλο και ποιος ξέρει αν δεν μού μετάδωσε και το μικρόβιο της λύσσας , κατάντησα ανάπηρος πολέμου, προκειμένου να είσαι συ ελεύθερη και να μπορείς τώρα να με αποπαίρνεις. Εμείς θυσιαστήκαμε, για να βγαίνουν οι διάφοροι τυχάρπαστοι να μυκτηρίζουν, να αναρχίζουν, να πιθηκίζουν, να μαϊμουδίζουν.

ΣΕΛΜΑ: Πίθηκους διώξατε, πίθηκους φέρατε, πίθηκον έδωκας, πίθηκον θα λάβεις. Πίθηκοι οι παβιάνοι που πολεμάτε, πίθηκοι κι εσείς με τα ρόπαλα και τις άναρθρες κραυγές «ουγκ- ουγκ» που παίζετε τα στρατιωτάκια, πίθηκοι και οι αναρχικοί που θα εκμεταλλευτούν τους αγώνες σας και θα τα κάνουν όλα λίμπα. Και ο μέγας Κινγκ- Κονγκ , ο Γκραν Πίθηκος είναι ο πλημμυρισμένος φορέας της τεστοστερόνης, ο αρχάνθρωπος που έγινε αρχιδάνθρωπος, …. ο Άνδρας. Πάτε να φτιάξετε στάνη, αλλά πάρτε το χαμπάρι: Στάνη με λύκους δεν γίνεται.

ΦΡΙΤΣ : Όχι, δεν μπορείς εσύ, σαχλοκούδουνο, να υποτιμάς τις αξίες και την προσφορά του Άνδρα, με κεφαλαίο Άλφα , μέσα στην Ιστορία, με κεφαλαίο Γιώτα. Γιατί δεν μπορεί μία γυναίκα να μπει στη θέση του ήρωα ή του μάρτυρα απέναντι στον κροτάλισμα των πολυβόλων, όπου η τελευταία μουσική πριν από το θάνατο είναι ο επιθανάτιος ρόγχος ενώπιον του εκτελεστικού αποσπάσματος . Έζησα ο ίδιος μια εμπειρία, ένα βίωμα , που δεν μπορεί να μεταδοθεί ή να γίνει κατανοητό από ένα πλάσμα , μαθημένο να βουλιάζει τα κρινοδάκτυλά του στα μαξιλάρια. Ήμουν εκεί, αγαπητή δεσποινίς- ω συγγνώμη έχυσα λίγο τσίπουρο στα λευκά σας πόδια- στο μέτωπο, αντιμέτωπος με το ρωσικό τανκ και ήμουν εγώ κι ο εαυτός μου, χωρίς να υπάρχει διαφυγή ή αναβολή από τούτη την υπαρξιακή, την οριακή κατάσταση. Όλη μου η ζωή πέρασε σε μια στιγμή από τα μάτια μου κι ένιωθα γύρω μου την παγωνιά, που προκαλεί η παγανιά του χάρου. Οι ερπύστριες, που κυλούσαν τις αλυσίδες τους, ήταν άραγε η γλώσσα του θανάτου;

ΓΙΟΥΡΙ: Ωχ , σταμάτα τα ναζιστικά με το Φύρερ, αυτός δεν υπάρχει πια, τον πάτησε το τρένο. Μα είναι ίνδαλμα αυτό το κομπλεξικό, μίζερο, χολερικό ανθρωπάκι με το τετράγωνο μουστάκι; Εγώ, προσωπικά, άφησα τα χτήματα και τα υποστατικά μου και ήλθα στην πόλη, γιατί δεν με ικανοποιούσε το μαμ- κακά και νάνι, ήθελα κάτι περισσότερο. Να βρω εδώ κάτι που να με πληροί ως άνθρωπο για να πιστέψω. Ένας Ρώσος πρέπει πάντα να πιστεύει, αν τού στερήσεις την πίστη, ακόμα κι αν λατρεύει τον κατουρλή τον Τσάρο, ξέγραψέ τον! Χωρίς πίστη δεν μπορεί κάποιος ούτε από το κρεβάτι να σηκωθεί. Πολλώ μάλλον είναι αδύνατο και να καυλώσει, αν δεν τον εμπνέει το σώμα και το πρόσωπο του πόθου του.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Γιούρι, η δίψα που έχεις για ένα ιδανικό εναρμονίζεται με τις επιδιώξεις και τους σκοπούς του Πειράματος. Εδώ γίνονται σημαντικά πράγματα, που έχουν οικουμενική σημασία , συγκρίσιμα σε εύρος μόνο με το έργο του συντρόφου Μαρξ. Τι; Πώς μού ήρθε ότι το Πείραμα σχετίζεται με τον Μαρξ; Μα με συγχωρείτε, ποιος άλλος σκοπός αξίζει πάνω σ’ αυτό τον πλανήτη πέρα από την οικοδόμηση του Κομμουνισμού; Αν δεν έχουμε αυτή τη δυναμική προοπτική, θα συνεχίσουμε να αναπαράγουμε τις ίδιες συνθήκες ζωής σαν τα ζώα.

ΑΝΤΡΕΪ: Θα σού βάλω κακό βαθμό στην πολιτική φιλοσοφία, ακόμη κι αν, χάριν παιδιάς, συγκατανεύσω στη δική σου μαρξιστική θεώρηση. Το έργο του Μαρξ είναι η εξασφάλιση των αναγκαίων προϋποθέσεων και δημιουργία κατάλληλων συνθηκών για την επέκταση και διεθνή επικράτηση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Τι σχέση έχουν αυτά με τις εργαστηριακές δοκιμές που εφαρμόζουν επάνω μας οι νεστορο-μέντορες, σαν να θέλουν με διαδοχική θέρμανση και ψύξη να εξακριβώσουν την αντοχή του μετάλλου, απ’ το οποίο είμαστε φτιαγμένοι ;

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Έ σχολαστικέ, έ δογματικέ, έ ταλμουδιστή, έ νομικιστή, τυπολάτρη, μεταφυσικέ, μεμψίμοιρε επικριτή, φιλόψογε επιτιμητή! Να βλέπεις την ουσία μέσα στα πράγματα. Δεν έχει σημασία τι τύπο θα ακολουθήσει το Πείραμα, το περιεχόμενό του δεν μπορεί παρά να είναι η εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου με τη συμμαχία και τη στήριξη των αγροτών…

ΑΝΤΡΕΪ: Δεν θα το ‘λεγα , υπάρχει και η άσκηση του νου, η διερεύνηση των δυνατοτήτων της νοήσεως… Μάλλον οι πειραματιστές θέλουν να μάθουν όσα μπορούν περισσότερα για την ανθρώπινη φύση. Αλλά μήπως αυτό δεν θέλουμε κι εμείς; Υπό το πρίσμα αυτό, έχουμε παράλληλες επιδιώξεις και θα ‘πρεπε να βοηθήσουμε οι μεν τους δε.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Η νόηση είναι απάτη, ένα στρώμα λάκας πάνω στη φορμάικα του επίπλου, υπηρετεί όσους βρίσκονται στην εξουσία. Όπως θα ‘λεγε κι ο παρεξηγημένος Έγελος, αν αντί να αναφέρεται στους αντιπάλους του, χαρακτήριζε την ίδια τη διάνοια, πρόκειται για καθετηριακό υγρό, που μόνο ένας πλατυκέφαλος κατά την ώρα της χώνεψης είναι σε θέση να παράγει! Τέλος πάντων, μη βάλουμε στο στόμα του πράγματα που δεν είπε, απλώς μού άρεσε ο χαρακτηρισμός.

ΦΡΙΤΣ: Ακριβώς, αυτοί οι διανοούμενοι της δεκάρας, οι χλιδάνεργοι, που προτιμούν το χαρτζιλίκι του μπαμπά από την υγιή εργασία των μυώνων είναι οι υπεύθυνοι για την απειθαρχία και τη χαλαρότητα, αυτό το μπάχαλο που ζούμε!

ΑΝΤΡΕΪ: Συμφωνώ και υπερθεματίζω , αν και δεν έχω ανάγκη την υποστήριξη, ιδίως όταν αυτή προέρχεται από τη μεριά του Φριτς. Βέβαια και η άποψη του Φριτς έχει τη σημασία της. Επιβεβαιώνεται ότι, είτε κανείς παρουσιάζεται ως εθνικός είτε ως ταξικός εχθρός, τρέφει την ίδια απέχθεια για τη διανόηση. Βλέπουμε δηλαδή ότι για όλα τα είδη πάλης είτε εθνών, είτε θρησκειών, είτε τάξεων, η διανόηση είναι μια περιττή πολυτέλεια, μια ανόητη ενασχόληση για χαρτοπόντικες και διοπτροφόρους, για αδόλεσχους φλύαρους και εντομοπαράσιτα. Μόνο η προοπτική συνεργασίας και συναλλαγής, η αναζήτηση τακτικής και στρατηγικής σ’ ένα περιβάλλοντα χώρο και οι διπαραγματεύσεις για εναρμονισμένες πρακτικές καθιστούν αναγκαία και ενδυναμώνουν τη διανόηση.

ΦΡΙΤΣ: Ναι, ναι. Μόλις ακούω τη λέξη «κουλτούρα» βγάζω σπυράκια και χουφτώνω τη λαβή του πιστολιού μου.

ΑΝΤΡΕΪ: Α, όχι εδώ διαφωνούμε, αυτή η θέση συνιστά ανεπίτρεπτη απλοποίηση και διαστρέβλωση των πάντων. Η κουλτούρα είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα του λαού, όταν έρχεται ως προέκταση της ιδεολογίας…

ΓΙΟΥΡΙ: Όλ’ αυτά αφορούν παλιές ιστορίες, άλλες εποχές. Έτσι όπως τα βλέπω εγώ, οι νεστορο- μέντορες δεν είναι άνθρωποι σαν και μάς , ίσως είναι πλάσματα από άλλο τόπο, από άλλη διάσταση, που μάς έχουν μαντρώσει σ’ ένα ζωολογικό κήπο ή βιότοπο για υπό εξαφάνιση είδη. Ίσως είναι εξωγήινοι ή ίσως υποχθόνιοι ή υποβρύχιοι κι έρχονται από τα βάθη της αβύσσου…

ΚΕΝΣΙ: Παιδιά, μη ψάχνετε, η κατάσταση είναι φως- φανάρι. Σχεδιάζουν να εισβάλουν στη Γη και γι’ αυτό το λόγο μελετούν τη ψυχολογία των μελλοντικών σκλάβων. Σε λίγο θα μάς ρίξουν κι έναν ιό για να συγχύσουν τις γλώσσες μας και τα νοήματα, θα σπείρουν ανάμεσά μας μία απερίγραπτη βαβυλωνία και ασυνεννοησία. Μάς ετοιμάζουν για ένα κόσμο εφιαλτικό, καταπιεστικό, όπου θα ζήσουμε από ‘δω ως την αιωνιότητα. Θα ‘μαστε ανίσχυροι και βουβοί, όπως ένα παιδί από την Οκινάβα, που του ‘χαν κρεμάσει μια ταμπέλα «δεν ξέρω να μιλάω», επειδή δεν ήξερε γιαπωνέζικα.

ΑΝΤΡΕΪ: Όλες αυτές οι ερμηνείες είναι τραβηγμένες απ’ τα μαλλιά , είναι οπτικές γωνίες που οδηγούν σε παραίτηση και ενσπείρουν τον πανικό. Βέβαια είναι αλήθεια ότι δεν καταλαβαίνουμε τίποτα απ’ όσα γίνονται, αλλά η μη κατανόησή μας είναι ίσως ο ακρογωνιαίος λίθος, η βασική προϋπόθεση του Πειράματος. Αν μπορούσαμε να συλλάβουμε για ποιο λόγο ξεφυτρώνουν οι κερκοπίθηκοι ή για ποιο λόγο πρέπει ν’ αλλάζουμε συνέχεια επάγγελμα ή γιατί πίνουμε πικρό νερό, αυτή η κατανόηση θα ‘ταν συγχρόνως και προκατάληψη και θα επηρέαζε τη συμπεριφορά μας. Έτσι όμως θα νοθεύονταν οι αρχικές συνθήκες του Πειράματος.

ΦΡΙΤΣ: Αν με ρωτήσεις εμένα, προσωπικά ως Φριτς, θα σού πω ότι μεγάλη μου σκασίλα για το τι θέλουν οι νεστορο- μέντορες. Εμένα μ’ ενδιαφέρει αυτό που θέλω εγώ κι εγώ θέλω να βάλω τάξη σ’ αυτό το στάβλο. Ίσως μάλιστα η όλη αποστολή του Πειράματος να είναι ο εντοπισμός των πιο δυνατών με τη δαρβινική έννοια, των πιο δραστήριων και θεληματικών, που δεν περιστρέφουν και δεν στραβώνουν τη γλώσσα, αλλά ενεργούν. Ίσως ψάχνουν άντρες σαν και μάς, Αντρέι, να μάς στείλουν πίσω στη Γη για να ξεκινήσουμε τον πολιτισμό από την αρχή!

ΑΝΤΡΕΪ: Μετά βέβαια υπάρχει και ο αιρετικός Ντόναλντ, που πρεσβεύει ότι οι νεστορο- μέντορες είναι πανάρχαια όντα που τα ‘χουν δοκιμάσει όλα . Έχουν προσπαθήσει να εφαρμόσουν τις ιδέες τους στην πράξη, έχουν αποτύχει παταγωδώς και δεν ξέρουν πια και οι ίδιοι τι να κάνουν από δω και πέρα. Συνεχίζουν να πειραματίζονται από συνήθεια, έχοντας ξεχάσει το γιατί.

ΓΙΟΥΡΙ: Άκου μία σοφία από έναν άνθρωπο αγράμματο , σπιτόγατο, που ‘χει ζήσει όλα του τα χρόνια στο χωριό και τα μόνα της ζωής του ταξίδια ήταν οι περιηγήσεις στα πεδία των μαχών, κι αν αυτό που λέω δεν είναι αλήθεια, να μη με λένε Γιούρι. Δεν ξέρω τι θέλουν από μάς αυτοί οι άνθρωποι, αλλά έτσι και πάνε να μού ανατρέψουν το στάτους του κερκοπίθηκου- ε του αγρότη ήθελα να πω- θα τούς κάνω να μετανιώσουν την ώρα και τη στιγμή που γεννήθηκαν. Θα τούς κάνω να ξεράσουν το γάλα της μάνας τους, θα μού το πληρώσουν αυτό. Εγώ δεν είμαι μπαμπουίνος να μού κρεμάσουν ταυτότητα στο λαιμό! Ή θα λάβουν υπόψη τους τα συμφέροντά μου ή θα τούς πάρει ο διάολος!

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Μάλιστα, ας πιούμε σ’ αυτό! Παιδιά μη τρελαίνεστε , ξέρω από αξιόπιστη πηγή ότι το Πείραμα θα κρατήσει περισσότερο από εκατό χρόνια! Αξιότιμοι βαρελόφρονες , έχουμε καιρό για πολλά τσίπουρα!
ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΕΞΟΥΣΙΑΡΧΕΣ ΑΝΑΚΡΙΤΕΣ

Α’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΑΝΤΡΕΪ: Κρατούμενε Μπλοκ, για τελευταία φορά σου λέω να με αποκαλείς : Κύριε Ανακριτά . Αυτός είναι ο σωστός τρόπος προσαγόρευσης. Ούτε «κύριε Πρόεδρε», ούτε «Άρχοντα», ούτε «Θεοφιλέστατε» , ούτε «Ελλογιμότατε», ούτε όλα τ’ άλλα που πετάς στα κουτουρού. Και πρόσεξε, δεν θα με ειρωνεύεσαι . Μπορεί να μην έχεις σεβασμό για μένα ως άτομο, οφείλεις όμως να σέβεσαι αυτό που απεικονίζεται στο πηλίκιο. Το σήμα της κρατικής εξουσίας, που μού έχει αποδοθεί, καλώς ή κακώς, βάσει μίας διαδικασίας. Λοιπόν, επανερχόμαστε στο θέμα μας. Παραδέξου ότι ξάφρισες το παντοπωλείο του Χοφστάτερ. Είσαι σεσημασμένος, έχεις διαπράξει ένα σωρό εγκλήματα. Ο γέρος σε αναγνώρισε. Κι αν είσαι έτσι χάλια, προφανώς η κόρη του σού αντιστάθηκε σθεναρά κατά την κλοπή.

ΜΠΛΟΚ: Τώρα, αφεντικό, ας είμαστε λογικοί. Όλοι ξέρουν ότι ο γερο- Χοφστάτερ είναι βαρεμένος. Για να μη μιλήσουμε για την κόρη του, είναι αστεία πράγματα ότι εγώ την απείλησα με μαχαίρι. Η γυναίκα αντέστρεψε την ιστορία, με κατηγορεί για όσα εκείνη μού έχει κάνει. Να φανταστείς, κάποια φορά με είχε παρασύρει μέσα στην αποθήκη για να με… βιάσει, με είχε αρπάξει από το λαιμό και μού έχωσε τη λεπίδα στο προγούλι. Τη ξέρεις πώς είναι, τετράγωνη σαν ντουλάπα. Είναι θεόρατη και μαζί νυμφομανής. Όπως καταλαβαίνεις, ένας τέτοιος συνδυασμός είναι ιδιαίτερα εκρηκτικός.

ΑΝΤΡΕΪ: Άσε τις υπεκφυγές και πες μου καλύτερα με κάθε λεπτομέρεια, πού ήσουν τη νύχτα 24 με 25 Νοεμβρίου.

ΜΠΛΟΚ: Είχα πάει επίσκεψη στο φίλο μου Τζακ Λίβερ κι είχαμε πιει μερικά ουϊσκάκια. Τότε η κυρά του ξαφνικά ζεστάθηκε από τους ατμούς του αλκοόλ, έστειλε το Τζακ στα ενδότερα και μένα με… ξαπέστειλε. Εκεί που περπατούσα στο δρόμο, μού επιτέθηκαν τρεις άγνωστοι, έχοντας μπανίσει προφανώς τη σακούλα με ψώνια που κουβαλούσα και μού έκαναν τα μούτρα μπλε μαρέν από το ξύλο. Ήμουν ανάσκελα στο πεζοδρόμιο για αρκετή ώρα. Κάποιοι πήγαν να με σηκώσουν κι εγώ μουρμούριζα απολογητικά «συγγνώμη, που ‘χω τέτοια χάλια , χριστιανοί». Είναι δυνατό να σού λέω ψέματα, όταν ομολογώ ότι ντροπιάστηκα δημόσια; Υπήρχαν μάρτυρες, αλλά πού να τούς βρω τώρα; Τελικά σύρθηκα με τα τέσσερα μέχρι το σπίτι μου κι εκεί που γδυνόμουν να πέσω για ύπνο, με συνέλαβαν τα … αρμόδια όργανα.

ANTΡEΪ: Η έκθεση του πραγματογνώμονα βεβαιώνει πως ήσουν μεθυσμένος, αλλά δεν λέει τίποτε για μώλωπες ή άλλο είδους αμυχές.

ΜΠΛΟΚ: Σημαίνει τίποτε αυτό; Ωραία, με χτύπησαν με κάλτσες γεμάτες με άμμο. Σε εξορκίζω, πονάνε τα πλευρά μου. Πρέπει να διατάξεις διακομιδή στο νοσοκομείο, αλλιώς σε καθιστώ προσωπικά υπεύθυνο για ό, τι μού συμβεί. Είπαμε κρατούμενοι – κρατούμενοι, αλλά έχουμε και κάποια δικαιώματα.

ΑΝΤΡΕΪ: Τρεις μέρες προφυλάκιση, είσαι μια χαρά και ξαφνικά, όταν σού δείχνω το πόρισμα του πραγματογνώμονα, σε πιάνουν πόνοι στο στέρνο! Σταμάτα να ψεύδεσαι, Μπλοκ, πας να εκμεταλλευτείς την απειρία μου και την καλόβολη φύση μου. Θυμήσου όμως ότι το σύστημα «του καλού και του κακού ανακριτή» έχει και δεύτερο σκέλος, όπου θα σε παραπέμψω οσονούπω.

(Εκείνη τη στιγμή εισβάλλει στο γραφείο ο Γιέγκερ).

ΑΝΤΡΕΪ: Α , κατά φωνήν …

ΦΡΙΤΣ: Αντρέι, τσακίσου, σε θέλει ο αρχηγός. Φαίνεται ότι τού έβαλε χέρι ο Ανώτατος Εισαγγελέας και ξέρεις την παροιμία που λέει, το αφεντικό στο σκύλο κι ο σκύλος στην ουρά του. Τι έγινε, τελείωσες με το υποκείμενο εδώ πέρα; Όχι; Κι εγώ που νόμιζα ότι έχεις στο υπογάστριο τα απαραίτητα φλασκιά γι’ αυτή τη δουλειά. Καλά, ας τον σε μένα. Δεν μού λες , κρατούμενε, ακούω ότι έχεις πόνους. Έχεις ακούσει για τη θεραπεία –σοκ; Σήκω πάνω ρε ρεμάλι, ρεμπέτ ασκέρι!

(Ο Μπλοκ ανασηκώνεται και ο Γιέγκερ τού χώνει γροθιά στην κοιλιά).

ΦΡΙΤΣ: Είδες πώς είναι; Άμα πονάει η κοιλιά, παύει να πονάει το στέρνο. Μπορώ να θεραπεύσω τα πάντα, από κεφαλαλγίες μέχρι αιμορροϊδες. Μη μού πεις ότι δεν σού άρεσε η συνταγή που σού ‘γραψα. Τι λε ρε μεγάλε, έχεις παράπονα; Σε ενημερώνω ότι η τουαλέτα στο κελί σου λειτουργεί και ως κυτίο παραπόνων. Να κάνεις καταγγελία για κακομεταχείριση. Για διευκόλυνσή σου , λέγομαι «ανακριτής Φριτς Γιέγκερ». Τι άλλα στοιχεία χρειάζεσαι, προκειμένου να απευθυνθείς στον Προϊστάμενό μου; Τυχερός είσαι, είναι επιεικής, ξηγημένος, τείνει ευήκοο ους προς τους κρατουμένους. Πού να γνώριζες τον προηγούμενο διοικητή μου, τον ομαδάρχη Χάινριχ Χίμλερ, στο πλαίσιο μιας συμπαθητικής οργάνωσης, που τη λέγανε Γκεστάπο. Καλό παιδί, λίγο παρεξηγημένο.

ΑΝΤΡΕΪ: Φριτς, εγώ πάω στον αρχηγό. Κάτσε μισό λεπτό στο πόδι μου… Καιρός είναι μετά από εμένα, που είμαι η χειρ του νόμου, να αναλάβει την ανάκριση και πους τις.

ΦΡΙΤΣ: Μην ανησυχείς, φίλε. Όχι μόνο θα κάτσω στο πόδι σου, αλλά και θα τακτοποιήσω όλες τις εκκρεμότητες, που άφησες πίσω, με τα χέρια μου. Εσύ ίσιωσε τη γραβάτα και μην καμπουριάζεις. Αντιμετώπισε τον Προϊστάμενο σαν άντρας.

(Πάει δίπλα στον Προϊστάμενο, με μουσική υπόκρουση τις κραυγές από το βασανισμό του Μπλοκ).

ΑΡΧΗΓΟΣ: Δεν μού λες Αντρέι, από τις οκτώ υποθέσεις , που σού έχω αναθέσει, πόσες σκοπεύεις να διεκπεραιώσεις στο τετράμηνο;

ΑΝΤΡΕΪ: Μία.

ΑΡΧΗΓΟΣ: Καλά , με δουλεύεις; Δεν πας καθόλου καλά, αγαπητέ μου, καθόλου καλά. Η υπηρεσία είναι πολύ δυσαρεστημένη μαζί σου. Δεν μπορώ να καταλάβω πού οφείλεται αυτή η αναποφασιστικότητα, η νωθρότητα. Κι ενώ έχεις διαρκώς δίπλα σου το ζωντανό παράδειγμα της αποτελεσματικότητας και παραγωγικότητας, τον Φριτς. Τον Φριτς, αγαπητέ μου, όμορφο σαν αρχαίο Έλληνα, δυνατό σαν Ηρακλή, πολυμήχανο σαν Οδυσσέα, με σωρεία τα παράσημα. Παρά το ότι δεν διαθέτει τη δική σου μόρφωση, τον προορίζω για αντικαταστάτη μου, όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου.

ΑΝΤΡΕΪ: Δεν μπορώ να τον μιμηθώ, αυτός δεν υπολογίζει Χριστό, είναι μπουλντόζα…

ΑΡΧΗΓΟΣ: Καλά , δεν σού είπα να αφομοιώσεις όλες τις πτυχές του, απλώς τα θετικά στοιχεία. Και μια και μιλάμε για μπουλντόζες , τι γίνεται με την υπόθεση του ιπτάμενου κτιρίου; Χρειάζεται, φίλε Βορονίν, να είμαστε σε ΕΓΡΗΓΟΡΣΗ, να εστιάσουμε την ΠΡΟΣΟΧΗ μας σε όσα δεδομένα παρουσιάζουν κάποιον ειρμό, να προβούμε σε ΣΥΓΚΡΙΣΗ των διαθέσιμων πληροφοριών και ΠΡΟΣΛΗΨΗ των αναγκαίων, κρίσιμων στοιχείων.

ΑΝΤΡΕΪ: Επιτρέψτε μου να χαρακτηρίσω την υπόθεση αυτή μυθολογική. Ένα σπίτι που κατεβαίνει από τον ουρανό, σκεπάζει με τα υπόστεγά του ανυποψίαστους ανθρώπους κι έπειτα απογειώνεται παίρνοντάς τους ομήρους! Είναι σοβαρά πράγματα αυτά ; Είναι ένα είδος αστικού μύθου, παραμύθια της Χαλιμάς. Πώς είναι δυνατό να επεξεργαστώ ένα φάκελο, που στηρίζεται σε φήμες και θρύλους…

ΑΡΧΗΓΟΣ: Ξύπνα Βορονίν και χρησιμοποίησε επιτέλους το μυαλό σου. Θρύλοι, μύθοι κάτω από πέπλο μυστικοπάθειας, όλα αυτά είναι μέσα στο παιχνίδι, αλλά για ποιο λόγο; Ποιον ωφελούν, από πού προέρχονται, ποιος τούς διαδίδει ; Πρέπει να πάψεις να σκέφτεσαι με παραδοσιακές κατηγορίες. Αληθές , ψευδές, αυτά είναι για τους μπουμπουνοκέφαλους. Δεν μάς ενδιαφέρουν αν τα παραμύθια της Χαλιμάς είναι αληθινά, μάς ενδιαφέρει ότι τα διηγήθηκε η Σεχραζάτ, ότι πραγματεύονται το βίο και την πολιτεία του Σεβάχ του Θαλασσινού, το λυχνάρι του Αλαντίν, τον Αλή Μπαμπά και τους σαράντα κλέφτες… Κύριε Βορονίν, σοβαρευτείτε, εδώ εξαφανίζονται άνθρωποι!

ΑΝΤΡΕΪ: Δεν κάνω εγώ για τέτοιου είδους αόριστες έρευνες. Είμαι εκ φύσεως ρεαλιστής. Καλύτερα να ασχοληθώ με απλά, χειροπιαστά εγκλήματα.

ΑΡΧΗΓΟΣ: Και λοιπόν, τι σημαίνει αυτό; Και μένα μ’ αρέσουν οι ντομάτες, αλλά δεν μπορώ να βρω. Κύριε Αντρέι μας, είστε εν υπηρεσία και η υπηρεσία ποσώς ενδιαφέρεται τι ταιριάζει καλύτερα στη λεπτεπίλεπτη ψυχοσύνθεσή σας! Σάς ανατέθηκε η υπόθεση του ιπτάμενου κτιρίου, επομένως ανασκουμπωθείτε και στρώστε κόλον να ανταποκριθείτε. Υπάρχουν μάτια υψηλά ισταμένων, που παρακολουθούν την πρόοδό μας, κύριε Αντρέι, ο ίδιος ο Γενικός Εισαγγελέας…

(Σκύβει το κεφάλι, αλλάζει ύφος)

ΑΡΧΗΓΟΣ: Ότι δεν κάνεις για ανακριτής, το βλέπω. Υπό άλλες συνθήκες θα σού αφαιρούσα το φάκελο. Όμως δεν το κάνω, γιατί εσύ είσαι ο άνθρωπός μας , Βορονίν. Δεν ήλθες εδώ, για να διεκπεραιώσεις απλώς κάποια δουλειά για λόγους βιοποριστικούς ή κερδοσκοπικούς ή για να αντεπεξέλθεις ανόρεχτα και μηχανικά σε κάποια καθήκοντα, αλλά γιατί είσαι ένθερμος οπαδός του Πειράματος. Συνειδητούς πολίτες έχουμε πολύ λίγους , τούς θεωρούμε πολύτιμους και τούς προσέχουμε. Γι’ αυτό το λόγο θα σού εμπιστευτώ κάτι, που κανονικά δεν αποκαλύπτεται σε άτομα χωρίς διαβάθμιση, όπως του λόγου σου.

(Ξεροβήχει).

ΑΡΧΗΓΟΣ: Ναι μεν καταδιώκουμε γκάγκστερ, εκβιαστές, τεντυμπόϋδες, καλό και άγιο είναι αυτό, αλλά όλοι τούτοι δεν είναι ο υπ’ αριθμόν ένα δημόσιος κίνδυνος. Το κυριότερο που μάς απασχολεί είναι ένα φυσικό φαινόμενο, που λέγεται Αντί –Πόλη. Πρόκειται για την πιο απόρρητη πληροφορία, που έχει υποπέσει στην αντίληψη των μυστικών υπηρεσιών μας. Υπάρχουν κάποιοι οικισμοί εκεί μακριά στο Βορρά από ανθρώπους , για τους οποίους γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα. Τούς αποκαλούμε «άλλους» και την πόλη τους «Αντίπολη». Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι «άλλοι» έχουν διαφορετικό κώδικα αξιών σε σχέση με μας. Υποψιαζόμαστε ότι έχουν ήδη εισχωρήσει στη δική μας πόλη με ανομολόγητους και ανατρεπτικούς σκοπούς. Ζουν ανάμεσά μας, Βορονίν, έχουν σκοτεινά και ιδιοτελή κίνητρα και δεν δίνουν δεκάρα για την ομαλή διεξαγωγή του Πειράματος. Άντε να τούς ξεχωρίσεις μέσα σ’ όλους αυτούς τους αναρχικούς, περιθωριακούς και ανώμαλους που μάς περιστοιχίζουν. Υποθάλπουν την εγκληματικότητα, υποσκάπτουν το ήθος και τις ιδέες μας, στρέφουν τον ένα εναντίον του άλλου, προωθώντας ένα διαβρωτικό σκεπτικισμό.

ΑΝΤΡΕΪ: Αρχηγέ, πραγματικά με τιμά πολύ η εμπιστοσύνη που μού δείχνετε. Πρέπει να σας πω ότι είμαι συγκλονισμένος μ’ αυτά που ακούω. Όλα τούτα είναι μια πραγματική αποκάλυψη για μένα…

ΑΡΧΗΓΟΣ: Και πού ‘σαι ακόμα! Κανείς δεν είναι υπεράνω υποψίας, όλοι είναι στο μικροσκόπιο της υπηρεσίας. Σού εκμυστηρεύομαι δε ακόμη ότι στην κορυφή της λίστας είναι ο συγκάτοικός σου, μάλιστα , μη ταράζεσαι, ο Ισοκράτης Κατσόρχις. Γνωρίζουμε ότι ταξιδεύει συχνά προς το Βορρά . Τι κάνει εκεί, ένας θεός ξέρει! Εκείνο , όμως, που είναι ιδιαίτερα σημαντικό για σένα είναι ότι εθεάθη δύο φορές κοντά στο ιπτάμενο κτίριο. Βλέπεις πώς τα νήματα συντρέχουν και συσχετίζονται; Καταλαβαίνεις τώρα γιατί δεν μπορώ να αναθέσω το φάκελο του ιπτάμενου κτιρίου σε κανέναν άλλο; Εκτός του ότι στενάζουν όλοι κάτω από συντριπτικό φόρτο εργασίας, εσύ έχεις άμεση σχέση με τα τεκταινόμενα. Εμπρός λοιπόν, Βορονίν , βάλε τα δυνατά σου, κάνε και την πορδή σου δύναμη, όπως έλεγε η συγχωρεμένη η μάνα μου και προώθησε το φάκελο. Θα προσπαθήσω να σε απαλλάξω απ’ όλα τα υπόλοιπα. Α, ναι. Σίγουρα υπάρχει κάποια συσχέτιση με το ντοσιέ «πεφταστέρια», που έχει εκείνος ο φίλος σου, ο προκομμένος ο Ντόναλντ. Να είσαι σε συνεννόηση μαζί του. Μπορείς να πηγαίνεις!

(Ο Αντρέι υποκλίνεται, φεύγει και πηγαίνει πάλι απέναντι στον Φριτς).

ΑΝΤΡΕΪ: Εδώ είμαι, πού είναι ο κρατούμενος;

ΦΡΙΤΣ: Μην ανησυχείς, το τακτοποίησα το θέμα. Τού έβαλα βραστά αυγά στις μασχάλες και κελάηδησε σαν αηδόνι. Χα, χα, αστειεύομαι: Απλώς τού κούνησα λίγο ένα ψαλίδι κάτω απ’ τη μύτη, τον απείλησα και με μια βραδιά στην απομόνωση και τα ξέρασε όλα, μόνο τις μπότες δεν μού έγλειψε. Ήδη από τη στιγμή που άκουσε πως ήμουνα στο Χίμλερ και τη Γκεστάπο, είχε χεστεί. Κι εσύ αν τού έλεγες πως ήσουν στη Τσέκα ή στη GPU, θα αποσπούσες πλήρη ομολογία. Άκου, βλέπω ότι έχεις μαζέψει εδώ ολόκληρο σωρό με φακέλους, η στάθμη έχει ανέβει επικίνδυνα. Μη στενοχωριέσαι, δεν έχεις πάρει ακόμη το κολάι. Λοιπόν σού παίρνω κάμποσους να σε ελαφρύνω, εγώ τα καταφέρνω καλύτερα. Άσε μ’ ευχαριστείς αργότερα, γι’ αυτό είναι οι φίλοι!

ΑΝΤΡΕΪ: Μισό λεπτό, δεν φαντάζομαι να πήρες μαζί και το ντοσιέ «ιπτάμενο κτίριο»…

ΦΡΙΤΣ: Έ όχι κι έτσι! Η φιλαλληλία μου δεν φτάνει τόσο μακριά. Εκεί κοίτα να τα βγάλεις πέρα μόνος σου.

ΑΝΤΡΕΪ: Κάτι άλλο, Φριτς, μια κι έχω να δω το Ντόναλντ πολύ καιρό. Ξέρεις τίποτε για ένα φάκελο «Πεφταστέρια»;

ΦΡΙΤΣ: Ε μη μού πεις ότι σού φόρτωσε κι αυτόν. Είσαι και πολύ ταλαίπωρος. Πρέπει να ξέρεις πως ένα μέρος της επιτυχίας μου οφείλεται στο ότι αποφεύγω, όπως ο διάολος το λιβάνι, τέτοιες κακοτοπιές.

ΑΝΤΡΕΪ: Δεν χρεώθηκα την υπόθεση, απλώς πρέπει να συνεργαστώ με το Ντόναλντ. Περί τίνος πρόκειται;

ΦΡΙΤΣ: Είναι από τα άλυτα μυστήρια. Στη βάση του στρατοσφαιρικού τοίχου βρίσκουν συχνά εντελώς διαμελισμένα πτώματα. Μάλλον πέφτουν από το πάνω χείλος του τοίχου , όπου κι αν είναι αυτό. Θα μού πεις, ο τοίχος υψώνεται στο διάστημα, είναι αδύνατο να διακρίνεις την κορυφή του ! Αυτό ακριβώς είναι το παράδοξο! Στην αρχή, υπέθεσαν ότι πρόκειται για κάποια Νεφελοκοκκυγία στα σύννεφα, κάποια πόλη σαν τη δική μας, απ’ όπου αδειάζουν τους φουκαράδες, μετά όμως είδαν ότι οι κακοπεσμένοι ήσαν δικοί μας. Η επόμενη εκδοχή ήταν πως πρόκειται για κατοίκους της πόλης μας, που προσπάθησαν να σκαρφαλώσουν, αλλά κι αυτό δεν βγάζει κανένα νόημα, αφού ο τοίχος είναι πολύ λείος, για να μπορέσει κανείς ν’ ανέβει έστω και δύο μέτρα. Η μόνη εκδοχή που απομένει είναι ότι τούς πετάει από ψηλά το ιπτάμενο σπίτι κι εδώ ακριβώς έγκειται η συσχέτιση με τη δική σου περίπτωση.

ΑΝΤΡΕΪ: Τέλος πάντων, σ’ ευχαριστώ αδελφέ.

(Πηγαίνει σ’ άλλο γραφείο, στο Ντόναλντ).

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Επ, καλώς το σκουπιδιάρη, τι γίνεται;

ΑΝΤΡΕΙ: Ντόναλντ, κοφ’ τη πλάκα και δώσε μου το φάκελο «πεφταστέρια».

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Τι, τον αναλαμβάνεις; Κλείνω το μαγαζί και πάμε στην καφετέρια απέναντι. Κερνάω μπύρα!

ΑΝΤΡΕΪ: Μη χαίρεσαι πρόωρα και αδικαιολόγητα. Απλώς έχω εντολή από τον Προϊστάμενο να τού ρίξω μια ματιά.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Αντρέι μη διστάζεις, αυτός ο φάκελος είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα σου, έτσι όπως είσαι νέος και δυνατός. Θα σκαρφαλώσεις μια και δυο στον κίτρινο τοίχο και θα μάς ενημερώσεις επιτέλους τι βρίσκεται στην άλλη πλευρά.

ΑΝΤΡΕΪ: Ντόναλντ, νισάφι, εσύ είσαι εκείνος που το παίζει υπεράνθρωπος. Κολοαμερικάνε, βγάλε τα πιστόλια σου και πυροβόλα τον ουρανό να δούμε αν θα κατεβάσεις καμιά μπεκάτσα. Ή φοβάσαι μη σού έλθει κανένα κουφάρι στο κεφάλι; Κάνεις αστειάκια γιατί τα ‘χεις βρει μπαστούνια και δεν ξέρεις πώς να ξεφύγεις. Τι να γίνει ; Φαίνεται πως η μέθοδος Τζων Γουέιν δεν δίνει λύση σ’ όλα τα προβλήματα.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Μη μού κουνιέσαι, σεις οι Ρώσοι ήσασταν πάντα τα κορόιδα της Ιστορίας. Κι από τότε που είχατε εκείνο το μπεκροκαυγά στην Πετρούπολη, Πετρογκράντ, πώς διάολο το λέτε, το 1917, γίνατε ακόμη πιο βλάκες. Αλλά κι οι σοβιετικές σας δημοκρατίες μεγάλα αξιοθέατα. Ιδιαίτερα μ’ αρέσει το Πωστολενιστάν και η Τρεχαγυρευοπουλία.

(Μπαίνει ένας κλητήρας).

ΚΛΗΤΗΡΑΣ: Κύριε, φέραμε τους μάρτυρες που καλέσατε.

ΑΝΤΡΕΪ: Για όνομα του θεού, δεν σάς είπα για σήμερα. Γι’ αύριο είχα προγραμματίσει. Μα τι διάολο, δεν μπορώ να έχω μια στιγμή ελεύθερη, έχω γίνει το φάντασμα των διαδρόμων, τέλος πάντων φέρ’ τους έναν-έναν στο γραφείο μου.

(Γυρνάει πάλι στο γραφείο, δέχεται τον πρώτο μάρτυρα)

ΑΝΤΡΕΪ: Κύριε Ζααρί, λάβετε θέση, καθίστε αναπαυτικά στο σκαμπό , η κατάλληλη προσφώνηση είναι «κύριε ανακριτά». Χρειάζομαι ορισμένες διευκρινίσεις σχετικά με την κατάθεση που δώσατε τον προηγούμενο μήνα. Είπατε ότι είδατε μια γνωστή σας ονόματι μπλα μπλα να εξαφανίζεται μέσα στο ιπτάμενο κτίριο στις 8 Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με την κατάθεσή σας, το κτίριο ήταν εκείνη τη στιγμή προσγειωμένο ανάμεσα στο σούπερ- μάρκετ και το φαρμακείο της οδού Παπαγάλων .

ΖΑΑΡΙ: Ναι, το επιβεβαιώνω, μόνο την ημερομηνία δεν θυμάμαι καλά, ένα μυαλό χειμώνα- καλοκαίρι…

ΑΝΤΡΕΪ: Τέλος πάντων, δεν είναι τόσο σημαντικό. Αυτό που ήθελα από σάς είναι μία πιο ακριβής περιγραφή του κτιρίου.

ΖΑΑΡΙ: Ήταν διόροφο με κατακόκκινα κεραμίδια, σαν στρατώνας, σκοτεινό και επιβλητικό. Είχε χριστουγεννιάτικη διακόσμηση, οι μαρκίζες και τα πλαίσια των παραθύρων ήταν πασπαλισμένα με σκόνη κιμωλίας, τα τζάμια είχαν αυτοκόλλητα αστεράκια. Από μέσα φαίνονταν φαναράκια, γιρλάντες, αγιοβασίληδες και δώρα πολλά. Η είσοδος ήταν τοποθετημένη πάνω σε κλίμακα κι είχε ένα σκαλιστό , παλιομοδίτικο, χάλκινο πόμολο κι ένα εξίσου περίτεχνο ρόπτρο του παλιού καιρού. Εκείνο το βράδυ επέστρεφα ύστερα από ένα πάρτι , συνοδεύοντας την κυρία Τάδε. Είχαμε έλθει στο κέφι , αλλά σε κείνο το σημείο χώριζαν οι δρόμοι μας, νόμιζα ότι το κόκκινο κτίριο ήταν το σπίτι της. Μού έδωσε λοιπόν ένα φιλί κι ύστερα μπήκε στο κτίριο με ήρεμα , σίγουρα βήματα, χωρίς τίποτε να προμηνύει ότι θα χαθεί για πάντα….

ΑΝΤΡΕΪ: Μάλιστα. Θέλω μία ρητή και κατηγορηματική απάντηση αν το κτίριο είχε καμινάδα.

ΖΑΑΡΙ: Η ανάμνηση του σπιτιού είναι στο νου μου πολύ ζωηρή. Ναι, είχε τρεις καμινάδες απ’ όπου έβγαινε άσπρος καπνός. Σκέφτηκα ότι κάποιος θα έψηνε κουλουράκια. Ήταν τόσο γιορτινή η ατμόσφαιρα στο εσωτερικό του, ανέδιδε μια τέτοια θαλπωρή…

ΑΝΤΡΕΪ: Λυπάμαι, αγαπητέ κύριε Ζααρί, αλλά η κατάθεσή σας εμπεριέχει κάποιες αντιφάσεις. Σύμφωνα με εμπεριστατωμένη πραγματογνωμοσύνη, αν κάποιος στέκεται στο πεζοδρόμιο της οδού Παπαγάλων , είναι φύσει αδύνατο να διακρίνει τις καμινάδες ενός διόροφου κτιρίου. Επιπλέον, είναι γνωστό ότι η οδός Παπαγάλων δεν φωτίζεται. Πώς είναι δυνατό, λοιπόν, μέσα στη νύχτα , να διακρίνατε μέσα στο πηχτό σκοτάδι τόσες λεπτομέρειες, χρώματα, πόμολα, παράθυρα και πακετάκια;

ΖΑΑΡΙ: Κύριε ανακριτά, με προβληματίσατε… Πράγματι είναι σκοτεινά στην οδό Παπαγάλων… Κι όμως θυμάμαι καθαρά ότι στεκόμουν κάτω από τον όγκο του σπιτιού αυτού κι έβλεπα την οροφή και τα κεραμίδια… και τον άσπρο καπνό ν’ ανεβαίνει από τις καμινάδες, σαν να ‘ναι φωτισμένος από το φεγγάρι… Μα φεγγάρι εδώ δεν υπάρχει… Μήπως είχε εσωτερικό φωτισμό το σπίτι; Κι όμως δεν είχε… Τούτη τη στιγμή νιώθω να πάσχω από σύγχυση , αλλά σάς διαβεβαιώ ότι είμαι έντιμος άνθρωπος , με γονείς που μ’ έχουν αναθρέψει να λέω την αλήθεια.

ΑΝΤΡΕΪ: Καταλαβαίνετε και μόνος σας ότι δεν μπορούμε να δεχτούμε την κατάθεσή σας, χωρίς περαιτέρω έρευνες και διευκρινίσεις. Η κυρία Τάδε εξαφανίστηκε και ο τελευταίος που την είδε είστε εσείς. Το κόκκινο κτίριο που περιγράφετε με τόση ενάργεια παρά την έλλειψη φωτισμού , δεν υπάρχει στην οδό Παπαγάλων. Το περιεχόμενο της κατάθεσής σας αντιβαίνει στους θεμελιώδεις φυσικούς νόμους, χώρια που η συνοδός σας κυρία Τάδε μένει σε εντελώς άλλη περιοχή σε σχέση μ’ αυτήν που βρισκόσασταν. Δυστυχώς, όλα αυτά εγείρουν πρόσθετες υποψίες σε βάρος σας και είμαι υποχρεωμένος να σάς κρατήσω μέχρι νεωτέρας. Διαβάστε το πρωτόκολλο, υπογράψτε τη νέα κατάθεση και βλέπουμε.

ΖΑΑΡΙ: Εγώ φταίω που προσήλθα τότε να καταθέσω , ενώ ήξερα ότι θα βλάψω τον εαυτό μου. Έπρεπε να πω ψέματα ή μάλλον να μη συμμετάσχω καθόλου σ’ αυτή την ιστορία, έτσι κι αλλιώς κανείς δεν γνώριζε ότι συνόδευα την κυρία Τάδε εκείνο το βράδυ.

ΑΝΤΡΕΪ: Είμαι πεπεισμένος ότι ακούσατε τα περί κόκκινου κτιρίου από τρίτους και για κάποιο λόγο, ίσως για να φανείτε σημαντικός, έρχεστε εδώ και αναπαράγετε αυτές τις ασυναρτησίες. Θα σάς βοηθούσε αν παίρνατε μολύβι και χαρτί και γράφατε ποιος, πότε και με ποια αφορμή σας μίλησε για το κόκκινο κτίριο. Θέλουμε ονόματα, διευθύνσεις, ημερομηνίες, θέλουμε πληροφορίες συγκεκριμένες, διεξοδικές, εξαντλητικές, αίτια, συνθήκες, αφορμές. Πάρτε τον και φέρτε τον επόμενο μάρτυρα.

(Μπαίνει η κυρία Χουσάκοβα, κάθεται στην καρέκλα μαζί με το πλεκτό της.

ΑΝΤΡΕΪ: Κυρία Χουσάκοβα, είναι γνωστό στις αρχές ότι, εδώ και καιρό, κατά τη διάρκεια μίας συνομιλίας με τις φίλες σας, αναφερθήκατε σε κάποιον Φράντισεκ, που υποτίθεται ότι είχε επισκεφθεί το κόκκινο κτίριο, είχε ζήσει εκεί μέσα διάφορες περιπέτειες και τελικά ξέφυγε με χίλια ζόρια, τη γλίτωσε δηλαδή φτηνά.

ΧΟΥΣΑΚΟΒΑ: (πλέκοντας) Δεν μπορώ να καταλάβω από πού το μάθατε. Τόσα χρόνια δεν έχω μάθει να κρατάω κλειστό το μεγάλο μου στόμα. Κάποιος απ’ τους συγκατοίκους μου πρέπει να το ξεφούρνισε. Λες να είναι η Λιούμπα, η Φρίντα ή εκείνος ο σαλιάρης , ο εσχατόγηρος ο πατέρας τους; Γι’ αυτό λένε «άκου- βλέπε- σώπα», αλλά του λόγου μου δεν βάζω μυαλό. Ούτε μυαλό βάζω, ούτε γλώσσα μέσα βάζω.

ΑΝΤΡΕΪ: Αγαπητή Χουσάκοβα, βλέπετε την κατάσταση με εντελώς λαθεμένη οπτική. Έπρεπε να είστε χαρούμενη που έχετε την ευκαιρία να βοηθήσετε τους συμπολίτες σας και την αστυνομία. Το καθεστώς δεν σάς θεωρεί ταραξία ή εγκληματία, αλλά βοηθό- συνεργάτη.

ΧΟΥΣΑΚΟΒΑ: Καλά τώρα, συνεργασίες και αηδίες. Πού είναι εκείνες οι εποχές , όπου όλα ήσαν ξεκάθαρα, από πάνω η αστυνομία, από κάτω οι πολίτες. Τέλος , πάντων, ολόκληρος ανακριτής, κυβερνητικός πράκτορας , και να πιστεύετε στο κόκκινο κτίριο; Μίκυ Μάους διαβάζατε, όταν ήσασταν μικρός; Πού ακούστηκε σπίτι, που χοροπηδάει πέρα- δώθε και ρουφάει ανθρώπους , που, αντί για διαδρόμους και πόρτες, έχει δόντια και οισοφάγους και που, όταν ανεβαίνει κανείς τις σκάλες, βρίσκεται στο κελάρι;

ΑΝΤΡΕΪ: Κυρία Χουσάκοβα, έχετε χάσει τον έλεγχο. Αφού δεν πιστεύετε στο κόκκινο κτίριο , για ποιο λόγο διαδίδετε την ιστορία με το Φράντισεκ;

(Χτυπάει τηλέφωνο, η Σέλμα στη γραμμή).

ΣΕΛΜΑ: Αντρέι μου, άντρακλα μου, γιατί αργείς; Το ξέρεις πως είμαι γυμνή και σε περιμένω στο κρεβάτι; Ως πότε θα περιμένω, θησαυρέ μου;

ΑΝΤΡΕΪ: Σε παρακαλώ, Σέλμα, εδώ είναι υπηρεσία. Είμαι πολύ απασχολημένος αυτή τη στιγμή…

ΣΕΛΜΑ: Έλα τώρα , Αντριούσκα. Ξέρεις ότι δεν θα βρεις άλλο τόσο καλό κορίτσι σαν κι εμένα σ’ αυτό το πορδοκλανείο. Έλα, γιατί είμαι τσίτσιδη και η κουβέρτα δεν μπορεί να με ζεστάνει, όσο κι αν τυλίγομαι.

ΑΝΤΡΕΪ: Θα ‘ρθω σε μισή ώρα, λοιπόν σε κλείνω τώρα. Τι λέγαμε; Δεν είναι δυνατό, Χουσάκοβα, επειδή νιώθετε πλήξη με τις ανιαρές φιλενάδες σας, να διασπείρετε ψευδείς ειδήσεις και να τρομοκρατείτε τον κόσμο. Και, για να ‘χουμε καλό ρώτημα, εσείς τη σκεφτήκατε ή κάποια φιλενάδα σας;

(Εισβάλλει ο κλητήρας).

ΚΛΗΤΗΡΑΣ: Κύριε ανακριτά, ο μάρτυρας Πετρώφ κάνει φασαρία, θέλει οπωσδήποτε να σάς μιλήσει. Δεν μπορεί να περιμένει, απαιτεί να ανακριθεί πάραυτα, διότι επιθυμεί να σάς ενημερώσει…

ΑΝΤΡΕΪ: Για όνομα του θεού, δεν ξέρεις πώς λειτουργεί η δημόσια υπηρεσία; Πού νομίζεις ότι βρίσκεσαι, στην τουαλέτα του σπιτιού σου; Κάνε στροφή και ξεκουμπίδια, γιατί θα σού πάρει ο διάολος… Συγγνώμη για τη διακοπή , κυρία μου, αλλά εδώ έχουμε τρελαθεί.

ΧΟΥΣΑΚΟΒΑ: Δεν πειράζει, νεαρέ, δεν σού κρατάω κακία. Με ρώτησες αν σκαρφίστηκα εγώ την ιστορία με το ιπτάμενο σπίτι. Ε λοιπόν όχι. Δεν έχω τόση μεγάλη φαντασία! Ιδίως το σημείο που λέει ότι ανεβαίνεις τις σκάλες και βρίσκεσαι στο κελάρι, αυτό πια είναι από τ’ άγραφα, δεν θα μού περνούσε με τίποτε από το μυαλό! Όλ’ αυτά μού τα αφηγήθηκε μία κυρία πριν από μερικούς μήνες, αλλά δεν θυμάμαι το όνομά της.

ΑΝΤΡΕΪ: Χουσάκοβα, δεν θα τα πάμε καλά, γιατί παραγνωριστήκαμε, μού φαίνεται. Πολύ βολικό που δεν θυμάσαι το όνομα, αλλά δεν περνάνε αυτά. Μήπως το θυμούνται, άραγε, οι φίλες σου; Μήπως θα είχαν την ευγενή καλοσύνη να μάς το αποκαλύψουν; Παρακαλώ, αν δεν είμαστε αδιάκριτοι, μπορούμε να έχουμε κάποιες πληροφορίες;

(Αλλαγή ύφους).

Δεν μού λες, τι το πέρασες εδώ πέρα, δεξίωση ή τέιον γυναικών; Θα σε κρατήσω πίσω απ’ τα κάγκελα μέχρι εσύ οι φίλες σου να μού δώσουν κάποιο όνομα. Καλά θα κάνεις να παραγγείλεις απ’ έξω ψάρια και καρότα, για να ενισχύσεις λίγο τη μνήμη σου. Και μη μάς το παίζεις Αλτσχάιμερ, γιατί εγώ τα περί γεροντικής άνοιας δεν τα τρώω! Είσαι ανεύθυνη, Χουσάκοβα. Όσο καιρό παίζουμε την κολοκυθιά εδώ μέσα, άνθρωποι εξαφανίζονται και δολοφονούνται. Αργά ή γρήγορα, είτε σ’ αρέσει, είτε όχι, θα μάθουμε το όνομα του διακινητή των ψευδών ειδήσεων. Αλλά μέχρι τότε, όσοι έχουν συμφέρουν να εμποδίσουν την έρευνά μας, θα τον έχουν ξεπαστρέψει. Κι αν αυτό συμβεί, η ένοχη θα είσαι συ , Χουσάκοβα, όχι σύμφωνα με το νόμο ή τα δικαστήρια, αλλά ενώπιον του θεού και της συνείδησής σου, ενώπιον της ανθρωπότητας. Φτου σου!

(Μπουκάρει μέσα ο Πετρώφ).

ΑΝΤΡΕΪ: Πετρώφ, δεν φτάνει που έκανες φασαρία πριν, τολμάς να μπεις στο γραφείο μου χωρίς άδεια. Επιβαρύνεις τη θέση σου αφάνταστα. Δεν έχεις κάνει σωστή εκτίμηση της κατάστασης, Πετρώφ, και δοκιμάζεις την υπομονή μου άκομψα, άγαρμπα και αδόκιμα! Έχω τους τρόπους και τα μέσα να σε συνετίσω, να σε γονατίσω, να σε κάνω να βλαστημήσεις την ώρα και τη στιγμή…

ΠΕΤΡΩΦ: Ανακριτή, την πάτησες. Δεν κούνησες το απευθυσμένο σου γρήγορα και το πουλάκι άνοιξε τα φτερά του και πέταξε. Γιατί , νομίζεις, ήθελα πριν να μπω μέσα; Από το παράθυρο της θλιβερής κομμαντατούρας σας , φαινόταν τόση ώρα το κτίριο!

ΑΝΤΡΕΪ: Ποιο κτίριο;

ΠΕΤΡΩΦ: Ποιο κτίριο ντε; Του Ο.Η.Ε. ή του Συμβουλίου της Ευρώπης; Καλέ με δουλεύεις, για το κόκκινο κτίριο σου μιλάω , ήταν προσγειωμένο κατά τις δώδεκα και είκοσι ανάμεσα στον κινηματογράφο και τη συναγωγή. Τώρα, βέβαια, είναι μία παρά δέκα και δεν φαίνεται, αλλά μπορεί ακόμη να σουλατσάρει εκεί κοντά.

ΑΝΤΡΕΪ: Ο διάολος , η τρίαινα και τα κέρατά του. Γρήγορα, κινητοποιηθείτε ! Μοτοσικλέτα και οδηγός στην κεντρική πύλη εδώ και τώρα! Να πάρει , χάσαμε τόση ώρα. Γιατί δεν μού το ‘λεγες νωρίτερα;
Β’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

(Ο Αντρέι ανεβαίνει τις σκάλες του κόκκινου κτιρίου, μπαίνει μέσα και συναντάει ένα κουρελή γέρο καθισμένο σ’ ένα πάγκο).

ΑΝΤΡΕΪ: Ποιος είστε, τι γυρεύετε εδώ; Απαιτώ να μου δώσετε εξηγήσεις για όλους τους πολίτες μας, που εισήλθαν στο κτίριο κι αυτή τη στιγμή αγνοούνται.

ΓΕΡΟΣ: Μού ζητάτε εξηγήσεις για συμπεριφορά άλλων; Φαίνεται, σάς έχει διαφύγει, κύριε ανακριτά, η θεμελιώδης συνθήκη κάθε ύπαρξης, που λέγεται ελευθερία της βουλήσεως. Ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του. Κάποιοι μπήκαν στο κτίριο , επειδή το ήθελαν, για δικούς τους λόγους. Τι έκαναν εδώ μέσα; Πού βρίσκονται αυτή τη στιγμή; Δεν το ξέρω και δεν με αφορά. Αν με ρωτάτε για την προσωπική μου εκτίμηση , θα σάς έλεγα ότι αισθάνθηκαν ώριμοι για μία αλλαγή, για τη μετάβαση σε μία άλλη κατάσταση.

ΑΝΤΡΕΪ: Για ποια ελευθερία βουλήσεως μιλάτε; Η βούληση και το περιεχόμενό της είναι, αν όχι ταξικό παράγωγο όπως λέει ο Μαρξ, πάντως εισροή του πνεύματος εκ των έξω προς τα μέσα, η δε ελευθερία είναι συλλογικό φαινόμενο. Όταν συνειδητοποιήσουμε ποια είναι η κατάστασή μας μέσα στη διάρθρωση των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών μέσων, ποιοι οι σύμμαχοι και ποιοι οι αντίπαλοί μας, τότε προκύπτει αβίαστα η κατεύθυνση της δράσης μας. Από τη μία βυσσοδομεί το χάος της αυθαιρεσίας και η ασυνταξία της ζούγκλας, από την άλλη μάς σαγηνεύει ως προοπτική η ορθολογική οργάνωση της τάξης του μόχθου, που οργανώνεται μόνο μέσω των θεσμών. Δεν υπάρχει τρίτος δρόμος τουλάχιστον ως προς τις επιδιώξεις, ενδεχομένως να υπάρχει ως προς τη μέθοδο παραγωγής, αν είναι βιομηχανική ή αγροτική- κολλεκτιβιστική. Επομένως, δεν μπορεί κάποιοι να μπαίνουν στο κτίριο και να εξαφανίζονται. Πού εντάσσεται αυτού του είδους η δράση, σε ποιο σχήμα, σε ποιον κώδικα;

ΓΕΡΟΣ: Α, βλέπω η ολοκληρωτική προπαγάνδα εισχώρησε ακόμη και στο Πείραμα, ακόμη και στο Καθαρτήριο… Περίεργο! Εδώ θα περίμενε κανείς μόνο θρησκευτικές αιρέσεις, αλλά βέβαια ο Κομμουνισμός έχει σχέση με τον πρώιμο Χριστιανισμό.

ΑΝΤΡΕΪ: Όχι με την εκδοχή που νομίζετε , ο Χριστιανισμός ήταν θρησκεία σκλάβων, ενώ εμείς διαμορφώνουμε οι ίδιοι τη μοίρα μας.

ΓΕΡΟΣ: Τι είναι αυτά που λέτε, φίλε μου. Ότι ο άνθρωπος διαμορφώνει τη μοίρα που τού ταιριάζει είναι πανάρχαια παραδοχή. Μοίρα είναι αυτό που μάς αντιστοιχεί, το μερίδιο της πραγματικότητας που προκύπτει από τη συμπεριφορά μας , το προϊόν των πράξεών μας, το τεύχος που μάς αναλογεί. Εσείς, όμως, ως περήφανο πνεύμα, ως Εωσφόρος, ως Μεφιστοφελής δεν καταδέχεστε να συνάψετε τη δράση και τη μοίρα με μεγέθη μικρότερα εκείνων της παγκόσμιας οικονομίας. Επιδιώκετε την ανατροπή των πάντων, την κοσμοϊστορική επίδραση, γι’ αυτό «προς κέντρα λακτίζετε κι απογοητεύεστε, ενώ ο χώρος επιρροής του ανθρώπου είναι το ελάχιστο, το απείρως μικρό, το προσιτό, το πλησίον , που αποτελεί όμως τη ψηφίδα για το τεράστιο μωσαϊκό της πραγματικότητας.

(Σιωπή)

Τέλος πάντων, κρατάω ως θετικό στοιχείο ότι πιστεύετε στη δράση, στην ενέργεια εκείνη, που ξεπερνά μία δεδομένη κατάστρωση δεδομένων….

ΑΝΤΡΕΪ: Νισάφι πολυλογά! Σάς διατάσσω να μού αποκαλύψετε την ταυτότητά σας.

ΓΕΡΟΣ: Είμαι μία ψείρα. Γιος καθολικού ιερέα, έβλεπα σ’ όλη μου τη ζωή ανθρώπους να βασανίζονται και δεν κούνησα ούτε το δακτυλάκι μου, για να τούς βοηθήσω. Τελικά, όμως, η κοσμοχαλασιά δεν έκανε εξαίρεση για μένα κι, όπως αναμενόταν, δεν άφησε ούτε τη δική μου ζωή ανεπηρέαστη. Με κρέμασαν το 1944. Εσείς πότε πεθάνατε;

ΑΝΤΡΕΪ: Τι είν’ αυτά που λες, κουνήσου απ’ τη θέση σου! Εγώ δεν πέθανα!

ΓΕΡΟΣ: Ά έτσι νομίζουν όλοι στην αρχή, δεν πειράζει θα σού περάσει! Απλώς το ξέχασες, ενθουσιώδη μου νεαρέ. Σίγουρα θα ‘ταν πόλεμος κι εσύ, για θυμήσου, κατέβηκες στο καταφύγιο να γλιτώσεις, ενώ οι βόμβες γκρέμιζαν τους σοβάδες. Κι ύστερα, ένας γδούπος υπόκωφος, ένας πόνος, ένα σφίξιμο κι όλα τελείωσαν. Τελείωσαν; Όχι, γιατί η αδράνεια παρέμεινε, μια μερίδα καταχωρημένη στα διαμερίσματα, στα μικροκύματα του χώρου- η ψυχή! Μα κι αυτή δεν είναι αιώνια. Η αδράνεια εκφυλίζεται, η κεκτημένη ταχύτητα στραγγίζει μέσα από τροχοπέδηση και τριβές, το αποτύπωμα ξεθωριάζει, το δέντρο φυλλοροεί. Μέχρι να πέσει στο χώμα και το τελευταίο πέταλο, πρέπει να έχει μεταλλαχτεί σε κάτι άλλο, υψηλότερο…, σε ένα επιτελείο της επίγνωσης, που συνειδητοποιεί λιγότερο και επηρεάζει περισσότερο, σε μία πηγή εκπομπής ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων, ανακαλούμενη κατά διαστήματα με επίκληση λέξεων (μαγεία), που διαμορφώνει την πραγματικότητα και ορίζει τη μοίρα. Η ψυχή ως διαδραστικό πρόγραμμα με το περιβάλλον έχει χρονική διάσταση από τη στιγμή της σύλληψης μέχρι τη στιγμή του θανάτου, αλλά και πιο πέρα.

ΑΝΤΡΕΪ: Λοιπόν, οι φανατικοί της θρησκείας μού λείπανε! Δεν έχω καιρό για παρακρούσεις και οράματα. Πες μου καλύτερα τι ξέρεις γι’ αυτό το αναθεματισμένο κόκκινο κτίριο, γιατί θα βγάλω ένταλμα ερεύνης και θα αναποδογυρίσω όλα τα παπλώματα, θα τραβήξω τα συρτάρια, θα ξηλώσω τις κουρτίνες, θα τα κάνω όλα λίμπα… Δεν θα αφήσω λίθο επί λίθου.

ΓΕΡΟΣ: Α, κύριε κομμουνιστά, το τελευταίο είναι θρησκευτική έκφραση. Το κτίριο…, το κτίριο περιλαμβάνεται στους πειρασμούς του Αγίου Αντωνίου. «Και τότε φάνηκε μπροστά μου ένα σπίτι, ζωντανό, κινούμενο με αδέξια σκιρτήματα και μέσα του διέκρινα ανθρώπους να συντροφιάζουν , να τρώνε , να κοιμούνται». Απεικονίζεται στους πίνακες του Ιερώνυμου Μπος , περιλαμβάνεται στα χειρόγραφα του Δάντη, όπου πάντα κάποιο αποξηραμένο, κοκαλιάρικο χέρι ανοίγει ένα πόμολο ή ένα δάσος γυμνών σωμάτων σαλεύει στο μισοσκόταδο σαν ευγενές σύμπλεγμα και βασιλική σύναξη αρουραίων .

ΑΝΤΡΕΪ: Δεν είναι δυνατό να συνεχίσουμε σ’ αυτό το μοτίβο. Εγώ αναζητώ σκληρά, αδιαμφισβήτητα γεγονότα, ενώ εσύ συγχέεις και θολώνεις τα πάντα με τη νοοτροπία του «έτσι είναι, αν έτσι το νομίζετε». Βάζεις στην ίδια μοίρα την υπόθεση του κόκκινου σπιτιού που χοροπηδάει, για το οποίο υπάρχουν ένα σωρό μάρτυρες και μιλάνε συνέχεια οι ειδήσεις, με το ασαφές, άλυτο ζήτημα της μετά θάνατον ζωής. Αυτή τη στιγμή είμαστε μέσα στο κόκκινο κτίριο κι αυτό αποτελεί αδιαφιλονίκητη, αδιάσειστη πραγματικότητα, ενώ τα άλλα, που τσαμπουνάς, είναι αναπόδεικτα φληναφήματα.

ΓΕΡΟΣ: Χα, απόδειξη, ωραίο αστείο! Έγινε η μάχη του Μαραθώνα ή δεν έγινε; Είσαι σίγουρος εκατό τοις εκατό ότι έχει γίνει; Πόσους άντρες είχε μαζί του ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες; Τριακόσιους ή μήπως πέντε μεραρχίες; Και πώς είσαι σίγουρος ότι είσαι μέσα στο κόκκινο κτίριο, αφού δεν έχεις την απαραίτητη απόσταση από αυτό , αφού δεν το βλέπεις απ’ έξω; Και πού ξέρεις ότι υπάρχει το άγαλμα της Ελευθερίας στην Αμερική, αφού δεν έχεις πάει εκεί να το δεις; Κι αν κάποτε το είδες, πού ξέρεις ότι είναι ακόμη εκεί; Εμπιστεύεσαι κάποιους, την κοινότητα, την κοινή συνείδηση, η μόνη σου εξασφάλιση είναι ότι δεν μπορεί όλοι να σε δουλεύουν, αλλά στην ουσία παίζεις με τις πιθανότητες.
Χα, αδιάσειστα γεγονότα, τι αυταπάτη! Οτιδήποτε βλέπει κανείς ως άμεσο, εμεμσοποιείται. Ακόμη και μία αδρανή πέτρα αν αναλύσεις σε μοριακό επίπεδο, θα αντικρίσεις πεδία που πάλλονται. Γνωρίζουν οι άλλοι πολλά γι’ αυτήν, γνωρίζει η ίδια λίγα για τον εαυτό της. Αντιστρόφως ό, τι γίνεται αντιληπτό έμμεσα, μπορεί να παραγάγει άμεσες επιδράσεις. Π.χ. η κοινωνία και τα φαινόμενά της. Άγνωστες διεργασίες επιτελούνται στο σύνθετο εαυτό της κι εμείς οι ανήμποροι διακρίνουμε μόνο τις χειροπιαστές επιπτώσεις στη μίζερη ζωή μας.

ΑΝΤΡΕΪ: Μ’ αυτή τη νοοτροπία, δεν βγάζει κανένας καμία άκρη . Μπορώ να πω ότι «έν οίδα ότι ουδέν οίδα» και να περιπέσω στον αγνωστικισμό, μπορώ όμως και να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου, να εξοπλίσω με βεβαιότητα τα δεδομένα των αισθήσεων, να έχω μια ενεργητική στάση απέναντι σε όσα υποπίπτουν στην αντίληψή μου, να εξασκηθώ στη διαχείριση κρίσεων και στις αποφάσεις.

ΓΕΡΟΣ: Ακριβώς, προσδίδεις στα εισερχόμενα δεδομένα μία επιβεβαίωση, κάνοντας την ακατέργαστη αίσθηση επεξεργασμένη εμπειρία. Δηλαδή πιστεύεις ! Κάθε γνώση , αφού ενέχει το στοιχείο της βεβαιότητας, είναι ταυτόχρονα και πίστη! Όμως όταν έρχεται η στιγμή να αντιπαρατεθείς με το θάνατο, τα ξεχνάς όλ’ αυτά, προβάλλεις στο προσκήνιο τον πανάσχετο αθεϊσμό σου , δυσπιστείς σε όσα ακούς από μικρό παιδάκι να λέει γύρω σου ο λαός, οι σοφοί υπερήλικες, οι πολυταξιδεμένοι επαναπατριζόμενοι θείοι, οι παππούδες, οι γιαγιάδες, οι γνήσιοι, αγνοί άνθρωποι που σε αγαπούν , η σιωπηλή πλειοψηφία . Δίνεις βάση σε ό,τι λένε κάποιοι λοξάτοι, ξερόλες δάσκαλοι, που διδάσκουν την κενότητα και τη σαπίλα, γιατί δεν είναι σε θέση να καταλάβουν τίποτε άλλο. Αυτοί που απαιτούν ανταμοιβή εδώ και τώρα για τις καλοσύνες τους και κοιτάνε να ξεγλιστρήσουν σαν σκουλήκια, όταν κάνουν κάτι κακό, αφού οι ποινές δεν είναι γι’ αυτούς άτεγκτες συνέπειες των πράξεων, αλλά παγίδες επίβαλλόμενες από ομοίους τους.

ΑΝΤΡΕΪ: Πας να με φοβίσεις, γέρο, με τις σοφιστείες σου, αλλά εγώ δεν τσιμπάω. Πας να με πείσεις ότι είμαι στην κόλαση, αλλά δεν θα το καταφέρεις, διότι δεν αισθάνομαι έτσι, μία τέτοια ιδέα μου είναι τελείως ξένη. Αν θες να μιλήσεις για τον εαυτό σου, τότε ναι είσαι κολασμένος, γιατί, όπως ομολόγησες, πρόδωσες ή εξέθεσες άλλους με πράξη ή παράλειψη. Εγώ όμως γιατί να βρεθώ στην κόλαση, τίποτε δεν έκανα στη ζωή μου, αστρονόμος ήμουν , τα άστρα κοιτούσα, ούτε τη γυναίκα μου δεν απάτησα! Απλώς με επέλεξαν οι νεστορο- μέντορες τόσο εσένα όσο και εμένα για να συμμετάσχουμε στο Πείραμα, να διανθίσουμε με την παρουσία μας, ως ενδιαφέροντα συστατικά, το γενετικό μίγμα που μαγειρεύουν.

ΓΕΡΟΣ: Ο καθένας από μάς κατασκευάζει τον κόσμο που τού ταιριάζει, είτε νεκρός είτε ζωντανός. Όλα γύρω σου, ό, τι γνωρίζεις και αφομοιώνεις, ανάγονται στον κοινωνικό αγώνα και μοιάζουν με δικτατορία του προλεταριάτου, γιατί αυτό έχεις στο μυαλό σου! Εγώ περιστρέφομαι γύρω από έγκλημα και τιμωρία, ύβρη και προσβολή, εξιλέωση και απότιση κι αυτά εκπέμπω. Αλλά πρέπει κάποτε η συνείδηση να εξεγερθεί ακόμη κι απέναντι σ’ αυτά που η ίδια δημιούργησε, ο ζωντανός ενάντια στις πράξεις του, ο νεκρός ενάντια στις μνήμες που άφησε πίσω. Με ρωτάς τι είναι το κόκκινο σπίτι. Είναι ο δρόμος για την υπέρβαση , η λυτρωτική παράσταση της εξεγερμένης συνείδησης. Είναι το τυχαίο ή η βούληση, που συνοδεύει την ανάγκη. Το δε τυχαίο είναι η βούληση του απείρως μικρού, του σωματιδίου ή του κβάντου, που αντικατοπτρίζει τον εαυτό του και σκιρτά από αηδία ή χαρά! Κάποτε οι επιστήμονες θα καταλάβουν ότι ο κόσμος δεν είναι μόνο γνώση, αλλά και βούληση, κυρίως δε θα μάθουν να μη το ξεχνούν στα πειράματα και τις εφαρμογές τους. Δεν υπάρχει μόνο η ανάγκη, αλλά και η βούληση. Δεν υπάρχει μόνο η γνώση (της ανάγκης), αλλά και η ερμηνεία (της βούλησης). Δεν υπάρχει μόνο η επιστήμη, αλλά και η τέχνη. Δεν υπάρχει μόνο η μεθοδολογία (των επιστημών), αλλά και η αισθητική (των τεχνών).

Γ’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΑΝΤΡΕΪ: Πανάθεμά σε Γουάνγκ, ειδικά εσένα δεν περίμενα να σε αντικρίσω εδώ μέσα. Τι έγινε, γιατί σε συνέλαβαν;

ΓΟΥΑΝΓΚ: Σαμποτάζ, προσβολή του δικαιώματος εργασίας.

ΑΝΤΡΕΪ: Και σε παρέπεμψαν σε μένα; Καημένε μου, δεν είμαι εγώ αρμόδιος, αλλά εσύ μες στο φόβο σου τρύπωσες στην αγκαλιά του παλιού σου γνώριμου, έ; Πού είναι αυτός ο αναθεματισμένος , ο στριμμένος ο ανιψιός του Γιέγκερ ;

(Ανοίγει την πόρτα, φωνάζει).

Ε ορντινάντσα, εσύ έχεις το φάκελο του Γουάνγκ Λιχούν ; Σταμάτα να βγάζεις φωτοτυπίες τα πορνοπεριοδικά και συγκεντρώσου στη δουλειά σου. Έχεις στην αναμονή ένα σωρό φουκαράδες.

ΑΝΙΨΙΟΣ ΤΟΥ ΓΙΕΓΚΕΡ: Με τρόμαξες ρε. Τι μού ζητάς φακέλους, εσείς έχετε τους φοριαμούς και τα αρμάρια. Εγώ είμαι όλη την ημέρα εδώ στον προθάλαμο να φυλάω τους κλητευθέντες και τους προσαγόμενους. Όλη την ημέρα στη μπόχα, την ιδρωτίλα και την οσμή του φόβου. Μη μού φωνάζεις εμένα, δεν υπάγομαι στο τμήμα σου!

ΑΝΤΡΕΪ: Τώρα, τώρα , θα καλέσω το θείο σου το Φριτς να σε τακτοποιήσει, να σε συγυρίσει με βρεγμένη σανίδα!

ΑΝΙΨΙΟΣ ΤΟΥ ΓΙΕΓΚΕΡ: Καλά, δεν χρειάζεται να τσακωνόμαστε, μπορούμε να έλθουμε σε συνεννόηση, πολιτισμένοι άνθρωποι είμαστε! Λοιπόν, δεν υπάρχει φάκελος, απλώς ο Γουάνγκ αρνήθηκε ν’ αλλάξει επάγγελμα. Πού θα πάει αυτό; Τρεις θητείες θυρωρός είναι, κάποιος πρέπει να τού τραβήξει λίγο το αυτί.

ΑΝΤΡΕΪ: Δώσε λίγο προσοχή, μαλακοπίτουρα. Θα πας στον προϊστάμενο για τα εργασιακά ζητήματα και θα τού πεις ότι ο Βορονίν ανέλαβε το φάκελο του Γουάνγκ. Γιατί ; Γιατί έτσι, κυριαρχικά, ετσιθελικά.

ΑΝΙΨΙΟΣ ΤΟΥ ΓΙΕΓΚΕΡ: Α μη με μπλέκετε με τις αρμοδιότητες. Εσύ θέλεις την υπόθεση, εσύ θα τού τηλεφωνήσεις. Και μάλιστα να μού δώσεις σημείωμα ότι εσύ έχεις αναλάβει, για να ‘μαι κατοχυρωμένος.

(Ο Αντρέι κλείνει την πόρτα και στρέφεται στον κρατούμενο).

ΑΝΤΡΕΪ: Γουάνγκ, θέλω να μού πεις περιληπτικά και συνοπτικά, με δικά σου λόγια, τι ακριβώς έγινε και σε έφεραν εδώ.

ΓΟΥΑΝΓΚ: Πριν από λίγο καιρό ήλθε ο Γκαουλάιτερ της συνοικίας και μού είπε ότι έχω παραβιάσει καραμπινάτα το νόμο περί «εκ περιτροπής αλλαγής εργασίας». Πώς λένε , «ο καρχαρίας της περιοχής σας, σάς εύχεται καλό μπάνιο»; Βέβαια, ομολογώ, είμαι ένοχος, αγνόησα τρεις ειδοποιήσεις από το Υπουργείο Εργασίας περί λήξεως θητείας, τις πέταξα στον κάλαθο των αχρήστων. Αφού έφτασε ο κόμπος στο χτένι, είπα να δοκιμάσω την τύχη μου, ξέροντας ότι μερικές φορές η μηχανή ανακατανομής αφήνει κάποιους εργαζομένους στην ίδια θέση. Έβαλα το βιβλιάριο με τις σφραγίδες και τα ένσημα στη σχισμή, αλλά την πάτησα, γιατί μού ανέθεσαν τη διεύθυνση μίας βιομηχανίας παπουτσιών. Δεν ήθελα βρε παιδί μου τέτοιες ευθύνες. Ήμουν αποφασισμένος να μην αλλάξω επάγγελμα. Γύρισα ,λοιπόν, στο θυρωρείο κι έκανα το ψόφιο κοριό, μέχρι που με μπαγλάρωσαν και με κουβάλησαν εδώ.

ΑΝΤΡΕΪ: Ένα πράγμα δεν μπορώ να καταλάβω , Γουάνγκ, για ποιο λόγο δεν θες να γίνεις διευθυντής εργοστασίου; Είναι μια αξιοσέβαστη θέση , που θα σού προσδώσει κύρος μέσα στην κοινωνία. Μάλιστα, έτσι φιλόπονος κι αξιόπιστος που είσαι, μπορείς πολλά να προσφέρεις. Εκτός των άλλων, σού δίνεται η ευκαιρία να διορθώσεις πολλά κακώς κείμενα. Εκεί, στη φάμπρικα, κάποιοι κλέβουν ολόκληρα φορτία παπουτσιών. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την περίσταση, ότι τον τελευταίο καιρό οι κερκοπίθηκοι εμφανίζονται με υποδήματα, μαρτυρεί ότι γίνεται εκτεταμένο λαθρεμπόριο. Υπό τη δική σου διεύθυνση αποκλείεται να συμβεί αυτό.

ΓΟΥΑΝΓΚ: Δεν μπορείς να καταλάβεις, Αντρέι, είναι κάτι έξω από τη δική σου ψυχοσύνθεση, εντελώς έξω από τις δικές σου συντεταγμένες…

ΑΝΤΡΕΪ: Τι να καταλάβω, κοίταξε να συνέλθεις , γιατί η ποινή είναι εξορία για έξι μήνες στο βάλτο. Από τα σκουπίδια του πεζοδρόμιου, θα καταλήξεις στο βάλτο και μάλιστα χωρίς παπούτσια.
ΓΟΥΑΝΓΚ: Αυτό, που κάποιοι ονομάζουν κατάντια, είναι η αίσθηση, η σιγουριά ότι δεν μπορείς να πας παρακάτω, δεν μπορείς να πέσεις πιο χαμηλά. Αυτή η θαλπωρή, η ζεστασιά του πάτου είναι σημαντική για έναν Κινέζο. Αντί να προσπαθεί κανείς με νύχια και με δόντια να μείνει στην επιφάνεια, απλά αφήνεται να βουλιάξει. Είναι τόσο ελκυστικό, τόσο εύκολο…

ΑΝΤΡΕΪ: Γουάνγκ, θέλω να πιστεύω ότι είμαι άνθρωπος με ευρύτητα αντίληψης. Σε έχω ψυχολογήσει και καταλαβαίνω ότι πάνω απ’ όλα θέλεις την ησυχία σου. Αλλά τότε θα έψαχνες ένα υπήνεμο καταφύγιο, τζάκι και γωνιά να σού στρώσουν και να ζεσταθείς. Αντίθετα, εσύ έχεις διαλέξει μια απ’ τις πιο βρωμερές , σκληρές και άνοστες δουλειές , εξασκώντας τη μάλιστα με τρόπο φθαρτικό και ανελέητο για τον εαυτό σου, για να μην υπολογίσουμε τις υπερεργασίες και τις υπερωρίες. Για ποια ηρεμία λοιπόν μου μιλάς;

ΓΟΥΑΝΓΚ: Ψυχική ηρεμία. Σού μιλάω για ψυχική ηρεμία Αντρέι. Την ηρεμία να μη χρειάζεσαι κάθε μέρα να αποφασίζεις πώς θα διαθέσεις το τομάρι σου, επειδή ακολουθείς ένα σφιχτό, προδιαγεγραμμένο πρόγραμμα , κάθε μέρα το ίδιο. Τη ξενοιασιά της επανάληψης, της συνήθειας, τη λύτρωση που σού προσφέρει το αναλλοίωτο και αμετάτρεπτο , έστω κι αν ξέρεις ότι αυτή η εντύπωση της αιωνιότητας είναι απατηλή μέσα στα όρια της θνητής ζωής.

ΑΝΤΡΕΪ: Δηλαδή, τελικά, θέλεις να παραμείνεις θυρωρός και να σφουγγαρίζεις το κεφαλόσκαλο και το πεζοδρόμιο μία ζωή:

ΓΟΥΑΝΓΚ: Όχι απαραίτητα θυρωρός, αλλά να! Χειρώναξ , ανειδίκευτος εργάτης, με μπλε κολάρο κι όχι λευκό. Στην αρχή, όταν πρωτοήλθα στην Πειραματοχώρα, ήταν ωραία , ήμουν σε ταινία παραγωγής, όπως ο Σαρλό στους Μοντέρνους Καιρούς. Μετά η καταραμένη μηχανή με διόρισε γραμματέα του δημάρχου! Αν είναι δυνατόν! Αρνήθηκα και δούλεψα έξι μήνες στο βάλτο. Μετά, ευτυχώς, λόγω βεβαρημένου ποινικού μητρώου, ανέλαβα για ένα διάστημα τις πιο ταπεινές δραστηριότητες, που μπορεί κανείς να φανταστεί, καθάριζα τη μούργα που μαζευόταν κάτω από τα λεωφορεία με στουπί και πετρέλαιο ή διαχειριζόμουν απόβλητα οίκων ανοχής, σεντόνια με αίμα, σύριγγες, ενέσεις, όργανα σαδομαζοχισμού και τέτοια. Και χωρίς να ‘μαι γραμμένος στα βαρέα κι ανθυγιεινά. Ύστερα η μηχανή του διαόλου με εκσφενδόνισε πάλι στην κορυφή. Έγινα διευθυντής του Γραφείου Εργασίας! Μια και δυο πάω στον τότε διευθυντή , τού εξιστορώ την ιδιαιτερότητά μου κι ο άνθρωπος είχε ευτυχώς την καλοσύνη να μ’ αφήσει στην ησυχία μου, στη φασίνα και στη λάντζα. Αποτέλεσμα: Αυτός μεν δολοφονήθηκε, εγώ αποσπάστηκα πάλι στους βάλτους. Έπειτα, έγινα θυρωρός, όπως τα ξέρεις. Τώρα , ήλθε ξανά η ώρα για τους βάλτους. Δεν με πειράζει καθόλου, γιατί είμαι ένας βετεράνος των Εβεργκλέηντς.

ΑΝΤΡΕΪ: Τέλος πάντων, μπορώ να δεχτώ να κάνεις ταπεινές εργασίες, αλλά τους βάλτους καλύτερα να τούς ξεχάσεις. Δεν στέργει η ψυχή μου να σε στείλει εκεί πέρα. Ξέρεις ποιος είναι ο τωρινός διευθυντής του Γραφείου Εργασίας;

ΓΟΥΑΝΓΚ: Ο Όττο Φρις.

ΑΝΤΡΕΪ: Α μάλιστα, αυτό το σιχαμένο ναζιστικό γουρούνι. Μα αυτός είναι φίλος, γιατί δεν τού απευθύνεσαι; Είσαι και συνεσταλμένος, τρομάρα σου! Ας είναι, θα ρίξω τη μούρη μου να τον πάρω εγώ.

(Καλεί).

ΑΝΤΡΕΪ: Καλημέρα Όττο μεγάλε! Είμαι ο Βορονίν από την Εισαγγελία. Τι «παρακαλώ» και «λέγετε» βρε βλάκα. Εγώ είμαι, ο Αντρέι. Άκου δω, πρόκειται για το θέμα του Γουάνγκ. Τι; Πάλι καλά που είσαι και ενήμερος. Τον ξέρεις τον άνθρωπο δεν θέλει αξιώματα. Ναι, ναι. Να πα να γαμηθεί η κολομηχανή. Τι τούς έπιασε με την ανακύκλωση; Ξέρω, είσαι ψυχολόγος εσύ. Χαίρομαι που συμφωνούμε, δεν κάνει για διευθυντής ο Γουάνγκ. Ίσα- ίσα χρειαζόμαστε τέτοιους ανθρώπους που να εκτελούν αδιαμαρτύρητα χαμηλές πτήσεις, πήξαμε στους μωροφιλόδοξους και τους αριβίστες.
Όλοι το παίζουνε μεγάλοι και τρανοί πια, ευγενείς φεουδάρχες, αριστοκρατία. Όλοι έγιναν στρατηγοί και απέμειναν ελάχιστοι στρατιώτες. Μού γυρίζουνε με τις τζιπάρες και τα στέησον βάγκον, ενώ είναι κωλόβλαχοι. Ναι παιδί μου, «αυτοκράτωρ- νωματάρχης» , αυτό τα συνοψίζει όλα. Λοιπόν, κοίταξε, βγάλε ένα φιρμάνι να μην τον ενοχλούν τον άνθρωπο! Να μείνω ήσυχος; Εντάξει. Να συναντηθούμε καμιά μέρα για κάνα κρασί. Καμιά μέρα, κανένα κρασί, το πιασες; Για να μη λένε ότι συζητάμε για μπεκρουλιάσματα απ’ το τηλέφωνο. Ναι, ναι, αυτά γίνονται, δεν λέγονται, παλιομπαγάσα, που μάς έχετε γεμίσει τις γραμμές με κοριούς εσείς οι Ναζήδες. Άντε γεια.

(Στρέφεται προς το Γουάνγκ).

ΑΝΤΡΕΪ: Λοιπόν εντάξει, τα κανόνισα, μείνε όλβιος και μακάριος μέσα στη ραστώνη σου! Μη μ’ ευχαριστείς . Δεν πρέπει να το βλέπεις με το πρίσμα της εκδούλευσης, του ρουσφετιού , της κουμπαριάς. Αυτές τις κατηγορίες θα τις καταργήσουμε κι όχι να βγαίνουν ανερυθρίαστα και να λένε «αν δεν βοηθήσεις το φίλο σου και το συγγενή σου, ποιον θα βοηθήσεις», κι άλλα τέτοια αποφθέγματα της οικονομίας των εξαδέλφων.

(Αλλάζει ύφος).

ΑΝΤΡΕΪ: Κύριε Λιχούν, εκ μέρους των δυνάμεων ασφαλείας και χμ… της υπηρεσίας εν πάση περιπτώσει, σάς ζητώ συγγνώμη για την ταλαιπωρία, στην οποία σάς υποβάλαμε. Έχετε τη διαβεβαίωσή μας ότι παρόμοια φαινόμενα δεν θα επαναληφθούν.

(Μονολογεί).

ΑΝΤΡΕΪ: Ωραία τελειώσαμε με τον κακομοίρη το Γουάνγκ, αλλά τώρα δυσκολεύουν τα πράγματα, γιατί έχει σειρά για ανάκριση ο Κατσόρχις. Ήταν, βλέπεις, ανάθεμα την ώρα, και πρώην συγκάτοικος, οπότε η υπηρεσία πρέπει να φορέσει το πιο σκληρό, το πιο άτεγκτο προσωπείο… Να προσέλθει ο Κατσόρχις.Πώς λέγεσαι;

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Ξέρεις πολύ καλά.

ΑΝΤΡΕΪ: Άσε τις οικειότητες, μην εκμεταλλεύεσαι την παλιά γνωριμία, εδώ είμαστε ανακριτής και ανακρινόμενος, κριτής και κρινόμενος, αυτή είναι η σχέση μας.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ : Μα Αντρέι, δεν βλέπεις ότι ακριβώς αυτή η διαφοροποίηση υψώνει ένα τείχος ανάμεσά μας; Είναι το πλαίσιο που προδιαγράφει και άρα στρεβλώνει την επικοινωνία μας.

ΑΝΤΡΕΪ: Άσε τις εγελιανές αοριστίες και πες μου καλύτερα πού σπούδασες.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΑΝΤΡΕΪ: Τώρα μάλιστα, μάς φώτισες. Πότε άρχισες να συμμετέχεις στο Πείραμα;

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Ξέρω γω, το Μάη του 68, τότε που ήμουν ακτιβιστής στο Παρίσι.

ΑΝΤΡΕΪ: Κοίταξε, δεν θα παίξουμε. Έχουμε πληροφορίες ότι εθεάθης δύο φορές κοντά στο κόκκινο κτίριο, κουβαλώντας ένα χαρτοφύλακα. Τι περιείχε; Πού τον βρήκες; Τον πήρες από το κόκκινο κτίριο; Έχω σημειώσει εδώ ένα συσχετισμό, που μου φαίνεται πολύ ευλογοφανής: Κατσόρχις- Αντίπολη- Κόκκινο κτίριο- χαρτοφύλακας. Είναι γνωστό ότι ταξιδεύεις στο Βορρά. Προφανώς σού έδωσαν το χαρτοφύλακα στην Αντίπολη, μαζί με οδηγίες για να μάς κατασκοπεύσεις. Το ιπτάμενο κτίριο είναι ο αερομεταφορέας σου.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Αντρέι , συγγνώμη που γελάω, αλλά αυτή είναι η πιο ξεφτιλισμένη θεωρία που έχω ακούσει. Μία κρεμαστή κολοκύθα με προτεταμένη ζωγραφιστή γλώσσα έχει πολύ μεγαλύτερη σοβαρότητα απ’ αυτήν. Συγχέεις άσχετα μεταξύ τους πράγματα, γιατί επιθυμείς διακαώς να δεις το συσχετισμό. Επειδή περνάω έξω από το ιπτάμενο κτίριο μ΄ ένα χαρτοφύλακα, σημαίνει ότι μόλις … προσγειώθηκα, ερχόμενος από την Αντίπολη, έχοντας αναλάβει αποστολή κατασκοπίας ! Κι από τον κίτρινο τοίχο έχω περάσει κι έχω αμολήσει μια κουράδα. Σημαίνει ότι έπεσα απ΄τον ουρανό, χέστηκα στον αέρα, αλλά η μαλακωσιά του χεσίματος αναχαίτισε την πτώση μου; Είναι όπως το προηγούμενο ανδραγάθημά σου με το Γουάνγκ. Τού έκανες το ωραίο ρουσφετάκι και το ερμήνευσες ως υπηρεσιακή συμπεριφορά. Δεν ήξερα ότι οι κανόνες για το σαμποτάζ εργασιακής ανάθεσης έχουν κι εξαιρέσεις.

ΑΝΤΡΕΪ: Στρεψόδικε Έλληνα, δεν θα γελοιοποιήσεις την ανάκριση. Προέβην σε μία ερμηνεία, καθ’ όλα θεμιτή, εντός του κύκλου των αρμοδιοτήτων μου.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Ακριβώς αυτό είναι το θέμα Αντρέι. Είναι βέβαιο ότι η πράξη του ανθρώπου ξεπερνάει τον Κώδικα, μόνο που πρέπει προηγουμένως να τον γνωρίζουμε και να τον σεβόμαστε. Η ερμηνεία υπερβαίνει τους νόμους, αλλά χρειάζεται να έχουμε νόμους. Εσύ λες ότι ο άνθρωπος είναι και λίγο θεός, κατά το ότι είναι κι αυτός δημιουργός. Αλλά κι ο θεός δεσμεύεται από τα προδεδομένα του προηγούμενου Σύμπαντος ή του Σύμπαντος, που έφτιαξε ο ίδιος στο απώτερο μέλλον. Γιατί στην ουσία, εμείς οι άνθρωποι απορούμε για όσα οι ίδιοι πρόκειται να δημιουργήσουμε στο μέλλον, όταν θα γίνουμε θεοί. Κύκλος καταλαβαίνεις; Αυτό είναι το σύμβολο του θεού, βλέπεις ότι παίζω στο δικό σου γήπεδο και σού εξέθεσα όλες τις μυστικές διδασκαλίες εν συνόψει. Τι περιέχει ο χαρτοφύλακας; Θα γελάσεις. Ερωτικά γράμματα από μία χήρα, που έχουμε τακιμιάσει εδώ και κάμποσο καιρό. Ναι, ναι τα έφτιαξα με μία χήρα. Χήρες, ζωντοχήρες από τη μία κι εγώ ο χοίρος από την άλλη. Δεν είναι τίποτε τρομερό, όμως ντρέπομαι, το χω διατηρήσει αυτό από τα χρόνια της συντηρητικής ανθρωπιστικής παιδείας.

ΑΝΤΡΕΪ: Ισοκράτη Κατσόρχι, θα πάψεις να περιπαίζεις την ανάκριση. Κρατείσαι για περαιτέρω έρευνες. Θα δούμε τι είδους ραβασάκια περιείχε ο χαρτοφύλακας, διότι τα γράμματα αγάπης είναι η πιο αγαπημένη κωδικοποίηση των κατασκόπων. Άπελθε.

ΦΩΝΗ ΝΕΣΤΟΡΟ-ΜΕΝΤΟΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΕΡΠΕΡΑΝ ΠΡΟΣ ΤΟ ΤΣΙΠΑΚΙ , ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΣΤΟ ΑΥΤΙ Ο ΑΝΤΡΕΪ: Έχεις βελτιωθεί πάρα πολύ Αντρέι. Μέχρι πρότινος με ρωτούσες γιατί οι κερκοπίθηκοι, γιατί το κόκκινο κτίριο, γιατί ο κίτρινος τοίχος , γιατί το ένα, γιατί το άλλο. Τώρα όμως βλέπεις ότι στο όνομα του Πειράματος, στο όνομα της προσωπικότητας ως κοινωνικής μονάδας , στο όνομα του μηδενικού, που πρέπει να του κολλήσουμε μπροστά έναν αριθμό για να γίνει κάτι, στο όνομα της κοινωφέλειας ,πρέπει να φορτώσουμε την παλαιομοδίτικη, χριστιανική μας συνείδηση με το βάρος του αναγκαίου, του μη διαπραγματεύσιμου. Καταλαβαίνεις Αντρέι; Ο σκοπός δεν περιμένει και πρέπει να έχουμε τα αρχίδια (άντερα;) να κάνουμε ό, τι είναι αναγκαίο για την επίτευξή του!
ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ: ΚΥΡΙΟΔΥΝΑΜΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ

Α’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΚΕΝΣΙ: Λοιπόν, διαβάζω τους χτεσινούς τίτλους και υποτίτλους των κυριότερων ανταγωνιστριών εφημερίδων: «Δύο εβδομάδες μετά το αιγυπτιακό σκοτάδι, ο Φριτς Γιέγκερ προειδοποιεί: Εμείς πάντως δεν κοιμόμαστε». «Σκοτεινοί δρόμοι, σκοτεινές μορφές. Τι θα γίνει με τους νεστορο-μέντορες;» «Δεν τρέχει τίποτε με το ηλιοφώς. Θα το φτιάξουν: Συνέντευξη μ’ ένα ηλεκτρολόγο». «Διήθηση της χολής από την εταιρεία Υδάτων. Ένα πρότζεκτ που θ’ αφήσει εποχή». «Τι θα γίνει με το στάρι; Φεύγει με κοντέινερς , φτάνει σε… βαζάκια». «Αγρότες: Εμείς πάντως τα στέλνουμε, τέρμα οι συκοφαντίες!». «Υπόθεση Πεφταστέρια. Δύο νέα πτώματα εθεάθησαν στη βάση του κίτρινου τοίχου». «Νεστορο- μέντορες αρκετά, δεν είστε ο Θεός. Οι προδότες στην αγχόνη!» «Παβιάνος, αυτός ο άγνωστος. Συνέντευξη με το Διευθυντή του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας». Βλέπεις τι εννοώ; Οι ανταγωνιστές δεν μασάνε τα λόγια τους. Γράφουνε τον κύριο Παπρικάκι στα παπάρια τους, κι αυτόν και τη λογοκρισία του. Άρα κι εμείς το ίδιο θα κάνουμε.

ΑΝΤΡΕΪ: Η αλήθεια είναι ότι το έχει παρακάνει κι αυτός. Μόνο σε μάς παριστάνει τον αυστηρό. «Κύριο άρθρο –απαράδεκτο, πολύ δηκτικό». Σχόλιο στο λόγο του δήμαρχου- απορρίπτεται, «πολύ εκρηκτικό». Συνέντευξη με τους αγρότες- δεν ενδείκνυται λόγω του οξύθυμου χαρακτήρα τους. Έτσι δεν μπορούμε να λειτουργήσουμε. Μού τη δίνει πάνω απ’ όλα αυτό το κακομοίρικο ύφος, με το οποίο εκφέρεται η λογοκρισία. Επιτέλους, αν έχεις τη δύναμη, κλείσε την εφημερίδα, βάλε λουκέτο. Μην έρχεσαι κάθε μέρα και κλαψουρίζεις ότι, αχ τι θα γίνει αν δημοσιεύσουμε αυτό ή εκείνο. Μη μάς πρήζεις επιτέλους, κύριε!

(Μπαίνει ο Παπρικάκι).

ΠΑΠΡΙΚΑΚΙ: Κύριοι συντάκτες , είμαι απογοητευμένος από σάς. Βλέπω ότι δεν σέβεστε την ηλικία μου, αλλά ούτε και τη θέση μου, ότι είμαι διορισμένος από τους νεστορο- μέντορες. Δεν έχετε μάθει από το στρατό ότι δεν χαιρετάμε το πρόσωπο, αλλά το εθνόσημο; Εμένα με στείλανε εδώ να κάνω κάποια δουλειά, να φροντίσω ώστε τα δημοσιεύματα να μη δημιουργούν κοινωνική αναταραχή. Η κοινή γνώμη είναι βαρέλι με πυρίτιδα, κύριοι, όπου , αν ρίξεις ένα σπίρτο, θα γίνει παρανάλωμα. Χρειάζεται υπευθυνότητα, αυτοσυγκράτηση, ορθή διαχείριση απόψεων, να μη θρηνήσουμε θύματα.

ΚΕΝΣΙ: Όλο σε μάς έρχεσαι και τρίβεσαι. Οι άλλοι δημοσιεύουν ό,τι τούς κατέβει, μέχρι και τους νεστορο- μέντορες βρίζουν, αλλά εκεί δεν μιλάς. Αντίθετα, εμείς κάνουμε μεγάλη προσπάθεια να αφυδατώνουμε και να απονευρώνουμε τα άρθρα μας. Ακόμη και τα πιο εξοργιστικά, τα πιο άδικα γεγονότα, τα παρουσιάζουμε σαν να μην τρέχει τίποτε. Δίψα και πίκρα λόγω χολής στο νερό, σβησμένος ο ήλιος και κατεστραμμένοι οι αγρότες, πτώματα πέφτουν απ’ τον ουρανό, χοροπηδάει το κόκκινο σπίτι, μαζί κι οι παβιάνοι, κι εμείς γράφουμε: «ίχνη χολής στο νερό με ελεγχόμενη περιεκτικότητα, παράταση νύχτας δρομολογεί στροφή προς μη φωτιζόμενες καλλιέργειες, συνωστισμός σωμάτων κατά μήκος διαχωριστικού τοιχίου, λίστα δρομολογίων κόκκινου οικήματος και κερκοπιθήκων». Ποιον κοροϊδεύουμε; Η αφήγηση κάθε ιστορίας είναι δυνατή, μόνο αν κάποιος έχει άδικο και κάποιος δίκιο. Το δίκαιο είναι ανθρωπολογική αρχή, βαθιά ριζωμένη στο γονίδιό μας. Ο κόσμος ρωτά : «Γιατί εγώ» ή «γιατί όχι κι εγώ», αυτά τον απασχολούν, η στεγνή απαρίθμηση δεν τού λέει τίποτε.

ΠΑΠΡΙΚΑΚΙ: Η αλήθεια είναι ότι στα επώνυμα άρθρα σας είστε κάπως συγκρατημένοι. Όμως ο χαρακτήρας της εφημερίδας αποκαλύπτεται περισσότερο στα ανώνυμα άρθρα. Όλοι όσοι εξέφρασαν ακραίες απόψεις από τις στήλες της εφημερίδας τους θα συλληφθούν πάραυτα για διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης και υποκίνηση των πολιτών σε στάση, να ‘στε βέβαιοι γι’ αυτό. Όμως εσείς είστε πιο πονηροί, γιατί έχετε καταλάβει το μεγάλο μυστικό της δημοσιογραφίας, που είναι να προβάλλεις τη μια πλευρά, αποσιωπώντας ταυτόχρονα την άλλη. Στα ανώνυμα ρεπορτάζ τεχνηέντως δεν διαχωρίζετε την είδηση από το σχόλιο, αφήνοντας να περνάει στο κείμενο μια πνοή αγανάκτησης για όσα συμβαίνουν. Αλλά το μεγαλύτερο σκάνδαλο είναι τα γράμματα των αναγνωστών. Με ποιο κριτήριο τα επιλέγετε;

ΑΝΤΡΕΪ: Όπως είπες και συ, η ΕΠΙΛΟΓΗ είναι μοιραία, όπου έχουμε να κάνουμε με ειδήσεις. Αναγκαστικά θα επικεντρωθείς ή θα δώσεις σημασία κάπου, αγνοώντας ή υποβαθμίζοντας κάτι άλλο. Αυτό σημαίνει ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ, ότι επικεντρώνομαι σε ένα σημείο, κατευθύνοντας προς τα εκεί τις σκέψεις μου. Ασυναίσθητα κι υποσυνείδητα ο συντάκτης ενός άρθρου συνοδεύει την εξιστόρηση ενός περιστατικού με τη βεβαιωτικότητα του προσωπικού του κύρους, δεν αναπαράγει, αλλά ανασυνθέτει την πραγματικότητα, επιβεβαιώνοντας κυριαρχικά το γραφόμενο με τη δύναμη της προσωπικότητάς του. Παρουσιάζει τη ΓΝΩΜΗ του ως ΑΛΗΘΗ, διότι μόνο τότε μπορεί να αποσπάσει την ΑΠΕΡΙΣΠΑΣΤΗ ΠΙΣΤΗ του αναγνώστη, αφού εκείνος δεν θα μπερδεύεται με άλλες εκδοχές. Μέσω δε της στατιστικής ζύμωσης των γνωμών, η γενική βούληση θα ξεπεράσει τα επιμέρους πάθη, την υποκρισία, την ειρωνεία, την παγίδα των καλών προθέσεων και πάνω απ’ όλα τη μάστιγα της ευλογοφάνειας, το να νομιμοποιεί κανείς δηλαδή μία βρώμικη υπόθεση προβάλλοντας έναν καλό λόγο και μία οποιαδήποτε αιτιολογία ή ακόμη χειρότερα να συγχέει νομιμοποίηση και δικαιολόγηση, όπως κάνει το 99 % των ανθρώπων.

ΠΑΠΡΙΚΑΚΙ: Ναι, μόνο που στην προκειμένη περίπτωση, η επιλογή σας είναι πολύ… επιλεκτική! Αντιβαίνει στο δημοσιογραφικό ήθος να δημοσιεύετε μόνο τα γράμματα, που αμφισβητούν την κυβέρνηση, ενώ υπάρχουν άλλα που επαινούν το έργο της.

ΚΕΝΣΙ: Σοβαρά μιλάς; Ίσα – ίσα δημοσιεύουμε τις πιο φρόνιμες και περιεσκεμμένες επιστολές από ανθρώπους που δείχνουν κάποια ανεκτικότητα και κατανόηση για τη δύσκολη κατάσταση . Οι περισσότεροι αναγνώστες σάς τα χώνουν ανεξέλεγκτα, γιατί είναι τρομαγμένοι και πεινασμένοι. Μάλιστα περιλάβαμε κι ένα γράμμα , που υποστηρίζει το καθεστώς , έστω κι αν ήταν ένα στα δέκα χιλιάδες.

ΠΑΠΡΙΚΑΚΙ: Α μπράβο, γι’ αυτό το γράμμα δεν έχω ένσταση .

ΚΕΝΣΙ: Αυτό έλειπε. Εσύ το ‘γραψες , εσύ ή κάποιος από τη συμμορία σου!

ΠΑΠΡΙΚΑΚΙ: Όχι, αυτό είναι ψέμα, σάς παρακαλώ! Ακούστε, κύριε Βορονίν, απευθύνομαι σε σάς, γιατί βλέπω ότι είστε λογικός άνθρωπος. Με τον κύριο Ουμπακάτα δεν μιλάω, γιατί θέλει μόνο να ξεθυμάνει πάνω μου όλη την κακότητα. Ενεργώ αυστηρά στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς μου και των εντολών, που μού έχουν δοθεί. Ήδη παντού στην πόλη κυκλοφορούν φήμες για επανάσταση. Ανά πάσα στιγμή οι αγρότες είναι ικανοί να αιματοκυλίσουν το σύμπαν , ξέρετε ότι ρέπουν προς τη βία με επικεφαλής αυτόν τον αναθεματισμένο Γιούρι. Τι θέλετε, φωτιά και τσεκούρι; Εγώ, κύριε Βορονίν, έχω οικογένεια και παιδιά, έχω συμφέρον να παραμείνει η κατάσταση ήρεμη και θα κάνω τα πάντα γι’ αυτό. Πρέπει να ‘μαστε αδίσταχτοι, όταν είναι να διατηρήσουμε την ησυχία μας και τον τρόπο της ζωής μας. Η οδηγία, που έλαβα, είναι να εξευμενίζει ο ημερήσιος τύπος τα πλήθη και πρέπει να σάς πω ότι συμφωνώ απόλυτα με την πολιτική αυτή. Θέλω λοιπόν να συνεισφέρετε το κατά δύναμιν στον κατευνασμό των μαζών.

ΑΝΤΡΕΪ: Αυτό, που δεν καταλαβαίνετε, είναι πως κρατάμε κατά το δυνατό μετριοπαθή στάση. Ακριβώς επειδή η κατάσταση είναι έκρυθμη, δεν μπορούμε να χαϊδεύουμε ή να βαυκαλίζουμε την κυβέρνηση , αλλά οφείλουμε να την προειδοποιήσουμε και να τη συνεφέρουμε. Είναι απαραίτητο το έθνος να θεωρεί εθνικό ό, τι είναι αληθινό.

ΠΑΠΡΙΚΑΚΙ: Δεν με βοηθούν όλ’ αυτά που μού λέτε. Αν βγάλετε στον αέρα την εφημερίδα, με τη μορφή που την είδα στο πιεστήριο, το έντυπό σας θα πληρώσει πρόστιμο κι εγώ θα συλληφθώ. Βαστάει η καρδιά σας να κάνετε κάτι τέτοιο σε οικογενειάρχη άνθρωπο ;

ΑΝΤΡΕΪ: Επιτέλους, αν είναι να κάνετε λογοκρισία , κάντε τη σωστά. Παρενοχλείτε τα κεντρώα, μετριοπαθή έντυπα , ενώ πριμοδοτείτε τις πιο ακραίες φυλλάδες. Ορίστε, έχω εδώ ένα φύλλο του «Λάβαρου Ριζοσπαστικής Ανανέωσης» του Φριτς Γιέγκερ. Αυτόν γιατί δεν τον συλλαμβάνετε;

ΠΑΠΡΙΚΑΚΙ: Δεν ξέρω. Τι μ’ ενδιαφέρει; Κάποτε θα συλληφθεί κι αυτός, έτσι όπως το πάει φιρί- φιρί. Αυτό που με απασχολεί πρωτίστως σ’ αυτή τη φάση είναι να μη συλληφθώ εγώ.

ΚΕΝΣΙ: Αντρέι, δεν βγάζουμε άκρη μ’ αυτόν. Έτσι και τον αφήσουμε , θα πάρει αμέσως τηλέφωνα να μάς σπιουνάρει. Λοιπόν, λέω να τον κλειδώσουμε στην αρχισυνταξία κι εσύ να πας στο δημαρχείο να γλείψεις όποιο Ρώσο υπάλληλο υπάρχει εκεί πέρα , για να μετριαστεί το πρόστιμο. Εγώ, απ’ τη πλευρά μου, θα κάνω ένα ρεφενέ με τους συντάκτες , για να μαζέψουμε το ποσό. Πάντως, η εφημερίδα θα εκδοθεί, που να φουρκιστούν και να σκάσουν όλοι οι βρυκόλακες!

ΠΑΠΡΙΚΑKI: Να με κλειδώσετε; Αυτό είναι βία, παράνομος περιορισμός.

ΑΝΤΡΕΪ: Α ναι, όταν σε συλλάβει η κυβέρνηση , δεν θα είναι παράνομος εγκλεισμός;

ΠΑΠΡΙΚΑΚΙ: Καλά, δεν πρόκειται να αντισταθώ, έτσι το είπα. Το σχολίασα σαν… γεγονός.

B’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
(Και πάλι χάος μπροστά στο Δημαρχείο)

ΑΝΤΡΕΪ: Είμαι εκπρόσωπος του Τύπου και συγκεκριμένα αρχισυντάκτης της «Εφημερίδας του Άστεως» και ζητώ ακρόαση από τον κύριο Δήμαρχο ή Αντιδήμαρχο, αρμόδιο για θέματα Μέσων Ενημέρωσης. Παρακαλώ, αφήστε με να περάσω.

ΠΟΛΙΤΟΦΥΛΑΚΑΣ: Τι θέλετε επιτέλους, όλοι σας. Για ψύλλου πήδημα, ερχόσαστε στο Δημαρχείο. Εθιστείτε στην αυτενέργεια, δεν μπορεί να τα ρυθμίζει όλα η εξουσία. Είστε αρχισυντάκτης και φοβάστε πρόστιμο για λογοκριμένη δημοσίευση; Κλειδώστε το λογοκριτή και εκδώστε το φύλλο. Κοντά στο νου κι η γνώση!

ΑΝΤΡΕΪ: Με συγχωρείτε, τι είστε εσείς , μπάτσος της πολιτοφυλακής ή υπουργός Τύπου; Ερμηνεύετε τη βούληση του Δημάρχου; Δεν χρειάζομαι οδηγίες από σάς, το λογοκριτή τον κλειδώσαμε και χωρίς να μάς το πείτε εσείς. Παραμέρισε να περάσω.

(Μες την τούρλα του Σαββάτου εμφανίζεται και ο θείος Γιούρι με το μπαζούκα. Πίσω έρχεται ο Ντόναλντ σε άσχημη κατάσταση).

ΓΙΟΥΡΙ: Αντρέι, οι μέρες είναι πονηρές. Πού πας ρε καραμήτρο χωρίς όπλο; Ευτυχώς, που είναι εδώ πάλι ο θείος Γιούρι να σε προστατεύσει. Το περίμενα ότι θα σε βρω εδώ, γιατί όπου υπάρχει ζύμωση και αναστάτωση, δεν μπορεί βέβαια να λείπει ο ευσυνείδητος και υπεύθυνος φίλος μου ο Αντριούσκα. Όπου γάμος και χαρά η Βασίλω πρώτη. Χα, χα, ισχύει και για μένα αυτό. Να είμαστε παρόντες, όταν γράφεται η ιστορία. Δεν μπορεί να υπάρξει λύση για μάς, χωρίς εμάς.

ΑΝΤΡΕΪ: Άσε τα «αριμάς-ιμάς». Γιατί ήλθες εδώ πέρα;

ΓΙΟΥΡΙ: Για να εκπληρώσω αυτό που είναι αποστολή κάθε εχέφρονος ανθρώπου. Να βάλω λίγη τάξη στο χάος. Αλλά ο λαός, αυτό το κοπάδι των προβάτων, δεν ίσταται στο ύψος των περιστάσεων, δεν ξέρει τι γυρεύει. Τέλος πάντων, έστω κι έτσι, καλά θα περάσουμε, θα παίξουμε μερικές μπουνιές, θα τούς κάνουμε την πόλη καλοκαιρινή και μετά πάλι πίσω στο χωριό! Δίπλα μου, είναι κι ένας συναγωνιστής, τον οποίο πολύ καλά γνωρίζεις!

ΑΝΤΡΕΪ: Ο Ντόναλντ. Για όνομα του θεού, βρωμάει αλκοόλ από ένα χιλιόμετρο κι ίσα που στέκεται στα γόνατα. Μπλιαχ και τώρα κάνει εμετό σαν γουρούνι. Δεν σκέφτεσαι τους γιατρούς και τις νοσοκόμες στο Κέντρο Υγείας; Τι φταίνε να σού μαζεύουν τα ξερατά, να σφουγγαρίζουν τις εκκρίσεις του Ανθρώπου Χοίρου; Δεν είναι αυτή η δουλειά τους.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Έκανα μία βλακεία. Μη το μάθει ο κόσμος, μη το μάθει η γυναίκα μου. Τώρα δεν έχω, αλλά λέμε, αν είχα. Έκανα μια βλακεία, έβλαψα τον εαυτό μου, αλλά σάς αγαπώ όλους! Ευχαριστώ που με φροντίζετε, ευχαριστώ…

ΓΙΟΥΡΙ: Ε ναι λοιπόν, ήπιε λίγο παραπάνω, έχασε τον έλεγχο, δεν άντεξε το αιγυπτιακό σκοτάδι, αυτή τη ζωή χωρίς φως και χωρίς αγάπη. Τι σημαίνει αυτό; Έπαψε, άραγε, να είναι ο Ντόναλντ ο κοινωνιολόγος; Έπαψε να είναι ο πρώην σκουπιδιάρης, ο πρώην ανακριτής, ο πρώην αναρχικός; Δεν τού αξίζει ο ψόγος, ο σπίλος της μέθης. Ας πούμε ότι έπαθε τροφική δηλητηρίαση σε συνδυασμό με κάποιους ιλίγγους. Τι αυστηρότητα είναι αυτή που σάς έχει καταλάβει, ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω. Απλώς για λίγο βγήκε η συνείδησή του εκτός μάχης, αλλά μετά κάνει επανεκκίνηση και ξαναγίνεται κραταιή και φαντάζει σαν να υπήρχε από πάντα, αιώνια.

ΑΝΤΡΕΪ: Άκουσέ με προσεκτικά, Γιούρι. Η βία δεν είναι λύση και μάλιστα με τα οπλοπολυβόλα. Πάρε το Ντόναλντ και πήγαινέ τον σπίτι μου και πες στη Σέλμα να τον φροντίσει.

ΓΙΟΥΡΙ: Α όχι, Αντρέι, δεν θα μάς διώξεις. Στο εξομολογούμαι, φοβάμαι , δεν αντέχω άλλο. Τέτοιο φόβο έχω να νιώσω από το μέτωπο. Να πάρει ο διάολος, ακόμη και ο παγκόσμιος πόλεμος ή ο πόλεμος της Κριμαίας (η Ιστορία επαναλαμβάνεται) ήταν παιχνιδάκι, μπροστά σ’ αυτή την ανατριχίλα! Από τότε που έσβησαν τον ήλιο, είμαι σαν χαμένος . Και ο Ντόναλντ φοβάται, αυτό είναι το πρόβλημά του, όχι μερικά ποτηράκια παραπάνω. Επιτέλους, πού μάς έφεραν, πού μάς σέρνουν; Μάς οφείλουν μια εξήγηση τα σκυλιά, και θα μάς τη δώσουν, αλλιώς θα τα ξεκάνω όλα, όχι με πολυβόλο, αλλά με ατομική βόμβα, θα τούς λιώσω κάτω απ’ τις μπότες μου.

ΑΝΤΡΕΪ: Τι μπλέξιμο είναι αυτό; Μεσιέ πολιτοφύλακα, σού είπα ότι είμαι αρχισυντάκτης της «Εφημερίδας του Άστεως». Ορίστε η ταυτότητα μου. Άσε με να περάσω, μαζί με τους… βοηθούς μου.

ΠΟΛΙΤΟΦΥΛΑΚΑΣ: Να δείξει ταυτότητα και ο κύριος με το σιδερικό. Και ο άλλος με τα ξερατά.

ΑΝΤΡΕΪ: Τι ψάχνεις, είναι εκπρόσωπος των αγροτών, όπως εγώ είμαι του Τύπου.

ΓΙΟΥΡΙ: Δεν κατάλαβα, χωρίς το κολόχαρτο, που μού ζητάτε, παύω να είμαι άνθρωπος; Άμα δεν έχω πιστοποιητικό, γεμάτο με μουτζούρες από συμβολαιογράφο, παύω να είμαι ο Γιούρι Κονσταντίνοβιτς Νταβίντοφ; Εγώ που σάς τρέφω, που στέλνω στην πόλη ψωμί και κρέας, χόρτα και λαχανικά ,ζαρζαβατικά και μυρωδικά;

(Ακολουθεί αρκουδοπάλεμα με το φρουρό. Εμφανίζεται ασθμαίνουσα η Σέλμα)

ΣΕΛΜΑ: Αγάπη μου, Αντρέι, τι χάλια είναι αυτά; Σού έχει ανοίξει η μύτη, μού φαίνεται ότι έχει σπάσει το κόκκαλο. Κι ο Ντόναλντ αμολάει σάλια στο πεζοδρόμιο. Τέτοια σκηνή δεν πίστευα ότι θ’ αντικρίσω. Τι να κάνω τώρα; Άμυαλοι, ελάτε σπίτι κι εγώ θα καλέσω γιατρό. Πού να τα προλάβω όλα; Το πρωί είχε περάσει κι ο διαχειριστής του κτιριακού συγκροτήματος κι έπρεπε να τού φτιάξω καφέ, να τού δείξω τα δωμάτια του διαμερίσματος, εξαντλήθηκα.

ΑΝΤΡΕΪ: Πώς ήλθε, χωρίς παντελόνια, ως συνήθως;

ΣΕΛΜΑ: Αντρέι, είσαι άδικος, τι είναι αυτά που λες; Απλώς, ο άνθρωπος ήλθε με τις πιτζάμες . Αφού οι όροφοι όλων των κτιρίων επικοινωνούν μεταξύ τους, γιατί να ντυθεί;

ΑΝΤΡΕΪ: Σταμάτα πια. Δεν μ’ ενδιαφέρουν αυτά. Ούτε είσαι γυναίκα μου, ούτε είμαι άντρας σου. Τι εμοί και σοι γύναι;

ΣΕΛΜΑ: Όχι, δεν είναι αλήθεια αυτά που σκέφτεσαι. Εγώ σ’ αγαπώ και το ξέρεις. Είμαστε μια όαση ο ένας για τον άλλον σ’ αυτή την έρημο. Μη με αποδιώχνεις, θα το μετανιώσεις. Χρειαζόμαστε να ψηλαφούμε ο ένας τον άλλον μέσα στο σκοτάδι. Έχω για σένα στο σπίτι ένα λυχνάρι αναμμένο και μία κατσαρόλα που βράζει…

ΓΙΟΥΡΙ: Σέλμα κι εγώ δεν αισθάνομαι καλά. Μού φαίνεται πως μού έφυγε ένα σφράγισμα στη μάχη.

ΦΩΝΕΣ ΠΛΗΘΟΥΣ: Οι διεφθαρμένοι στην κρεμάλα! Κάτω τα κόμματα! Κάτω τα έθνη! Κάτω οι τάξεις! Κάτω όποιος σπείρει τη διχόνοια!

ΦΩΝΗ ΑΠΟ ΜΕΓΑΦΩΝΟ: Λαέ της Πειραματοχώρας, σού ομιλεί ο Φριτς Γιέγκερ, ο νέος κυβερνήτης σου. Από την πέμπτη πρωινή της σήμερον η χώρα τελεί σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και ισχύει ο στρατιωτικός νόμος. Πήρα την πρωτοβουλία να αναλάβω την εξουσία, εγώ και οι συνεργάτες μου, αναλογιζόμενος και συναισθανόμενος το πλήρες αδιέξοδο, στο οποίο έχει περιέλθει η κοινωνία μας. Δηλώνω παρών, είμαι εδώ με ευθύνη και ενδιαφέρον για τον καθένα από σάς ξεχωριστά. Το φαύλο καθεστώς, η αναξιοκρατία και η ευνοιοκρατία των νεστορο-μεντόρων έπρεπε να τερματιστεί. Δεν είμαστε πειραματόζωα, κουνέλια ή ινδικά χοιρίδια κι αυτό ας το ακούσουν όλοι απ’ άκρου σ’ άκρη. Είμαστε άνθρωποι , με όπλα τη νόηση και τη βούληση , ικανοί να οικοδομήσουμε μόνοι μας το μέλλον μας χωρίς κανενός είδους κηδεμονία. Η μοίρα του λαού περνάει στα χέρια του ιδίου. Η Πειραματοχώρα δεν ανήκει στους πειραματιστές, αλλά στα πειραματόζωα, εεε στους πολίτες. Ορκίζομαι να δικαιώσω την εμπιστοσύνη , με την οποία με περιβάλλετε ή θα με περιβάλατε, αν είχατε επιλογή.

(Ξεροκαταπίνει, πνίγεται, ξεροβήχει, συνεχίζει).

ΦΡΙΤΣ ΓΙΕΓΚΕΡ: Θα είμαι σκληρός, θα είμαι αδυσώπητος στο όνομα του λαού, θα προβώ ακόμη και σε αγριότητες, αν είναι για την ευημερία του λαού. Δεν υπάρχουν πια διακρίσεις ή παρατάξεις, που φέρνουν μόνο διχόνοια. Δεν υπάρχουν καπιταλιστές ή σοσιαλιστές, φασίστες ή κομμουνιστές, μαύροι ή άσπροι. Αν είμαστε ενωμένοι, κραδαίνοντας το σφυρί, το αλέτρι ή το δίκανο , κανείς δεν μπορεί να μάς νικήσει ή να μάς επιβάλλει τη βούλησή του. Η ενότητα είναι το έμβλημά μας. Λαέ της Πειραματοχώρας. Σού δίνω ψωμί.

(Εκσφενδονίζονται ψωμιά).

ΦΡΙΤΣ ΓΙΕΓΚΕΡ: Σού δίνω ελευθερία.

(Πετάνε από ψηλά τους μαύρους χιτώνες των νεστορο-μεντόρων).

ΦΡΙΤΣ ΓΙΕΓΚΕΡ: Σού προσφέρω τον ήλιο της ειρήνης.

(Θαμπώνονται όλοι από τη λάμψη του ήλιου που ανάβει).

ΦΡΙΤΣ ΓΙΕΓΚΕΡ: Ναι, κοιτάξτε τον ήλιο που λάμπει και ζεσταθείτε στη θαλπωρή του. Κοιτάξτε τις σκοτεινές φιγούρες των νεστορο- μεντόρων, που γλιστρούν στο σκοτάδι και ψάχνουν γωνιές για να κρυφτούν. Τα παράσιτα , οι λεηλάτες, οι κερδοσκόποι , οι καιροσκόποι στριμώχνονται ζαρωμένοι στις σκιές, γιατί ξέρουν ότι δεν υπάρχει έλεος γι’ αυτούς. Χαρείτε, ξημερώνει μία καινούρια μέρα, μία καινούρια εποχή!

Γ’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
(Στη σύνταξη της εφημερίδας)

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Κουφαλίτσες, είμαι ελεύθερος! Ο Φύρερ , που ο θεός να μάς κόβει χρόνια και να τού δίνει μέρες, παραχώρησε γενική αμνηστία σε όλους τους εγκληματίες. Είναι δε γνωστό ότι, ανάμεσα σ’ αυτούς, ο υπ’ αριθμόν Ένα δημόσιος κίνδυνος ήμουν εγώ, έτσι δεν είναι κύριε πρώην ανακριτά;

ΑΝΤΡΕΪ: Εσύ μάς έλειπες τώρα. Κένσι, αυτή η καταραμένη μηχανή του κιμά, πώς τη λένε, που κάνει τα έγγραφα κορδέλες, στόμωσε. Ρίχνε τα στο τζάκι κι ανακάτευε με τη μασιά για να αναζωπυρωθεί η φωτιά.

ΚΕΝΣΙ: Ρίχνω, ρίχνω. Μέχρι τώρα έχω ξεφορτωθεί τα ονόματα όλων των ανταποκριτών μας , τα πρωτότυπα όλων των πολιτικών άρθρων, των εβδομαδιαίων επιθεωρήσεων, οτιδήποτε μάς επιβαρύνει γίνεται από τυπωμένη λέξη φλεγόμενη κυτταρίνη .

ΑΝΤΡΕΪ: Ξέχασες τα πρακτικά συνεδριάσεων της αρχισυνταξίας. Εγώ θα στα λέω όλα, βλακόμουτρο ; Αναρρίπισε τη φωτιά, ο διάολος να σε πάρει! Και τα γράμματα, τα γράμματα των αναγνωστών. Μπορεί να τα έγραψε άλλος, αλλά εμείς είμαστε οι αποδέκτες.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Καλά , γιατί κάνετε έτσι ; Εσείς δεν ήσασταν με τους νεστορο-μέντορες, αλλά υπήρξατε πάντοτε ένα αντιπολιτευτικό, φιλελεύθερο έντυπο. Απλώς τώρα θα πάψετε να είστε αντιπολιτευτικοί και φιλελεύθεροι. Αυτό είναι όλο. Μη φοβάστε ρε, ο κίνδυνος απειλεί μόνο τους έξυπνους ανθρώπους, ενώ εσείς είστε κοκοβιοί.

ΚΕΝΣΙ: Βούλωσέ το, γιατί θα σε πετάξω έξω.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Χωρίς πλάκα, άνθρωποι σαν και μάς δεν έχουν λόγο να ανησυχούν. Το μεγαλύτερο έγκλημα στο περιβάλλον της πολιτικής είναι η ανάπτυξη νοημοσύνης. Εμείς όμως δεν έχουμε γνήσια νοημοσύνη, διότι αυτή αμφισβητεί. Είμαστε κονφορμιστές ενήλικες, έχουμε κατασταλάξει , έχουμε επιλέξει, εκπροσωπούμε κάποιες στάνταρ απόψεις, επομένως δεν αποτελούμε απειλή για το σύστημα. Ίσως σε παιδική ή εφηβική ηλικία να σκεφτόμασταν, τώρα πάντως ενεργούμε με βάση εξηρτημένα αντανακλαστικά, συνειρμικές αντιστοιχίες, μαθημένες ικανότητες, σαν ένα είδος επίκτητου ενστίκτου, απαραίτητου για την επιβίωση. Είμαστε εκπαιδευμένα ενεργούμενα, αυτοματοποιημένα νευρόσπαστα, αυτό είμαστε. Όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος, εκφυλίζεται από τη νοημοσύνη στο βασικό ένστικτο.

ΑΝΤΡΕΪ: Σταμάτα, γιατί στα ‘χω μαζεμένα. Τότε , με είχες πρήξει για να μού πεις ότι ο χαρτοφύλακας περιείχε ερωτικά γράμματα. Εμείς προσπαθούσαμε να βάλουμε μια τάξη στο χάος, να οργανώσουμε λίγο την κοινωνία μας κι εσύ κορόιδευες! Τώρα με τη διανοουμενίστικη λογική σου μάς αποδίδεις ευθύνες , που περιπέσαμε στο Φριτς Γιέγκερ. Εσύ τι έκανες τόσα χρόνια, εκτός από το να ξύνεις τα τέτοια σου, να τσιλιμπουρδίζεις και να εκτοξεύεις έξυπνες ατάκες; Οι αδιάφοροι, περιθωριακοί ζαμανφουτίστες σαν και σένα φταίνε για όλα.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Τι μάς λες; Να σού διαβάσω ένα πρόσφατο απόσπασμα από την πτωχή πλην τίμια φυλλάδα σου, τη βαρύγδουπη «Εφημερίδα του Άστεως» (ή μήπως «Αστεία Εφημερίδα»;), που δημοσιεύθηκε επί καθεστώτος νεστορο-μεντόρων; Το έχω εδώ, για να μού φράζει μια τρύπια τσέπη. «Είναι ανεξήγητη η δριμύτητα, με την οποία η Κυβέρνηση αντιμετωπίζει την ανανεωτική κίνηση του Φριτς Γιέγκερ. Στο κάτω- κάτω ο Φριτς Γιέγκερ είναι μια αυθόρμητη, υγιής δύναμη που μάχεται κατά της διαφθοράς. Επισημαίνει στη Διοίκηση τις ελλείψεις , την αδράνειά της και το αδιέξοδο των επιλογών της. Η Διοίκηση δεν μάς έχει πείσει ότι οι ακραίες συνθήκες που πλήττουν την Πειραματοχώρα, που δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν καιρικές ή κλιματικές, αλλά συνιστούν κατάφορη παραβίαση των νόμων της φύσης και κατά τούτο δεν συγκροτούν φυσικά, αλλά παρά φύσιν φαινόμενα, δεν οφείλονται στο δικό της κατασκευαστικό οίστρο» . Πολλά «δεν» βάζεις, ούτε οι ινστρούχτορες του γυμνασίου, που γράφουν λόγους του δεκάρικου, δεν αραδιάζουν τέτοιες ασυνταξίες, κύριε αρχισυντάκτα. Και συνεχίζω, γιατί εδώ είναι το μεγάλο γέλιο. «Σ’ αυτά έχει δίκιο ο Φριτς Γιέγκερ. Τουλάχιστον αυτός αρνήθηκε στην πράξη τα διάφορα αξιώματα, με τα οποία προσπάθησε το καθεστώς να τον δελεάσει. Δεν συνεργάστηκε, δεν άλλαξε επαγγέλματα, παρέμεινε πάντα δραστηριοποιούμενος στον ευρύτερο χώρο της δημόσιας ασφάλειας». Καλά, ε; Πάντα ήσουν αφελής σε θέματα πολιτικής, αλλά εδώ ξεπέρασες τον εαυτό σου. Και μετά, ανησυχείς; Είμαι βέβαιος ότι θα σού εγκρίνουν κονδύλι για πρόσθετο χαρτί, ώστε να μπορείς να γράφεις κι άλλες τέτοιες μακακίες!

(Εκείνη τη στιγμή εισχωρεί στο γραφείο ένας νεστορο-μέντορας).

ΝΕΣΤΟΡΟ-ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Αντρέι, φίλε μου, μη σηκώνεσαι. Τώρα δεν είμαι παρά ένας κυνηγημένος, είμαι στην παρανομία. Θέλω όμως να σού πω ότι δεν θα ξεχάσω τις συζητήσεις μας, τα όσα περάσαμε μαζί. Οι διώξεις και η εξορία δεν θα με οδηγήσουν να απεμπολήσω τις ευγενικές μου ιδιότητες, να προδώσω τη μόρφωσή μου.

ΑΝΤΡΕΪ: Βρε που να σε πάρει η ευχή, τι αξία έχουν αυτά που λες, τώρα που χάσατε την εξουσία; Ήσασταν και εσείς μία κάποια λύσις. Το παρακάνατε όμως, σβήσατε τον ήλιο. Δεν έπρεπε να προχωρήσετε τόσο πολύ. Αν δεν είχατε σβήσει τον ήλιο, τίποτε από τα δυσάρεστα δεν θα είχε συμβεί.

ΝΕΣΤΟΡΟ- ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Σε διαβεβαιώ , Αντρέι, δεν ήταν ηθελημένο. Ήταν μία αβαρία, μία ανόητη, απρογραμμάτιστη βλάβη. Το Πείραμα βγήκε εκτός ελέγχου. Τουλάχιστον έτσι φαίνεται. Ίσως, όμως, οι ιστορικοί του μέλλοντος, που θα έχουν πάρει απόσταση από τα γεγονότα, θα αναγνωρίσουν ότι ένα πείραμα εκτός ελέγχου παραμένει πείραμα. Μία ρετροσκοπική ματιά ίσως δείξει ότι το αιγυπτιακό σκοτάδι ήταν τελικά αναπόσπαστο μέρος του Πειράματος…

ΑΝΤΡΕΪ: Τώρα όμως τι θα κάνουμε, τι πρέπει να γίνει; Ποτέ δεν μάς δώσατε απαντήσεις, αλλά σιωπούσατε σαν Σφίγγες. Κι ορίστε πού καταντήσαμε, να διευθύνει το Πείραμα ο Φριτς Γιέγκερ.

ΝΕΣΤΟΡΟ- ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Να σώσουμε ό, τι μπορεί να περισωθεί. Να σώσουμε τις ζωές μας. Με φειδώ, με περίσκεψη, με νοοτροπία διασώστη ή ναυαγοσώστη, πρέπει κάτι να σώσουμε, έστω και το ελάχιστο. Έστω και μέσω του Φριτς Γιέγκερ ή , ακόμη καλύτερα, σε πείσμα ενός Φριτς Γιέγκερ. Δεν μπορεί να φυτέψουμε μία σφαίρα στον κρόταφό μας εξαιτίας του Φριτς Γιέγκερ. Πρέπει να βρούμε τη δύναμη να συνεχίσουμε τις ζωές μας. Ναι αυτή είναι η λύση, Αντρέι. Αν απογοητευτήκαμε από το Πείραμα, ας σκεφτούμε τον αγώνα της ζωής, την επιβίωση! Αν ο άνθρωπος σκεπτόταν κάθε στιγμή το «τώρα», όλα τα ψυχικά του προβλήματα θα είχαν λυθεί.

ΑΝΤΡΕΪ: Μα γιατί τα αφήσατε να συμβούν όλα αυτά; Γιατί δεν τα εμποδίσατε, αφού είχατε τη δύναμη;

ΝΕΣΤΟΡΟ- ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Δεν είν’ έτσι Αντρέι, σε θέματα πολιτικής δεν μπορούμε να επέμβουμε. Η πολιτική είναι ο απόλυτος χώρος της ελευθερίας. Μη ξεχνάμε όμως ότι η ελευθερία είναι στατιστικό φαινόμενο, καθορίζεται από τους πολλούς, από τη μάζα. Τα περισσότερα μόρια του νερού βράζουν στους εκατό βαθμούς, τι να κάνουμε; Σοσιο-νταϊνάμικς είναι αυτά, δυναμική κοινωνιολογία. Μα και όλη η γνώση μας είναι αυστηρά κοινωνική. Για φαντάσου να βρισκόμασταν μόνοι μας σε πολιτικά ασύνταχτο χώρο. Θα ψάχναμε να βρούμε διακόπτες στην πέτρα, αλλά το φως δεν θα άναβε. Θα επιχειρούσαμε να φτιάξουμε αυτοκίνητο, αλλά ευχαριστημένοι θα ‘μασταν, αν μπορούσαμε να μαστορέψουμε ένα τσεκούρι. Όπως και όσοι διάγουν βίο πρωτογόνων θα θεωρούσαν τα βιβλία και τις δισκέττες μας λίθους και αδρανή υλικά. Δεν υπάρχει εμπειρία, χωρίς κοινωνία, Αντρέι. Μπορεί ο άνθρωπος ως προς το χρόνο να είναι σωματίδιο στη μέση της κλεψύδρας παρελθόντος και μέλλοντος, ωστόσο το κύμα του διαχέεται στην κοινωνία από τη γέννησή του ως το θάνατο, στο χώρο του διαλόγου και των αναμνήσεων. Έτσι, μέσω της διαντίδρασης και της επικοινωνίας των ειδών διαμορφώνεται σιγά- σιγά η Πλάση κι από το χοντροκομμένο γένος καταλήγουμε στη λεπτή ειδοποιία . Το κύμα της ψυχής μας, που κατά τη γέννηση είναι τυφλή ζωική ενέργεια γίνεται βαθμιαία επεξεργασμένο περιεχόμενο, στο θάνατο και πέρα απ’ το θάνατο. Αυτά… Τώρα όμως πρέπει να σ’ αφήσω , γιατί με κυνηγούν, θα σε ξαναδώ πάνω σε νέες επάλξεις , θα σε καμαρώσω καθώς θ’ αντιμετωπίζεις νέες προκλήσεις!

(Ο νεστορο-μέντορας αποσύρεται μ’ ελαφρά πηδηματάκια και κάποιος άλλος χτυπάει την πόρτα).

ΚΕΝΣΙ: Αμάν, μάς τρέλανε στην πολυλογία ο μαυροφορεμένος. Τόσες πολλές λέξεις απλά και μόνο για να μάς πει «να πάτε να πνιγείτε, κόψτε το λαιμό σας». Εσύ πάλι ποιος είσαι;

ΑΓΝΩΣΤΟΣ: Καλημέρα σας, λέγομαι Κοκκινοπιπεράκι κι είμαι ο νέος λογοκριτής στη θέση του κυρίου Παπρικάκι.

ΠΡΑΞΗ ΤΕΤΑΡΤΗ: ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΙ ΘΡΟΝΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ

Α’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

(Στο δρόμο για την υπηρεσία)

ΕΡΓΑΤΗΣ ΣΕ ΑΝΑΧΩΜΑ: Πάλι έκοψα τα χέρια μου, ορίστε κοιτάξτε τα. Ένα δεν καταλαβαίνω, εξήγησέ το μου εσύ. Απ’ τη κοστουμιά φαίνεσαι ότι είσαι μες στο κόλπο, κύριε Εισαγγελεύ . Εγώ όλους τους κοστουμαρισμένους εισαγγελείς τούς λέω. Γιατί δεν φέρνουν μία υδραυλική μπουλντόζα ; Θα μπορούσε να κάνει τη δουλειά όλων μας, αντί να παιδευόμαστε με τα φτυάρια.

ΑΝΤΡΕΪ: Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, φίλε. Υπάρχουν μόνο δύο μπουλντόζες σ’ όλη την πόλη…

ΕΡΓΑΤΗΣ: Αυτό λέω κι εγώ, τη μία να τη στείλουν εδώ. Δεν είναι κατάσταση αυτή, έχω γεμίσει ρόζους. Φτύνουμε αίμα, μάς έχει κοπεί η μαγκιά. Μού είπαν ότι θα δουλέψω στην υπηρεσία κυκλοφοριακού σχεδιασμού κι αντ’ αυτού με έβαλαν στα χαρακώματα, οι απατεώνες.

ΑΝΤΡΕΪ: Σού εξηγώ ότι οι μπουλντόζες χρειάζονται αλλού.

ΕΡΓΑΤΗΣ: Αλλού, πού αλλού, μας δουλεύεις; Εδώ είναι το μεγάλο εργοτάξιο και χτίζεται το μεγαλύτερο πολυώροφο κτίριο της πόλης. Πού είναι οι μπουλντόζες; Τις έχετε για τις ιδιωτικές σας μετακομίσεις; Μού θυμίζετε το στρατό, όπου ήμουν μογγόλος στον όρχο. Όταν ερχόμουν στη μονάδα με το φορτηγό γεμάτο πετρέλαιο, μού ‘λεγε ο υλικονόμος «πάρτο από ‘δω και πήγαινε να το αδειάσεις σπίτι μου».

ΑΝΤΡΕΪ: Φτάνει, έχω βαρεθεί τις γκρίνιες σας. Σάς ζητάει το καθεστώς να εργαστείτε μερικές ώρες την ημέρα κι εσείς το κάνετε ανατολικό ζήτημα. Σκούζετε και σκληρίζετε, λες και σάς χώσαμε στυλό στα πισινά. Σε λίγο θα μού ζητήσεις σύνταξη για εργατικό ατύχημα, επειδή έκοψες λίγο τα δάκτυλά σου. Επιτέλους, δεν δουλεύετε για κανέναν άλλο, για τον εαυτό σας δουλεύετε. Εγώ πριν από την πολιτειακή αλλαγή ήμουν σκουπιδιάρης , αλλά δεν παραπονιόμουν. Τεμπέληδες, δεν έχετε συνείδηση… Τι κάθομαι και σού μιλάω; Ίσως το λάθος μας είναι ότι τα σωματεία σας χρηματοδοτούνται από το κράτος, ενώ θα έπρεπε η μισθοδοσία να προκύπτει από εισφορές των μελών. Διεκδικείς, κύριε, και καλά κάνεις, αλλά δεν μάς είπες ποιος θα στα δώσει και πού θα τα βρει.
(Συναντά τη Σέλμα).

ΣΕΛΜΑ: Αντρέι, σήμερα έρχεται ο άνθρωπος για τα χαλιά. Θέλω να καλέσω κι ένα ξυλουργό, γιατί έχουν χαλαρώσει οι μεντεσέδες σ’ όλα τα ντουλάπια. Άμα θες δεξίωση, δεν είναι παίξε –γέλασε, πρέπει να ασχοληθείς και λίγο. Ξέρω βέβαια ότι είσαι απασχολημένος με τα συμβούλια, κύριε Σύμβουλε, αλλά κοίτα να μού στείλεις κανένα από τους αργόσχολους, που τριγυρνάνε στο γραφείο σου. Έχω να τού αναθέσω μερικά ψώνια, να μετακινήσω μερικά έπιπλα.

ΑΝΤΡΕΪ: Κοίτα, η καινούρια μου θέση είναι πολύ σημαντική, δεν μπορώ να διακινδυνεύσω σχόλια. Η γυναίκα του Καίσαρος δεν πρέπει μόνο να είναι, αλλά και να φαίνεται τίμια. Δεν με νοιάζει για τον εαυτό μου, αλλά προέχει να προστατεύσουμε τους θεσμούς. Κατάλαβες; Δεν είμαι φανατικός ιεραπόστολος, φιλόψογος τιμητής ή επιστήμων ηθικολόγος για να πρεσβεύω κάποια θρησκευτική, εθιμοτυπική ή ατομική ηθική, με ενδιαφέρει μόνο η θεσμικότητα. Να είμαστε θεσμικά εντάξει. Αυτό συμβολίζει ο Υάλινος Οίκος, που στεγάζει την κυβέρνηση του Φριτς Γιέγκερ.

ΣΕΛΜΑ: Στείλε μου έναν ασχημούλη. Ποιος θα πιστέψει ότι πήγα με ασχημόπαπο; Όλοι ξέρουν ότι, αν μη τι άλλο, έχω αισθητική. Και στείλε μου τον γρήγορα , όχι με τα πόδια ή με κάρο ανθρωποκίνητο . Δεν μού λες αλήθεια, τι έγινε, φτιάξατε επιτέλους πτητικές συσκευές ;

ΑΝΤΡΕΪ: Τι πτητικές συσκευές ;

ΣΕΛΜΑ: Μετεωρολογικά μπαλόνια , αερόστατα, μονοπλάνα, διπλάνα, αεροπλάνα , ανεμοπλάνα , μηχανές Νταβίντσι, φτερά αγγέλου, ιπτάμενα χαλιά, πού να ξέρω;

ΑΝΤΡΕΪ: Η αλήθεια είναι ότι εκτοξεύσαμε μερικά μπαλόνια, αλλά σε ύψος μισού χιλιομέτρου σκάνε σαν τσιχλόφουσκες.

ΣΕΛΜΑ: Ο κόσμος είναι ζόρικος κι εμείς ασθενικοί. Όλα του γάμου δύσκολα. Βαριά η καλογερική. Στριμόκωλα τα πράγματα. Από τότε που στράγγιξε και το πετρέλαιο, μάς τελείωσαν και τα αυτοκίνητα. Δεν νοσταλγείς εκείνο το φορτηγό του σκουπιδιάρικου; Θα ‘ταν καλύτερα κι από λιμουζίνα στις σημερινές συνθήκες.

ΑΝΤΡΕΪ: Σταμάτα τις μιζέριες, καλά πάμε. Ο Φριτς έχει φτιάξει ένα μικρό παράδεισο. Έχουμε λύσει τα προβλήματα διατροφής, μπορούμε να τρώμε μέχρι σκασμού. Έχουμε ρούχα, πλήρες νοικοκυριό, ραδιόφωνο, τηλεόραση και μερικά άλλα γκάτζετς για διασκέδαση. Έναν κινηματογράφο, ένα θέατρο και κυρίως παραστάσεις στους δρόμους, σκετσάκια και ομιλίες. Μα πάνω απ΄ όλα, έχουμε ξεφύγει απ’ τις ατέρμονες φιλοσοφικές ανησυχίες, που μάς ταλάνιζαν, απ’ τη δυναστευτική επικράτεια των φαινομένων, τα αμείλικτα ερωτήματα. Οι απόψεις μας έχουν πια σταθεροποιηθεί και διοχετευθεί σε μία πρακτική κατεύθυνση, έχει δημιουργηθεί μία πολιτισμική παράδοση. Αντί για νεφελώδεις αναζητήσεις και ασυσχέτιστα σκιρτήματα, έχουμε θεμελιώσει μία ΠΑΓΙΩΣΗ αντιλήψεων, έχουμε καταλήξει σε ΠΙΣΤΕΙΣ ΔΙΕΞΟΔΕΥΜΕΝΕΣ ή ΠΕΡΙΟΔΕΥΜΕΝΕΣ, έχουμε κατακτήσει τη ΜΕΤΑ ΛΟΓΟΥ ΑΛΗΘΗ ΔΟΞΑ, εμφορούμαστε από εδραίες ΠΕΠΟΙΘΗΣΕΙΣ.

(Φτάνει στο γραφείο, τον περιμένουν ο Προϊστάμενος του Τομέα Γεωδαισίας Κουεμάντα και ο Διευθυντής Προσωπικού Βαρέικις και η ιδιαιτέρα γραμματεύς του Αμαλία).

ΑΝΤΡΕΪ: Κύριοι, συγγνώμη για την καθυστέρηση , αλλά με τα τόσα εργοτάξια, δεν βρήκα ούτε άμαξα ούτε φορείο, ούτε χειροκίνητο, ούτε ιππήλατο, ούτε μόνιππο, ούτε τέθριππο. Σέλμα, πήγαινε τώρα σπίτι σε παρακαλώ. Αμαλία, να περάσει ο κύριος Βαρέικις.

ΒΑΡΕΪΚΙΣ: Καλημέρα κύριε Σύμβουλε. Τα σέβη μου, απευθύνομαι σε σάς με τιμή περιορισμένη, αλλά με εκτίμηση απεριόριστη. Όπως γνωρίζετε, ο φωτισμένος μας Φύρερ έχει διατάξει να μην προσλαμβάνονται σε δημόσια υπηρεσία άτομα με δείκτη νοημοσύνης κάτω του εβδομήντα πέντε. Δεν είμαστε εδώ φυτώριο ερασιτεχνών ή ευέλπιδων, χρειαζόμαστε έτοιμους παίκτες, δηλαδή φτασμένους συνεργάτες. Διαπίστωσα ότι υπάρχει στην υπηρεσία ένα άτομο με δείκτη νοημοσύνης πενήντα οκτώ και συγκεκριμένα η κυρία Αμαλία Θορν, θεώρησα πρέπον να σάς ενημερώσω.

ΑΝΤΡΕΪ: Καλά, τι σαχλαμάρες είναι αυτές; Αυτή είναι η ιδιαιτέρα γραμματεύς μου, η ιδιαιτέρα μου. Στα απαιτούμενα προσόντα της ιδιαιτέρας γραμματέως δεν συγκαταλέγεται η νοημοσύνη.

ΒΑΡΕΪΚΙΣ: Τι συγκαταλέγεται τότε;

ΑΝΤΡΕΪ: Βαρέικις, θα παίξουμε τώρα; Πες μου τι άλλο θέλεις, αλλιώς τράβα δρόμο.

ΒΑΡΕΪΚΙΣ: Υπάρχει κι ένα άλλο θέμα, αλλά δυσκολεύομαι λίγο να μιλήσω. Αφορά τον κύριο Κουεμάντα…. Περιμέναμε μαζί στον προθάλαμο κι αισθάνθηκα γι’ αυτόν μια συναδελφικότητα. Δεν μπορώ όμως να αποκρύψω ότι φλυαρεί πολύ στο τηλέφωνο, σχολιάζει τις αποφάσεις του Φύρερ μας. Επιπλέον, έχει μανία με τους νεστορο- μέντορες, συνέχεια εκθειάζει τις επιστημονικο-τεχνικές τους δυνατότητες, τις οποίες θεωρεί τεράστιες. Αντίθετα, υποτιμά, θα έλεγα, την αξία και το ρόλο του Συμβουλίου και του Προέδρου μας. Μετά… είναι και το άλλο. Δεν καταλαβαίνω με τι ασχολείται ο άνθρωπος αυτός. Τι σημαίνει τομέας γεωδαισίας;

ΑΝΤΡΕΪ: Βαρέικις, μη με επιβαρύνετε με την άγνοιά σας. Εκτός από το να στήνεις αυτί στον τοίχο, να απλώνεις κοριούς και καλώδια ή να κρυφοκοιτάς απ’ την κλειδαρότρυπα, υπάρχουν και άλλες δραστηριότητες που συγκροτούν τη διακυβέρνηση ενός κράτους. Ο τομέας γαιοδαισίας έχει να κάνει μ’ ένα σχέδιο, που χειρίζεται προσωπικά ο ίδιος ο Φύρερ, μάλιστα έχει συγκαλέσει και συνεδρίαση σχετικά με αυτό στις πέντε η ώρα.

(Μπαίνει η Αμαλία κουνώντας επιδεικτικά τους γοφούς , καλυμμένους με απαλό μετάξι).

ΑΜΑΛΙΑ: Κύριε, μόλις έφτασε μια επιστολή. Θα την έβαζα με την τακτική αλληλογραφία, αλλά το παιδί που την έφερε είπε ότι προέρχεται από έναν παλιό σας γνώριμο.

(Χρατς, χρουτς, ανοίγει με το χαρτοκόπτη το φάκελο, αναγιγνώσκει δυνατά).

ΑΝΤΡΕΪ: «Προς όλους τους ισχυρούς του εκφυλισμένου κόσμου.
Μισώ τα ψέματα και η αλήθειά σας είναι χειρότερη κι από ψέμα. Μεταβάλατε την πόλη σε πολυτελή στάβλο και τους πολίτες σε χορτασμένα γουρούνια. Δεν θέλω να είμαι σκασμένο χοντρογούρουνο, αλλ’ ούτε και γουρουνέμπορας ή χοιροβοσκός, τίποτ’ άλλο όμως δεν υπάρχει στο σιχαμένο κόσμο σας, που γλείφει τα χείλια του απ’ το λίπος. Στην άξεστη συμπεριφορά σας καταντήσατε να είστε κι ευχαριστημένοι, παρότι στοιβάξατε όλα σας τα ταλέντα στη λεκάνη της τουαλέτας και τραβήξατε το καζανάκι. Κι όμως κάποτε κάποιοι από σάς είχαν ανθρωπιά, ήταν φίλοι και προς αυτούς κυρίως απευθύνομαι. Δεν παίρνετε από λόγια, γι’ αυτό κι εγώ επικυρώνω τα γραφόμενά μου με μια ακραία, οριακή πράξη. Ίσως ντραπείτε, ίσως φοβηθείτε, ίσως μετακινήσετε λίγο το κόλον σας στην πολυθρόνα. Ελπίζω και αποβλέπω στην ελάχιστη αντίδραση, ακόμη και στον πιο ανεπαίσθητο κυματισμό του τέλματος. Ο θεός να τιμωρήσει τη νωχέλειά σας , τον αηδιαστικό εφησυχασμό σας.
Η τιμή (και η εκδίκηση) είναι όλη δική μου
Ντόναλντ

ΥΓ: Ό, τι δεν σφραγίζει κανείς με θάνατο, δεν έχει καμία αξία. Η ζωή είναι μία λεπτή κρούστα πάνω από τη λάβα της μη ύπαρξης, απ’ όπου αντλούμε τη δύναμή μας. Έτσι κι αλλιώς, περισσότερα χρόνια είν’ αυτά που ήμασταν ή θα είμαστε πεθαμένοι, παρά εκείνα που θα ζήσουμε. Ισορρόπησα πάνω στη λεπτή επικάλυψη πολλά χρόνια, βαρέθηκα να ακροβατώ, καραγκιόζης γαντζωμένος σε μια παράσταση, όπου άλλος βαρά τον ταμπουρά κι εγώ χορεύω. Πέφτω απ’ το μπαλκόνι της Κίρκης σαν ωραίος Ελπήνωρ, για να ζήσω την ένταση της στιγμής. Εκρήγνυμαι, κάνοντας τη ζωή μου πυροτέχνημα, ακουμπώντας τον τοίχο του Υάλινου Οίκου, εγώ ένας Αμερικανός μιμούμαι τους τζιχαντιστές. Δεν σού δίνω, κύριε κυβερνητικέ πράκτορα, ευκαιρία να με μεταπείσεις, δεν την αξίζεις. Θυμάμαι όμως τότε που ήμασταν φίλοι κι ίσως έμεινε λίγο υγρό στη ψυχή σου και τα βλέφαρά σου από κείνα τα μεθύσια. «Στάθι και οίκτιρον», Αντρέι, κι άφησε τα δάκρυα να κυλήσουν γιατί δεν ζω πια!

(Ακούγεται εκκωφαντικός θόρυβος, ανατινάσσεται όλη η κεντρική πλατεία) .

ΑΜΑΛΙΑ: Τον είδα απ’ το παράθυρο, μία μαύρη φιγούρα. Ήταν ζωσμένος μ’ εκρηκτικά! Ωχ λιποθυμώ…

ΑΝΤΡΕΪ: Γαμώ το , μη πέφτεις πάνω μου, χοντρέλα , με γέμισες μύξες. Το τηλέφωνο, να πάρω το Φριτς. Ο Φριτς, ο Φριτς, ο Φριτς… , ο μόνος που έχει φρύδια σε τέτοιες καταστάσεις…

B’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΑΝΤΡΕΪ: Φριτς, είσαι καλά αγόρι μου, τι έγινε εκεί πέρα;

ΦΡΙΤΣ: Εντάξει είμαστε. Απλώς ο Υάλινος Οίκος έγειρε λίγο προς τα δεξιά. Ξέρεις ποιος ήτανε ο δράστης;

ΑΝΤΡΕΪ: Ο Ντόναλντ ανέλαβε την ευθύνη με επιστολή του. Ζώστηκε με εκρηκτικά και ανατινάχτηκε.

ΦΡΙΤΣ: Πώς τον χαρακτηρίζεις; Φαινόταν πως ήταν ανατρεπτικό στοιχείο.

ΑΝΤΡΕΪ: Πίστευε πως ήταν δυναμικός αντικονφορμιστής στη λογική του αναρχικού υπεράνθρωπου. Στην πραγματικότητα , όμως, και λυπάμαι που το λέω, ήταν μάλλον ένας υστερικός λαπάς, που δεν μπόρεσε να διαχειριστεί την «αριστεία» του νέου καθεστώτος, όπου ο άνθρωπος παίρνει τη μοίρα στα χέρια του, ξεφεύγοντας από το προστατευτικό κουκούλι της ρουτίνας και της συνήθειας.

ΦΡΙΤΣ: Τέλος πάντων, ενόψει των νέων εξελίξεων, επιβάλλεται να επισπεύσουμε τη συνάντησή μας. Σε περιμένω αμέσως μαζί με τους άλλους επικεφαλής των τμημάτων. Όσο για την επιστολή, θάψε τη. Δεν φαντάζομαι να άφησες τη γραμματέα σου να τη δει. Θέλω να σού επιστήσω την προσοχή, ζούμε σε πονηρούς καιρούς. Κόψε τα τσιλιμπουρδίσματα με την ιδιαιτέρα σου γιατί κυκλοφορούν αδίστακτοι κινηματογραφιστές, που τα γράφουν όλα σε βίντεο. Μην αφήνεις να κυκλοφορούν ολόγυρα γράμματα, DVD ή όποιο άλλο μέσο αποθήκευσης και τέτοια. Και να ξέρεις ότι το στόμα της γυναίκας είναι χειρότερο από μαγνητόφωνο. Μην την αγγίζεις, μη της μιλάς, μη γελάς, παραμονεύει ο μπελάς.

(Κλείνει το τηλέφωνο).

ΑΝΤΡΕΪ: Αμαλία, πάω στα Κεντρικά. Άμα σε ρωτήσουν για το γράμμα που λάβαμε, δεν ξέρεις τίποτα. Κι άμα δεν σού πουν όνομα, μη τούς πεις «δεν ξέρω τίποτε για το γράμμα του Ντόναλντ». Για όνομα του θεού, μην κάνεις καμιά τέτοια πατάτα.

(Πάει στα Κεντρικά).

ΦΡΙΤΣ: Άρχεται η συνεδρίαση του τριμελούς διευθυντηρίου. Παιδιά, μην παραμελούμε και τις τέρψεις του ουρανίσκου. Κερνάω σαλάτα με ωραία σάλτσα. Λάβετε, φάγετε χωρίς δισταγμό, γεύμα εργασίας είναι αυτό με έξοδα του κράτους. Μη μείνουμε πολύ στο περιστατικό της έκρηξης. Κρίμα που ο δράστης έγινε κομμάτια κι έτσι δεν μπορώ να τον τιμωρήσω με μία παραδειγματική δημόσια εκτέλεση. Ή μήπως έχω καταργήσει τη θανατική ποινή και δεν το θυμάμαι; Πάντως, πεθαίνοντας, απέδειξε περίτρανα πως δεν βρισκόμαστε στον άλλο κόσμο, όπως νομίζουν πολλοί. Ο θάνατος ισχύει και για μάς τους διακεκριμένους και για τους απρόσωπους, που έτσι κι αλλιώς πεθαίνουν σαν τις μύγες. Εκτός πια κι αν υπάρχει και τρίτο επίπεδο, ένας άλλος θάνατος μέσα στο θάνατο, οπότε βγαίνεις από μια ακόμη άσπρη τρύπα σε ένα άλλο συνεχές…

ΑΝΤΡΕΪ: Ας παραδεχτούμε ότι ακόμη και στην πιο εξελιγμένη κοινωνία υπάρχουν ψυχωτικοί. Ο Ντόναλντ είχε έμμονες ιδέες με φιλοσοφικές προεκτάσεις. Σίγουρα κυκλοφορούν κι άλλοι σαν κι αυτόν. Ζουν ανάμεσά μας.

ΦΡΙΤΣ: Μα τι ήθελε;

ΑΝΤΡΕΪ: Έλεγε ότι πλήττει, ότι δεν έχουμε στόχους, ότι μάς λείπει το όραμα. Ότι οι προσπάθειές μας να βελτιώσουμε το βιοτικό επίπεδο δεν οδηγούν πουθενά. Η γνωστή ανικανοποίητη λογική εκείνων, που δεν είναι με τίποτε ευχαριστημένοι.

ΦΡΙΤΣ: Εγώ θέλω ν’ ακούσω και τη γνώμη του Ισοκράτη, που πάντα βλέπει τα πράγματα από μια άλλη σκοπιά.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Αν χαρακτηρίζουμε τρελό, όποιον έχει ένα άλυτο πρόβλημα, συσκοτίζουμε αντί να διαφωτίζουμε την κατάσταση. Τι να σάς πω, αφού δεν είστε σε θέση να καταλάβετε τίποτε. Ζώα πολιτικά σαν και σάς ονειρεύονται να κυριαρχήσουν στη μάζα και τελικά καταλήγουν να κάνουν τα πάντα για τη μάζα. Αν εξαφανιζόταν ο λαός, θα πεθαίνατε από μελαγχολία σε δύο μέρες. Πάντως σάς αναγνωρίζω ότι άρχετε, χωρίς να έχετε από πίσω σας το άλλοθι των πολλών κομμάτων, σέρνοντας βέβαια από την άλλη πλευρά το συρφετό των διακοσμητικών βουλευτών, που συμφωνούν με τον προλαλήσαντα. Οι «γιέσμεν» είναι το τίμημα της ταχείας ‘”fast track” διακυβέρνησης. Άνθρωποι σαν και σάς αντιμετωπίζουν μόνο προβλήματα που έχουν λύση, δεν μπορείτε να καταλάβετε την έννοια του αδιεξόδου.

ΦΡΙΤΣ: Λες λοιπόν πως ό, τι και να κάνουμε , θα υπάρχουν πάντα αυτοκτονίες και απονενοημένα διαβήματα. Μού αγγίζεις αυτή τη στιγμή μία ευαίσθητη χορδή, θίγεις ένα θέμα που με απασχολεί. Μού κάνει εντύπωση πως, παρότι εκδίδονται κάμποσα έντυπα στην Πειραματοχώρα, μεταξύ των οποίων και δύο περιοδικά λογοτεχνίας, παρότι έχω δώσει εντολή για εισαγωγή λογοτεχνικών ένθετων σε κάθε εφημερίδα, δεν έχει βγει ούτε ένα βιβλίο της προκοπής. Όχι ότι διαβάζω βέβαια, αλλά αισθάνομαι την έλλειψη κουλούρας. Διαπιστώνω ένδεια σε σκηνοθέτες, συνθέτες , γλύπτες και αρχιτέκτονες, γενικά καλλιτέχνες. Μήπως επειδή λυτρώσαμε τον κόσμο από το πρόβλημα του βιοπορισμού, αφήσαμε πίσω ένα δυσαναπλήρωτο κενό;

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Τι τούς θέλεις τους συγγραφείς τώρα; Κακά τα ψέματα, δεν υπάρχουν αληθινοί καλλιτέχνες, που να επαινούν ένα δικτάτορα, ακόμη κι αν είναι ο καλύτερος του κόσμου! Πρέπει να δεις την κατάσταση διαλεκτικά. Σε σύγκριση με την αρχαία Ελλάδα, υστερούμε σε εμπνευσμένους δημιουργούς. Σε σύγκριση όμως με τους Μογγόλους του Τσένγκις Χαν, πιστεύω ότι είμαστε σ’ ένα πολύ καλό επίπεδο.

ΦΡΙΤΣ: Ας αφήσουμε τα χωρατά. Επιθυμία μου είναι να προσφέρω ένα νέο όραμα στο λαό, συνδυάζοντας όμως το τερπνό μετά του ωφελίμου. Πρέπει να εξασφαλίσω ένα στίβο μάχης για τους υπηκόους μου , ένα χώρο οργής και ανάγκης, όπου θα διοχετεύσουν τα ενδιαφέροντά τους, έτσι ώστε να μην εκφυλίζεται η ηθική τους σε μια ροζ σκανδαλοθηρία, αλλά να στραφεί προς ένα νέο ιδανικό και να γίνει αισθητική. Το νέο όραμα θα είναι η ανίχνευση του κόσμου μας, μία εξερευνητική αποστολή που θα φτάσει στις παρυφές της οικουμένης, όπου κι αν είναι αυτές, που θα φτάσει στην Αντίπολη κι ακόμη πάρα πέρα.

ΑΝΤΡΕΪ: Αποστολή στα πέρατα της οικουμένης, τι τρέλα είναι πάλι αυτή… Να αφήσουμε τις ανέσεις μας. Κρίμα, που ο τοίχος μάς κλείνει μόνο απ’ τη μια μεριά. Όμως μία τέτοια εκστρατεία χρειάζεται σχεδιασμό, μέσα, ολόκληρο στρατό. Φωτιά στα παντζάκια μας, μάς άναψες φυτιλιές, μάιν Φύρερ. Πες μας πιο συγκεκριμένα, πώς τη φαντάζεσαι; Να οριοθετήσουμε επακριβώς τους στόχους.

ΦΡΙΤΣ: Δεν πρόκειται για στρατιωτική εκστρατεία, αλλά για αμιγώς εξερευνητική αποστολή . Βέβαια κάθε οργάνωση προϋποθέτει κάποια στρατιωτική νοοτροπία, δεν φταίω εγώ γι’ αυτό. Αρχηγός θα είναι ο τοπογράφος Κουεμάδα, γιατί ο πρώτιστος στόχος είναι η χαρτογράφηση του κόσμου. Η αποστολή θα προχωρήσει όσο πιο βόρεια γίνεται. Πρόβλημα καυσίμων δεν έχουμε, γιατί από τότε που έφυγαν οι νεστορο- μέντορες, το πετρέλαιο στέρεψε και ξαναγυρίσαμε στην εποχή των φυτοφάγων υποζυγίων, που σιτίζονται όπου σταθούν κι όπου βρεθούν. Εννοείται ότι, πέραν της ομάδας των επιστημόνων, θα υπάρχει και ισχυρότατη στρατιωτική παρουσία. Δόξα τω θεώ, δεν έχουμε πρόβλημα εξοπλισμού και πυρομαχικών. Έχουμε μπόλικο θειάφι, αλάτι και κάρβουνο και παράγουμε μπαρούτι να φάνε και οι κότες. Δεν ξέρουμε τι θα συναντήσουμε στην Αντίπολη, οι φήμες δίνουν και παίρνουν για Τιτάνες, Λαιστρηγόνες, Κύκλωπες. Λένε ότι είναι τεράστιοι κι ότι βάζουν τους κατασκόπους να στροβιλίζονται στο στεγνωτήριο του πλυντηρίου, για να τούς μικρύνουν και να τούς στείλουν έπειτα σε μας.

ΑΝΤΡΕΪ: Αρχηγέ… σε παρακαλώ. Τι είδους παράνοια είναι πάλι αυτή; Πού πάμε ξυπόλητοι στ’ αγκάθια, δεν καθόμαστε στ’ αυγά μας καλύτερα; Γνωρίζουμε ελάχιστα για τη βόρεια περιοχή. Μέχρι πού εκτείνεται; Αν η γη είναι επίπεδη, μπορεί η διαδρομή να είναι άπειρη, να συνεχίζεται στο διηνεκές. Όπως πολύ σωστά τόνισες, για την Αντίπολη ξέρουμε μόνο φήμες. Για τέτοια είμαστε;

ΦΡΙΤΣ: Εσείς φταίτε, παράσιτα. Έχω διαθέσει υψηλά κονδύλια για έρευνα. Τι τα κάνετε τα λεφτά; Ευτυχώς που δεν υπάρχει αντιπολίτευση για να μάς ελέγξει για τις καταχρήσεις. Με ρωτήσατε τι ξοδεύω για να συντηρώ τη Βουλή και τη Γερουσία σαν σκιάχτρα; Ξέρετε τι περίδρομο τρώνε αυτές οι δύο υπερφυσικές μαϊμούδες;

ΑΝΤΡΕΪ: Ξέρω ότι είσαι αγύριστο κεφάλι, άμα πάρεις μια απόφαση. Ήθελα όμως να σε παρακαλέσω να με εξαιρέσεις. Τόσα έχω κάνει για το κοινό καλό, δικαιούμαι την ανάπαυση του πολεμιστή. «Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, την πίστιν τετήρηκα, νυν πέπρωταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος». Είναι και η Σέλμα, τι θα απογίνει; Είμαι σαν συνείδηση, σαν ηθική πυξίδα γι’ αυτήν, θα ήμασταν ανδρόγυνο, αν έπαιρνες στα σοβαρά το ρόλο του θεσμικού επικυρωτή . Τόσο καιρό σου ζητάω να μάς παντρέψεις , αφού δεν υπάρχουν ιερείς, αλλ’ εσύ ασχολείσαι μόνο με τα εργοστάσια και τη βιοτεχνία, σταχανοβιστή. Δεν μπορώ, δεν έχω το θάρρος να ξεκινήσω από την αρχή. Στείλε τον Κουεμάδα, εντάξει, στείλε κι αυτόν τον αργόσχολο το Βαρέικις , που δεν έχει τι να κάνει και κοιτάει απ’ τις κλειδαρότρυπες.

ΦΡΙΤΣ: Αντρέι, μη βγάζεις την ουρά σου έξω. Είναι λιγοστοί κι ευάριθμοι όσοι εμπιστεύομαι, μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, εσύ και ο Ισοκράτης είστε ο μέσος και ο παράμεσος. Στήριξέ με, να ολοκληρώσουμε αυτό που ξεκινήσαμε. Να κατακτήσουμε την κορυφή του Έβερεστ μαζί. Θυμάσαι, από τότε που μπήκες στο κόκκινο κτίριο, από τότε που εξερεύνησες τις γωνίες του, έπαψε να εμφανίζεται. Η γνώση είναι η υπέρτατη δύναμη , να μην αφήσουμε κανένα παράδοξο ανεξιχνίαστο, απ’ αυτά που μάς ταλάνιζαν τόσον καιρό. Μπορεί επισήμως να είναι αρχηγός ο Κουεμάδα, όμως εσύ θα είσαι τα μάτια και τ’ αυτιά μου σ’ αυτή την εκστρατεία. Διάλεξε όποιους συνεργάτες θέλεις, σού αναθέτω εν λευκώ τα ζητήματα του προσωπικού. Θέλω εθελοντές αξιόπιστους, ορκισμένους στο όνομά μου. Θέλω να είσαι αυτοπροσώπως παρών στους χώρους, όπου γράφεται η ιστορία, ώστε να μπορείς αργότερα να πεις : «Ήμουν κι εγώ εκεί, όταν έχτιζαν τις πυραμίδες». Όταν γυρίσετε, εσύ προσωπικά θα έλθεις με δόξα και τιμή και θα μού καταθέσεις πλήρη αναφορά- λογοδοσία για τα πεπραγμένα σας. Τέρμα η τεμπελιά Αντρέι, γιατί εγώ είμαι ο Μεγαλέξαντρος κι εσύ ο Πτολεμαίος και θα διαδώσουμε τη σοφία μας και τον τρόπο της ζωής μας ως τα πέρατα της οικουμένης!

ΑΝΤΡΕΪ: Να αφήσω τη Σέλμα… την Αμαλία … να βλέπω μέρα-νύχτα τη φάτσα του Ισοκράτη, να τρώω κουραμάνα απ’ την καραβάνα. Κάποτε θα το ήθελα, αλλά τώρα… Να διασχίζω χιλιάδες χιλιόμετρα με τα πόδια, όπως οι άντρες του Αλέξανδρου στην έρημο της Γεδρωσίας , να σουφρώνω και να φουσκώνω απ’ το κρύο και τη ζέστη. Κι όλα αυτά για ποιο λόγο;

ΦΡΙΤΣ: Θέλεις λόγο; Στην ουσία, ζητάς ένα όνομα, γιατί όταν η ανθρώπινη φύση αναγάγει την πολυπλοκότητα σ’ ένα απλό όνομα, ανακουφίζεται και λυτρώνεται. Όλη η τέχνη και η επιστήμη ψάχνει την απόλυτη αρχή, επιδιώκει την έσχατη αναγωγή, για να πάψει επιτέλους να είναι εκτεθειμένη και να προστατευθεί. Αναζητούμε το παλαιό ρόδο των Προτεσταντών, το Άγιο Δισκοπότηρο, την Κιβωτό της Διαθήκης, ψηλαφούμε με αγωνία να βρούμε το απόλυτο γυμνό όνομα, το άρρητο τετραγράμματο , ώστε να οχυρωθούμε πίσω του και να νιώσουμε επιτέλους ασφάλεια. Αναζητούμε μία απλή λύση σε ένα σύνθετο πρόβλημα. Η μεγάλη ειδικότητα του καθεστώτος είναι οι απλές λύσεις. Κηρύσσω λοιπόν την έναρξη της πρώτης και τελευταίας μεγάλης επιχείρησης στην Πειραματοχώρα και την ονομάζω «μπαμπουίνο της ερήμου».

Γ’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

(Ο Αντρέι διαβάζει αναφορά).

ΑΝΤΡΕΪ: 28η μέρα. Διασχίσαμε 25 χιλιόμετρα , συνολική απόσταση από την αφετηρία 989 χιλιόμετρα. Θέση ήλιου, αζιμούθιο 63 μοίρες , 51 λεπτά και 13. Χμ, αυτός ο ήλιος πρέπει να είναι πολύ πιο ψηλά, απ’ αυτόν που ξετρύπωσε ο Φριτς πάνω στον κίτρινο τοίχο… Μέση θερμοκρασία υπό σκιά 29 βαθμοί, στον ήλιο 35. Ταχύτητα ανέμου 2,5 μέτρα το δευτερόλεπτο, υγρασία 0,42, βαρύτητα 0,998 της κανονικής, διατρήσεις με γεωτρύπανο έγιναν στο 979, 981 και 986 χιλιόμετρο. Χαρακτηρίζονται ανεπιτυχείς. Βρέθηκε μόνο μία φλέβα καθαρού νερού, οι άλλες δύο με χολή και όξος. Κατάσταση οχημάτων – αρμάτων σχετικά ικανοποιητική, υπό έλεγχο η φθορά στους άξονες και τους πείρους εφαρμογής.

ΒΑΡΕΪΚΙΣ: Αν μού παραχωρείτε το λόγο, κύριε σύμβουλε , να διαβάσω την αναφορά μου για την κατάσταση του εκστρατευτικού σώματος. Σχεδόν όλοι έχουν καταστεί οιδίποδες, αν μού επιτρέπετε αυτή τη λόγια έκφραση. Κάποιοι έχουν και σπυριά στην πλάτη. Η ευκοιλιότητα έχει τάσεις να γίνει χρόνια. Έχουμε όμως και τα ευχάριστα. Κατανάλωση πυρομαχικών 12 φυσίγγια κυρίως σε άσκοπους πυροβολισμούς. Απόθεμα νερού γύρω στους δύο τόνους και εκατό κιλά, προμήθειες γύρω στις 7300 μερίδες με δυνατότητα λεηλασίας περιβάλλοντος χώρου.

ΚΕΝΣΙ: Αφεντικό , δεν θέλω να πέφτω στο τραπέζι σαν φάντης μπαστούνι, αλλά η πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερη απ’ αυτές τις εξωραϊσμένες περιγραφές. Έντεκα ολόκληρες μέρες περιπλανιόμαστε σε ακατοίκητη περιοχή. Το όριο προέλασης σε έρημο ή στέπα έχει καθοριστεί από τους ψυχολόγους σε δέκα τρεις μέρες. Ήδη οι άντρες δεν θέλουν να προχωρήσουν.

ΑΝΤΡΕΪ: Επιλοχία, σε παρακαλώ. Αυτό έλειπε να ρωτάμε τους άνδρες, αν θέλουν να συνεχίσουν. Δεν είμαστε καλά , μού φαίνεται. Εσύ, που έχεις το γενικό πρόσταγμα, πρέπει να επιβάλεις πειθαρχία και υπακοή. Ακούς εκεί! Το τι θέλουν οι άνδρες, σκασίλα μας. Όλοι μας θα θέλαμε να βρισκόμαστε σπιτάκι μας κι αντ’ αυτού είμαστε εδώ στην εξορία του Αδάμ, διότι έτσι θέλησε ο Φύρερ. Θέλετε τη μαμά σας; Κι εγώ θέλω τη μαμά μου!

ΟΤΤΟ: Κύριε Σύμβουλε, τόσο εγώ όσο και ο κύριος Ουμπακάτα δεν είμαστε απ’ αυτούς που τρομάζουν εύκολα. Μάλιστα αν η στρατιά μας αποτελούνταν από Γερμανούς ή τουλάχιστον από Ιάπωνες , δεν θα είχαμε αυτή τη συζήτηση. Δυστυχώς, οι άνθρωποι είναι σκέτο συνονθύλευμα. Αρμένηδες, Γεωργιανοί, Αλβανοί, Αφρικανοί, κυρίως αυτοί. Ούτε ο Σκιπίων ο Αφρικανός δεν θα είχε τόσους νέγρους στο στράτευμα.

ΑΝΤΡΕΪ: Και συ Βρούτε ανθυπολοχαγέ; Μού φαίνεται ότι έχουμε παρεξηγήσει ορισμένα πράγματα. Είμαι αντίθετος σε κάθε μορφή ρατσισμού και σε κάθε είδους ρατσιστικό σχόλιο. Και να είστε σίγουροι ότι ερμηνεύω αυθεντικά και τη βούληση του Φύρερ. Το γεγονός ότι έχουμε μερικές εξωτερικές ομοιότητες με τη χιτλερική Γερμανία, δεν σημαίνει ότι ταυτιζόμαστε με εκείνους. Άλλωστε αυτοί υπήρξαν ένα αποτυχημένο πείραμα και η Ιστορία τούς άμβλωσε. Το καθεστώς μας είναι πολυσυλλεκτικό και εκλεκτικό. Ξέρετε πολύ καλά ότι εγώ είμαι αριστερός. Έχουμε στοιχεία δημοκρατίας, μιας και οι Γκαουλάϊτερ εκλέγονται στις γειτονιές, κοινοβουλευτισμού, αφού διαθέτουμε Βουλή και Γερουσία, αλλά και τυραννίας με την καλή έννοια , διότι προϊσταται ο Φύρερ. Βέβαια καλύτερα θα ήταν, όλοι αυτοί οι συντελεστές του πολιτεύματος να είχαν μία σχέση αμοιβαίου ελέγχου και ισορροπίας μεταξύ τους, ώστε η μία εξουσία να συγκρατεί την άλλη, όπως θα έλεγε ο Μοντεσκιέ, αλλά τέλος πάντων.

ΚΕΝΣΙ: Κύριε Σύμβουλε, είμαι αναγκασμένος να επιμείνω. Οι άντρες φοβούνται για το μέλλον, αισθάνονται ανασφαλείς σαν μικρά παιδιά…

ΑΝΤΡΕΪ: Εσένα να φοβούνται κύριε Κένσι, αλλιώς δεν είσαι κατάλληλος για τη θέση αυτή.

(Κοιτάει έξω από το νάϋλον παράθυρο της σκηνής).

ΑΝΤΡΕΪ: Ε συ φρουρέ, γύρνα τον προβολέα προς τα δω , δεν έχουμε επαρκή φωτισμό.

ΦΡΟΥΡΟΣ: Ποιος φωνάζει; Εδώ, δεν μπορούμε να περπατήσουμε απ’ τα σκατά.

ΑΝΤΡΕΪ: Τι; Πώς τολμάς; Ξέρεις ποιος σού μιλάει; Ορίστε κατάσταση κύριοι βαθμοφόροι. Να κάτσω τώρα να ασχοληθώ με τον αυθάδη; Είχα πολύ καλύτερη εντύπωση για τις ηγετικές σας ικανότητες , αλλά βλέπω ότι δεν μπορείτε να χωρίσετε δυο γαϊδουριών άχυρα. Δεν μού φτάνουν όλα τ’ άλλα, είμαι υποχρεωμένος να βλέπω κάθε μέρα και τον ατημέλητο Ισοκράτη. Ισοκράτη, φρόντισε επιτέλους τον εαυτό σου. Κυκλοφορείς αξύριστος, χώρια τα νύχια σου που είναι μαύρα, λες κι είσαι μικρό παιδί. Δεν είναι εικόνα αυτή, κύριε! Εκθέτεις τον εαυτό σου, εμένα ως προϊστάμενο , το ίδιο το καθεστώς. Κοίτα να συμμορφωθείς, αλλιώς θα σε στείλω στην πρώτη γραμμή !

ΚΕΝΣΙ: Αντρέι, άκουσέ με. Η κατάσταση ίσως να μην είναι απελπιστική, είναι όμως ιδιαίτερα κρίσιμη. Οι φαντάροι τσακώνονται, τα νεύρα είναι τεντωμένα σαν τσατάλια , αρκεί μια σπίθα για να ξεσπάσουν βιαιοπραγίες. Υπάρχει μόνο μία εμ … γυναίκα ελευθερίων ηθών στο στράτευμα, που είναι αδύνατο να ικανοποιήσει τις τρέχουσες ανάγκες. Ξέρεις, είναι η Μύμρα, που μάς σύστησε εμ… η… η Σέλμα. Ήδη έχει πληγιασμένα πόδια κι είναι αδύνατο να απορροφήσει εμ… κι άλλη ποσότητα ….εμ. Είχαμε και μερικές άλλες που το ‘σκασαν. Αυτόν τον τομέα τον υποτιμήσαμε λίγο.

ΚΟΥΕΜΑΝΤΑ: Να προσθέσουμε, κύριε Σύμβουλε, ότι γεωλογικά δεν έχουμε τίποτε το καινούριο. Ορυκτά εκμεταλλεύσιμα τίποτε, πετρέλαιο ούτε σταγόνα, όσο για το νερό, γεμάτο χολή. Δεν είμαστε σίγουροι πόσο θα κρατήσουν οι προμήθειές μας , καθώς έχουμε ενδεχομένως εμπλακεί σε ταξίδι χωρίς τέλος. Η Αντίπολη δεν φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα , τουλάχιστον η θέα του εχθρού ή μία μάχη θα εξήπτε το ενδιαφέρον των ανδρών…

ΟΤΤΟ: Πιστεύω ότι τα βλέπετε πολύ απαισιόδοξα τα πράγματα. Οι καυγάδες είναι αναπόσπαστο συστατικό της στρατιωτικής ζωής. Ακονίζει το αγωνιστικό πνεύμα, διατηρεί την υγιή επιθετικότητα, κρατάει ψηλά το ηθικό των στρατιωτών . Οι αψιμαχίες μεταξύ οπλιτών εντάσσονται στην πιο λαμπρή παράδοση του αγγλικού ναυτικού. Όσο για την Αντίπολη, δεν πρέπει να είναι μακριά. Αφού αυτοί στέλνουν σε μάς τους γενετικά τροποποιημένους νάνους τους, μπορούμε κι εμείς να φτάσουμε σ’ αυτούς. Η Αντίπολη είναι στη θέση της, απλώς πρέπει να πάμε εκεί, όπως θα ‘λεγε και ο Λώρενς της Αραβίας. Κι όταν εισβάλουμε στην περιοχή τους, θα αξιοποιήσουμε πλέον τις δικές τους πηγές και θα λύσουμε το πρόβλημα τροφοδοσίας.

ΚΟΥΕΜΑΝΤΑ: Λοιπόν , για να μιλήσουμε και λίγο σοβαρά, η αποστολή απέτυχε παταγωδώς. Δεν βρήκαμε ούτε νερό, ούτε πετρέλαιο. Οι άντρες έχουν εξαντληθεί, τα πολεμικά άρματα έχουν φθαρεί. Μέχρι κι οι πόρνες μάς εγκατέλειψαν, ενώ οι στρατιώτες τρομοκρατούνται όλο και περισσότερο, καθώς αναμασούν τις φήμες για τους γίγαντες της Αντίπολης. Έχουν καταλάβει ότι απ’ αυτό το ταξίδι δεν θα αποκομίσουν τίποτε , αντίθετα ο κίνδυνος τούς κάνει ευερέθιστους με το χέρι στη σκανδάλη, ένα βήμα πριν σκοτώσουν ο ένας τον άλλον. Η χαρτογράφηση έχει καταλήξει σε αδιέξοδο, αφού το επίπεδο, που ξεκινάει από τον κίτρινο τοίχο, φαίνεται ότι δεν έχει όρια στην άλλη πλευρά. Η προετοιμασία μας ήταν από την αρχή ελλιπής. Τα κοσμογραφικά δεδομένα, που είχαμε συγκεντρώσει, ήταν για τα μπάζα. Ήμασταν προετοιμασμένοι για πολικό ψύχος και κοντεύουμε να σκάσουμε απ’ τη ζέστη. Γιατρούς δεν έχουμε αρκετούς, τα φάρμακα τελειώνουν. Ας το πούμε φωναχτά, κύριοι μιλιταριστές. Μια λύση υπάρχει, να γυρίσουμε πίσω.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Εκτός από τους κακούς μύθους, υπάρχουν και οι καλοί. Ότι στην Αντίπολη υπάρχει το Κρίσταλ Πάλας ,που είναι φτιαγμένο από διαμάντια, απ’ τα θεμέλια ως τη σκεπή. Αντί να διαψεύδουμε τις υπάρχουσες φήμες, να διαδώσουμε κι αυτό το μύθο. Οι άνδρες είναι περισσότερο ευεπίφοροι στο να πιστέψουν κάτι ακόμη, από το να εγκαταλείψουν όσα ήδη πιστεύουν. Καλύτεροι οι περισσότεροι θεοί από την αθεία.

ΑΝΤΡΕΪ: Σωστή η πρόταση, Ισοκράτη, με κάνεις να μη μετανιώσω που σε πήρα μαζί μου ως δεξαμενή σκέψης. Λοιπόν, κηρύσσω τη σημερινή και την αυριανή , μέρα ανάπαυσης. Τυχερά παίγνια με χαρτιά και κότσια επιτρέπονται. Να μοιραστούν στον καθένα προμήθειες δύο ημερών, να διοργανωθεί εορταστικό γεύμα, όπου θα προσκληθούν και οι άρρωστοι. Ταυτόχρονα φροντίστε να διαδοθεί τεχνηέντως ο μύθος για το Κρύσταλ Πάλας. Όλα στο βωμό της αναστύλωσης του ηθικού, κύριοι. Αποχωρήστε!

(Φεύγουν, αλλά εκεί που ο Αντρέι πάει να ησυχάσει, εμφανίζεται ένας αραχτός νεστορο-μέντορας με τα χέρια σταυρωμένα πίσω από το κεφάλι).

ΑΝΤΡΕΪ: Δεν γίνεται να χτυπάς την πόρτα πριν μπεις; Τι διάολο μπαίνετε και βγαίνετε ανεξέλεγκτα σ’ αυτή την ιστορία;

ΝΕΣΤΟΡΟ-ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Αντρέι, καλά τα πάτε. Μένω κατάπληκτος απ’ τη πρόοδό σας. Τέτοια οργάνωση, τέτοια κολοσσιαία επιχείρηση.

ΑΝΤΡΕΪ: Άστ’ αυτά. Εξαιτίας σας γυρνάμε στις ερημιές. Αν ο κόσμος, που μάς κληροδοτήσατε, είχε αρκετό πετρέλαιο και νερό, αν δεν υπήρχε αυτή η σπάνις των πρώτων υλών, δεν θα ξεσηκωνόμασταν να παριστάνουμε τον δρα Λίβινγκστον και το Στάνλεϋ.

ΝΕΣΤΟΡΟ-ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Αντρέι, αυτό που λες δεν είναι απολύτως ακριβές. Δεν σας φταίμε εμείς, που ξεκινήσατε την εκστρατεία. Είχατε λύσει τα βιοποριστικά προβλήματα. Όμως δεν μείνατε ικανοποιημένοι, θέλατε και κάτι άλλο. Πάρε παράδειγμα το Γουάνγκ. Πάντα έλεγε ότι ήθελε να μείνει χαμηλά στην κοινωνική ιεραρχία. Ήταν ολιγαρκής, χωρίς φιλοδοξίες, ευχαριστημένος με τις απλές χαρές της ζωής. Παρέμεινε θυρωρός, καμιά φορά και σκουπιδιάρης. Όταν γυρίζει το βράδυ στο σπίτι, πίνει τη μπιρίτσα του, φιλάει τη γυναικούλα του, διαβάζει την εφημερίδα του, τηλεόραση δεν θυμάμαι αν έχετε , κι αφήνει τον κόσμο να γυρίζει, με τον ήλιο και τους πλανήτες ήσυχους στη τροχιά τους. Αυτή είναι η ζωή για τους καλούς ανθρώπους, Αντρέι, εσείς όμως έχετε το διάολο μέσα σας και δεν αρκείστε σε τίποτε.

ΑΝΤΡΕΪ: Λες δηλαδή ότι ο καθένας έχει αυτό που αξίζει ή καταλήγει με αυτό που από την αρχή επιδίωξε.

ΝΕΣΤΟΡΟ-ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Κάπως έτσι. Πάντως να ξέρεις , Αντρέι, ότι εμείς δεν σάς κρατάμε καμία κακία που μάς πήρατε την εξουσία. Ίσα- ίσα μάς απαλλάξατε από τα βάρη της διακυβέρνησης. Καιρός ήταν να αράξουμε κι εμείς λίγο και να παρακολουθήσουμε λίγο θέαμα. Μάς αρέσει να βλέπουμε, είναι ξεκούραστο και ακίνδυνο. Επειδή, όμως, είσαι φιλαράκι, κάνω μια εξαίρεση απ’ τον κανόνα της μη ανάμιξης και σού εκμυστηρεύομαι ότι είστε κοντά στο στόχο σας.

ΠΡΑΞΗ ΠΕΜΠΤΗ: ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΕΧΟΥΣ

Α΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΟΤΤΟ: Κύριε Σύμβουλε, έχουμε αναφορά ανιχνευτού. Έλαβε χώρα επαφή τρίτου τύπου με τους κατοίκους της Αντίπολης. Οι εξελίξεις τρέχουν.

ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ: Ευπειθώς αναφέρω ότι την ογδόη πρωινή της σήμερον εκτελούσα σκοπιά σε προκεχωρημένο φυλάκιο της μεραρχίας μηχανικού. Ένιωσα μία ξαφνική κίνηση προς το μέρος μου, σαν να μετακινείται το δάσος ολόκληρο. Η γη έτρεμε, ρεύμα αέρος με παρέσυρε, φως φανάρι ότι κάποιος ήταν. Τού ζήτησα το συμφωνημένο σύνθημα, σύμφωνα με τον κανονισμό, δεν απήντησε και άνοιξα πυρ εναντίον του. Σάς βεβαιώνω, δεν ήταν άνθρωπος.

ΑΝΤΡΕΪ: Υπολοχαγέ , μία επίπληξη για τον άνδρα σου, διότι πήρε το λόγο χωρίς άδεια. Τέλος πάντων, ανιχνευτή , σε διατάσσω να μού πεις πώς έμοιαζε ο εισβολέας.

ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ: Λαμβάνω την τιμή να αναφέρω ότι δυσκολεύομαι λίγο στην περιγραφή. Ίσως με ελέφαντα… ή μήπως με προκατακλυσμιαίο τέρας; Τώρα που το σκέφτομαι, έφερνε περισσότερο σε στεγόσαυρο. Αντίθετα, οι συμπολεμιστές μου είπαν ότι τούς θύμισε θεόρατο χάλκινο ρομπότ και ότι είχε στο σιδερένιο κράνος του ένα κέρατο. Ήδη τούς ονόμασαν «σιδεροκέφαλους».

ΑΝΤΡΕΪ: Υπερβολές! Τέτοιες προσεγγίσεις υποσκάπτουν το ηθικό των αντρών. Λοιπόν, ο κύβος ερρίφθη φίλοι. Διαβήκαμε το Ρουβίκωνα, η σάλπιγγα να σημάνει επίθεση. Πώς είπες «σιδεροκέφαλους»; Η έκφραση αυτή να θαφτεί , γιατί είναι σαν να τούς ευχόμαστε να υγιαίνουν κι από πάνω!

ΚΕΝΣΙ: Μήπως προτρέχουμε; Να κάνουμε κάποιες διαπραγματεύσεις πρώτα. Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρουμε καθόλου ποιους έχουμε απέναντί μας.

ΑΝΤΡΕΪ: Καλά, με ποιους έχω μπλέξει; Τι θέλεις, να συνάψουμε κοινωνικές σχέσεις μαζί τους, για να γνωριστούμε καλύτερα; Είναι οι αντίπαλοί μας, έχουμε αντίθετα συμφέροντα, αυτό αρκεί! Φοράνε διαφορετικό χρώμα φανέλας από μάς κι αυτό σημαίνει ότι θα τούς φάμε! Πόλεμος πατήρ πάντων, έτσι προωθείται η Ιστορία! Αλλιώς θα ‘ταν τάμπουλα ράζα και δεν θα ‘χε καταγραφεί πουθενά κανένα γεγονός.

ΚΕΝΣΙ: Καλά, πώς είναι δυνατό αυτοί οι γίγαντες να είχαν στείλει κατασκόπους στην πόλη μας; Η σωματοδομή δεν ταιριάζει.

ΑΝΤΡΕΪ: Ξύπνα, Επιλοχία. Τούς είχαν υποβάλει σε σμίκρυνση. Τα ‘παμε αυτά.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Φίλε Κένσι, καταλαβαίνω τις επιφυλάξεις σου. Όμως, από τη στιγμή, που λυμαινόμαστε τα ίδια χωράφια, ήταν επόμενο ότι κάποτε θα επερχόταν η σύγκρουση. Είναι πολύ διαφορετικοί σε σχέση με μάς, ώστε να είναι φίλοι μας, άρα πρέπει να είναι εχθροί μας. Για φανταστείτε, να άφηνε ο Γιέγκερ ένα τσούρμο ατσάλινους γίγαντες να ιδρύσουν μια αποικία ή ένα προάστιο, δίπλα στη δική μας πόλη, αστείο θα ήταν! Και επικίνδυνο, διότι δεν μπορείς να αφήνεις ένα άγνωστο πλάσμα να συστρέφεται ελεύθερο στο μαλακό υπογάστριό σου, οι περιστάσεις σε οδηγούν να δώσεις προληπτικό χτύπημα. Οι υλικές ανάγκες αναφλέγονται με την ήσκα του φόβου και γίνονται ακατάσχετη πλεονεξία, ασυμβίβαστη επιθετικότητα. Συμμαχίες ναι, είμαστε υπέρ, αλλά μόνον αν πρόκειται για ένα συμβιωτικό οργανισμό. Αλλιώς η διεθνής σύμβαση είναι μόνο ένα κομμάτι χαρτί και προώρισται να σκιστεί.

(Περνάνε ώρες, ο πόλεμος μαίνεται, οιμωγές και ευχωλές ανδρών ολλύντων και ολλυμένων ).

ΟΤΤΟ: Καλά πάμε, καλύτερα απ’ ό, τι περιμέναμε. Οι σιδερόφραχτοι δεν έχουν βαλλιστικά όπλα, ό,τι κάνουν με τα χέρια τους. Τούς βλέπω ότι δεν γυαλίζει το μάτι τους. Είμαστε πιο πεινασμένοι, πιο εξαγριωμένοι.

ΚΕΝΣΙ: Να μην κρύβουμε την αλήθεια από το Σύμβουλο, φίλε Όττο. Το ηθικό του στρατεύματος δεν είναι ενιαίο. Οι ταλαιπωρίες άλλους οδηγούν στο ξέσπασμα και την εξαλλοσύνη κι άλλους στην απογοήτευση, την αμφισβήτηση, την κατατονία. Θυμάσαι εκείνο το στρατιώτη, που χειριζόταν τον προβολέα και τού φώναξες από το παράθυρο; Λέγεται Χνουπέκ κι εγείρει συνέχεια ερωτήματα. Τι γυρεύουμε εδώ, τι έχουμε να κερδίσουμε και τέτοια. Προσπαθεί να εντοπίσει τα πραγματικά κίνητρα του πολέμου, που ανάγονται στα συμφέροντα των αρχόντων και δεν έχουν καμία σχέση με τον απλό φαντάρο. Επηρεάζουν τη ζωή του μόνο στο βαθμό που αυτός πληγώνεται ή σκοτώνεται. Μιλάει ωραία, περίτεχνα, κι οι άντρες τον ακούν.

ΑΝΤΡΕΪ: Αυτό μού έλειπε, ένας «καλός στρατιώτης Σβέικ» στο στράτευμά μου, να φουσκώνει τα μυαλά των πεζικάριων με εξυπνάδες! Τι να σού κάνω που είμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση και δεν μπορώ να διατάξω μια μέρα ρεπό με διπλή μερίδα ρύζι- δαμάσκηνα. Τότε θα έβλεπες πώς θα λύνονταν αμέσως όλα τα προβλήματα και θα ξεχνούσαν το Χνουπέκ.

ΟΤΤΟ: Έπρεπε να έχουμε το Γιούρι εδώ με το πυροβόλο του. Αυτός ήταν άνδρας με καρύδια, πραγματικό παληκάρι, μα πάνω απ’ όλα πραγματικός ράπερ, ένας χιπ- χοπ του πολέμου. Πίστευε βαθιά σε κάποια ιδανικά, τούτο όμως δεν τον εμπόδιζε να αυτοσχεδιάζει μηχανικά, ενστικτωδώς, χωρίς να σκέφτεται. Αυτό χρειαζόμαστε, ηθικούς ανθρώπους με γρήγορη αντίδραση, χωρίς κρίση.

ΑΝΤΡΕΪ: Κι εγώ θα μπορούσα να πω ότι είμαι το κορόιδο, το κουρόγιδο, που παιδεύομαι στην ερημιά με τους κάφρους για τη δόξα του Φριτς, που πίνει ουϊσκάκια στον καναπέ. Αλλά δεν το λέω. Τι θα ήταν ο άνθρωπος, χωρίς τις κατηγορίες του ωραίου και του μεγαλοπρεπούς, χωρίς το μεγαλείο; Ένας γυμνός πίθηκος, χειρότερος κι απ’ τον Χνουπέκ. Θα ήξερε μονάχα, να τρώει, να αφοδεύει και να συνουσιάζεται. Όμως, καθώς το γαιδούρι του Βαλαάμ ή του Μπουριντάν κοντοστάθηκε μια στιγμή στο στάδιο της επιλογής μεταξύ του ενός σωρού με στάχυ και του άλλου, ξαφνικά τούτη η επιλογή έγινε κάτι το διακεκριμένο, που μπορούσε να παραταθεί, κάτι αυτόνομο, που πάσχιζε να διασωθεί, κάτι άδειο και κρύο, που άξιζε να ζωγραφιστεί.
Έτσι προήλθε η βούληση που θέλει τον εαυτό της , η έδρα της δημιουργίας, ξεφύγαμε από τη φυσική κατάσταση και μπήκαμε στις τεχνητές λεωφόρους. Έτσι δεν είμαστε τώρα σε σπηλιά, με μακριά γένια, μασουλώντας ένα κόκαλο, αλλά μέσα σε μαλλί και πλαστικό, μέσα σε γυαλί και αμιγές μέταλλο, στεγασμένοι από επεξεργασμένο υλικό, με τα γεννητικά όργανα καλυμμένα και τη μορφή καθαρή μετά την ιεροτελεστία του αφρού ξυρίσματος. Βέβαια, δεν ανέπτυξαν όλοι οι άνθρωποι την αφαιρετική ικανότητα στον ίδιο βαθμό. Γι’ αυτό κάποιοι φωτισμένοι προσπάθησαν να μορφοδοτήσουν την άμορφη μάζα, που αποτελούσαν οι Χνουπέκ και οι Μύμρες, να βάλουν τάξη στο χάος και να οικοδομήσουν πολιτισμό. Αυτοί ήταν οι ήρωες της ανθρωπότητας κι άσκησαν το δικαίωμα του ήρωα είτε ως στρατηλάτες, είτε ως τύραννοι, είτε ηγέτες καθεστώτων , κατ΄όνομα μεν δημοκρατιών , που ήσαν στην πραγματικότητα «ενός ανδρός αρχή». Τώρα με τη διάχυση της παιδείας και των ευκαιριών, μπαίνουν όλο και περισσότεροι στο παιχνίδι της διακυβέρνησης. Οι δραστηριότητες και τα πόστα κατηγοριοποιούνται , οι διασυνδέσεις αυτοματοποιούνται. Όμως, οι εκάστοτε φορείς, οι θεσμικοί παίκτες θα μείνουν στην πορεία του μετασχηματισμού ή θα προβάλλουν στη γενική σφαίρα τα πάθη και τις μικρότητές τους; Θα εμπνεύσουν ή θα λειτουργήσουν απωθητικά για τους λοιπούς;

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Ακριβώς, Αντρέι. Επιτέλους συμπίπτουν οι απόψεις μας. Είμαστε θεσμικοί δραματουργοί και ως τέτοιοι πρέπει να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων, όχι να γίνουμε αφορμή για παλινδρόμηση στη βαρβαρότητα. Να γίνουμε πηγή έμπνευσης κι όχι να μάς κατουράνε τον τάφο ή να ζωγραφίζουν μουστάκια και να τρίβουν βρωμιές στους ανδριάντες μας. Να κρατήσουμε ένα επίπεδο, βρε αδελφέ! Γι’ αυτό εγώ δεν εξετάζω τα κίνητρα αυτού που μάς έστειλε, που μάς διόρισε, που μάς εξουσιοδότησε, αλλά κάθομαι εδώ και φυλάω το πόστο μου, φυλάττω Θερμοπύλες.

Β’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ:

ΚΕΝΣΙ: Ευπειθώς αναφέρω ότι η νίκη μας είναι ολοκληρωτική. Είναι οριστικό ! Οι σιδεροκέφαλοι, που δεν έχει πια σημασία πως τούς λένε, υποχώρησαν, εξαφανίστηκαν. Πρόκειται για περιφανή θρίαμβο!

ΑΝΤΡΕΪ: Περίγραψέ μου την κατάσταση που επικρατεί στο Κέντρο της Αντιπόλεως.

ΚΕΝΣΙ: Ερημιά, εγκατάλειψη , άσφαλτος σκαμμένη από βόμβες, σπίτια με πεσμένα δοκάρια, σκυλιά που αλυχτούν. Αλλά θα σε ενδιαφέρει να μάθεις ότι το Κρύσταλ- Πάλας είναι σε εξαιρετική κατάσταση. Ε…ναι τού φερθήκαμε με φειδώ, είναι το τρόπαιό μας.

ΑΝΤΡΕΪ: Θα ηγηθώ τιμητικού αγήματος και θα εισέλθω πανηγυρικά «εν χορδαίς και οργάνοις». Επιτέλους, ας γιορτάσουμε και λίγο, τόσο καιρό στη τσίτα ήμασταν. Δεν μού λες, έχεις κάνει ανίχνευση; Τι υπάρχει εκεί μέσα;

ΚΕΝΣΙ: Είναι κάτι το απίστευτο. Δεν θέλω να στο αποκαλύψω πριν το δεις και το ζήσεις με τις ίδιες σου τις πέντε αισθήσεις. Προς το παρόν αρκεί να σου πω ότι εκεί μέσα βρίσκεται η εξήγηση της τόσο εύκολης ήττας των αντιπάλων μας. Οι μαντράχαλοι οι σιδεροκέφαλοι λάτρευαν για δύο χιλιάδες χρόνια ένα μεγάλο θρησκευτικό και πολιτικό ηγέτη, που λεγόταν ο ΚΑΛΟΣ και ο ΑΠΛΟΣ και ο ΑΘΩΟΣ. Φαίνεται ότι αυτός δίδαξε την αγάπη, την αλληλοβοήθεια , την ανοχή. Έτσι την πάτησαν οι εχθροί μας, έγιναν πασιφιστές!

ΑΝΤΡΕΪ: Κάτι μού θυμίζουν όλα τούτα. Πώς απέκτησες πρόσβαση σ’ αυτές τις πληροφορίες;

ΚΕΝΣΙ: Είναι γραμμένες κι αποθηκευμένες. Το κολοσσιαίο οικοδόμημα του Κρύσταλ – Πάλας είναι μία τεράστια βιβλιοθήκη, που έχει όμως ασύλληπτες ιδιαιτερότητες κι αποτελεί σκληρή δοκιμασία για τον κοινό νου. Είναι ένα θαύμα, αδύνατο να περιγραφεί ή να μεταδοθεί ως αφήγηση , μπορεί μόνο να αφομοιωθεί με βιωματικό τρόπο !

(Στη Βιβλιοθήκη).

ΚΟΥΕΜΑΔΑ: Ημερολόγιο αποστολής ημέρα 35, χιλιόμετρο 1201. Βρισκόμαστε μέσα σ’ ένα μνημείο λατρείας και αφοσίωσης προς τον ΚΑΛΟ και τον ΑΠΛΟ και τον ΑΘΩΟ. Ίσως είναι μαυσωλείο, που στεγάζει και τον τάφο αυτής της εμβληματικής προεξάρχουσας προσωπικότητας, θα το δούμε στην πορεία. Εντύπωση προκαλεί ότι δεν υπάρχουν βιβλία με τη συμβατική έννοια του όρου. Γράμματα και λέξεις είναι αποτυπωμένα σαν φωτεινές επιγραφές παντού, στο ταβάνι, στο πάτωμα, στα έπιπλα. Περιβαλλόμαστε από κείμενα, που μάς περιστοιχίζουν σαν κινούμενες ταπετσαρίες .

ΑΝΤΡΕΪ: Το πιο παράδοξο είναι, πως ήδη με την είσοδο το περίγραμμα του σώματός μας έγινε διαφανές. Γίναμε σαν τρισδιάστατη οθόνη, όπου μέσα προβάλλονται λέξεις. Μα πού βρισκόταν όλη αυτή η πρόζα, μέσα στο DNA μας;

ΚΟΥΕΜΑΔΑ: Αναντίρρητα. Εδώ πια οι εξωτερικές μορφές έχουν ξεθωριάζει, έχουν γίνει μονάχα οριοθετήσεις και αναδεικνύεται αποκλειστικά το περιεχόμενο. Φαίνεται πως ο καθένας μας είναι μια κινητή τράπεζα δεδομένων, φέρει μέσα του ένα τμήμα του λόγου και το σύνολο όλων των επιμέρους γραμματικών είναι το βιβλίο του Σύμπαντος.

ΣΚΙΑΣ ΟΝΑΡ : Ναι, πράγματι, έτσι είναι.
ΦΡΙΤΣ: Ποιος είναι πάλι αυτός, δεν διακρίνω. Μα πώς… πώς είναι δυνατόν; Ο Ντόναλντ;

ΑΝΤΡΕΪ: Ο Ντόναλντ; Πώς είναι δυνατό να επέζησες, φίλε; Η έκρηξη σε έκανε χίλια κομμάτια.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Όσα μού συνέβησαν , δεν μού είναι απόλυτα συνειδητά. Κατάφερα ηθελημένα ή αθέλητα να διατηρήσω το πεδίο μου, να συγκρατήσω την αρχιτεκτονική και το υπόδειγμα των μικροστοιχείων μου και να μη διασκορπισθώ. Ο θάνατος, τουλάχιστον στην Πειραματοχώρα, είναι μόνο ένα σοκ, σαν ένα κλαδί που κόβεται άγαρμπα, αλλά ο χυμός του βλαστού παραμένει. Είναι μόνο μία μετακίνηση γραμματοσειράς, σε σπρώχνει λίγο παραπέρα. Είναι μία μουτζούρα, ένα σκίσιμο στη σελίδα, καθώς όλοι ενωνόμαστε με τη μεμβράνη, τη διφθέρα, τον πάπυρο του παγκόσμιου κειμένου.

ΝΕΣΤΟΡΟ- ΜΕΝΤΟΡΑΣ ΣΕ ΞΑΦΝΙΚΗ, ΓΚΕΣΤ ΣΤΑΡ ΕΜΦΑΝΙΣΗ: Μπράβο σε όλους. Να που φτάσατε στο τελευταίο όριο.

ΑΝΤΡΕΪ: Πάλι εσύ μπάστακας. Όπου και να βρεθούμε, ξεφυτρώνετε μπροστά μας, με τις βαθυστόχαστες ατάκες σας. Τόσον καιρό τρέχουμε και δεν φτάνουμε, να αναποδογυρίζουμε τις ενδείξεις, που μάς έχετε αφήσει στο δρόμο. Ποιο όριο εννοείς επιτέλους;

ΝΕΣΤΟΡΟ- ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Γνώση , Αντρέι, αυτό δεν το είχατε ποτέ. Γνώση.

ΑΝΤΡΕΪ: Γνώση, γνώση. Τι να την κάνω τη γνώση σας , μου έχει καθίσει στο λαιμό! Τόσα χρόνια ψάχνω και το αποτέλεσμα είναι να βρω μια βιβλιοθήκη, όπου καταγράφονται όλα όσα έχουν συμβεί ή συμβαίνουν ή θα συμβούν. Ποιο είναι το συμπέρασμα; Πως ό, τι και να κάνω δεν έχει καμία σημασία, κανένας δεν με χρειάζεται, κανένας δεν χρειάζεται τον άλλον. Αν είμαι εδώ ή εκεί, αν αγωνίζομαι ή αν μένω ξαπλωμένος στον καναπέ, δεν έχει καμία διαφορά. Δεν μπορώ να αλλάξω ή να βελτιώσω τίποτα, παρά μόνο να εγκατασταθώ ή να βολευτώ κάπου, καλύτερα ή χειρότερα. Όλα προχωρούν αυτόματα κι η ύπαρξή μου είναι περιττή και αδιάφορη. Ορίστε η γνώση σας, να τη βράσω!

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Μισό λεπτό, Αντρέι, το βλέπεις αρνητικά το πράγμα! Η παντοδυναμία και ο απόλυτος έλεγχος, που πάντοτε επιδίωκες, είναι το πιο βαρετό , ενώ η γνώση αντίθετα είναι ενδιαφέρουσα, γιατί αναφέρεται σε κάτι άλλο. Για τον ίδιο λόγο πρέπει κανείς να προτιμά την απόλαυση της στιγμής από μία επαναλαμβανόμενη αιωνιότητα. Σκέψου πως βρισκόμαστε μέσα σ’ ένα Ναό του λόγου με χαώδεις διαστάσεις, που χτίζεται αενάως κι εσύ συνεισφέρεις ένα λιθαράκι, ένα ψήγμα σ’ αυτόν. Ένα ψηφίο από την πρόζα που έχεις μέσα σου, ένα δράμι απ’ τη ψυχή σου! Δεν έχει σημασία αν είσαι ο ιδρυτής, ο αρχιτέκτονας ή ο κτίστης του Ναού, αν είσαι απλός χρήστης ή πιστός που παρακολουθεί τη λειτουργία. Δεν έχει καν σημασία αν είσαι ο χαλαστής του Ναού, ο καταστροφέας, αν οι μάζες μ’ ένα σου νεύμα είναι έτοιμες να τον πυρπολήσουν και να μην αφήσουν λίθο επί λίθου, γιατί χρειάζεται και η φθορά, προκειμένου να ανανεωθεί η Δημιουργία. Αυτό που μετράει είναι πως αυτός είναι ο δικός σου Ναός.

ΑΝΤΡΕΪ: Πάλι στα Θρησκευτικά το γυρίσαμε, γαμώ το! Τόση πολιτική φιλοσοφία διεξήλθαμε, αγωνιστήκαμε στα όρια της γνωσιολογίας, περιδιαβήκαμε στους διαδρόμους και τους μαιάνδρους της επιστήμης και πάλι για θρησκείες και ναούς μού τσαμπουνάς;

ΝΕΣΤΟΡΟ- ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Γιατί αντιδράς έτσι άσχημα , Αντρέι; Ένας θεός δεν πρέπει να έχει και το ναό του;

ΑΝΤΡΕΪ: Τι είναι αυτά που λες; Εσείς δεν είστε ο θεός;
ΝΕΣΤΟΡΟ- ΜΕΝΤΟΡΑΣ: Μπα, τι θεωρία είναι πάλι αυτή; Μοιάζουμε εμείς με τον ΚΑΛΟ και τον ΑΠΛΟ και τον ΑΘΩΟ; Εμείς ξέρουμε, νομίζουμε τουλάχιστον, ότι εσείς είστε. Εμείς απλώς καταγράφουμε την πορεία του θεού.

ΑΝΤΡΕΪ: Τι φιάσκο είναι τούτο ‘δω! Τόσον καιρό μάς ταλαιπωρείτε πέρα- δώθε με σημεία και ενδείξεις, για να μάς πείτε τελικά ότι η αναζήτηση αρχίζει και τελειώνει μέσα μας; Ότι δεν έπρεπε καν να ξεκινήσουμε να περπατάμε, γιατί όλοι οι στόχοι βρίσκονταν δίπλα μας; Έχει βαρύνει το στομάχι μου μ’ όλα τούτες τις ανακυκλήσεις, τις ανακυκλώσεις, τα πρωθύστερα, τις σπείρες και τα φίδια που τρώνε την ουρά τους (ουροβόρος). Δεν βρίσκω κανένα νόημα σε καμία πράξη, ορίστε ο Ντόναλντ είναι ζωντανός, ούτε να πεθάνουμε δεν μπορούμε. Πλαντάζω και σκίζω το κορμί μου στις πέτρες, θέλω να λυτρωθώ , αλλά δεν μπορώ! Έψαχνα να βρω τα όρια του κόσμου κι εσείς με τον κύκλο σας καταργήσατε τα όρια! Ωραίο σόφισμα! Ε λοιπόν ο άπειρος κόσμος σας, ο κυκλικός, δεν με χωράει γιατί είμαι άνυσμα, είμαι βέλος, είμαι ευθεία που χάνεται στο σκοτάδι. Μού στερήσατε το σκοπό της ζωής, θέλω λύση! Είστε υπεύθυνοι, θέλω λύση, απαιτώ… απαιτώ….

Γ’ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΔΙΑΜΕΙΒΕΤΑΙ ΜΕΤΑ 5 ΕΤΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΔΙΚΤΑΤΟΡΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ

ΦΡΙΤΣ ΓΙΕΓΚΕΡ: Αγαπητά μέλη του Διεπιστημονικού Συμβουλίου, αγαπητοί Πυλαγόρες των Αμφικτυονικών Συνεδρίων. Συγκεντρωθήκαμε εδώ για να σκεφθούμε τι καινούριο θα προσφέρουμε στο κοινό στο πλαίσια της Αθλητικής Αμφικτυονίας 2197. Σάς υπενθυμίζω ότι βασικός μας στόχος είναι πάντοτε η εμπέδωση από το λαό της νοοτροπίας του ενεργητικού αυτοκαθορισμού. Μόνοι μας φτιάχνουμε τη μοίρα μας. Από τότε που η Επιστήμη κυριάρχησε ως τρόπος ζωής, οι άνθρωποι επιδρούν δυναμικά στο περιβάλλον τους καθορίζοντας τις παραμέτρους του πλαισίου ύπαρξής τους ως την τελευταία λεπτομέρεια και πλέον τίποτε κακό δεν μπορεί να συμβεί. Η τεράστια επιτυχία της Ιατρικής Αμφικτυονίας του προηγουμένου έτους, όπου εξασφαλίσθηκε η αθανασία με μικροσκοπικούς νανίτες που διορθώνουν το βιολογικό ρολόι των κυττάρων, προσθέτοντας όσες γραμμώσεις του χρωμοσώματος αφαιρούνται με την πρόοδο του χρόνου, μας υποχρεώνει να προσφέρουμε Κάτι ανάλογο με την ευκαιρία των αγώνων.

ΔΡ. ΑΛΦΟΝΣΟ ΠΡΕΗΖ: Μάιν Φύρερ, Πρόεδρε επί Τιμή του Διεπιστημονικού Συμβουλίου, ας μη ξεχνάμε και τα επιτεύγματα της Τεχνολογικής Αμφικτυονίας του 2195, όπου κατέστη εφικτή η κατάργηση παντός είδους ατυχήματος με την εφεύρεση μαγνητικού πεδίου- ασπίδας που περιβάλλει το χρήστη έτσι ώστε να μην τραυματίζεται σε περίπτωση πρόσκρουσης ή πτώσης.

ΦΡΙΤΣ ΓΙΕΓΚΕΡ: Βεβαίως κύριε Πρέηζ, πλην όμως δεν μπορούμε να βαυκαλιζόμαστε με προηγούμενα επιτεύγματα. Ο κόσμος απαιτεί νέες επιτυχίες. Το λόγο έχει ο Ειδικός Εισηγητής σχετικά με τα θέματα της Αθλητικής Αμφικτυονίας, Πυλαγόρας δρ. Τζούλιους Μέιχεμ.

ΔΡ. ΤΖΟΥΛΙΟΥΣ ΜΕΪΧΕΜ: Ευχαριστώ, Μάιν Φύρερ, Επίτιμε Πρόεδρε του Διεπιστημονικού Συμβουλίου, παμμέγιστε Ιερομνήμων των Αμφικτυονικών Συνεδρίων. Όπως ξέρετε στο σύνολο των αγωνισμάτων, τα τελευταία χρόνια, έχουν παρατηρι1θεί εξαιρετικές επιδόσεις, που σε άλλους καιρούς θα θεωρούνταν εξωπραγματικές, πέντε μέτρα και τριάντα πέντε εκατοστά στο ύψος, δώδεκα μέτρα και εξήντα τρία εκατοστά στο επί κοντώ, δέκα έξη μέτρα και πέντε εκατοστά στο μήκος είναι επιδόσεις που κάποτε θεωρούνταν αδιανόητες. Πλην όμως, το άθλημα που πάντοτε συγκινεί τον κόσμο περισσότερο απ’ όλα είναι ο δρόμος των 100 μέτρων. Και τούτο γιατί, λόγω του οριακού χαρακτήρα του, παρουσιάζει μια πρώτης τάξεως αφορμή να εξακριβωθούν και να ελεγχθούν οι δυνατότητες του ανθρωπίνου γένους σε συνάρτηση με το χώρο και το χρόνο. Υπήρχε μία αφελής εποχή, όπου εκάλυπταν την απόσταση σε εννέα δευτερόλεπτα και ογδόντα πέντε εκατοστά του δευτερολέπτου και θεωρούσαν ότι είχαν φθάσει στο όριο των δυνατοτήτων του ανθρώπου.

(ηχηρά γέλια στην αίθουσα)

ΔΡ. ΤΖΟΥΛΙΟΥΣ ΜΕΪΧΕΜ: Επιτρέψτε μου να συνεχίσω. Σήμερα το ρεκόρ του Κάσπερ Χέλθυ είναι τέσσερα δευτερόλεπτα και εξήντα επτά εκατοστά του δευτερολέπτου και η ταχύτητά του κατά τη διάρκεια της κούρσας μπορεί να συγκριθεί μόνο με βίντεο σε γρήγορη κίνηση ή με αεροπλάνο στην τελευταία φάση της απογείωσής του. Ο Κάσπερ Χέλθυ είναι το πρότυπο και το ίνδαλμα της νεολαίας, όπως η Πυξίδα είναι το έμβλημα του Διεπιστημονικού Συμβουλίου, το σύμβολο του σύγχρονου πολιτισμού, που εκπροσωπείται και καλλιεργείται τόσο τιμημένα και περήφανα, εδώ στην Πειραματοχώρα.

ΦΡΙΤΣ ΓΙΕΓΚΕΡ: Χαίρομαι πάντα όταν ακούω για τις προόδους αυτού του νεαρού. Οι επιτυχίες του αντανακλούν απευθείας σε μάς, λόγω της σχέσεως που τον συνδέει με το Διεπιστημονικό Συμβούλιο και κατ’ επέκταση με το άμεσο περιβάλλον μου ως Φύρερ. Είναι γνωστό ότι ο χαρισματικός αυτός νέος, όντας ορφανός από γονείς, ανατράφηκε με έξοδα και υπό την αιγίδα του Συμβουλίου μας και εμού προσωπικώς. Είναι αλήθεια ότι κοπίασα πολύ για να ανατραφεί αυτό το παιδί, αλλά τώρα όλοι απολαμβάνουμε τους καρπούς των επιτυχιών του. Τον θεωρώ θετό γιο μου και αισθάνομαι μεγάλη δικαίωση, αφού όσα επενδύσαμε σ’ αυτόν δεν πήγαν χαμένα. Αλλά ας μην παρακωλύω τις εργασίες του Συμβουλίου με συναισθηματικές εκρήξεις. Παρακαλώ κύριε Πυλαγόρα ευαρεστηθείτε να συνεχίσετε.

ΔΡ. ΤΖΟΥΛΙΟΥΣ ΜΕΪΧΕΜ: Ε λοιπόν, οι δυνατότητες του Κάσπερ Χέλθυ είναι απεριόριστες. Με διαβεβαίωσε και έχω κάθε λόγο να πιστεύω ότι είναι σε θέση να διανύσει την απόσταση των 100 μέτρων σε μηδέν χρόνο! Όταν λέγω μηδέν χρόνο, δεν είναι σχήμα λόγου. Εννοώ το απόλυτο μηδέν!

(Σoύσουρο στην αίθουσα)

ΔΡ. ΕΡΝΕΣΤ ΊΣΑΪΤΓΚΑΪΣΤ: Αυτό είναι αδύνατο. Για να διανυθεί οποιαδήποτε απόσταση μεταξύ δύο σημείων Α και Β απαιτείται ένα μίνιμουμ χρόνου, έστω απειροελάχιστου. Όσο και να συμπιεσθεί ο χρόνος, είναι φύσει αδύνατον να εξαλειφθεί.

ΔΡ. ΤΖΟΥΛΙΟΥΣ ΜΕΪΧΕΜ: Θα σάς εξηγήσω. Θυμάστε το παράδοξο του Ζήνωνα; Ο ωκύπους Αχιλλέας αδυνατεί να προφθάσει τη χελώνα, διότι όταν φθάσει στο σημείο Α, όπου ήταν η χελώνα προηγουμένως, αυτή έχει προχωρήσει στο σημείο Β. Όταν ο Αχιλλέας φθάσει στο σημείο Β, η χελώνα έχει προχωρήσει στο σημείο Γ και ούτω καθ’ εξής.

ΔΡ. ΕΡΝΕΣΤ ΤΣΑΪΤΓΚΑΪΣΤ: Α ναι, οι περίφημες απορίες του Ζήνωνα. Όμως, μετά τη διατύπωση του απειροστικού λογισμού, δεν νομίζω ότι δημιουργούν πλέον πρόβλημα στην επιστημονική κοινότητα. Έχουν λυθεί.

ΔΡ. ΤΖΟΥΛΙΟΥΣ ΜΕΪΧΕΜ: Η αλήθεια είναι ότι το συγκεκριμένο παράδοξο δεν λύθηκε ποτέ. Αν διαιρέσουμε την απόσταση μεταξύ δυο σημείων Α και Β σε όλο και μικρότερα υποδιαστήματα που να τείνουν προς το μηδέν και ύστερα προσθέσουμε όλα αυτά τα υποδιαστήματα, θα τείνουν να μας δώσουν το σύνολο της απόστασης Α έως Β , χωρίς όμως ποτέ να το κατορθώσουν. Εντέλει θα χρειάζεται πάντοτε κάποιο άλμα που να διασπά τη συνέχεια της κίνησης, για να φθάσει κανείς από το σημείο Α στο σημείο Β. Τι σημαίνει αυτό; Η κίνηση είναι ασυνεχής και ο χρόνος είναι διακεκομμένος. Μην ταράζεστε, θα εξηγήσω αμέσως τι εννοώ. Ο χρόνος, όπως και η απόσταση, είναι σαν τις ίνες των νεύρων. Από μακριά φαίνονται ενιαίες, από κοντά όμως παρατηρεί κανείς πως υπάρχουν μικροσκοπικά χάσματα στην επιφάνειά τους. Η νευρική δράση διατρέχει ένα τμήμα της ίνας, σταματάει απότομα, κοντοστέκεται, υπερπηδά το κενό και συνεχίζει στο γειτονικό τμήμα. Έτσι και ο χρόνος είναι κατακερματισμένος σε νανοδευτερόλεπτα, σε εκατομμυριοστά του δευτερολέπτου, καθώς και ο παραπληρωματικός του χώρος είναι διηρημένος σε στοιχειώδη μήκη Ρlanck. Οι παύσεις, που εμφιλοχωρούν στη δομή του χωρόχρονου, είναι τόσο μικροσκοπικές, ώστε τα χάσματα ανάμεσα στα τμήματά του είναι ανεπαίσθητα. Έπειτα από κάθε επανέναρξη του χρόνου και του αντιστοίχου χώρου ο νέος κόσμος φαίνεται ίδιος με τον παλιό. Οι θέσεις και οι κινήσεις των συννέφων μοιάζουν ακριβώς ίδιες, το ζύγιασμα των πουλιών , η ροή των συζητήσεων, οι σκέψεις.

ΔΡ. ΕΡΝΕΣΤ ΤΣΑΪΤΓΚΑΪΣΤ: Τι ασυναρτησίες είναι αυτές; Και κατά τη διάρκεια αυτών των παύσεων τι γίνεται; Και αυτές οι παύσεις δεν διαρκούν πάλι κάποιο χρόνο, οπότε ξαναγυρίζουμε στην επικράτεια του χρόνου;

ΔΡ. ΤΖΟΥΛΙΟΥΣ ΜΕΪΧΕΜ: Όχι, κατά τη διάρκεια των παύσεων αυτών δεν τρέχει καθόλου χρόνος, διότι ευρισκόμαστε εκτός της επιστημονικής πραγματικότητας του Αϊνστάνειου χωρόχρονου. Είμαστε πλέον στο χώρο Χίλμπερτ, που είναι καταρχήν ο χώρος της ευκλείδειας γεωμετρίας των άυλων νοουμένων, των καθαρών σχημάτων. Αυτό όμως, που τον χαρακτηρίζει και τον διαφοροποιεί από τον ευκλείδειο τόπο ειδών, είναι η αφάνταστη θερμότητά του, η άπειρη μάζα και η ασύλληπτη πίεση, που προέρχεται από την ύπαρξη πυκνής ενεργείας. Είναι η ίδια η κοσμική θάλασσα, από την οποία εκπήδησε ως πομφόλυγα το δικό μας Σύμπαν. Όλοι μας, καθώς κινούμαστε ανάμεσα στα ασυνεχή σημεία του χώρου και του χρόνου, περνάμε μυριάδες εκατομμύρια φορές από το χώρο Χίλμπερτ, χωρίς όμως να έχουμε κάποια εμπειρία από τη μετάβασή μας αυτή.

ΔΡ. ΕΡΝΕΣΤ ΤΣΑΪΤΓΚΑΪΣΤ: Και πώς δεν ξεμένουμε κάποια φορά στο χώρο Χίλμπερτ; Και γιατί δεν έχουμε κάποια ανάμνηση από την εμπειρία αυτή; Και τι σχέση έχουν όλα αυτά με τον Κάσπερ Χέλθυ; Τι είναι ο άνθρωπος, φυσικός ή αθλητής;

ΔΡ. ΤΖΟΥΛΙΟΥΣ ΜΕΪΧΕΜ: Η εκπαίδευση του Κάσπερ Χέλθυ, όπως μπορεί να σας πληροφορήσει και ο σεβαστός Πρόεδρος του Διεπιστημονικού Συμβουλίου, δεν υπήρξε μόνο σωματική αλλά και πνευματική. Αλλιώς παρά τα μεγάλα του πόδια δεν θα μπορούσε να τρέξει ποτέ τα 100 μέτρα σε τέσσερα και εξήντα επτά. Έχει αναπτύξει λοιπόν τεράστιες ευαισθησίες που λείπουν από τους κοινούς ανθρώπους. Μπορεί και αντιλαμβάνεται την ύπαρξη του χώρου Χίλμπερτ και συναισθάνεται πότε βρίσκεται σ’ αυτόν. Πολλώ μάλλον. Μπορεί και παίρνει δύναμη από την άπειρη ενέργεια του χώρου αυτού, για να συνεχίζει την κούρσα του. Όσο για την πρώτη ερώτησή σας. Το φυσικό περιβάλλον του σώματός μας είναι ο κόσμος της ύλης. Τα διάφορα υλικά σημεία είναι ταυτόχρονα σημεία αναφοράς, που προσδιορίζουν τη θέση και την ορμή του σώματός μας. Το σώμα μας δεν μπορεί να υπάρξει άνευ αυτών των σημείων, γι’ αυτό η φύση έχει προβλέψει ώστε το περίγραμμά μας, που μεταβαίνει κατά την κίνηση στο χώρο Χίλμπερτ, να προσανατολίζεται διανυσματικώς προς το επόμενο υλικό σημείο με βάση μία αυτόματη διαδικασία πλοήγησης. Ο Κάσπερ Χέλθυ, όμως, απέκτησε την ικανότητα να συνειδητοποιεί το πέρασμά του από τον ενεργειακό χώρο και κατά συνέπεια είναι σε θέση να κατευθύνει μόνος του το διάνυσμα, που θα τον οδηγήσει στον υλικό κόσμο. Μπορεί λοιπόν να παραλείψει ορισμένα υλικά σημεία και να υλοποιηθεί απευθείας σε μία απόσταση 100 μέτρων. Πρόκειται για ένα είδος βιολογικής τηλεμεταφοράς, περιορισμένου βέβαια βεληνεκούς, διότι αν το διάνυσμα προσδιορισθεί σε απόσταση μεγαλύτερη των 100 μέτρων, υπάρχει ο φόβος να απωλέσει ο κινούμενος στο χώρο Χίλμπερτ την επαφή με τα σημεία αναφοράς της υλικής πραγματικότητας και να χαθεί για πάντα στο ενεργειακό διάστημα.

ΔΡ. ΕΡΝΕΣΤ ΤΣΑΪΤΓΚΑΪΣΤ: Δεν μπορώ να καταλάβω προς τι όλα αυτά. Ήδη ο κόσμος έχει εντυπωσιασθεί αρκετά από τις επιδόσεις στο χώρο του αθλητισμού. Αφού μπορούμε να αποσπούμε την προσοχή του κόσμου με τα μέχρι τώρα ρεκόρ, αφού το τέσσερα εξήντα επτά έχει αφήσει τους πάντες με ανοιχτό το στόμα, γιατί θα πρέπει να επιζητήσουμε τo απόλυτο μηδέν; Το απόλυτο μηδέν είναι ύβρις…

ΔΡ. ΒΙΚΤΩΡ ΦΡΗΓΟΥΕΗ: Σιωπή δρ. Τσάιτγκάιστ, σάς ανακαλώ εις την τάξιν! Σταματήστε να είστε τόσο αρνητικός! Σταματήστε να τορπιλίζετε τις προσπάθειες των συναδέλφων σας. Έχετε υιοθετήσει τη στάση του αντιρρησία για να καλύψετε το γεγονός ότι η ψυχολογική αμφικτυονία, της οποίας είχατε ορισθεί εισηγητής-πυλαγόρας, απέτυχε οικτρά. Αδυνατείτε να καταλάβετε την επίπτωση που θα έχει στο ηθικό του λαού το απόλυτο μηδέν στα 100 μέτρα. Θα ενισχύσει τη θέση μας για την απεριόριστη δύναμη του ανθρώπου! Φτιάχνουμε μόνοι μας το μέλλον μας και τίποτε κακό δεν μπορεί να συμβεί! Είναι και ένας άλλος παράγων που πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν. Μετά την επίτευξη της αθανασίας, υπάρχουν πολλές αντιδράσεις λόγω του συνεπαγόμενου ελέγχου γεννήσεων. Και μόνο η προοπτική της τηλεμεταφοράς θα αναπτερώσει το ηθικό όσων θέλουν να αποκτήσουν παιδιά, διότι θα σκεφθούν ότι θα έχουν τη δυνατότητα να πάνε μακριά ίσως στην Αντίπολη, όπου η τεκνοποιία δεν θα απαγορεύεται. Ας αφήσουμε κατά μέρος τις ανούσιες συζητήσεις και ας καλέσουμε τον Κάσπερ Χέλθυ ενώπιόν μας για να μάς επιβεβαιώσει ο ίδιος αν είναι σε θέση να επιτελέσει τον άθλο, που η επιστημονική κοινότητα ζητεί από αυτόν. Να προσέλθει ο υπεραθλητής Κάσπερ Χέλθυ.

ΚΑΣΠΕΡ ΧΕΛΘΥ: Μάιν Φύρερ, σεβαστέ Ιερομνήμων των Αμφικτυονικών Συνεδρίων και Πρόεδρε του Διεπιστημονικού Συμβουλίου. Σεβαστοί Πυλαγόρες. Ομνύω ενώπιόν σας πλήσμων ευγνωμοσύνης για όσα μού έχετε προσφέρει, ότι θα δώσω κάθε ικμάδα των δυνάμεών μου για να αυξήσω το κύρος και την επιρροή της Πυξίδας επί της γης. Δεν ξεχνώ ότι σε Σάς οφείλω τη ζωή, αλλά και τη φήμη, που είναι συνδεδεμένη με το όνομά μου. Είμαι ικανοποιημένος, διότι οι ατέλειωτες ώρες προπόνησης στο γυμναστήριο, η αυστηρή απομόνωση από κάθε πειρασμό του έξω κόσμου, οι παννυχίδες και οι ολονυκτίες πνευματικής άσκησης και συγκέντρωσης, απέφεραν τους καρπούς που περιμένατε, όταν προβήκατε στις μεγάλες εκείνες επενδύσεις χρημάτων και κόπου, τις οποίες συνεπαγόταν η πολυδάπανη και διαπονηρά εκπαίδευσή μου.
Με ρωτάτε αν είμαι σε θέση να πετύχω το απόλυτο μηδέν στα 100 μέτρα. Σάς απαντώ, δεν υπάρχει τίποτε το αδύνατο για τον ευεργετηθέντα, προκειμένου να ανταποδώσει τις ευεργεσίες που τού έχουν παρασχεθεί. Χίλια εμπόδια να μού έβαζαν στο δρόμο, θα τα υπερπηδούσα, για να ευχαριστήσω εσένα πατέρα Φριτς και εσένα θείε Τζούλιους. Για χρόνια ολόκληρα σάς είχα στην καρδιά μου και μνημόνευα ευλαβικά το όνομά σας σε κάθε μου αγρύπνια και ο ήχος αυτός μετέτρεπε τις απαραίτητες για τη σκληραγώγησή μου αγγαρείες σε μυσταγωγικές θεραπείες. Σάς αγκαλιάζω και τους δύο με στοργικό βλέμμα και απέραντη αγάπη, καθώς σάς θωρώ από το ύψος του ενεργειακού χώρου, όπου συχνά με φέρνουν τα βήματά μου κατά τη διάρκεια των αγώνων. Ζω μόνο για να σάς ανταποδώσω τις υπηρεσίες και τις τιμές που περιποιήσατε αφιλοκερδώς στο άτομό μου. Ομολογώ ότι οι μέχρι τώρα επιτυχίες μου εν μέρει μόνο δικαιώνουν τους αγώνες και τις θυσίες, στις οποίες υποβληθήκατε, ξενυχτώντας στο τερματικό του κομπιούτερ, προκειμένου να επικοινωνήσετε με τους παιδαγωγούς μου και να τούς κατευθύνετε. Προσδοκώ την ώρα που θα εξοφλήσω στο ακέραιο το μέγα μου χρέος έναντί σας.

ΔΡ. ΕΡΝΕΣΤ ΤΣΑΪΤΓΚΑΪΣΤ : Μάιν Φύρερ, σε εξορκίζω. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι ο άνθρωπος είναι συναισθηματικά ασταθής. Ασχολήθηκε ποτέ κανείς να καταρτίσει ψυχογράφημα ή να σκιαγραφήσει το ψυχολογικό προφίλ του; Καταρχήν, η νοοτροπία του είναι εντελώς ασύμβατη με τη φιλοσοφία της Πυξίδας. Εσύ μιλάς για αυτοκαθορισμό και αυτός μιλάει για μοίρα, πεπρωμένα και δεν συμμαζεύεται.

ΦΡΙΤΣ ΓΙΕΓΚΕΡ: Σκασμός δρ. Τσάιτγκάϊστ. Ο ποιητικός τρόπος με τον οποίο εκφράζεται ο νεαρός Κάσπερ είναι απότοκος της ανθρωπιστικής παιδείας του. Γνωρίζω πολύ καλά ότι είναι ψυχή τε και σώματι αφοσιωμένος στο σκοπό μας. Η απόλυτη κυριαρχία του Ανθρώπου πάνω στη φύση θα επιβληθεί οριστικά μετά τους αυριανούς αθλητικούς αγώνες. Κάσπερ, γιε μου, περιμένουμε από σένα το θαύμα εκείνο που θα πείσει τους πάντες πως ο Άνθρωπος είναι ο σύγχρονος Θεός. Έχουμε πάρει τη μοίρα στα χέρια μας, αξιοποιώντας όλα τα επιστημονικά δεδομένα και τίποτε δεν μπορεί να πάει στραβά. Εμπρός, λοιπόν, γιε μου, για το Λαό, για το Συμβούλιο, για την Πυξίδα, για την Πειραματοχώρα!

(Την επομένη μέρα μπροστά στις οθόνες)

ΦΡΙΤΣ ΓΙΕΓΚΕΡ: Ιδού, ξημέρωσε η μεγάλη μέρα που θα δοξασθεί ο Υιός του Ανθρώπου! Είναι η μέρα που και οι τελευταίοι δύσπιστοι αντιρρησίες θα αποκαλυφθούν μπροστά στην καταλυτική βουλησιαρχία της Πυξίδας. Φαντάζομαι ότι μετά την πανηγυρική δικαίωση της φιλοσοφίας μας θα σταματήσουν επιτέλους αυτές οι απόπειρες αυτοκτονίας που μας ταλανίζουν καθημερινά. Αυτοκτονία σημαίνει δειλία, αποφυγή ευθύνης άρνηση ένταξης στη λογική του Homo Faber, του Ανθρώπου, που σφυρηλατεί μόνος τη μοίρα του.

ΔΡ. ΑΛΦΟΝΣΟ ΠΡΕΗΖ: Κοιτάξτε! Χιλιάδες οπαδοί στις κερκίδες ανεμίζουν τις σημαίες με το έμβλημα της Πυξίδας. Ο αφέτης είναι στην αφετηρία των 100 μέτρων έτοιμος να εξαπολύσει τον τελετουργικό πυροβολισμό. Έφυγαν! Ναι! Είναι απίστευτο! Ο Κάσπερ Χέλθυ είναι ήδη στη γραμμή του τερματισμού! Τα χρονόμετρα κατέγραψαν μηδέν! Το απόλυτο μηδέν!

ΔΡ. ΒΙΚΤΩΡ ΦΡΗΓΟΥΕΗ: Αξιότιμοι συνάδελφοι! Αγαπητέ μου Τζούλιους! Είναι μεγάλη μέρα η σημερινή! Πετύχαμε τον απόλυτο άθλο, που είναι ανώτερος απ’ όλους τους άθλους του Ηρακλή, του Ηρακλή. Δρ. Τσάιτγκάιστ, καιρός να κάνεις, καιρός να κάνεις την αυτοκριτική σου, κριτική σου. Η φιλοσοφία μας θριάμβευσε, θριάμβευσε. Φτιάχνουμε μόνοι μας το μέλλον μας και τίποτε κακό δεν μπορεί να συμβεί. Φτιάχνουμε μόνοι μας το μέλλον μας και τίποτε κακό δεν μπορεί να συμβεί. Φτιάχνουμε μόνοι μας το μέλλον μας και τίποτε κακό δεν μπορεί να συμβεί, συμβεί. Άθλος του Ηρακλή, δρ. Τσάιτγκάιστ, Ηρακλή, καιρός να κάνεις την αυτοκριτική σου, φτιάχνουμε μόνοι μας και τίποτε κακό, η φιλοσοφία μας δεν μπορεί να συμβεί, η αυτοκριτική σου θριάμβευσε, θριάμβευσε, μόνοι μας και τίποτε κακό, δρ. Τσάιτγκάϊστ δεν μπορεί να, δεν μπορεί να, δεν μπορεί να, συμβεί, βε, βει, βει, άθλος του Ηρακλή, κλη, κλη, κλη, το αυτομέλλον μας, το μέλλον μας δεν μπορεί να συμβεί…

ΚΑΣΠΕΡ ΧΕΛΘΥ (ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΕΡΠΕΡΑΝ): Πατέρα του Έθνους, θείε Τζούλιους. Φαίνεται ότι τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς, όπως σάς τα είχα περιγράψει ε; Βλέπετε η διαρκής διαδικασία της εξαφάνισης του σώματός μας από ένα σημείο του κοκκώδους υλικού χώρου και η εμφάνισή του σε ένα άλλο δεν εξασφαλίζεται μόνο από το αυτόματο σύστημα πλοήγησης, που μάς παρέχει ο χώρος Χίλμπερτ, αλλά και από την αδράνεια του υλικού αϊνστάνειου χώρου. Όταν, ευρισκόμενος στο χώρο Χίλμπερτ, έδωσα την εντολή να υλοποιηθώ σε απόσταση 100 μέτρων, ο αϊνστάνειος χώρος, που περίμενε τις συντεταγμένες του σώματός μου στο αμέσως επόμενο στοιχειώδες μήκος Planck βραχυκυκλώθηκε εντελώς! Η ξαφνική μετατόπιση του σώματός μου από την κανονική ροή της κίνησης ανέτρεψε όλους τους θεμελιώδεις φυσικούς νόμους του αϊνστάνειου Σύμπαντος. Γιατί, βλέπετε, αγαπητέ μου πατέρα και θείε, υπάρχει μοίρα και μάλιστα άτεγκτη, άφευκτη κι αδήριτη και τούτη είναι η αιτιοκρατία που επικρατεί στον κόσμο της ύλης. Μοίρα ήταν τα τόσα λαμπρά επιτεύγματά σας και ήταν μοίρα να καταστραφείτε από το τελειότερο δημιούργημά σας, εμένα! Ελευθερία είναι μόνο αυτή που απολαμβάνω εγώ τώρα στον ενεργειακό χώρο των νοουμένων!
Για να μην πολυλογούμε! Η αδράνεια του υλικού κόσμου, προσπαθώντας να καλύψει το ξαφνικό κενό που προξενήθηκε από την αιφνίδια απουσία του σώματός μου (Natura non facit saltus), υλοποίησε μία ρεπλίκα του σώματός μου στο επόμενο μήκος Planck. Ήδη είχα γίνει διπλός, ήμουν και στο τέρμα και στην αφετηρία της κούρσας. Αλλά ο σωσίας μου, που συμμετείχε ακόμη στην κούρσα, εμφανιζόμενος και εξαφανιζόμενος ανάμεσα στα διαδοχικά σημεία του κοκκώδους υλικού χώρου ήταν ένα σώμα χωρίς νου! Σε πόσο χρόνο θα έτρεχε άραγε την απόσταση; Σε τέσσερα εξήντα επτά, τέσσερα εξήντα οκτώ, τέσσερα εξήντα εννέα, πέντε δευτερόλεπτα αν ήμουν ντεφορμέ; Για κάθε μία απ’ αυτές τις άπειρες πιθανότητες ο αϊνστάνειος χώρος δημιουργούσε και μια ρεπλίκα του σώματός μου, μαζί με το στάδιο, τις κερκίδες, την πόλη, την οικουμένη. Από το τεράστιο βάρος, την ασύλληπτη μάζα αυτών των παράλληλων εναλλακτικών κόσμων δημιουργήθηκε μία απιθάνων διαστάσεων μαύρη τρύπα, που κατάπιε και σάς και το Διεπιστημονικό Συμβούλιο, το ηλιακό σύστημα και το Σύμπαν ολόκληρο.
Συγγνώμη πατέρα και Φύρερ μου, θείε μου Τζούλιους. Από καιρό ήθελα να αυτοκτονήσω για να γλυτώσω από το μαρτύριο που υπέμενα καθημερινά, τα φώτα νέον του γυμναστηρίου, τις συνθετικές τροφές, τις αυξητικές των μυών πολυβιταμίνες, τις μοναχικές ονειρώξεις της νύχτας και όλα τα άλλα δώρα της… προνομιακής ζωής που μού επιφυλάξατε. Αλλά τα δίχτυα σας δεν με άφηναν να πέσω από τους ουρανοξύστες και οι αερόσακοί σας δεν με άφηναν να τσακιστώ με το αυτοκίνητο. Μόνη μου διέξοδος έμεινε η διαφυγή στο χώρο Χίλμπερτ. Είμαι πια ελεύθερος, αλλά με ποιο τίμημα! Καταδίκασα εσάς και ένα ολόκληρο Σύμπαν να ζείτε ένα αέναο αιώνιο παρόν στις παρυφές μιας μαύρης τρύπας. Σάς παγίδευσα για πάντα σε μία κατάσταση ζόμπι, πατέρα και θείε μου και λυπάμαι, έστω και αν δεν νιώθω τις τύψεις με την ένταση που θα έπρεπε. Ελπίζω τουλάχιστον κάποτε να με συγχωρήσει ο Θεός. Το κρίμα μου, η θυσία ενός ολόκληρου Σύμπαντος στο βωμό της ελευθερίας, είναι βαρύ, αλλά αισιοδοξώ ότι τελικά θα λάβω άφεση αμαρτιών από τον Κύριο. Στο κάτω-κάτω, μετά την καταστροφή όλων των δημιουργημάτων του, είμαι το μόνο νοητικό υποκείμενο που έχει απομείνει εκτός από Αυτόν! Λένε πως, όταν ζεις με κάποιον για μία αιωνιότητα, μαθαίνεις να τον υπομένεις και να τον ανέχεσαι, ακόμη και να τού φέρεσαι συγκαταβατικά και με κατανόηση, έστω κι αν είναι ο ίδιος ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ.

ΑΛΛΗ ΦΩΝΗ ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΕΡΠΕΡΑΝ: Θεός ή διάβολος, το καλό και το κακό, βαριές κουβέντες. Κι αυτός ο δυισμός είναι η πιο πρωτόγονη θεολογία. Είχατε την ευκαιρία, τόσον καιρό, να οργανώσετε ένα ανθρωπιστικό και ορθολογικό καθεστώς. Όμως ξεστρατίσατε προς τον εθνολαϊκισμό κι ήλθε η ώρα να επιστρέψετε στο γύψο.
Έχει ο καιρός γυρίσματα, ο δε αριθμός «δύο» είναι γελοίος. Ξεχάστε το δυισμό διαβόλου-θεού, είμαστε πολλοί, είμαστε ανεξάρτητοι, είμαστε οι γνώριμοί σας νεστορο- μέντορες!!

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΜΕΤΑ ΤΗ ΘΕΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

25ο έτος δικτατορίας των νεστορο-μεντόρων

Ο Αντρέϊ είχε σπουδάσει Αστρονομία στο Λομονόσοφ. Μετά την πτώση του μαρξισμού-λενινισμού παρουσιάστηκε στην Πειραματοχώρα έλλειμα κοσμοθεωρίας. Είπε στην αρχή να ακολουθήσει από φιλοσοφικής άποψης την παράδοση του βρετανικού εμπειρισμού , που ούτως ή άλλως είναι συμβατή με κάθε είδους επιστήμη, ώστε να ασκηθεί σε τακτική και στρατηγική. Με βάση τα παραπάνω είχε προσαρμόσει και τις δημοκρατικές του αντιλήψεις, που έκλιναν άλλλοτε προς τη «res publica» των Ρωμαίων ή τον Κοινοβουλευτισμό των Εγγλέζων και άλλοτε προς προς τις λαϊκές συνελεύσεις. Λόγω του «σοβιετικού» απωθημένου απεχθανόταν το καθεστώς των διεφθαρμένων πολιτικών και φρόντιζε να ζει μία πορεία στην τροχιά των σημαντικών πραγμάτων της ζωής, που να μην τέμνεται σε καμία περίπτωση με τα κόμματα και τους μηχανισμούς τους, ώστε να μη τούς ενοχλεί και να μην τον ενοχλούν.
Επειδή όμως η ιδεοληψία ήταν παράδοση της χώρας του, αφού οι ιδέες είναι αρχετυπικά μοντέλα, δηλαδή πατριαρχικά πρότυπα, που τα έχει ανάγκη η μάνα Ρωσία, καθώς κατά τον Ντοστογιέφσκι ανατρέφει τα παιδιά της χωρίς πατέρα, ενστερνίστηκε το στόχο του Πειράματος να επιδιώξει εφαρμογή των ιδεών του μαζί με τους άλλους εργάτες της μοίρας. Είχε μία ωραία επικοινωνία στο διαδίκτυο με ομοϊδεάτες και ετερόδοξους κι αισθανόταν ότι είχε ξεφύγει από την ανατολίτικη μοιρολατρία, ανωνυμία και την καταθλιπτική πίεση του ρωσικού πλήθους. Όλα αυτά, μέχρι που επανήλθαν στο προσκήνιο οι νεστορο-μέντορες.
Εκείνη την ώρα ήχησε ο αυτοσχέδιος ασύρματος, που είχε κατασκευάσει, δεδομένου ότι οι επικοινωνίες ήσαν από χρόνια κομμένες. Ήταν πάλι ο Ντόναλντ, ο φίλος από στην Αμερική ,ψυχολόγος- κοινωνιολόγος που είχε μπερδέψει την ελευθερία του καου- μπόϋ με την αναρχία , απροσάρμοστος τόσο σε συνθήκες πραγματικής ζωής, όσο και στις μετέπειτα συνθήκες του πειράματος των νεστορο-μεντόρων, όπου κατόρθωσε μάλιστα να αυτοκτονήσει κι ύστερα πάλι να ξανασηκωθεί υπό αδιευκρίνιστους όρους στα πόδια του , όντας παρ’ όλ’ αυτά ο μόνος άνθρωπος, η μόνη πραγματική φωνή που τού είχε απομείνει για ν’ ανταλλάξει δυο κουβέντες.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Αντρέϊ, επιτέλους οι έρευνές μου απέδωσαν. Ξέρω πού βρίσκεται το μηχάνημα των νεστορο-μεντόρων.

ΑΝΤΡΕΪ: Πού λοιπόν;

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Δεν θα το πιστέψεις, κι εγώ ο ίδιος διστάζω ακόμη και να το προφέρω. Πρέπει να κάνω όλων των ειδών τις επαληθεύσεις, γιατί αυτό που βρήκα είναι απίστευτο. Θα σε ξαναπάρω.

ΑΝΤΡΕΪ: Α, ρε Ντόναλντ , ευτυχώς υπάρχεις ακόμη εσύ. Ακούγοντάς σε, θυμάμαι τα παλιά. Τότε με τον Κένσι, που κάναμε τον περίπατό μας, σερφάραμε στο διαδίκτυο κι ύστερα συμμετείχαμε στο πείραμα…

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Μη μού τον θυμίζεις. Εξαιτίας ανθρώπων με τέτοιες νιτσεϊκές ή τέλος πάντων ολοκληρωτικές αντιλήψεις, που αμφισβητούν την ατομική ελευθερία στο όνομα διαφόρων θολών ή ακαθόριστων κοινωνιστικών σκοπιμοτήτων, θεώρησαν οι νεστορο-μέντορες ότι έχει ωριμάσει το κλίμα για την επέμβασή τους στη Γη. Κλείνω προς το παρόν!

Προκειμένου να επιβάλουν την κυριαρχία τους, οι νεστορο-μέντορες είχαν α) οργανώσει το πείραμα εκείνο, όπου καλούνταν τα πειραματόζωα να αντιδράσουν σε κουφές καταστάσεις, ώστε να διερευνηθεί η δυνατότητα αντίδρασής τους σε οριακές συνθήκες.

β) Μετά το πείραμα , όταν θεώρησαν ότι είχαν πλέον εικόνα για την αντοχή και την ανθεκτικότητα των υπηκόων τους, προχώρησαν στη διαταραχή και διάσπαση της συνέχειας του χώρου. Ο αποσυντονισμός ή η αποσυναρμολόγηση λειτουργούσε με τον εξής απλό τρόπο: Είναι γνωστό ότι το σύμπαν μας αποτελείται από στοιχειώδεις δομικούς λίθους, που μπορεί κανείς να ονομάσει χορδές, μήκη Planck κ.λπ. Σύμφωνα με τη θεωρία του Αϊνστάιν , κάθε σωματίδιο υλοενέργειας έχει ένα βαρυτικό δυναμικό λάμδα, ο δε ολικός αριθμός των λάμδα είναι ακριβώς εκείνος, που απαιτείται για να μην αναδιπλωθεί στον εαυτό του το τετραδιάστατο συνεχές. Βάζοντας λοιπόν ταχύτατα σωματίδια με φορτίο λάμδα να προσκρούσουν σε μία τέλεια γωνία με απολύτως ισομοιρασμένες πιθανότητες ανάκλασης προς τη μία ή την άλλη πλευρά , πετύχαιναν να τα διατηρούν σε μία κατάσταση διαθεσιμότητας, αναστολής δραστηριοτήτων ή καταστολής λειτουργιών. Ο Αντρέϊ έμαθε ότι φιλοσοφικά αυτό το φαινόμενο αποκαλούνταν «γαϊδούρι του Μπουριντάν», που απέχει εξίσου αναποφάσιστο και δίβουλο από δύο σωρούς σανού. Αποτέλεσμα: Μία μαχαιριά στο πληθωριστικό μπαλόνι του χωρόχρονου , έτσι ώστε ο μεν χώρος έγινε ένα ανείπωτο χάος από τρισδιάστατα αντικείμενα, ο δε χρόνος ανεξαρτητοποιήθηκε και συνέχισε να ακολουθεί ασυσχέτιστα τη δική του πορεία. Για να το πετύχουν αυτό, είχαν στην αρχή επιστρατεύσει το φιλόδοξο αθλητή Κάσπερ Χέλθυ.
Η ενοποιητική εποπτεία του χώρου και του χρόνου είχε λοιπόν καταρρεύσει. Η κακοβουλία των νεστορο-μεντόρων δεν αρκέστηκε όμως σ’ αυτό. Όλες οι οικογένειες διαλύθηκαν , τα ζευγάρια χωρίστηκαν και ο καθένας ζούσε απομονωμένος σ’ ένα σπίτι. Το σύνολο τούτων των ενδιαιτημάτων- φυλακών κυκλοφορούσε και πηγαινοερχόταν σ’ ένα τρισδιάστατο χάος, συγκροτώντας ένα μωσαϊκό από αεικίνητους κύβους. Το να ανοίξουν την πόρτα του σπιτιού, ισοδυναμούσε με αυτοκτονία, γιατί πλέον υπέκειντο σε όλους τους δυνατούς τύπους και συνδυασμούς της απάτης και της πλάνης. Όταν έβγαιναν έξω από το κατώφλι, αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο να χαθούν απόλυτα και ανέκκλητα, αφού ήταν αδύνατο να διατηρήσει κανείς μια αίσθηση κατεύθυνσης μέσα στις αυξομειούμενες αποστάσεις, τη χαοτική απώλεια της εποπτείας του χώρου. Το διάστημα καμπυλωνόταν και συστρεφόταν δημιουργώντας βουνά και λαβύρινθους, λόφους και φιδωτές στριφογυριστές σήραγγες. Ίσως πάλι να έβλεπαν μπροστά τους μία ψευδαίσθηση, ένα φανάρι ή διάβαση, αλλ’ ό,τι κι αν έκαναν, δεν θα μπορούσαν ποτέ να το πλησιάσουν. Συχνά ένα φως τους παρέσερνε και απομακρύνονταν χωρίς γυρισμό ή τους σαγήνευε πολλά υποσχόμενος δρόμος, που δεν οδηγούσε πουθενά. Κάποιο είδος συντεταγμένων βέβαια υπήρχε, αφού μπορούσαν να κατευθύνουν τα σπίτια- σκάφη τους προς ορισμένα τεράστια σούπερ μάρκετ τροφοδοσίας και να εφοδιάζονται με προμήθειες μέσω πλαστικού σωλήνα πτυχωμένου σαν ακορντεόν , ώστε να συντηρήσουν την άθλια ύπαρξή τους.
Το αντάλλαγμα για τη στέρηση του απτού και του πραγματικού ήταν η φαντασμαγορία του φανταστικού και πλασματικού, που εξασφαλιζόταν από μια άλλη εμπνευσμένη συσκευή των νεστορο-μεντόρων . Το Πανοπτικό ή Ιμάτζικον, του οποίου η πλήρης ονομασία ήταν Πανοπτικός Ολογραφικός Ιστοριογράφος (ΠΑΝ.ΟΛ.ΙΣ.) είχε ένα απεριόριστο ρεπερτόριο, κατασκεύαζε διαρκώς ιστορίες και τις προέβαλλε. Στην ουσία ήταν μια τέλεια συσκευή σεναρίων: Ξεκινούσε με τις βασικές λογικές κατηγορίες, τις οποίες παράλλασσε ασταμάτητα, συνδύαζε και επανασυνδύαζε σε όλο και πιο περίπλοκες δομές, ώστε με αυτή τη διαδικασία να σχεδιάζει μια ατέλειωτη ποικιλία σεναρίων και χαρακτήρων με σκηνική παρουσίαση, διάλογο και μουσική υπόκρουση. Η σεναριακή εφευρετικότητα του Πανοπτικού ήταν ανεξάντλητη. Έδινε την εντύπωση ότι, αν έμενε συνεχώς ανοιχτό, θα διεκπεραίωνε όλες τις δυνατές δραματικές καταστάσεις. Παρείχε τη δυνατότητα να βλέπει κάποιος ταινίες και σήριαλ μέχρι να πέσει αναίσθητος. Αλλά και για όποιον ήθελε να ανασυστήσει το περιβάλλον των αγαπημένων του προσώπων, ο ΠΑΝ.ΟΛ.ΙΣ δεν χάλαγε χατίρι. Λειτουργούσε και ως κατάστρωμα ολογραφημάτων, σού έδειχνε δηλαδή την παράσταση της γυναίκας, των παιδιών σου κ.λπ. Μάλιστα , χάρη σε μία τεχνική μετατροπής ύλης, δεν σού παρείχε μόνο μια φωτεινή εικόνα, αλλά μια γνήσια αισθητή μορφή, ζουμερή και απαλή, που μπορούσες να ψαχουλέψεις , να μυρίσεις και να γευτείς. Μόνο από μια μηχανιστικότητα, μια διαφορά φάσης ή χρονοκαθυστέρηση στις αντιδράσεις καταλάβαινες το «στημένο» του πράγματος.
Ο Αντρέϊ σιχαινόταν απερίφραστα αυτό το μηχάνημα. Δεν τού αρκούσε να παρακολουθεί τις αμέτρητες δραματικές ιστορίες που εξελίσσονταν μέσα του. Δεν έστεργε να πιστέψει ότι όλες οι ηθικές παράμετροι, όλα τα έντονα συναισθήματα, οι θρίαμβοι, οι τραγωδίες και ο άσκοπος πόνος υπήρχαν «ποιητική αδεία», για να κάνουν χάζι είτε οι γήινοι είτε οι νεστορο-μέντορες . Μισούσε αυτούς που τού είχαν αφαιρέσει όλα όσα άξιζαν στη ζωή του. Την καθησυχαστική, όσο και τεκμηριωμένη ομιλία της συζύγου του (και πάλι η Σέλμα!), που ακουγόταν στεντόρεια σαν να ήταν το στέρνο της ηχείο και ενισχυτής, το χάιδεμα στα μάγουλα των παιδιών, την έκθεση στον αέρα και τον ήλιο, την απλή βόλτα ακόμη και στους στρεβλούς ανάποδους διαδρόμους της Πειραματοχώρας. Βέβαια θα μπορούσε να προγραμματίσει το ολογραφικό τμήμα του ΠΑΝ.ΟΛ.ΙΣ. για να τα ξαναζήσει όλα αυτά , αλλά ήξερε ότι θα ήταν ψέμα, εικονική πραγματικότητα. Αν αφαιρέσεις από έναν άνθρωπο τις τρέχουσες εμπειρίες και τού αφήσεις μόνο τις αναμνήσεις, είναι άραγε ο ίδιος; Τότε οι αναμνήσεις γίνονται ράφια βιβλιοθηκονόμου, που απλά αυτός τα ξεσκονίζει, γίνονται εμφυτεύματα σε ρομπότ, άψυχα, άοσμα, άγευστα. Και η λύση ποια είναι τότε; Να απορροφηθεί κανείς και να αφομοιωθεί από τις ατέλειωτες προβολές του Πανοπτικού; Μήπως αυτό ήταν το μήνυμα των νεστορο-μεντόρων ; Να σού δείξουν μέσα από τη συγχώνευση, από τη σύγχυση των παραστάσεων ότι θα μπορούσες να είσαι και κάποιος άλλος, ότι δεν έχει σημασία ποιος είσαι;
Ο Αντρέϊ δεν είχε ασχοληθεί ποτέ επαγγελματικά με τη φιλοσοφία. Όπως όλοι οι ευφυείς, πρακτικοί και πολυάσχολοι άνθρωποι, τη θεωρούσε πάρεργο σε σχέση με την κύρια απασχόληση, θέμα άποψης του καθενός , αφορμή απέραντης και αυθαίρετης φλυαρίας στο διαδίκτυο, παραγέμισμα και κουτσομπολιό για να περνάει η … περιορισμένη ελεύθερη ώρα . Τώρα όμως, μετά την επέμβαση των νεστορο-μεντόρων, το πρόβλημα του εαυτού ως φιλοσοφικό ζήτημα είχε γίνει ζήτημα ζωής και θανάτου, όρος επιβίωσης. Ήξερε ότι είχε τη διανοητικότητα να βρει μία λύση στην εξίσωση της ταυτότητας και κατάλαβε ότι δεν είχε άλλη διέξοδο από το να επεξεργαστεί σε βάθος τον εγελιανισμό του. Κοίταξε τις σημειώσεις του, που είχε με κόπο συλλέξει κυρίως από συγγράμματα δανειστικών βιβλιοθηκών, αφού η συναφής προβληματική δεν είχε σχέση με το αντικείμενό του. Θυμόταν ότι ο φίλος του ο Κένσι ασχολούνταν μ’ αυτά, αλλ’ εκείνος είχε χαθεί.

-Ταυτότητα: Ο λογικός νόμος της ταυτότητας εκφράζεται από τον τύπο Α=Α ή το Α είναι Α. Ο νόμος αυτός είναι εκ των πραγμάτων ένας νόμος της συνειδητής σκέψης και χωρίς τη σκέψη θα ήταν ανύπαρκτος. Ουσιαστικά πρόκειται απλώς για την άλλη έκφραση του νόμου της αντίθεσης, ο οποίος δηλώνει ότι το ίδιο χαρακτηριστικό δεν μπορεί ταυτόχρονα να ανήκει και να μην ανήκει σε ένα υποκείμενο-.
-Από φιλοσοφικής άποψης , η ακριβής σημασία του όρου «ταυτότητα» και οι τρόποι, με τους οποίους μπορεί να περιγραφεί, παραμένουν ασαφείς. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η ταυτότητα αποκλείει τη διαφορά , άλλοι πως υπονοεί απλά μια «διαφορετική ομοιότητα». Το ερώτημα είναι αν η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί μόνο μέσα από τα χαρακτηριστικά του αντικειμένου ή αν αναφέρεται κατά μοναδικό τρόπο σ’ ένα αντικείμενο ανεξαρτήτως χαρακτηριστικών. Ένας βουδιστής μοναχός έλεγε: «Σκέφτομαι αν σε όλες τις ερήμους του κόσμου μπορεί να υπάρχουν έστω και δύο κόκκοι άμμου εντελώς όμοιοι μεταξύ τους»-.

Χτύπησε πάλι ο ασύρματος. Ήταν ο Ντόναλντ.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Λοιπόν, είναι επιβεβαιωμένο. Ο χωροχρονικός παρεμβολέας είναι στο σπίτι ενός παλιού μας γνώριμου.

ΑΝΤΡΕΪ: Λέγε, Ντόναλντ. Πρέπει επιτέλους κάτι να κάνουμε μ’ αυτή την ιστορία. Να τον σαμποτάρουμε, να γίνουν τα πράγματα όπως πριν, να έχουμε γύρω μας μια διάταξη σταθερής ύλης και σημεία αναφοράς.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Κρατήσου, είναι στο πατρικό του παλιού μας φίλου Ισοκράτη.

ΑΝΤΡΕΪ: Του Ισοκράτη ; Τρελός είσαι;

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Γιατί όχι; Ο Ισοκράτης είναι ιδανική περίπτωση για τους νεστορο-μέντορες . Παλιός εγελιανός, που παρά τα χτυπήματα και τις διαψεύσεις, που δέχτηκε όλα αυτά τα χρόνια, δεν πρόδωσε την ιδεολογία του. Ποτέ δεν μπόρεσε να χωνέψει το μικρόβιο της πλεονεξίας ή να καταλάβει πώς σκέφτονταν οι άπληστοι άνθρωποι που οδήγησαν τα σοσιαλιστικά καθεστώτα σε χρεοκοπία , γιατί ο ίδιος ζει μ’ έναν εντελώς λιτό και απέριττο τρόπο ζωής. Όλη η δραστηριότητά του πάντα χανόταν μέσα στην κοινωνία, όπως διαλύεται το αλάτι μέσα στο νερό. Είχε τρελάνει ως και τη μηχανή ανακατανομής επαγγελμάτων των νεστορο-μεντόρων. Οι ιδιότητες και οι δεξιότητές του δεν ταίριαζαν σε ένα απλό «δάσκαλος», «υδραυλικός», «δικηγόρος», «πυροσβέστης» όπως συνέβαινε σε κάθε νορμάλ άνθρωπο, αλλά με βάση τα χαρακτηριστικά η μηχανή θα σου έλεγε: «κάνει για προϊστάμενος του δικτύου πωλητών σε συγκεκριμένη αλυσίδα καταστημάτων για το τάδε προϊόν, της δεν ξέρω ποιας πολυεθνικής εταιρείας στη δείνα πόλη ή μείζονα περιοχή» και λοιπά και λοιπά. Στο τέλος η μηχανή τον άφησε άνεργο και ησύχασε. Δεν είχε τη φιλοδοξία τη δική μας , αλλά ικανοποιούνταν απόλυτα με λελογισμένα αγαθά και μια ουσιώδη οικογενειακή ζωή , που τον κάλυπτε απόλυτα εφόσον υπήρχε το προαπαιτούμενο της αγάπης. Έχει δε και ισχυρό κίνητρο να φιλοξενεί και να φρουρεί τον παρεμβολέα, γιατί ζει και αυτή τη στιγμή ευτυχισμένος με γυναίκα και παιδιά και έχει πολλά να χάσει…

ΑΝΤΡΕΪ: Τι είναι αυτά που λες ; Αφού οι νεστορο-μέντορες έχουν χωρίσει τις οικογένειες…

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Όχι σ’ εκείνους που ασπάζονται την ιδεολογία τους. Όχι σε όσους αποδέχονται την κυριαρχία του περιβάλλοντος και ενσωματώνονται αρμονικά σ’ αυτό. Ίσα- ίσα τέτοιου είδους άνθρωποι είναι τα στηρίγματά τους. Αντίθετα, σε όλους εμάς, που έχουν διαγνώσει το γονίδιο του εγωισμού, πάνε να μάς το ξεριζώσουν, να μάς λυγίσουν ψυχολογικά, να μάς θρυμματίσουν την προσωπικότητα.

ΑΝΤΡΕΪ: Το θέμα είναι ότι ο Ισοκράτης προφανώς δεν ξέρει τι τραβάμε εμείς οι υπόλοιποι, αλλιώς είναι βέβαιο ότι δεν θα συνεργαζόταν. Τι επιλογές έχουμε;

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Κοίταξε, μού έχει χρησιμεύσει πολύ η μελέτη που έχεις κάνει για το σύστημα συντεταγμένων του καινούριου χώρου. Θυμάσαι που μού εξήγησες ότι είναι σαν το εξωτερικό διάστημα, χρειάζονται δηλαδή επτά σημεία για να προσδιορίσεις τη θέση του κάθε αντικειμένου. Εδώ και καιρό παρακολουθώ κάθε κίνηση του φίλου μας και βλέπω τις παραγγελίες του στο διαδίκτυο. Ευτυχώς οι νεστορο-μέντορες παγίδευσαν μεν το e-mail , διότι είναι αντίθετοι σε κάθε μορφή επικοινωνίας, αλλά άφησαν ελεύθερο το e-Bay για συναλλαγές και μεταβιβάσεις αγαθών και τροφίμων, δείχνοντας κατανόηση στο ότι εμείς είμαστε ακόμη υλικά πλάσματα. Αυτό, που χρειάζομαι για να προσδιορίσω τη θέση του σπιτιού του, είναι να κάνει προμήθειες ταυτόχρονα από εφτά διαφορετικά καταστήματα. Δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο.

ΑΝΤΡΕΪ: Μείνε σ’ επαφή Ντόναλντ. Ας μην το παρατείνουμε. Κλείνω για να αποφύγουμε τον εντοπισμό.

Οι ώρες της αναμονής ήταν το χειρότερο σ’ αυτή την καταραμένη εποχή. Ο Αντρέϊ στράφηκε πάλι στις σημειώσεις του:
-Αν κάθε ον και αντικείμενο έχει τη δική του μοναδική ταυτότητα, την πρωτότυπη ιδιότυπη ιδιόμορφη ύπαρξη και παρουσία, που το ξεχωρίζει από την υπόλοιπη πλάση, θα έπρεπε να μπορεί κανείς να την εντοπίσει μέσα σε κάποιο καθορισμένο πλαίσιο ανεξάρτητο από το χώρο, το χρόνο και τους αριθμούς. Βέβαια μια τέτοια παραδοχή δεν ταιριάζει στον υλισμό, αλλά στον παραδοσιακό εχθρό του, τον ορθολογισμό ή ρασιοναλισμό-.
-Από πλευράς μαθηματικής, ο ορθολογισμός εκφράζεται με τη θεώρηση των αριθμών ως καθαρά αφηρημένων εννοιών , υπερβατικών αρχετύπων και μεταφυσικών ή προ-φυσικών κατηγοριών, που προηγούνται και αποτελούν το εκμαγείο της ύλης. Αντίθετα, για τον υλισμό δεν υπάρχει οντότητα «πέντε». Η ταυτότητα σε μια ομάδα πέντε αντικειμένων αφορά μόνο το κάθε αντικείμενο ιδωμένο ξεχωριστά. Η έννοια του πέντε είναι μία διαδικασία, η οποία προκύπτει από τη σύγκριση κάθε μέλους ενός πενταμελούς συνόλου με τα μέλη ενός άλλου ταυτάριθμου συνόλου, άρα μόνο τα μεμονωμένα υλικά αντικείμενα του συνόλου έχουν ταυτότητα.
-Από πλευράς Φυσικής, στον εικοστό αιώνα μια εντυπωσιακή επιστημονική ερμηνεία φάνηκε ότι θα απαντούσε στο ερώτημα της ταυτότητας. Για να εξηγηθούν τα συμπεράσματα των πειραμάτων περίθλασης ηλεκτρονίων, εφευρέθηκαν εξισώσεις, που με μαθηματικούς όρους αφαιρούσαν από τα ηλεκτρόνια την ατομική τους ιδιότητα. Παρατηρήθηκε πως τα ηλεκτρόνια ήταν τόσο όμοια μεταξύ τους , ώστε να είναι ουσιαστικά ταυτόσημα. Οι εξισώσεις, λοιπόν, αυτές περιέγραφαν ηλεκτρόνια, που αντάλλασσαν ταυτότητα μεταξύ τους μέσα από μία ρυθμική ταλάντωση, χωρίς οποιαδήποτε μεταφορά ενέργειας ή θέσης, σαν να υπάρχει παντού το ίδιο ηλεκτρόνιο. Η βρετανική σχολή απορρίπτει εντελώς την ιδέα της ταυτότητας σαν απλό βερμπαλισμό χωρίς αντικειμενική εφαρμογή. Ακόμη και την ιδέα της ανταλλαγής ταυτότητας ανάμεσα στα ηλεκτρόνια, τη θεωρεί μαθηματική φαντασίωση-.

Μάλιστα , άντε να βγάλεις άκρη, πρέπει να είναι κανείς πανεπιστήμων και το χειρότερο εντελώς θεωρητικός, για να κατανοήσει αυτά τα θέματα, σκέφτηκε ο Αντρέϊ. Εκείνη τη στιγμή όλο το αυτοσχέδιο κύκλωμα του ασυρμάτου του δονήθηκε από την κεραία ως τον κρυστάλλινο φωρατή.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Ευτυχώς τον βρήκα. Σταθήκαμε τυχεροί, διότι τώρα ο φίλος μας αποχωρεί από μία αλυσίδα καταστημάτων, απ’ όπου προμηθεύτηκε: μία σέλα για ποδήλατο γυμναστικής, ένα καφάσι φρούτα, ένα σετ ξηρών καρπών (φουντούκια, φιστίκια και κάσιους) , πάμπερ για το μωρό, ένα τσεστ εξπάντερ (διευρυντή στήθους), ένα βάζο ψαρόκολλα και ένα μπλακεντέκερ.

ΑΝΤΡΕΪ: Κλασικός Ισοκράτης, ε;

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Δόξα τω Θεώ προτίμησε εξειδικευμένα καταστήματα και όχι σούπερ μάρκετ, οπότε έχουμε εφτά σημεία στο χώρο. Αντρέϊ, σού διαβιβάζω τις συντεταγμένες. Συγχρόνισε το ρολόι σου και προώθησε το σκάφος σου προς τα εκεί. Να κινηθούμε συντονισμένα.

ΑΝΤΡΕΪ: Ντόναλντ, ο Ισοκράτης δεν γνωρίζει τη δική μας κατάσταση, ενώ αντίθετα είναι απόλυτα απορροφημένος με τη δική του. Τι θα γίνει αν δεν πείθεται;

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Θα τον εμβολίσουμε. Η δόνηση της σύγκρουσης θα θέσει μάλλον τον παρεμβολέα εκτός λειτουργίας. Ένα μικρό βήμα για μάς, ένα μεγάλο βήμα για την ανθρωπότητα. Αν η Πειραματοχώρα σταθεροποιηθεί, θα είναι μεγάλο πλήγμα για τους νεστορο-μέντορες . Η ολύμπια νηφαλιότητά τους θα γίνει παραμορφωτική γκριμάτσα μπροστά σ’ ένα τέτοιο απρόσμενο και ολοκληρωτικό τρομοκρατικό χτύπημα. Dοnald οut!

Ο Αντρέϊ έδωσε τις συντεταγμένες στο χειριστήριο, βιγλίζοντας από το φινιστρίνι τους κυβόλιθους – σπίτια να λάμπουν σαν μπάλες χριστουγεννιάτικου δέντρου. Ύστερα μπήκε πάλι σ’ εκείνη τη ψυχοφθόρα διαδικασία της αναμονής. Αντί να βλέπει κινούμενα σχέδια στο ΠΑΝ.ΟΛ.ΙΣ., προτίμησε μέσα σ’ ένα κλίμα αμηχανίας και αδημονίας να φυλλομετρήσει τις σημειώσεις του :
-Σε υψηλότερο επίπεδο απαντάται το ζήτημα της προσωπικής ταυτότητας. Τέθηκε από τον Λοκ, απασχόλησε τον Χιουμ, αλλά και τον Χέγκελ , που είχε μεν εντρυφήσει στο στοχασμό της βρετανικής σχολής, αλλά παρέμεινε αμετανόητος ιδεαλιστής. Ο τελευταίος διετύπωσε καταρχήν την άποψη ότι ο κόσμος δεν ήταν άθροισμα συμπαγών μονάδων, είτε ατόμων είτε ψυχών, που το καθένα τους θα ήταν απολύτως αυθύπαρκτο. Η φαινομενική αυθυπαρξία των πεπερασμένων πραγμάτων τού φαινόταν αυταπάτη. Τίποτε δεν είναι πραγματικό και απόλυτο εκτός από το σύνολο, όχι ως ουσία, αλλά ως οργανισμό. Το καθένα από τα ατομικά μεμονωμένα πράγματα έχει κάποιο μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό πραγματικότητας, ανάλογα με τη σκοπιά , από την οποία το αντικρίζει κανείς. Με την άποψη αυτή συμβαδίζει η αμφισβήτηση της απολυτότητας του χώρου και του χρόνου-.

(Αχά, ό,τι έκαναν στην πράξη οι νεστορο-μέντορες ).

-Για να εκλαϊκεύσουμε την άποψη αυτή, ώστε να γίνει κατανοητή σε όσους δεν έχουν σπουδάσει φιλοσοφία ως κύριο αντικείμενο, ας αναφερθούμε στην κοροϊδευτική, αλλά διαφωτιστική διατύπωσή της από τον Ράσελ. Η φιλοσοφία του Χέγκελ μπορεί να αρχίσει από οποιοδήποτε σημείο του γνωστικού κύκλου με αυτό που ο ίδιος ονομάζει «αφηρημένη θέση», δηλαδή μία πρώτη, εν πολλοίς αυθαίρετη προσέγγιση του επιστητού. Αν υποθέσουμε ότι «η πραγματικότητα είναι ένας θείος» εξυπακούεται η ύπαρξη ενός ανιψιού. Αφού εκτεθήκαμε με την αφηρημένη υπόθεση του ανιψιού , πρέπει να συμπεράνουμε: «Η πραγματικότητα είναι ανιψιός». Τούτη είναι η αντίθεση, που συμπληρώνει μεν τη θέση , αλλά ελέγχεται και αυτή για ανεπάρκεια, αν νοηθεί αυτοτελώς. Συνεπώς , παρακινούμενοι από τη γνωστική μας δίψα για την ακριβή φύση της πραγματικότητας, οδηγούμαστε σ’ ένα σύνολο αποτελούμενο από θείο και ανιψιό, που είναι η σύνθεση. Αλλά κι αυτή η σύνθεση δεν είναι ακόμη ικανοποιητική, διότι ένας άνθρωπος μπορεί να είναι θείος , μόνον αν έχει έναν αδελφό ή αδελφή , που είναι γονιός του ανιψιού. Έτσι προχωρούμε στη διεύρυνση του σύμπαντός μας , ώστε να περιλάβουμε τον αδελφό ή την αδελφή, με τη γυναίκα ή τον άνδρα της. Μ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να καταλήξουμε, με μόνη τη δύναμη της λογικής και της σκέψης, από οποιοδήποτε προτεινόμενο κατηγόρημα της πραγματικότητας στο τελικό συμπέρασμα της διαλεκτικής, που ονομάζεται «Απόλυτη Ιδέα»-.
Πω, πω τι μπλέξιμο είναι αυτό! Είπε μέσα του ο Αντρέϊ. Φαίνεται πάντως ότι το ερώτημα της ταυτότητας ήταν αυτό, που έδωσε ώθηση στη φιλοσοφία.

Ανακάλεσε τον εαυτό του στην πραγματικότητα. Τόσο η οθόνη του υπολογιστή του όσο και η οπτική επαφή από το φινιστρίνι συμφωνούσαν. Οι ιπτάμενες οικίες, του Ντόναλντ και η δική του, ήταν σε τροχιά γύρω από το σπίτι του Ισοκράτη.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Ισοκράτη, παρά την παλιά μας φιλία , είμαι υποχρεωμένος να σού ζητήσω κάτι επιτακτικά και σε παρακαλώ να μη φέρεις αντιρρήσεις. Ξέρουμε ότι κρύβεις τον χωροχρονικό παρεμβολέα των νεστορο-μεντόρων . Βγάλε τον από την πρίζα αμέσως!

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Χα! Και γιατί παρακαλώ να το κάνω αυτό;

ΑΝΤΡΕΪ: Άκουσε, Ισοκράτη. Από τότε που διαταράχθηκε ο χώρος, κινούμαστε στους διαδρόμους ενός εφιάλτη . Η ανθρωπιά μας και το ενδιαφέρον μας για τους άλλους, που μάς έδινε νόημα και δύναμη, υποβιβάστηκε στο στοιχειώδες επίπεδο να ψάχνουμε το συνάνθρωπο με το φανάρι, σαν τον Διογένη, κραυγάζοντας στα σκοτάδια. Μη σε βαυκαλίζει η φαινομενική ευτυχία που απολαμβάνεις. Ο κόσμος που ζεις είναι μία ψευδαίσθση. Οι νεστορο-μέντορες είναι γόητες και ξέρουν να προβάλλουν και να υποβάλλουν παραστάσεις στο υποσυνείδητο των άλλων.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Παιδιά, εγώ δεν έχω αντιληφθεί κάτι τέτοιο. Δεν είναι δυνατό να αναπαραστήσει κανείς το κλάμα και τη μυρωδιά ενός μωρού ή την εγγύτητα και τη θαλπωρή της γυναίκας. Αυτά είναι συγκινήσεις διαχρονικές, που δεν γίνονται αντικείμενο μίμησης και δεν αναπαράγονται, αλλ’ ούτε εκείνος που τις νιώθει μπορεί να ξεγελαστεί.

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Αντρέϊ, δεν είναι αυτή η σωστή προσέγγιση. Στο κάτω- κάτω της γραφής δεν ξέρουμε τι ζει και τι δεν ζει ο Ισοκράτης. Ξέρουμε την κόλαση που περνάμε εμείς. Οι νεστορο-μέντορες είναι οι μεγαλύτεροι δυνάστες από καταβολής κόσμου. Αν ο Χίτλερ είχε τα μέσα τους, δεν θα χρειαζόταν να κάνει το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Θα τού αρκούσαν οι ψευδαισθήσεις και η παραπληροφόρηση.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Ας γελάσω. Μιλάς για παραπληροφόρηση εσύ, όταν η Αμερική , η πατρίδα σου , στηριζόταν παραδοσιακά στο τι θα πει το γυαλί της τηλεόρασης και το νευρόσπαστο του Προέδρου, που το κουνούσαν από πίσω οι επιχειρηματίες; Δεν μπορώ να καταλάβω τι θέλετε πια από τη ζωή σας. Οι νεστορο-μέντορες παρέχουν όχι μόνο υλικά αγαθά , αλλά και παραστάσεις, από τον καθένα ανάλογα με τις δυνατότητές του στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του. Επιτέλους, η ανθρωπότητα βιώνει μια εποχή απόλυτης ευημερίας, απαλλαγμένη από όλα τα βιοποριστικά προβλήματα. Η πείνα και οι αρρώστιες έχουν εξαλειφθεί …

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Σταμάτα να τα λες αυτά. Στην ηλικία που είσαι έπρεπε να είχες καταλάβει ότι καμία χώρα , νοητική ή πραγματική, δεν είναι παράδεισος. Καμία δεν υπήρξε ποτέ. Κι αν ακόμη κάποτε εγκαθιδρυόταν ένα ιδανικό καθεστώς , πάλι κάποιοι θα επαναστατούσαν, διότι θα στέναζαν κάτω από την ηγεμονία της … τελειότητας.
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Ναι, ναι, η γνωστή νοοτροπία των διαπιστώσεων και ότι τίποτε δεν μπορεί να αλλάξει. Με τέτοια λογική θα ήμασταν στην εποχή των σπηλαίων. Παιδιά, σάς εξορκίζω να επανεξετάσετε τη στάση σας και να σεβαστείτε τούτη την πρωτόγνωρη για τον άνθρωπο αρμονία. Παραδέχομαι ότι θα ήταν καλύτερο να είχαμε πετύχει το στάτους αυτό με τις δικές μας δυνάμεις. Αφού όμως μάς εμπόδισαν τα βιολογικά ένστικτα του πιθήκου, ας μην έχουμε τουλάχιστον παρωπίδες, ας ρίξουμε λίγο τον εγωισμό μας και ας το δεχτούμε ως ένα δώρο. Εκείνο, που πιστεύω ότι σάς ενοχλεί, είναι ότι επιβλήθηκε έξωθεν, ότι δεν το δημιουργήσατε εσείς με την επιστημονική σας αυθεντία και αλαζονεία. Αντρέϊ, εσύ ο ίδιος μιλούσες για τη διαφθορά των πολιτικών και έλεγες μάλιστα μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι ένα αναίμακτο τρομοκρατικό χτύπημα από καιρού εις καιρό θα ήταν καλοδεχούμενο , προκειμένου να συγκλονιστεί το σάπιο σύστημα. Κι αντί να γίνεις τρομοκράτης τότε, γίνεσαι τώρα, όπου επιτέλους οι νεστορο-μέντορες έστειλαν στην ανεργία όλους εκείνους, που μάς ταλαιπωρούσαν τόσα χρόνια; Και συ Ντόναλντ, θέλεις την πτώση των νεστορο-μεντόρων για να μάς κυβερνήσουν πάλι οι φίλοι σου οι Αμερικανοί με το 1% να σωρεύει πλούτο και να εξασφαλίζει διεθνή , διαρθρωτική πείνα για όλους τους υπόλοιπους, με τις βάτες του αμερικάνικου φουτ-μπωλ και τα μπαστούνια του μπέιζ μπολ να καταδυναστεύουν όλους εμάς τους… γνήσιους ποδοσφαιρόφιλους. Ευχαριστώ δεν θα πάρω!

ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Για άτομο, που κάποτε η μηχανή έλεγε πως πρέπει να δουλεύει σε πολυεθνική, είσαι πολύ εναντίον του καπιταλισμού.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Μισό λεπτό, αυτό είναι χτύπημα κάτω από τη μέση. Εγώ δεν σε είπα φασίστα, τότε που έβγαλες το όπλο να χτυπήσεις τους μπαμπουίνους ή όταν δούλευες στα σώματα ασφαλείας του πειράματος… .
ΝΤΟΝΑΛΝΤ: Δεν βλέπω να γίνεται τίποτε με τα λόγια. Αντρέϊ, έχω μία πεποίθηση ότι η ανάλυση μπορεί να αναπτυχθεί μέχρι ένα ορισμένο σημείο. Όταν αυτό ξεπεραστεί, όταν ο άλλος διαβεί τα όρια, που έχω θέσει εγώ με τις φερομόνες μου ως περίμετρο και πεδίο της προσωπικής μου ελευθερίας, τότε έχω δώσει όρκο ότι θα χτυπήσω ό,τι κι αν γίνει… Άλλωστε δεν θα κλάψω κιόλας , επειδή θα ταρακουνηθεί λιγάκι ο τεχνητός παράδεισος του Ισοκράτη…

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Α μάλιστα, η έσχατη λύση, ας ρίξουμε και μερικές πιστολιές. A little less analysis, a little mοre actiοn! Όμως η νοοτροπία Τζων Γουέιν και του Natiοnal Rifle Assοciatiοn δεν λύνει όλα τα προβλήματα. Τι πάτε να κάνετε ; Να με εμβολίσετε; Αυτό δεν το περίμενα από σένα Αντρέϊ. Ντόναλντ, κρίμα το γήπεδο που πηγαίναμε κάποτε μαζί. Καλά, είστε αφελείς; Νομίζετε ότι οι νεστορο-μέντορες έχουν αφήσει τον παρεμβολέα τους χωρίς προστατευτική ασπίδα; Άμυαλοι δυστυχισμένοι , δεν καταλάβατε ακόμη ότι οι νεστορο-μέντορες είναι αήττητοι;

Με μία ξαφνική κίνηση- άπωση, που συνοδεύτηκε από συγκλονιστικό κραδασμό, το πολύτιμο σύστημα συντεταγμένων, που ο Αντρέϊ είχε συντάξει με βάση τα πολυκαταστήματα , εξαφανίστηκε από την οθόνη του υπολογιστή του . Κοίταξε από το παράθυρο και είδε τα φώτα της ασυντόνιστης ξεχαρβαλωμένης πόλης να απομακρύνονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα και ο ίδιος να ωθείται στο απόλυτο κοσμικό κενό , στο άπειρο ενός αδιανόητου πουθενά , σ’ ένα διάστημα άμορφο και αδόμητο , σε μια σιωπηλή και έρημη έκταση, όπου δεν υπήρχε ούτε έργο , ούτε εικόνα. Οι νεστορο-μέντορες με μία μικρή επίδειξη δύναμης τον είχαν εκσφενδονίσει μακριά από την όχθη του υλικού κόσμου. Τώρα πια καταλήφθηκε από πανικό, γιατί γνώριζε ως αστρονόμος ότι το διάστημα έχανε πολλές από τις ιδιότητές του, όταν έπαυε να επηρεάζεται από την παρουσία της ύλης. Στα βάθη της κοσμικής λίμνης, όπου είχε παρασυρθεί, δεν υπήρχαν οδοδείκτες κεφαλές Ερμή, έννοιες όπως κατεύθυνση και απόσταση δεν είχαν πλέον κανένα νόημα, κάθε ελπίδα να ξαναγυρίσει στην όχθη της ύλης είχε εξανεμιστεί, ακόμη και το Πανοπτικό έσβησε, χωρίς την ογκώδη υποστήριξη των πολυάριθμων γαλαξιών, των στυλοβατών της πραγματικότητας.
Τού έμεναν λίγες ώρες οξυγόνου μέσα στους τοίχους του τροποποιημένου σπιτιού του, ενώ οι λάμπες ήδη μαρμαρυγούσαν και τρεμόπαιζαν, προοιωνίζοντας το απόλυτο σκοτάδι. Δεν ήξερε καν αν ο Ντόναλντ είχε πετύχει να εμβολίσει τον παρεμβολέα , τού το ευχόταν, αν και δεν το ήλπιζε. Όσο είχε ακόμη καιρό, έριξε μια τελευταία ματιά στις σημειώσεις:

-Όλα τα παραπάνω, μεταφερόμενα στο επίπεδο του προσώπου, συνιστούν το αποκαλούμενο «θεώρημα της παγκόσμιας ταυτότητας». Στο πλαίσιό του, η προσωπική ταυτότητα ορίζεται ως γνώση κάποιου για την ταυτότητά του, ένας ορισμός που ταυτόχρονα οριοθετεί και τη συνείδηση. Τα έλλογα όντα λέγεται πως διαφέρουν από τα άψυχα αντικείμενα μόνο κατά το ότι έχουν γνώση της ταυτότητάς τους, ενώ τα άψυχα, αν και διαθέτουν τη δική τους ταυτότητα, δεν το γνωρίζουν-.
-Ωστόσο, για να έχει κανείς συνείδηση, σημαίνει ότι μπορεί να διακρίνει. Για να επιτευχθεί όμως η διάκριση, θα πρέπει να υπάρξει σύζευξη μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου. Τούτη η σύζευξη είναι η αρχή της Φαινομενολογίας. Υπάρχει λοιπόν μια παράδοξη κοινότητα ταυτότητας ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο. Η εν λόγω συλλογιστική μας οδηγεί στην ιδέα μιας «παγκόσμιας ταυτότητας», σύμφωνα με την οποία όλες οι ταυτότητες τόσο των έλλογων όντων όσο και των άψυχων αντικειμένων ανήκουν στην ίδια συμπαντική και υπερβατική ταυτότητα ή «εαυτό». Αυτό το συμπέρασμα εμφανίζεται πολλές φορές στην ιστορία της ανθρώπινης διανόησης και είναι γνωστό κατά καιρούς με τις ονομασίες «άπειρος εαυτός», «συμπαντικός εαυτός», «υπερβατικός εαυτός» κ.λπ. Η ολιστική new age φιλοσοφία, που διαδέχθηκε επαξίως το μυστικισμό, διακηρύσσει με βεβαιότητα πως «εγώ είμαι εσύ», εννοώντας πως όλοι μοιράζονται την ίδια βασική ταυτότητα. Βέβαια αυτό δεν αναιρεί την αυστηρά προσωπική ατομικότητα του καθενός, απλώς ο συνειδησιακός κώνος στο πάνω μέρος είναι μια αεροδυναμικά σχηματισμένη ακίδα, ενώ στο κάτω μέρος χάσκει ένα άνοιγμα που επικοινωνεί με τα ποικίλα ρεύματα του περιβάλλοντος. Εκτός δηλαδή από τα κατηγορήματα, ένα αντικείμενο ή υποκείμενο προσδιορίζεται και από τις σχέσεις-.
-Τέτοιες ιδέες δεν γίνονται αποδεκτές από τους εμπειριστές φιλοσόφους, που τις απορρίπτουν μετά βδελυγμίας και με συνοδεία αυστηρής κριτικής. Αυτοί ξεκινούν από άλλη βάση, ότι κάθε περίπτωση είναι τόσο μοναδική και ανεπανάληπτη ως προς τη συγκρότηση της, ώστε είναι μάταιο να ψάχνει κανείς έναν κοινό τόπο με μία άλλη οποιαδήποτε στοιχειοθέτηση. Ο Χιουμ είχε δηλώσει πως δεν μπορούσε να ανακαλύψει την ταυτότητα του εαυτού ακόμη και μέσα στον ίδιο, αφού ο εαυτός του, όταν ήταν είκοσι χρονών, δεν είχε καμία σχέση με τον εαυτό του σε ώριμη ηλικία. Τα πράγματα είναι χαώδη συμπλέγματα ιδιοτήτων, ενώ η ενδοσκόπηση προσφέρει μόνο μια σειρά ιδεών και εντυπώσεων, άρα ένα πρόσωπο δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα συνονθύλευμα αισθήσεων, ένας σύνδεσμος παραστάσεων. Ούτε και το γεγονός ότι δύο οντότητες μπορούν και μοιράζονται μια λογική κατηγορία αναιρεί το βασικό τους διαχωρισμό , μια και η ίδια η λογική δεν θεωρείται πως έχει οποιαδήποτε a priοri βάση-.

Μα τότε, ο ιδεαλισμός και ο υλισμός δεν φαίνονταν πια αγεφύρωτοι, παραδόξως ο ολισμός και ο εμπειρισμός συμφωνούν, η φαινομενική διαφωνία τους οφείλεται σε παρεξήγηση, συλλογίστηκε ο Αντρέϊ σαν να ξυπνούσε από λήθαργο μέσα σ’ αυτόν τον πράγματι εμβριθή εγελιανισμό. «Η ταυτότητα και η συνείδησή μου μού ανήκουν, ανήκουν όμως και σ’ αυτό» , είπε δείχνοντας πέρα από τα τοιχώματα της οικίας του στο απέραντο σύμπαν. «Ούτε τα γονίδια μου, ούτε το περιβάλλον είναι από μόνα τους ικανά να με προσδιορίσουν. Είμαι ένα πρόγραμμα , εντελώς ανεξάρτητο μέσα στον οργανικό κομπιούτερ του κόσμου. Μπορεί να είναι αλήθεια πως η λογική και η ταυτότητα είναι υποστασιοποιημένα μεγέθη , προερχόμενα από υλικές σχέσεις. Μπορεί να είναι επίσης αλήθεια αυτό που ήθελαν να αποδείξουν οι νεστορο-μέντορες ότι η ταυτότητα είναι μια ψευδαίσθηση και ότι είμαστε δάκρυα στη βροχή ή σταγόνα σ’ έναν κοσμικό ωκεανό σκέψης και συνείδησης. Αλλά μέσα σ’ όλα αυτά υπάρχω εγώ κι αυτό που με συγκροτεί είναι όλες οι πινελιές και χαρακιές της ζωής, που έχουν αξία και σημασία για μένα, εκείνη που εγώ τούς αποδίδω».
Θυμήθηκε την παλιότερη ιδιότητά του, εκείνη του ποιητή:
«Συνάρτηση Χι -Ψι

Τυχαία Ψυχή-
Λένε , η τύχη τη συνέχει ,
πορεία Δαρβίνου τη διατρέχει,
προβάλλει μέσα από λάσπη, βροχή
κι ύστερα ακτίνες ηνιοχεί-
μα όπως το σώμα αιμορραγεί,
έτσι κι εκείνη θα διαρραγεί.

Ωραία Ψυχή-
Κώνος μ’ ακίδα αστρική,
βάση υπόγεια, τελλουρική ,
στης κλεψύδρας το μέσον και την τομή
αίσθηση, νόηση διχοτομεί.
Βάθος συνείδησης εξιχνιάζει,
η άκρη του νήματος την ταράζει.

Αθώα Ψυχή-
Απ’ το στόμα γλιστρά σαν κρυώσει η αφή
και ψάχνει μιαν άλλη “περί λύχνων αφή” .
Γίνεται ψύχος, παγώνει , μαργώνει ,
κινείται να βρει το ρεύμα που ενώνει,
κι απ’ την εύπλαστη σάρκα αχνιστή, λαξευτή,
σε χόβολη- πνεύμα να φλογιστεί.

Αθρόα Ψυχή-
Μιαν άλλην όμοια αντικρίζει,
που κι αυτής η όψη τη βιγλίζει.
Λέγει: “σε βλέπω μέσα στο χρόνο,
ώστε τίποτε να μην είναι πια μόνο”.
Στου καιρού το ύφασμα εποχές τεχνουργεί,
σχέδια παλίνδρομα με θηλιά λεπτουργεί.

Τυχαία Ψυχή;;

Διαμάντι ακατάλυτο , απρόσμεικτο κι ασύμφυρτο όπου παφλάζουν οι ορμόνες του νου
Που μάταια πασχίζουν τα πλοκάμια του κόσμου ν’ αγκαλιάσουν ,
Λαμπηδόνα και κρύσταλλος μύχιας ουσίας.

Αλλ’ όλα αυτά βέβαια δεν ήταν παρά λογοτεχνία.

Νοσταλγούσε την κοινωνία του Διαδικτύου. «Όλα τα είχαμε τότε», σκεφτόταν, «και δεν το εκτιμούσαμε. Αυτά που λέγαμε μεταξύ μας ήταν η ταυτότητά μας. Το ερώτημα των νεστορο-μεντόρων είναι ψευδές και τα πειράματά τους καταδικασμένα σε αποτυχία, γιατί το Εγώ είναι γενικό και δεν μπορεί να ερευνηθεί σε μεμονωμένες υπάρξεις μοναξιάς και προϊούσας λησμονιάς. Δεν ζούμε, μάς ζουν οι άλλοι, είμαστε αντικείμενο ζωής. Ο εγκέφαλός μας είναι ένας δέκτης, που τον βρίσκει το πνεύμα των άλλων. Ο καθένας μας είναι παραλλαγή του βασικού Εγώ με κάποια πρόσθετα στοιχεία και μία ξεχωριστή οπτική γωνία. Αν το γενικό Εγώ κατακερματιστεί και οι ψηφίδες του σκορπιστούν στα πέρατα του Σύμπαντος, επόμενο είναι και η ταυτότητα να καταστραφεί. Είναι σαν να σπας ένα παιχνίδι, να διαλύεις και να ποδοπατάς τα εξαρτήματά του κι ύστερα ν’απορείς επειδή χάλασε».
Παρά ταύτα ήταν αισιόδοξος ότι παρά την αποκοπή του από το υλικό σύμπαν, το φως της αυτογνωσίας δεν θα έσβηνε, γιατί κάθε αντικείμενο , ακόμη και το υποτιθέμενο κενό, που έτσι κι αλλιώς στην πραγματικότητα βράζει από πεδία, έχει ανάγκη από παρατηρούν υποκείμενο. Η τιμωρία των νεστορο-μεντόρων να τού αποδείξουν ότι έξω από το υλικό σύμπαν ήταν ένα τίποτε δεν τον άγγιζε, όπως δεν τον είχαν αγγίξει και τα διδάγματά τους ότι οι υλικές σχέσεις μπορούσαν αζημίως να αντικατασταθούν από επιτηδευμένα σχήματα και ιδεατά υποκατάστατα. Βέβαια θα πέθαινε από άλλες αιτίες (πείνα, αισθητηριακή στέρηση κ.λπ.), αλλά πάντως τους νεστορο-μέντορες τούς είχε νικήσει. Διερωτόταν αν η αυτογνωσία του θα διατηρούνταν και μετά το θάνατο, αλλ’ αυτό ήταν μία άλλη ιστορία, καθαρά διαδικαστική , που είχε να κάνει με τη δυνατότητα ή διάθεση κάποιου ή κάποιων να διασώσουν και να ανασύρουν (αναστήσουν;) το πρόγραμμά του ή απλά , βρε αδελφέ, να το υιοθετήσουν και να το μιμηθούν.

Ευχαριστίες σε: 1) «Το Πείραμα» ή η «Πόλη των Καταραμένων» , μυθιστόρημα των αδελφών Αρκάντι και Μπόρις Στρουγκάτσκι.

2) «Το Ντουλάπι του Όλιβερ Νέιλορ» του Μπάρινγκτον Μπέιλεϊ , Ανθολογία Επιστημονικής Φαντασίας 48, εκδ. Ωρόρα, μετ. Θωμά Μαστακούρη.
3) «Η Νέα Πραγματικότητα» του Τσαρλς Χάρνες , Ανθολογία Επιστημονικής Φαντασίας 8, εκδ. Πήγασος, μετ. Γιώργου Μπαλάνου.
4) «Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας- 2ος Τόμος, Από το Ρουσσώ ως Σήμερα» του Μπέρτραντ Ράσελ , μετ. Αιμ. Χουρμούζιου.